Ένας μισθός και μια σύνταξη το αντάλλαγμα για συμφωνία έως τις 20 Φεβρουαρίου

Το καλό σενάριο θα ήταν να αρκεστούν οι Eυρωπαίοι δανειστές στον «κόφτη» μισθών και συντάξεων μετά το 2018 και ενδεχομένως σε κάποιους έκτακτους ή άλλους φόρους – Τι προτίθεται να «δώσει» η κυβέρνηση και με τι θα ήταν ευχαριστημένη

Πάνω και από ένα μισθό ή σύνταξη κινδυνεύουν να χάσουν εκατομμύρια νοικοκυριά, αν η κυβέρνηση παραδοθεί στις ορέξεις των δανειστών για νέες περικοπές και αυξήσεις φόρων έως και 5 δισ. ευρώ. Αυτές είναι μερικές μόνο από τις «εκπλήξεις» που κρύβει το «πακέτο συμφωνίας» που θα συζητήσουν σήμερα ο κύριος Ευκλείδης Τσακαλώτος και οι υπουργοί Οικονομικών τηςΕυρωζώνης, παρουσία του «γνωστού και μη εξαιρετέου» Πoλ Τόμσεν στο Eurogroup στις Βρυξέλλες.

Το καλό σενάριο, όπως επιθυμεί η κυβέρνηση, θα ήταν να αρκεστούν οι Eυρωπαίοι δανειστές στον «κόφτη» μισθών και συντάξεων μετά το 2018 και ενδεχομένως σε κάποιους έκτακτους ή άλλους φόρους (πχ στα ακίνητα ή στα αυτοκίνητα). Το σίγουρο είναι όμως πως ο Πoλ Τόμσεν και το ΔΝΤ θα αντιδράσουν ζητώντας περισσότερο «αίμα».

 Παραπάνω μέτρα

Στο μεγάλο παζάρι για πλεονάσματα, συμμετοχή του ΔΝΤ και ελάφρυνση χρέους, μπαίνουν και τα μέτρα λιτότητας που θα καλύψουν την «τρύπα» των 4,5 δισ. που βλέπει το ΔΝΤ για το 2018 και μετά. Ωστόσο τα μέτρα που θα απαιτηθούν για να καλύψουν την «τρύπα», αν το ΔΝΤ επιμείνει στις απόψεις του, θα είναι σημαντικά μεγαλύτερα και ίσως ξεπερνάνε και τα 5 δισ. ευρώ, αφού θα ληφθούν υπόψην τόσο οι απώλειες στην εισπραξιμότητα των φόρων, όσο και στις συνέπειες της ύφεσης που θα προκαλέσουν για τα κρατικά έσοδα.
 
Πρακτικά αυτό σημαίνει, ότι αν η ελληνική πλευρά δεχθεί «τελεσίγραφο», θα πρέπει να βάλει «χέρι» στο αφορολόγητο και στις συντάξεις που, ως γνωστόν έχουν στοχοποιηθεί από το ΔΝΤ, όχι μόνο τώρα αλλά από την αρχή της διαπραγμάτευσης.

 Κινδυνεύουν 13ος μισθός και 12η σύνταξη

Τυχόν μείωση του αφορολογήτου, θα μπορούσε να αποδώσει στο Δημόσιο έως και 3 δισ. ευρώ το χρόνο, αν η έκπτωση φόρου μειωθεί στα 1.000 ευρώ (από 1.900 σήμερα). Αυτό σημαίνει όμως ότι το αφορολόγητο θα πέσει από τις 8.636 ευρώ στα 4.545 ευρώ, άρα θα φορολογηθούν ακόμα και οι εργαζόμενοι των 400 ευρώ!

Εδώ και καιρό το ΔΝΤ ζητούσε μείωση αφορολογήτου στις 5.000 ευρώ, όπως ήταν το 2012 και πριν ανέλθει στις 9.545 ευρώ. Μείωση αφορολογήτου στις 5.000 ευρώ σημαίνει πως άγαμοι ή έγγαμοι χωρίς παιδιά με μηνιαίο εισόδημα 400 ευρώ και ετήσιο 5.600 ευρώ, χάνουν 132 ευρώ το χρόνο με πρόσθετους φόρους. Με 617 ευρώ το μήνα (ή 8.636 το χρόνο) χάνουν 800 ευρώ από επιπλέον φόρους. Αν έχουν ένα παιδί και μισθό 450 ευρώ το μήνα ή 6.300 ευρώ το χρόνο, χάνουν 286 ευρώ, ενώ με 633 το μήνα ή 8.860 το χρόνο, χάνουν 850 ευρώ συνολικά -σχεδόν ενάμισι μισθό τον χρόνο δηλαδή.
 
Η ελληνική πλευρά αντιστάθηκε πέρυσι και το έριξε στις 8.636, αλλά τώρα εξετάζει να αντιπροτείνει σενάρια για μείωσή του στις 7.200 ευρώ -που είναι αμφίβολο όμως αν γίνονται αποδεκτά από τους δανειστές.
 
Σύμφωνα με υπολογισμούς για κάθε 300 ευρώ μείωσης της έκπτωσης φόρου, από τα 1.900 ευρώ που ισχύει σήμερα για τους άτεκνους, αποφέρει έσοδα 0,5% του ΑΕΠ στο Δημόσιο, δηλαδή περίπου 900 εκατ. ευρώ.

Ο συνδυασμός που «σκοτώνει»

Το πόσο βαθιά θα μπει το μαχαίρι εξαρτάται και από το πόσο θα κοπούν οι συντάξεις. Αν απομείνει «κενό» 1-1,5 δισ. ευρώ από τις αυξήσεις φόρων, οι εκπρόσωποι των δανειστών έχουν έτοιμες προτάσεις για περικοπές στις ήδη καταβαλλόμενες κύριες συντάξεις, με «ψαλίδισμα» ή κατάργηση της προσωπικής διαφοράς. Στην περίπτωση αυτή, οι απώλειες μπορεί και να ξεπερνούν το 20% των κύριων συντάξεων. Έτσι χιλιάδες συνταξιούχοι μπορεί να χάσουν μία σύνταξη λόγω περικοπών και μισή ακόμα από τις αυξήσεις φόρων.

Αντιμέτωπη με εκλογές η κυβέρνηση αν δεν υπάρξει συμβιβασμός 

Με την πλάτη στον τοίχο βρίσκεται για μία ακόμη φορά η κυβέρνηση στις συζητήσεις με τους δανειστές, καθώς μετά από ένα πάγωμα 50 ημερών στις διαπραγματεύσεις (μετά το Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου δεν υπήρξε καμία ουσιαστική πρόοδος) θα πρέπει να βρεθεί άμεσα μία φόρμουλα επανεκκίνησης της διαδικασίας, ώστε να προκύψει λύση το αργότερο μέχρι τη συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών της 20ης Φεβρουαρίου, διαφορετικά η δεύτερη αξιολόγηση, μαζί και συνολικά το ελληνικό πρόγραμμα κινδυνεύουν με εκτροχιασμό.

Οι πιέσεις που ασκούνται στην ελληνική πλευρά είναι αφόρητες, αν και εκδηλώνονται και σοβαρές πρωτοβουλίες, κυρίως από την Κομισιόν για την εξεύρεση μίας συμβιβαστικής λύσης. Η βέβαιη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα, αποτρέπει μεν τον τερματισμό του μνημονίου – και άρα τις ακραίες εξελίξεις – ωστόσο διαμορφώνει ένα ασφυκτικό πλαίσιο για την Αθήνα, καθώς το Ταμείο επιμένει στην νομοθέτηση μέτρων με κάποιο τρόπο, για την περίοδο μετά το 2018 και προκειμένου να είναι σίγουρη η επίτευξη των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων.

Ωστόσο η κυβέρνηση και μάλιστα ακόμη και δια του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα έστειλε χθες κιόλας μήνυμα στους δανειστές ότι δεν πρόκειται να νομοθετήσει μέτρα ούτε ενός ευρώ. Ο κ. Τσίπρας σημείωσε μάλιστα ότι δεν φοβάται τις εκλογές, αν και τις θεωρεί αχρείαστες.

Με το Βερολίνο να μην έχει αποσαφηνίσει τη θέση του πριν τη σημερινή συνεδρίαση, οι διεργασίες στο παρασκήνιο στοχεύουν σε έναν συμβιβασμό, που θα αποτρέψει το ναυάγιο και θα οδηγήσει στην επιστροφή των τεχνικών κλιμακίων των δανειστών στην Αθήνα από την επόμενη εβδομάδα, για να αρχίσουν και πάλι οι συζητήσεις επί της ουσίας.

Η κυβέρνηση έχει δηλώσει ότι αντί της νομοθέτησης μέτρων δέχεται να νομοθετήσει την επέκταση του σημερινού δημοσιονομικού κόφτη, ενισχύοντάς τον ίσως με τον προσδιορισμό πεδίων εφαρμογής – συμπεριλαμβάνοντας ακόμη και το αφορολόγητο, τις συντάξεις ή και τους μισθούς.

Δεν είναι όμως ξεκάθαρο έως πού μπορεί να φτάσει η ελληνική πλευρά σήμερα, καθώς ο Ευκλείδης Τσακαλώτος δεν ανέφερε τίποτα συγκεκριμένο στην επιστολή, που έστειλε πρόσφατα στους ομολόγους τους, διατηρώντας τη δυνατότητα να πει οτιδήποτε θέλει προφορικά.

Το ευνοϊκό σενάριο για την κυβέρνηση είναι να γίνει αποδεκτή αυτή η πρόταση για την επέκταση του κόφτη για ένα ή και μεγαλύτερο διάστημα, αρκεί να αποφευχθεί η νομοθέτηση μέτρων από τώρα. Ο κόφτης θα μπορούσε να ισχύει για όσο διάστημα συμφωνηθούν υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, κάτι που θα συμπεριληφθεί σε ένα μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα προσαρμογής – έως το 2021 για παράδειγμα – που οφείλει να ψηφίσει σύντομα η κυβέρνηση, στο πλαίσιο μία συνολικής συμφωνίας.

Ένα «ενδιάμεσο» σενάριο που επεξεργάζονται κυρίως στις Βρυξέλλες κάποιοι είναι η επιβολή ενός «ανάποδου κόφτη»: Αντί δηλαδή για μέτρα που θα νομοθετηθούν και θα εφαρμοστούν στην περίπτωση μη επίτευξης των δημοσιονομικών στόχων, να περιλαμβάνει αυτός ο «ανάποδος κόφτης» νομοθέτηση μέτρων από τώρα, με ρήτρα μη εφαρμογής για την περίπτωση (τη βέβαιη, όπως διατείνεται η κυβέρνηση), που επιτευχθούν οι στόχοι. Κάποιες πλευρές εκτιμούν ότι η ελληνική κυβέρνηση θα μπορούσε να το δεχθεί ακόμη κι αυτό, υπό την προϋπόθεση ότι οι δανειστές θα περιγράψουν από τώρα τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους, που είναι προγραμματισμένο να γίνει στο τέλος του τρέχοντος προγράμματος, το 2018. 

Έτσι το χρέος θα καταστεί βιώσιμο, θα ενταχθεί η χώρα στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ, θα είναι πιο εύκολο να βγει ακόμη και φέτος στις αγορές, έστω δοκιμαστικά, ενώ θα σταθεροποιηθεί η οικονομία και το επενδυτικό κλίμα, διαμορφώνοντας συνθήκες για την επίτευξη των αναπτυξιακών και δημοσιονομικών στόχων. Είναι όμως και πάλι αβέβαιο εάν όλο αυτό το «πακέτο» είναι διαχειρίσιμο από την κυβέρνηση, καθώς θα προηγηθεί όλων η ψήφιση μέτρων, έστω και μέτρων που τελικά μπορεί να μην εφαρμοστούν, για μείωση συντάξεων και αφορολόγητου ή ακόμη και αύξησης του μεσαίου ΦΠΑ. Σε αυτή την περίπτωση και ανάλογα με τις λεπτομέρειες που θα μπορούσαν να κάνουν τη διαφορά, αρχίζει να «παίζει» το σενάριο των εκλογών, ως επιλογή διαφυγής από την κυβέρνηση.

Το χειρότερο σενάριο, που φαίνεται ότι θα καταστήσει τις εκλογές αναπότρεπτες θα είναι να ζητηθεί η νομοθέτηση μέτρων από τώρα για μετά το 2019, έστω στο πλαίσιο του ανάποδου κόφτη και να μην δοθεί κανένα ουσιαστικό αντάλλαγμα στην ελληνική κυβέρνηση. Αυτό ισοδυναμεί με τελειωτικό χτύπημα στην Αθήνα, κάτι που όμως δεν φαίνεται να είναι στις επιλογές, ούτε καν του Βερολίνου, αφού θα προκαλούσε μεγάλη αναταραχή εμφανίζοντας τους δανειστές να μην επιζητούν συμβιβασμό, αλλά «τιμωρία» της κυβέρνησης και της χώρας.

Σημειωτέον ότι η κυβέρνηση είναι διχασμένη και οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ σε αναστάτωση, εξαιτίας του μέχρι τώρα αδιεξόδου. Πολλοί υπουργοί θεωρούν ότι το Μαξίμου πρέπει να εξετάσει τη λύση των εκλογών, διότι οποιαδήποτε συμφωνία δώσουν τώρα οι δανειστές θα είναι κακή και θα αργά ή γρήγορα θα οδηγήσει σε αποτυχία του προγράμματος ή στη λήψη έτσι κι αλλιώς νέων μέτρων. Εισηγούνται την προσφυγή στις κάλπες το νωρίτερο, ώστε να μην αρχίσει η ραγδαία φθορά του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά και πολλοί βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος δείχνουν κόπωση και απροθυμία να ψηφίσουν οποιοδήποτε νέο μέτρο, ακόμη κι αν πρόκειται να υπάρξει μία συνολική λύση. Δεν είναι βέβαιο μεν ότι θα διαφοροποιηθούν με τρόπο που να ρίξουν την κυβέρνηση, αλλά ασκούν έντονη πίεση να μην υπάρξουν άλλες υποχωρήσεις.

πηγή: protothema.gr