Αλέξης Τσίπρας στην ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ: “Δεν θα υποχωρήσουμε”

tsipras_99«Κά­θε έ­νας και κά­θε μια α­πό ε­μάς, αλ­λά και ό­λοι μα­ζί, εί­μα­στε α­πο­φα­σι­σμέ­νοι, να πά­ρου­με μέ­τρα, να ξε­πε­ρά­σου­με α­δυ­να­μί­ες, να κι­νη­θού­με για να πε­τύ­χου­με» δή­λω­σε ο Α­λέ­ξης Τσί­πρας μι­λών­τας στην Κεν­τρι­κή Ε­πι­τρο­πή του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ που συ­νε­δριά­ζει σή­με­ρα. «Δεν θα υ­πο­χω­ρή­σου­με» πρό­σθε­σε ο αρ­χη­γός της α­ξι­ω­μα­τι­κής αν­τι­πο­λί­τευ­σης και α­πηύ­θυ­νε κά­λε­σμα συμ­πό­ρευ­σης στο ΚΚΕ, στην ΑΝ­ΤΑΡ­ΣΥ­Α, στους Οι­κο­λό­γους Πρά­σι­νους και «σε ό­λες τις δυ­νά­μεις που α­πεγ­κλω­βί­ζον­ται α­πό τον μνη­μο­νια­κό χώ­ρο, και στρέ­φον­ται προς την α­ρι­στε­ρά». Κά­λε­σε δε τους κυ­βερ­νών­τες να στα­μα­τή­σουν να παί­ζουν με το θε­σμό της Προ­ε­δρί­ας της Δη­μο­κρα­τί­ας και να ο­δη­γή­σουν τη χώ­ρα με συν­τε­ταγ­μέ­νο και ο­μα­λό τρό­πο σε ε­κλο­γές, πριν τη δι­α­πραγ­μά­τευ­ση.

Ο­λό­κλη­ρη η ο­μι­λί­α του Α­λέ­ξη Τσί­πρα:

Συν­τρό­φισ­σες και σύν­τρο­φοι

Βρι­σκό­μα­στε στην ε­πό­με­νη μέ­ρα μιας δύ­σκο­λης ε­κλο­γι­κής μά­χης, στην ο­ποί­α το κόμ­μα μας ση­μεί­ω­σε μια ι­στο­ρι­κή νί­κη.

Η κάλ­πη έ­δω­σε κα­θα­ρή νί­κη στον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ με τέσ­σε­ρις μο­νά­δες.

Για πρώ­τη φο­ρά στη πο­λι­τι­κή ι­στο­ρί­α του τό­που η α­ρι­στε­ρά κερ­δί­ζει μια ε­κλο­γι­κή μά­χη σε ε­θνι­κό ε­πί­πε­δο.

Η κάλ­πη έ­στει­λε το πιο η­χη­ρό μή­νυ­μα α­πο­δο­κι­μα­σί­ας στα κυ­βερ­νη­τι­κά κόμ­μα­τα, τους δα­νει­στές-δε­κα­νί­κια τους και την πο­λι­τι­κή που ε­φαρ­μό­ζουν.

Και δεν ή­ταν μια κάλ­πη χα­λα­ρή, ό­πως κά­ποι­οι θέ­λουν να λέ­νε προ­κρι­μέ­νου να υ­πο­βαθ­μί­σουν το α­πο­τέ­λε­σμά της.

Έ­κα­ναν τα πάν­τα για να α­πο­φύ­γουν ή έ­στω να πε­ρι­ο­ρί­σουν την ήτ­τα.

Άλ­λα­ξαν η­με­ρο­μη­νί­ες, μη­χα­νευ­τή­καν τα πάν­τα για να μην πά­ει ο κό­σμος να ψη­φί­σει, α­κό­μα και την ε­κλο­γι­κή ε­πι­χο­ρή­γη­ση την μοί­ρα­σαν κα­τά πως τους βο­λεύ­ει. Με τα α­πο­τε­λέ­σμα­τα του 2009, πέν­τε χρό­νια πριν.

Και α­κό­μα και τη προ­η­γού­με­νη των ε­κλο­γών, πα­ρά τη νο­μο­θε­σί­α, τη­λε­ο­πτι­κοί σταθ­μοί της δι­α­πλο­κής τρο­μο­κρα­τού­σαν τους πο­λί­τες με ψέ­μα­τα και χυ­δαι­ό­τη­τες να μη ψη­φί­σουν ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ.

Έ­κα­ναν τα πάν­τα, αλ­λά δεν τα κα­τά­φε­ραν.

Ο λα­ός μας έ­δω­σε μια πο­λύ ση­μαν­τι­κή, μια ι­στο­ρι­κή νί­κη, πα­ρά τις αν­τι­ξο­ό­τη­τες.

Συν­τρό­φισ­σες και σύν­τρο­φοι

Η ι­στο­ρι­κή ε­πι­τυ­χί­α μας στις ευ­ρω­ε­κλο­γές, δεν ήρ­θε ως ε­πι­τυ­χί­α της προ­ε­κλο­γι­κής πε­ρι­ό­δου.

Αλ­λά ως δι­καί­ω­ση μιας μα­κράς και δύ­σκο­λής πο­ρεί­ας ε­πί­πο­νων ε­πι­λο­γών.

Δι­και­ώ­θη­κε η ε­πι­λο­γή να εί­μα­στε δύ­να­μη με στρα­τη­γι­κή συμ­μα­χι­ών και συ­νερ­γα­σι­ών.

Δι­και­ώ­θη­κε η αν­τί­λη­ψή μας για τις δυ­να­τό­τη­τες που έ­χει ο συν­το­νι­σμέ­νος α­γώ­νας της α­ρι­στε­ράς και των ερ­γα­ζο­μέ­νων στην Ευ­ρώ­πη για να αλ­λά­ξει το πλαί­σιο συ­ζή­τη­σης και οι συ­σχε­τι­σμοί στην Ευ­ρώ­πη.

Δι­και­ώ­θη­κε η ε­πι­λο­γή της συμ­με­το­χής στα κι­νή­μα­τα στην Ελ­λά­δα και στην Ευ­ρώ­πη.

Αυ­τή η δι­καί­ω­ση, αυ­τή η ι­στο­ρι­κή νί­κη, μας δί­νει τώ­ρα τη δυ­να­τό­τη­τα να σχε­δι­ά­σου­με και να δι­εκ­δι­κή­σου­με τη με­γά­λη πο­λι­τι­κή αλ­λα­γή.

Να δι­εκ­δι­κή­σου­με τη πλει­ο­ψη­φί­α στην ε­πό­με­νη Βου­λή για να κά­νου­με το λα­ό μας αυ­το­δύ­να­μο, στη προ­σπά­θειά του να ξα­να­κερ­δί­σει την α­ξι­ο­πρέ­πειά του.

Μας δί­νει, ό­μως, και τη δυ­να­τό­τη­τα να βελ­τι­ώ­σου­με α­δυ­να­μί­ες.

Και στο κόμ­μα και τη λει­τουρ­γί­α του, και στο πρό­γραμ­μα και τη σα­φή­νειά του.

Αλ­λά κυ­ρί­ως και στο σχέ­διο δρά­σης για την α­να­τρο­πή της α­κρο­δε­ξιάς κυ­βέρ­νη­σης Σα­μα­ρά.

Και πά­νω α­π’ ό­λα για τη συγ­κρό­τη­ση μιας πλα­τιάς προ­ο­δευ­τι­κής, δη­μο­κρα­τι­κής συμ­μα­χί­ας.

Του νέ­ου συ­να­σπι­σμού ε­ξου­σί­ας, για να θυ­μη­θού­με και τις ε­πε­ξερ­γα­σί­ες μας ε­δώ και τρί­α χρό­νια, α­πό το κα­λο­καί­ρι του 2011, ό­ταν πρω­το­μι­λή­σα­με για αυ­τό και βλέ­πα­με μπρο­στά, ό­πως α­πο­δεί­χτη­κε, πα­ρά το γε­γο­νός ό­τι τό­τε οι συ­σχε­τι­σμοί δυ­νά­με­ων ή­ταν αρ­νη­τι­κοί.

Συν­τρό­φισ­σες και σύν­τρο­φοι

Ε­πι­τρέψ­τε μου στο ση­μεί­ο εκ μέ­ρους της ΚΕ του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ να πω το ε­ξής, στα μέ­λη του κόμ­μα­τος, στους πο­λί­τες που μας ψή­φι­σαν αλ­λά κυ­ρί­ως σε αυ­τούς που δεν μας ψή­φι­σαν.

Κά­θε έ­νας και κά­θε μια α­πό ε­μάς, αλ­λά και ό­λοι μα­ζί, εί­μα­στε α­πο­φα­σι­σμέ­νοι.

Να πά­ρου­με μέ­τρα, να ξε­πε­ρά­σου­με α­δυ­να­μί­ες, να κι­νη­θού­με για να πε­τύ­χου­με.

Και κά­τι α­κό­μα πιο σο­βα­ρό:

Θα τα κα­τα­φέ­ρου­με να κά­νου­με πρά­ξη αυ­τά που θέ­λου­με κι αυ­τά που υ­πο­σχό­μα­στε.

Να βγά­λου­με την Ελ­λά­δα α­πό τη ση­με­ρι­νή πα­γί­δα θα­νά­του, τους ερ­γα­ζό­με­νους α­πό το κα­θε­στώς ζούγ­κλας, τις ζων­τα­νές δυ­νά­μεις της οι­κο­νο­μί­ας α­πό την α­δρά­νεια και την πα­ρακ­μή.

Για­τί ό­πως στο πρό­σφα­το πα­ρελ­θόν βρε­θή­κα­με μπρο­στά στις ι­στο­ρι­κές μας ευ­θύ­νες και σε α­μεί­λι­κτα ε­ρω­τή­μα­τα, α­παν­τή­σα­με.

Ξε­πε­ρά­σα­με τον ε­αυ­τό μας.

Α­νοι­χτή­κα­με χω­ρίς φό­βο αλ­λά με α­σί­γα­στο πά­θος στο λα­ό με την ε­νω­τι­κή ρε­α­λι­στι­κή μας πρό­τα­ση.

Και ο λα­ός αγ­κά­λια­σε την πρό­τα­σή μας.

Έ­τσι και τώ­ρα. Ξέ­ρου­με τι θα κά­νου­με.

Θα αν­τα­πο­κρι­θού­με στο κά­λε­σμα της ι­στο­ρί­ας. Βλέ­πον­τας την προ­σω­πι­κή μας πο­ρεί­α ως μέ­ρος της προ­σπά­θειας ε­νός ο­λό­κλη­ρου λα­ού να ξα­να­κερ­δί­σει την α­ξι­ο­πρέ­πεια και το μέλ­λον του.

Αλ­λά α­κό­μα πιο ει­λι­κρι­νά. Θα κοι­τά­ξου­με κα­τά­μα­τα τις α­δυ­να­μί­ες μας. Τώ­ρα που ζού­με μια ι­στο­ρι­κή δι­καί­ω­ση.

Για να βελ­τι­ω­θού­με, για να πλη­θύ­νου­με, για να ε­πι­κρα­τή­σου­με. Για να νι­κή­σει ο λα­ός.

Ξέ­ρου­με ε­πί­σης ό­λοι κα­λά τι δεν θα κά­νου­με.

Και ας μη γε­λι­ών­ται δι­ά­φο­ρα κέν­τρα.

Δεν θα υ­πο­χω­ρή­σου­με.

Δεν θα α­φή­σου­με τις ι­δέ­ες, την πο­λι­τι­κή, το πρό­γραμ­μα, τη στρα­τη­γι­κή της κοι­νω­νι­κής α­πε­λευ­θέ­ρω­σης.

Για­τί γνω­ρί­ζου­με ό­τι έ­τσι δε θα φτά­σου­με πο­τέ στη νί­κη.

Για­τί η στα­θε­ρό­τη­τά μας εί­ναι η εγ­γύ­η­ση για να προ­χω­ρή­σει η ελ­λη­νι­κή κοι­νω­νί­α σε δρό­μους κοι­νω­νι­κής δι­και­ο­σύ­νης και δη­μο­κρα­τί­ας.

Αυ­τό πρέ­πει να εί­ναι για ό­λους κα­θα­ρό.

Και για ό­σους α­νη­συ­χούν, αλ­λά και για ό­σους αν­τι­πά­λους ελ­πί­ζουν, θέ­λω να ε­πα­να­λά­βω μια κα­τη­γο­ρη­μα­τι­κή δή­λω­ση εκ μέ­ρους ό­λων μας:

Ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ δε θα γί­νει κεν­τρώ­ος στις θέ­σεις και α­ρι­στε­ρι­στής στις συμ­μα­χί­ες.

Θα εί­ναι α­ρι­στε­ρός στις θέ­σεις, α­ρι­στε­ρός και στις συμ­μα­χί­ες.

Ρι­ζο­σπα­στι­κός στις θέ­σεις η­γε­μο­νι­κός και πλει­ο­ψη­φι­κός στις συμ­μα­χί­ες.

Ας το πά­ρουν ό­λοι α­πό­φα­ση.

Συμ­βι­βα­σμούς που δι­α­τη­ρούν το ση­με­ρι­νό φθαρ­μέ­νο s­t­a­t­u­s­q­uo, συμ­βι­βα­σμούς που δι­αι­ω­νί­ζουν την τρα­γω­δί­α των πολ­λών εν ο­νό­μα­τι της ε­ξου­σί­ας και τους πλού­του των λί­γων, ας μην πε­ρι­μέ­νουν α­πό μας.

Συν­τρό­φισ­σες και σύν­τρο­φοι

Ζού­με μια α­πό κεί­νες τις στιγ­μές στις ο­ποί­ες πρέ­πει ό­λα να τα ζυ­γί­ζου­με, ας μου ε­πι­τρα­πεί η έκ­φρα­ση, με τη ζυ­γα­ριά της Ι­στο­ρί­ας.

Μπο­ρεί αυ­τό να η­χεί κά­πως με­γα­λό­στο­μο ή υ­περ­βο­λι­κό, αλ­λά εί­ναι α­λή­θεια.

Πο­τέ ως τώ­ρα οι α­πο­φά­σεις μας, η στά­ση μας, η τα­κτι­κή μας, δεν εί­χαν τό­σο με­γά­λη ση­μα­σί­α για τη ζω­ή ε­κα­τομ­μυ­ρί­ων αν­θρώ­πων.

Ό­πως γκρε­μί­σα­με το δι­κομ­μα­τι­σμό θα γκρε­μί­σου­με και τα μνη­μό­νια.

Γι’ αυ­τό εί­ναι κρί­σι­μη και η ση­με­ρι­νή μας συ­νε­δρί­α­ση.

Οι κα­θη­με­ρι­νές μας μά­χες τα τε­λευ­ταί­α χρό­νια με ε­πι­στέ­γα­σμα την ε­κλο­γι­κή α­να­μέ­τρη­ση και τα α­πο­τε­λέ­σμα­τά της, ε­πι­τρέ­πουν μια ου­σι­α­στι­κή δι­α­πί­στω­ση:

Συγ­κεν­τρώ­σα­με την κρί­σι­μη ε­κεί­νη μά­ζα δυ­νά­με­ων, λα­ϊ­κής στή­ρι­ξης και πο­λι­τι­κής εμ­πει­ρί­ας, που κα­θι­στά δυ­να­τό έ­να ποι­ο­τι­κό άλ­μα.

Έ­να α­ρι­στε­ρό άλ­μα.

Έ­να άλ­μα που θα αλ­λά­ξει το πο­λι­τι­κό σκη­νι­κό, θα α­να­τρέ­ψει τα κοι­νω­νι­κά δε­δο­μέ­να, και θα ο­δη­γή­σει το κόμ­μα μας σε νέ­ο ε­πί­πε­δο μα­ζι­κό­τη­τας, λει­τουρ­γί­ας και α­πο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τας.

Στο ε­πί­πε­δο της πο­λι­τι­κής ο σχε­δια­σμός των αν­τι­πά­λων μας εί­ναι πλέ­ον προ­φα­νής.

Θα χρη­σι­μο­ποι­ή­σουν ό­λα τα μέ­σα για να α­να­κό­ψουν την ε­περ­χό­με­νη νί­κη του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ.

Ξέ­ρουν, ό­μως και οι ί­διοι ό­τι αυ­τό εί­ναι α­δύ­να­το.

Για­τί η κοι­νω­νι­κή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, και η πο­λι­τι­κή μας πα­ρέμ­βα­ση δη­μι­ούρ­γη­σε μια ι­σχυ­ρό­τα­τη, ε­πί­μο­νη κοι­νω­νι­κή και πο­λι­τι­κή δυ­να­μι­κή.

Τι τους μέ­νει λοι­πόν;

Να ε­πι­χει­ρή­σουν με κά­θε μέ­σο να α­κυ­ρώ­σουν την προ­ο­πτι­κή μιας ι­σχυ­ρής κοι­νο­βου­λευ­τι­κής πλει­ο­ψη­φί­ας.

Να μας κα­τα­στή­σουν ο­μή­ρους. Να μας θέ­σουν υ­πό έ­λεγ­χο.

Αυ­τό δεν μπο­ρεί να γί­νει να το ε­πι­τρέ­ψου­με να συμ­βεί, συν­τρό­φισ­σες και σύν­τρο­φοι.

Και δεν πρό­κει­ται να συμ­βεί.

Η α­να­τρο­πή ό­λων ό­σα αυ­τοί ε­πι­βάλ­λουν και εκ­προ­σω­πούν εί­ναι το άλ­φα και το ω­μέ­γα της πο­λι­τι­κής μας.

Η στρα­τη­γι­κή του κ. Σα­μα­ρά έ­χει δύ­ο πτυ­χές. Δύ­ο αλ­λη­λο­συμ­πλη­ρού­με­νες πτυ­χές.

Πρώ­τον, ό­σο κι αν φαί­νε­ται α­στεί­ο, να πα­ρα­στή­σει τον αν­τι­μνη­μο­νια­κό που σκί­ζει τα μνη­μό­νια κά­θε μέ­ρα.

Και πως προ­σπα­θεί να πεί­σει το λα­ό για αυ­τό;

Λέ­γον­τας ό­τι μνη­μό­νιο δεν εί­ναι η κομ­μέ­νη σύν­τα­ξη, το κλει­στό νο­σο­κο­μεί­ο, οι ο­μα­δι­κές α­πο­λύ­σεις, η κα­τάρ­γη­ση των τρι­ε­τι­ών, το ξε­πού­λη­μα της ΔΕ­Η.

Ό­τι μνη­μό­νιο εί­ναι το νέ­ο δά­νει­ο για να κλεί­σουν οι τρύ­πες που το ί­διο το μνη­μό­νιο δη­μι­ουρ­γεί.

Έ­να δά­νει­ο που μπο­ρεί να μας α­ναγ­κά­σουν να πά­ρου­με, εν­δε­χο­μέ­νως, ό­μως, μπο­ρεί και να α­πο­φύ­γου­με.

Τα μέ­τρα ό­μως των μνη­μο­νί­ων που έ­χουν γί­νει κα­θε­στώς, δε θα τα α­πο­φύ­γου­με, πα­ρά μο­νά­χα αν τα κα­ταρ­γή­σου­με.

Και αυ­τό προ­ϋ­πο­θέ­τει κυ­βέρ­νη­ση ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ μα ρη­τή λαι­κή εν­το­λή.

Το δεύ­τε­ρο που κά­νει ά­γαρ­μπα και ά­τσα­λα το νέ­ο ε­πι­κοι­νω­νια­κό ε­πι­τε­λεί­ο της κυ­βέρ­νη­σης που θα δι­ευ­ρύ­νει α­π’ ό­τι φαί­νε­ται τα ό­ρια της χυ­δαι­ό­τη­τας των προ­κα­τό­χων του, εί­ναι να κα­λεί το ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ να συμ­με­τά­σχει λέ­ει στην ε­θνι­κή ο­μά­δα δι­α­πραγ­μά­τευ­σης για το χρέ­ος.

Υ­πο­γραμ­μί­ζου­με για άλ­λη μια φο­ρά, ό­τι η κου­βέν­τα πε­ρί κου­ρέ­μα­τος εί­ναι η α­πό­δει­ξη της κυ­βερ­νη­τι­κής α­πο­τυ­χί­ας.

Δι­ό­τι το χρέ­ος δεν έ­χει κα­τα­στεί βι­ώ­σι­μο δια του μνη­μο­νί­ου της κα­τα­στρο­φής.

Και α­πο­δει­κνύ­ε­ται ό­τι το πρό­βλη­μα που θέ­λει να λύ­σει το μνη­μό­νιο, δεν εί­ναι πα­ρά ο μο­χλός πί­ε­σης για να ε­πι­βάλ­λον­ται τα μνη­μό­νια.

Κα­θα­ρές κου­βέν­τες λοι­πόν.

Πρώ­τον.

Ο κ. Σα­μα­ράς, έ­χα­σε τις ε­κλο­γές.

Η κυ­βέρ­νη­σή του εί­ναι κυ­βέρ­νη­ση λα­ϊ­κής μει­ο­ψη­φί­ας των κομ­μά­των που έ­χα­σαν έν­τε­κα πο­σο­στια­ίες μο­νά­δες.

Εί­ναι η κυ­βέρ­νη­ση του δεύ­τε­ρου και του τέ­ταρ­του κόμ­μα­τος.

Δεν δι­και­ού­ται μια κυ­βέρ­νη­ση μει­ο­ψη­φί­ας να δι­α­πραγ­μα­τευ­τεί τη νέ­α συμ­φω­νί­α.

Εί­ναι κα­κό, ε­πι­ζή­μιο για τη χώ­ρα να δι­α­πραγ­μα­τευ­θεί μια α­δύ­να­μη κυ­βέρ­νη­ση.

Κα­λό σί­γου­ρα για τους δα­νει­στές, αλ­λά κα­κό κά­κι­στο για τη χώ­ρα.

Αυ­τό, άλ­λω­στε ή­ταν το ε­πι­χεί­ρη­μα που έ­λε­γαν υ­πουρ­γοί της κυ­βέρ­νη­σης προ­ε­κλο­γι­κά, για να δι­εκ­δι­κή­σουν ψή­φο.

Το ξέ­ρει ο κό­σμος. Το υ­πο­γραμ­μί­ζου­με και ε­μείς.

Δεύ­τε­ρον

Δι­α­πραγ­μα­τευ­τή­κα­τε με την κυ­βέρ­νη­ση Πα­πα­δή­μου το εγ­κλη­μα­τι­κό P­SI. Που κα­τέ­στρε­ψε α­σφα­λι­στι­κά τα­μεί­α, α­πο­θε­μα­τι­κά νο­σο­κο­μεί­ων κα πα­νε­πι­στη­μί­ων, μι­κρο­μο­λο­γι­ού­χους. Ά­ρα έ­χε­τε πο­λύ κα­κές περ­γα­μη­νές στη δι­α­πραγ­μά­τευ­ση για το χρέ­ος.

Τρί­τον,

Κ. Σα­μα­ρά.

Ο κος Σα­μα­ράς και ο κος Βε­νι­ζέ­λος έ­χουν υ­πο­γρά­ψει και έ­χουν δε­σμευ­τεί σε ό­λα τα προ­α­παι­τού­με­να.

Εί­τε υ­πάρ­χει εί­τε δεν υ­πάρ­χει δη­μο­σι­ο­νο­μι­κό κε­νό. Έ­χουν υ­πο­γρά­ψει.

Για αυ­τό και ού­τε θέ­λουν, ού­τε μπο­ρούν να προ­σφέ­ρουν κά­τι κα­λό για τη χώ­ρα.

Τι θα δι­α­πραγ­μα­τευ­τούν λοι­πόν;

Εγ­κα­τα­λεί­ψαν το δόγ­μα «f­o­r­g­et it G­i­a­n­n­is», ή μή­πως ο κ. Βε­νι­ζέ­λος έ­λε­γε ψέ­μα­τα ‘ό­ταν δι­α­τεί­νον­ταν ό­τι το χρέ­ος εί­ναι βι­ώ­σι­μο;

Δράτ­το­μαι λοι­πόν τις ευ­και­ρί­ας να τους δι­α­μη­νύ­σω :

Η μό­νη υ­πη­ρε­σί­α που μπο­ρεί­τε, κε Σα­μα­ρά και κε Βε­νι­ζέ­λο, να προ­σφέ­ρε­ται στο τό­πο, εί­ναι να α­φή­σε­τε τα λα­ό να α­πο­φα­σί­σει ποι­ος μπο­ρεί και ποι­ος πρέ­πει να δι­α­πραγ­μα­τευ­τεί.

Να στα­μα­τή­σε­τε να παί­ζε­τε με το θε­σμό της Προ­ε­δρεί­ας της Δη­μο­κρα­τί­ας.

Να στα­μα­τή­σε­τε να σχε­δι­ά­ζε­τε νέ­α Ι­ου­λια­νά και νέ­ες ε­κτρο­πές.

Και να ο­δη­γή­σε­τε τη χώ­ρα με συν­τε­ταγ­μέ­νο και ο­μα­λό τρό­πο σε ε­κλο­γές, πριν τη δι­α­πραγ­μά­τευ­ση, για να α­πο­φα­σί­σει ο λα­ός ποι­ος εί­ναι αυ­τός και με ποι­ο σχέ­διο, που θα φέ­ρει τα κα­λύ­τε­ρα α­πο­τε­λέ­σμα­τα για το τό­πο.

Κά­θε άλ­λη προ­σπά­θεια, θα εί­ναι προ­σπά­θεια χει­ρα­γώ­γη­σης της λα­ϊ­κής βού­λη­σης.

Προ­σπά­θεια συ­νει­δη­τή, δι­ευ­κό­λυν­σης των πι­στω­τών και ζη­μί­ω­σης της χώ­ρας.

Κα­θα­ρές κου­βέν­τες

Συν­τρό­φισ­σες και σύν­τρο­φοι,

Το ε­κλο­γι­κό α­πο­τέ­λε­σμα, κα­θι­στά φα­νε­ρό ό­τι χω­ρίς τον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ δεν υ­πάρ­χει αλ­λα­γή.

Και σε αυ­τό το κα­θα­ρό μή­νυ­μα ο­φεί­λουν ό­λοι ό­σοι ευ­αγ­γε­λί­ζον­ται την α­να­τρο­πή του μνη­μο­νί­ου, να το­πο­θε­τη­θούν.

Ήρ­θε ο και­ρός κι ε­μείς να α­να­ρω­τη­θού­με.

Χω­ρίς ε­μάς δε γί­νε­ται.

Με ε­μάς μό­νο, ό­μως, γί­νε­ται;

Μπο­ρού­με μό­νοι μας;

Μπο­ρού­με μό­νοι μας, να ξε­θε­με­λι­ώ­σου­με έ­να πα­νί­σχυ­ρο κα­θε­στώς, να στεί­λου­με στον α­γύ­ρι­στο τα μνη­μό­νια, και να αρ­χί­σου­με να οι­κο­δο­μού­με έ­να κα­θε­στώς δη­μο­κρα­τί­ας και κοι­νω­νι­κής δι­και­ο­σύ­νης;

Ας το θέ­σω αλ­λι­ώς, για να μην υ­πάρ­ξουν πα­ρε­ξη­γή­σεις: Αν εί­χα­με μια πο­λι­τι­κή ε­ναλ­λα­γής και δι­α­χεί­ρι­σης του πα­λιού, μια χα­ρά μπο­ρού­σα­με να τα κα­τα­φέ­ρου­με.

Πο­λύ κα­λύ­τε­ρα, μά­λι­στα α­πό αυ­τούς.

Αλ­λά για μια πο­λι­τι­κή ρι­ζο­σπα­στι­κών αλ­λα­γών, μια πο­λι­τι­κή α­να­τρο­πής, μια πο­λι­τι­κή που θέ­λει να φέ­ρει τους ερ­γα­ζό­με­νους στο προ­σκή­νιο, μια πραγ­μα­τι­κά α­ρι­στε­ρή πο­λι­τι­κή, εί­ναι α­ναγ­καί­α η στρά­τευ­ση και συ­στρά­τευ­ση ευ­ρύ­τα­των κοι­νω­νι­κών και πο­λι­τι­κών δυ­νά­με­ων.

Ό­σο πιο συ­νε­κτι­κά, α­πο­φα­σι­στι­κά, και α­νυ­πο­χώ­ρη­τα ρι­ζο­σπα­στι­κή εί­ναι η πο­λι­τι­κή μας, τό­σο πιο α­ναγ­καί­α εί­ναι η ευ­ρύ­τε­ρη δυ­να­τή κοι­νω­νι­κή και πο­λι­τι­κή συμ­πα­ρά­τα­ξη που θα ε­πι­τρέ­πει την ε­φαρ­μο­γή της σε συν­θή­κες σκλη­ρής πο­λι­τι­κής και κοι­νω­νι­κής τα­ξι­κής σύγ­κρου­σης.

Αυ­τή εί­ναι η πεί­ρα της Α­ρι­στε­ράς.

Αυ­τός εί­ναι και σή­με­ρα ο μό­νος δρό­μος.

Κι αυ­τή εί­ναι η ου­σί­α της πο­λι­τι­κής μας. Χω­ρίς τα­λαν­τεύ­σεις, δι­σταγ­μούς και φο­βί­ες.

Ό­πως θα έ­λε­γε και η κο­ρυ­φαί­α ε­πα­να­στα­τι­κή προ­σω­πι­κό­τη­τα του πε­ρα­σμέ­νου αι­ώ­να :

Χτες ί­σως να ή­ταν νω­ρίς. Αύ­ριο ό­μως σί­γου­ρα θα εί­ναι αρ­γά.

Τώ­ρα χρει­ά­ζε­ται α­πό ε­μάς έ­να με­γά­λο ποι­ο­τι­κό βή­μα.

Και το βή­μα αυ­τό εί­ναι η πρό­τα­ση για τη συγ­κρό­τη­ση ε­νός νέ­ου συ­να­σπι­σμού ε­ξου­σί­ας.

Με ξε­κά­θα­ρο προ­σα­να­το­λι­σμό, ρι­ζο­σπα­στι­κά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά, σα­φείς δε­σμεύ­σεις και ρε­α­λι­στι­κό ε­ναλ­λα­κτι­κό σχέ­διο.

Και α­κρι­βώς γι’ αυ­τό η συ­ζή­τη­ση για την α­ναγ­καί­α πο­λι­τι­κή συμ­μα­χι­ών, πρέ­πει να γί­νει ΣΗ­ΜΕ­ΡΑ με ξε­κά­θα­ρους πο­λι­τι­κούς ό­ρους και ό­λα τα χαρ­τιά α­νοι­χτά.

Να μην ε­πι­τρέ­ψου­με σε δι­και­ο­λο­γη­μέ­νες ή α­δι­και­ο­λό­γη­τες φο­βί­ες, σε ε­σω­κομ­μα­τι­κούς υ­πο­λο­γι­σμούς, σε ι­στο­ρι­κά άγ­χη και σε προ­κα­τα­σκευ­α­σμέ­να σχή­μα­τα ε­πα­να­στα­τι­κής κα­θα­ρό­τη­τας, να θο­λώ­σουν την ι­στο­ρι­κή προ­ο­πτι­κή.

Και δε θα το κά­νου­με.

Έ­χου­με αρ­χές, ι­στο­ρί­α δυ­να­μι­κή και πρό­γραμ­μα. Για αυ­τό και τολ­μή­σα­με στο πρό­σφα­το πα­ρελ­θόν.

Για αυ­τό και τολ­μά­με και τώ­ρα.

Α­πό α­κό­μα κα­λύ­τε­ρες θέ­σεις. Χω­ρίς πια το φό­βο της εν­σω­μά­τω­σης.

Με την ι­δε­ο­λο­γι­κή και θε­ω­ρη­τι­κή αυ­το­πε­ποί­θη­ση που έ­χει η πρώ­τη πο­λι­τι­κή δύ­να­μη στην Ελ­λά­δα.

Ί­σως αυ­τή η συ­ζή­τη­ση εί­χε νό­η­μα ό­ταν εί­χα­με 3%.

Για­τί τό­τε το βα­σι­κό μας πρό­βλη­μα ή­ταν ο κα­τα­κερ­μα­τι­σμός της πο­λι­τι­κής μας ταυ­τό­τη­τας, η συ­νύ­παρ­ξη ε­σω­κομ­μα­τι­κών ο­μά­δων με δι­α­φο­ρε­τι­κά πο­λι­τι­κά σχέ­δια, η α­που­σί­α συ­νε­κτι­κής πο­λι­τι­κής γραμ­μής.

Ό­ταν ή­μα­σταν μι­κροί ξε­πε­ρά­σα­με α­να­σφά­λει­ες και τολ­μή­σα­με.

Τώ­ρα δεν έ­χου­με δι­και­ο­λο­γί­α.

Εί­μα­στε υ­πο­χρε­ω­μέ­νοι να έ­χου­με ι­δε­ο­λο­γι­κή, η­θι­κή και πο­λι­τι­κή αυ­το­πε­ποί­θη­ση.

Ας μου ε­πι­τρα­πεί η έκ­φρα­ση: Εί­μα­στε κα­τα­δι­κα­σμέ­νοι να δι­εκ­δι­κού­με την η­γε­μο­νί­α.

Εί­μα­στε κα­τα­δι­κα­σμέ­νοι να γί­νου­με πλει­ο­ψη­φι­κοί.

Αλ­λι­ώς υ­πάρ­χει κίν­δυ­νος να σπα­τα­λά­με τις δυ­νά­μεις μας σε έ­να ά­χα­ρο πό­λε­μο αμ­φι­βο­λι­ών.

Σε κυ­νή­γι μα­γισ­σών, σε δί­κες προ­θέ­σε­ων, σε δι­ά­φο­ρα σε­νά­ρια πο­λι­τι­κής φαν­τα­σί­ας, που κά­νουν ευ­τυ­χι­σμέ­νους τους αν­τι­πά­λους μας, εμ­πο­δί­ζουν τις τα­κτι­κές μας κι­νή­σεις, και μας κρα­τούν δε­μέ­νους σε μια α­κι­νη­σί­α δή­θεν ε­πα­να­στα­τι­κή.

Τη στιγ­μή που η αν­τί­δρα­ση κι­νεί­ται στο πα­ρα­σκή­νιο και στο προ­σκή­νιο, ε­ξα­γο­ρά­ζει, εκ­βιά­ζει, τρο­μο­κρα­τεί, στρα­το­λο­γεί.

Δεν θα γί­νου­με βέ­βαι­α σαν κι αυ­τούς. Και να θέ­λα­με δεν θα μπο­ρού­σα­με.

Αλ­λά και δεν θα φθεί­ρου­με τον ε­αυ­τό μας, τη συν­τρο­φι­κή μας σχέ­ση, και την προ­ο­πτι­κή μας, με α­νού­σι­ες αν­τι­πα­ρα­θέ­σεις γύ­ρω α­πό τον κά­θε πι­θα­νό σύμ­μα­χο που δεν εί­ναι “δι­κός μας”.

Λέ­ω, με δυ­ο λό­για, συν­τρό­φισ­σες και σύν­τρο­φοι πως ήρ­θε η ώ­ρα να τε­λει­ώ­νου­με με ό­λα αυ­τά.

Μια και κα­λή.

Να βα­θύ­νου­με τα ρι­ζο­σπα­στι­κά μας χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά.

Να βα­θύ­νου­με τις προ­γραμ­μα­τι­κές μας θέ­σεις.

Να βα­θύ­νου­με τη σχέ­ση μας με τα κι­νή­μα­τα και την κοι­νω­νί­α.

Και κα­λά ρι­ζω­μέ­νοι σε ό­λα αυ­τά να α­νοι­χτού­με στο δρό­μο της συμ­πα­ρά­τα­ξης με ό­λους ό­σοι μπο­ρούν και θέ­λουν να συμ­βά­λουν για τους δι­κούς τους λό­γους, με τους δι­κούς τους υ­πο­λο­γι­σμούς, στη δύ­σκο­λη προ­σπά­θεια για την α­να­τρο­πή του κα­θε­στώ­τος των μνη­μο­νί­ων.

Για να κά­νει η κοι­νω­νί­α και η δη­μο­κρα­τί­α έ­στω και έ­να βή­μα μπρος.

Η πρό­τα­ση μιας δη­μο­κρα­τι­κής, πα­τρι­ω­τι­κής, προ­ο­δευ­τι­κής, ρι­ζο­σπα­στι­κής συμ­μα­χί­ας για την α­να­τρο­πή της ση­με­ρι­νής τά­ξης πραγ­μά­των, α­πευ­θύ­νε­ται πρώ­τα α­πό ό­λα στην ί­δια την κοι­νω­νί­α.

Η πρό­τα­ση για το νέ­ο συ­να­σπι­σμό ε­ξου­σί­ας α­φο­ρά το λα­ό.

Σον κό­σμο της ερ­γα­σί­ας, στους ά­νερ­γους, στη νε­ο­λαί­α, στη με­γά­λη κοι­νω­νι­κή πλει­ο­ψη­φί­α που συν­θλί­βε­ται σή­με­ρα α­πό την πο­λι­τι­κή της κρί­σης.

Εί­ναι κα­τά­κτη­ση του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Τη δι­α­τυ­πώ­σα­με πριν τρί­α χρό­νια. Με μι­κρά με­γέ­θη αλ­λά με με­γά­λη πί­στη στη δυ­να­τό­τη­τα α­να­τρο­πής του πά­λαι πο­τέ δι­κομ­μα­τι­σμού.

Α­πευ­θύ­νε­ται και σε πο­λι­τι­κές δυ­νά­μεις.

Χω­ρίς μι­σό­λο­γα και πα­ρά­λο­γα προ­α­παι­τού­με­να.

Με ει­λι­κρί­νεια και πο­λι­τι­κή α­πο­φα­σι­στι­κό­τη­τα α­πό την πλευ­ρά μας.

Α­πευ­θυ­νό­μα­στε στο ΚΚΕ.

Γνω­ρί­ζου­με τις δι­α­φο­ρές μας. Δεν ζη­τά­με α­πό κα­νέ­ναν να α­παρ­νη­θεί τις θέ­σεις και τις αρ­χές του.

Πι­στεύ­ου­με ό­μως ό­τι οι συν­θή­κες ε­πι­βάλ­λουν να α­φή­σου­με ο­ρι­στι­κά πί­σω μας την νο­ο­τρο­πί­α που συν­τη­ρεί και α­να­πα­ρά­γει εμ­φύ­λι­ες αν­τι­πα­ρα­θέ­σεις.

Κα­λού­με το ΚΚΕ με τις δι­κές του αρ­χές και τις δι­κές του θέ­σεις να συμ­βάλ­λει στην συν­δι­α­μόρ­φω­ση ε­νός προ­γράμ­μα­τος α­ρι­στε­ρής δι­ε­ξό­δου.

Α­πευ­θυ­νό­μα­στε στην ΑΝ­ΤΑΡ­ΣΥ­Α. Αυ­τά που μας συν­δέ­ουν στα κι­νή­μα­τα, στην υ­πε­ρά­σπι­ση του κό­σμου της ερ­γα­σί­ας, στην α­νάγ­κη να στα­μα­τή­σου­με την κοι­νω­νι­κή κα­τε­δά­φι­ση, εί­ναι πε­ρισ­σό­τε­ρα α­πό αυ­τά που μας χω­ρί­ζουν.

Α­πευ­θυ­νό­μα­στε στους Οι­κο­λό­γους Πρά­σι­νους. Αυ­τά μας συν­δέ­ουν τό­σο στα πε­ρι­βαλ­λον­τι­κά, ό­σο και στα κοι­νω­νι­κά θέ­μα­τα, εί­ναι πο­λύ πε­ρισ­σό­τε­ρα α­πό αυ­τά που μας χω­ρί­ζουν. Ο δρό­μος της ε­νό­τη­τας δεν α­θροί­ζει δυ­νά­μεις, τις πολ­λα­πλα­σιά­ζει.

Α­πευ­θυ­νό­μα­στε στις δυ­νά­μεις και τις προ­σω­πι­κό­τη­τες που α­νοι­χτή καρ­διά στή­ρι­ξαν την ευ­ρω­πα­ϊ­κή καμ­πά­νια της α­ρι­στε­ράς και ε­νί­σχυ­σαν την υ­πο­ψη­φι­ό­τη­τά της ευ­ρω­πα­ϊ­κής α­ρι­στε­ράς για τη προ­ε­δρεί­α της Κο­μι­σιόν.

Α­πευ­θυ­νό­μα­στε σε ό­λες τις δυ­νά­μεις που α­πεγ­κλω­βί­ζον­ται α­πό τον μνη­μο­νια­κό χώ­ρο, και στρέ­φον­ται προς την α­ρι­στε­ρά. Τους α­νε­ξάρ­τη­τους βου­λευ­τές, τα ρεύ­μα­τα και τις ο­μά­δες που αμ­φι­σβη­τούν πλέ­ον α­νοι­χτά την πο­λι­τι­κή του Μνη­μο­νί­ου.

Δεν ζη­τά­με πι­στο­ποι­η­τι­κό ι­δε­ο­λο­γι­κής και πο­λι­τι­κής κα­θα­ρό­τη­τας α­πό κα­νέ­ναν.

Δεν κρα­τά­με πο­λι­τι­κό μη­τρώ­ο για το πα­ρελ­θόν. Δεν θα τους α­φή­σου­με ό­μως, και δεν πρέ­πει να τους α­φή­σου­με, βο­ρά στους εκ­βια­σμούς των μνη­μο­νια­κών μη­χα­νι­σμών.

Ζη­τά­με και ε­πι­δι­ώ­κου­με μα­ζί τους ξε­κά­θα­ρη συ­νεν­νό­η­ση, στην βά­ση των θέ­σε­ων και της πο­λι­τι­κής α­ξι­ο­πι­στί­ας.

Πα­ρα­κο­λου­θού­με, τέ­λος, τις ε­ξε­λί­ξεις και τον προ­βλη­μα­τι­σμό που α­να­πτύσ­σε­ται α­πό ση­μαν­τι­κό μέ­ρος πα­λι­ών μας συν­τρό­φων, με­τά την ε­κλο­γι­κή α­πο­τυ­χί­α της ΔΗ­ΜΑΡ.

Δεν εί­μα­στε χαι­ρέ­κα­κοι. Εί­χα­με, ό­μως, προ­ει­δο­ποι­ή­σει για τη λά­θος πο­ρεί­α.

Ε­πι­δι­ώ­κου­με έ­ναν α­νοι­χτό, ει­λι­κρι­νή και έν­τι­μο πο­λι­τι­κό δι­ά­λο­γο σε­βό­με­νοι ό­μως α­πό­λυ­τα το δι­καί­ω­μά τους να α­πο­φα­σί­σουν συλ­λο­γι­κά αν α­παγ­κι­στρώ­νον­ται ο­ρι­στι­κά α­πό τη μνη­μο­νια­κή αυ­λή του κου Σα­μα­ρά και εν­τάσ­σουν τον ε­αυ­τό τους σε έ­να ευ­ρύ αν­τι­μνη­μο­νια­κό μέ­τω­πο ή ό­χι.

Η πλα­τιά ε­νό­τη­τα των α­ρι­στε­ρών και προ­ο­δευ­τι­κών δυ­νά­με­ων μπο­ρεί σή­με­ρα να δι­α­μορ­φώ­σουν έ­να με­γά­λο πλει­ο­ψη­φι­κό ρεύ­μα α­να­τρο­πής των Μνη­μο­νί­ων.

Να δι­α­μορ­φώ­σει τις προ­ϋ­πο­θέ­σεις για μια πλα­τιά και α­ναγ­καί­α λα­ϊ­κή ε­νό­τη­τα, ι­κα­νή να φέ­ρει την α­ναγ­καί­α αυ­το­δυ­να­μί­α και έ­να νέ­ο συ­να­σπι­σμό ε­ξου­σί­ας.

Για­τί για να χτί­σου­με τη νέ­α Ελ­λά­δα χρει­ά­ζε­ται μια με­γά­λη συμ­πα­ρά­τα­ξη δυ­νά­με­ων.

Αυ­τή εί­ναι η πο­λι­τι­κή μας πρό­τα­ση.

Δεν εί­ναι και­νού­ρια.

Τη δι­α­τυ­πώ­σα­με για πρώ­τη φο­ρά το κα­λο­καί­ρι του 2011.

Ό­ταν ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ ή­ταν α­κό­μα μι­κρός και οι αν­τι­μνη­μο­νια­κές δυ­νά­μεις κα­τα­κερ­μα­τι­σμέ­νες.

Ο α­γω­νι­ζό­με­νος λα­ός στις πλα­τεί­ες, έ­στελ­νε μή­νυ­μα ό­τι τα πράγ­μα­τα πρέ­πει και μπο­ρούν να αλ­λά­ξουν.

Και σε αυ­τή τη λα­ϊ­κή προσ­δο­κί­α αν­τα­πο­κρι­θή­κα­με κα­τα­θέ­τον­τας τό­τε την πρό­τα­σή μας.

Τό­τε δεν την αγ­κά­λια­σαν η­γε­σί­ες.

Την αγ­κά­λια­σε ο κό­σμος.

Α­ρι­στε­ροί και οι α­ρι­στε­ρές, προ­ο­δευ­τι­κοί , ρι­ζο­σπά­στες, οι­κο­λό­γοι, σο­σι­α­λι­στές, α­κό­μα και πο­λί­τες που αυ­το­χα­ρα­κτη­ρί­ζον­ται κεν­τρώ­οι ή α­κό­μα και συν­τη­ρη­τι­κοί συ­ναν­τή­θη­καν κρα­τών­τας σφι­χτά στο χέ­ρι το ψη­φο­δέλ­τιο του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ.

Πί­στε­ψαν ό­τι η α­ρι­στε­ρά έ­χει δί­κιο. Για τη φύ­ση και το σκο­πό των μνη­μο­νί­ων. Για την πο­ρεί­α της Ευ­ρώ­πης.

Κα­τά­λα­βαν ό­τι οι α­γο­ρές δεν εί­ναι κα­τάλ­λη­λες για ό­λες τις δου­λει­ές.

Κα­τά­λα­βαν ό­τι η κα­πι­τα­λι­στι­κή βαρ­βα­ρό­τη­τα των μνη­μο­νί­ων δεν μπο­ρεί να πε­ρι­λαμ­βά­νει τις προσ­δο­κί­ες τους για δου­λειά, προ­κο­πή και κοι­νω­νι­κή α­σφά­λεια.

Αυ­τή εί­ναι η με­γά­λη αλ­λα­γή που έ­χει συν­τε­λε­στεί στην ελ­λη­νι­κή κοι­νω­νί­α.

Για αυ­τή την αλ­λα­γή α­γω­νι­ζό­μα­σταν χρό­νια.

Αυ­τή την αλ­λα­γή θα την ο­λο­κλη­ρώ­σου­με μα­ζί με το λα­ό.

Δεν έ­χου­με την πο­λυ­τέ­λεια να εί­μα­στε κα­χύ­πο­πτοι α­πέ­ναν­τι στη δι­α­φο­ρε­τι­κό­τη­τα.

Δεν έ­χου­με την πο­λυ­τέ­λεια για σύν­δρο­μα α­νω­τε­ρό­τη­τας και η­γε­μο­νι­κές αγ­κυ­λώ­σεις.

Δεν φο­βό­μα­στε, για­τί εί­μα­στε σί­γου­ροι για τον ε­αυ­τό μας και τις ι­δέ­ες μας.

Να μι­λή­σου­με, να δι­α­φω­νή­σου­με, και να συμ­πο­ρευ­τού­με, α­να­ζη­τών­τας με υ­πο­μο­νή κοι­νό πο­λι­τι­κό τό­πο.

Η βά­ση αυ­τής της συ­νεν­νό­η­σης πρέ­πει να εί­ναι έ­να κοι­νό πρό­γραμ­μα α­ρι­στε­ρής δι­ε­ξό­δου.

Έ­να πρό­γραμ­μα που θα συ­σπει­ρώ­σει την με­γά­λη κοι­νω­νι­κή πλει­ο­ψη­φί­α γύ­ρω α­πό συγ­κε­κρι­μέ­νους στό­χους, ό­πως:

Η ά­με­ση α­πεμ­πλο­κή α­πό το Μνη­μό­νιο και την πο­λι­τι­κή που α­να­πα­ρά­γει την ύ­φε­ση και την κοι­νω­νι­κή δυ­στυ­χί­α.

Το ξή­λω­μα των νό­μων που κά­νουν το μνη­μό­νιο κα­θε­στώς.

Η ε­πι­θε­τι­κή α­να­δι­α­πραγ­μά­τευ­ση του χρέ­ους, με στό­χο την δι­α­γρα­φή ε­νός με­γά­λου μέ­ρους του.

Η ε­πα­να­φο­ρά ε­νός θε­σμι­κού πλαι­σί­ου που θα κα­το­χυ­ρώ­νει τα ερ­γα­σια­κά δι­και­ώ­μα­τα.

Η α­να­συγ­κρό­τη­ση του κοι­νω­νι­κού κρά­τους.

Η στή­ρι­ξη της παι­δεί­ας και της υ­γεί­ας και η α­πο­τρο­πή της δι­ά­λυ­σης του α­σφα­λι­στι­κού συ­στή­μα­τος.

Ο δη­μό­σιος έ­λεγ­χος στο τρα­πε­ζι­κό σύ­στη­μα. Έ­τσι ώ­στε οι τρά­πε­ζες να συμ­βάλ­λουν στην στή­ρι­ξη των κοι­νω­νι­κών α­ναγ­κών και την α­νά­πτυ­ξη, και ό­χι η κοι­νω­νί­α στην στή­ρι­ξη των τρα­πε­ζι­τών.

Η α­να­δι­α­νο­μή του ει­σο­δή­μα­τος. Με δί­και­η φο­ρο­λό­γη­ση του πλού­του, και στή­ρι­ξη των α­σθε­νέ­στε­ρων και ό­σων έ­χουν πραγ­μα­τι­κά α­νάγ­κη.

Η ε­νί­σχυ­ση της δη­μο­κρα­τί­ας σε ό­λα τα ε­πί­πε­δα.

Η κα­θι­έ­ρω­ση της α­πλής α­να­λο­γι­κής.

Και τέ­λος η πα­ρα­γω­γι­κή α­να­συγ­κρό­τη­ση της χώ­ρας. Με στό­χο την ε­ξυ­πη­ρέ­τη­ση των κοι­νω­νι­κών α­ναγ­κών και ό­χι τις κερ­δο­σκο­πι­κές ε­πι­δι­ώ­ξεις της οι­κο­νο­μι­κής ο­λι­γαρ­χί­ας.

Συν­τρό­φισ­σες και σύν­τρο­φοι.

Πρώ­τος και ά­με­σος στό­χος μιας τέ­τοι­ας πο­λι­τι­κής και κοι­νω­νι­κής συμ­μα­χί­ας, πρέ­πει να εί­ναι η πτώ­ση της κυ­βέρ­νη­σης Σα­μα­ρά και ό­χι η ε­πι­βί­ω­σή της μέ­σα α­πό ε­κλο­γή προ­έ­δρου της δη­μο­κρα­τί­ας.

Εί­ναι μια α­πο­φα­σι­στι­κή καμ­πή, που θα α­νοί­ξει τον δρό­μο για προ­σφυ­γή στην λα­ϊ­κή ε­τυ­μη­γο­ρί­α.

Θα εί­ναι το πρώ­το βή­μα για τη με­γά­λη δη­μο­κρα­τι­κή α­να­τρο­πή της πο­λι­τι­κής των Μνη­μο­νί­ων.

Συν­τρό­φισ­σες και Σύν­τρο­φοι

Ό­πως εί­πα στην αρ­χή, τώ­ρα εί­ναι η ώ­ρα της πε­ρι­συλ­λο­γής πριν τη με­γά­λη μά­χη.

Το χει­ρό­τε­ρο που θα εί­χα­με να κά­νου­με θα ή­ταν να ε­πα­να­παυ­θού­με στις δάφ­νες της ε­κλο­γι­κής μας ε­πι­τυ­χί­ας.

Τώ­ρα εί­ναι η ώ­ρα να δού­με τις α­δυ­να­μί­ες, να δι­ορ­θώ­σου­με τα λά­θη.

Πρέ­πει, λοι­πόν, σή­με­ρα και αύ­ριο, με γεν­ναι­ό­τη­τα να μι­λή­σου­με για το κόμ­μα μας. Για α­δυ­να­μί­ες, α­τέ­λει­ες, α­στο­χί­ες.

Η εμ­πει­ρί­α ε­νός χρό­νου α­πό την συγ­κρό­τη­ση του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ σε κόμ­μα, αλ­λά και η εμ­πει­ρί­α α­πό τις ε­κλο­γι­κές μά­χες που δώ­σα­με, πέ­ρα α­πό τις με­γά­λες δυ­να­τό­τη­τες, α­νέ­δει­ξε και τα σο­βα­ρά ορ­γα­νω­τι­κά προ­βλή­μα­τα που αν­τι­με­τω­πί­ζου­με.

Ας εί­μα­στε ει­λι­κρι­νείς: Τα α­πο­κα­λού­με ορ­γα­νω­τι­κά προ­βλή­μα­τα, αλ­λά ο κα­θέ­νας κα­τα­λα­βαί­νει ό­τι συγ­κρο­τούν έ­να με­γά­λο και κρί­σι­μο ΠΟ­ΛΙ­ΤΙ­ΚΟ ΠΡΟ­ΒΛΗ­ΜΑ.

Ό­ταν η ορ­γα­νω­τι­κή μας υ­πό­στα­ση υ­πο­λεί­πε­ται κα­τά πο­λύ της πο­λι­τι­κής μας ε­πιρ­ρο­ής και η α­πο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τα των κομ­μα­τι­κών μας δυ­νά­με­ων υ­πο­λεί­πε­ται κα­τά πο­λύ των δυ­να­το­τή­των τους, τό­τε ναι, έ­χου­με έ­να πρό­βλη­μα που πρέ­πει να λύ­σου­με.

Ό­πως πρό­βλη­μα έ­χου­με ό­ταν υ­πο­τάσ­σου­με το μεί­ζον κομ­μα­τι­κό στο έ­λασ­σον ε­σω­κομ­μα­τι­κό.

Ό­ταν εμ­φα­νι­ζό­μα­στε δη­μό­σια με πολ­λά πρό­σω­πα και συ­χνά αν­τι­κρου­ό­με­νες θέ­σεις.

Ό­ταν δί­νου­με την εν­τύ­πω­ση ό­τι δεν υ­πάρ­χει ε­νια­ία κομ­μα­τι­κή λει­τουρ­γί­α, ό­πως συ­να­πο­φα­σί­σα­με στο συ­νέ­δριο.

Ό­ταν α­φή­νου­με έ­δα­φος σε προ­σω­πι­κές στρα­τη­γι­κές και πα­ρα­γον­τι­σμούς.

Αυ­τή εί­ναι η α­λή­θεια που πα­ρα­μέ­νει α­λή­θεια, ό­σο κι αν δεν α­ρέ­σει σε κα­νέ­ναν.

Και κα­νείς δεν εί­ναι ά­μοι­ρος ευ­θυ­νών -με πρώ­το αν θέ­λε­τε ε­μέ­να, ως πρό­ε­δρο του κόμ­μα­τος.

Δεν πρέ­πει σε κα­μιά πε­ρί­πτω­ση να κρύ­ψου­με αυ­τό το πρό­βλη­μα κά­τω α­πό το χα­λί.

Πρέ­πει να το ε­πι­ση­μά­νου­με στις πραγ­μα­τι­κές του δι­α­στά­σεις, χω­ρίς γκρί­νι­ες και αλ­λη­λο­κα­τη­γο­ρί­ες που αν­τί για λύ­σεις ο­δη­γούν στην α­να­πα­ρα­γω­γή του.

Πρέ­πει να το δού­με, να το συ­ζη­τή­σου­με, να το αν­τι­με­τω­πί­σου­με, να το λύ­σου­με.

Ό­χι μό­νο για το κα­λό του κόμ­μα­τος, αλ­λά για­τί οι κοι­νω­νι­κές δυ­νά­μεις που εκ­φρά­ζου­με και θέ­λου­με να εκ­φρά­ζου­με πε­ρι­μέ­νουν α­πό μας να τε­λει­ώ­νου­με με τις παι­δι­κές μας α­σθέ­νει­ες.

Και ό­χι αν θέ­λε­τε εις βά­ρος της ε­σω­κομ­μα­τι­κής δη­μο­κρα­τί­ας, αλ­λά προς ό­φε­λός της.

Για­τί η ε­σω­κομ­μα­τι­κή δη­μο­κρα­τί­α εί­ναι το πρώ­το θύ­μα των πολ­λα­πλών εκ­φω­νή­σε­ων, των πα­ράλ­λη­λων κέν­τρων συ­νεν­νό­η­σης που υ­πο­βαθ­μί­ζουν την ε­νια­ία συλ­λο­γι­κή λει­τουρ­γί­α του κόμ­μα­τος ή των προ­σω­πι­κών στρα­τη­γι­κών.

Των προ­βλη­μά­των που γεν­νά η λει­ψή α­παι­τη­τι­κό­τη­τα α­πό τα μέ­λη και κυ­ρί­ως τα στε­λέ­χη του κόμ­μα­τος.

Πρέ­πει να πα­ρα­δε­χθού­με, ε­πί­σης, ό­τι δεν έ­χου­με α­ξι­ο­ποι­ή­σει το σύ­νο­λο των ορ­γα­νω­τι­κών μας δυ­να­το­τή­των.

Το κόμ­μα δι­α­θέ­τει έ­να ε­ξαι­ρε­τι­κό αν­θρώ­πι­νο δυ­να­μι­κό, πο­λι­τι­κο­ποι­η­μέ­νο, με κοι­νω­νι­κά αν­τα­να­κλα­στι­κά και ι­κα­νό να πα­ρά­γει πο­λι­τι­κά α­πο­τε­λέ­σμα­τα.

Ό­μως η λει­τουρ­γί­α των ορ­γα­νώ­σε­ων υ­πο­λεί­πε­ται και α­πό τις δυ­να­τό­τη­τες και α­πό την ε­πιρ­ρο­ή του κόμ­μα­τος.

Πα­ρά το γε­γο­νός ό­τι έ­χουν σχε­τι­κά μα­ζι­κο­ποι­η­θεί, το ε­πί­πε­δο της πο­λι­τι­κής τους α­πο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τας δεν αν­τι­στοι­χεί στις τε­ρά­στι­ες ση­με­ρι­νές α­παι­τή­σεις, και εί­ναι ε­ξαι­ρε­τι­κά ευ­ά­λω­τες στον κίν­δυ­νο της πα­ρα­λυ­τι­κής ε­σω­στρέ­φειας.

Ε­νώ φαι­νό­με­να πα­ρα­γον­τι­σμού άν­θι­σαν τον τε­λευ­ταί­ο και­ρό για ευ­νό­η­τους λό­γους και πρέ­πει να βρού­με ό­λοι μα­ζί τρό­πους για να τα κό­ψου­με α­πό τη ρί­ζα τους πριν μας κό­ψουν αυ­τά α­πό τις δι­κές μας ρί­ζες.

Υ­πάρ­χει ε­πί­σης πο­λύ με­γά­λη α­νάγ­κη να βελ­τι­ω­θεί η πο­λι­τι­κή και ορ­γα­νω­τι­κή α­πο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τα στα εν­δι­ά­με­σα όρ­γα­να.

Δεν γί­νε­ται να συμ­βι­βα­στού­με με την α­δρά­νεια.

Πρέ­πει να α­να­συγ­κρο­τή­σου­με τον κομ­μα­τι­κό ι­στό, με κρι­τή­ριο ό­χι τις ε­σω­τε­ρι­κές ι­σορ­ρο­πί­ες και τις ε­σω­κομ­μα­τι­κές α­να­με­τρή­σεις, αλ­λά τη σύν­δε­ση με την κοι­νω­νί­α και την πο­λι­τι­κή α­πο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τα.

Με κρι­τή­ριο αν θέ­λε­τε την πο­λι­τι­κή α­πο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τα, τη δου­λειά κά­θε ορ­γά­νω­σης και κά­θε στε­λέ­χους και μέ­λους.

Με κρι­τή­ριο, τέ­λος, τη σχέ­ση του κα­θε­νός μας με την α­νι­δι­ο­τέ­λεια που α­πο­τε­λεί το άλ­φα και το ω­μέ­γα της α­ρι­στε­ρής στρά­τευ­σης και του α­ρι­στε­ρού ή­θους.

Ει­δι­κά στην ε­παρ­χί­α υ­πάρ­χουν τε­ρά­στι­ες ορ­γα­νω­τι­κές δυ­να­τό­τη­τες που δεν τις α­ξι­ο­ποι­ού­με.

Σή­με­ρα υ­πάρ­χει η δυ­να­τό­τη­τα να στή­σου­με ορ­γά­νω­ση του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ σε κά­θε χω­ριό.

Αρ­κεί να της δώ­σου­με πε­ρι­ε­χό­με­νο λει­τουρ­γί­ας και στό­χους.

Ο­φεί­λου­με ε­πί­σης να α­να­βαθ­μί­σου­με τα πε­ρι­φε­ρεια­κά όρ­γα­να. Να τους δώ­σου­με πο­λι­τι­κό χα­ρα­κτή­ρα, και ρό­λο.

Να συγ­κρο­τη­θούν ε­κλεγ­μέ­να πε­ρι­φε­ρεια­κά συμ­βού­λια, που θα δρουν στο πλά­ι των πε­ρι­φε­ρεια­κών μας πα­ρα­τά­ξε­ων.

Να συν­τα­χθούν αν­τί­στοι­χα πε­ρι­φε­ρεια­κά προ­γράμ­μα­τα.

Ο κομ­μα­τι­κός ι­στός να συν­δε­θεί με τις το­πι­κές κοι­νω­νί­ες.

Μό­νο έ­τσι θα μπο­ρέ­σου­με να έρ­θου­με σε πραγ­μα­τι­κή ε­πα­φή με τα στρώ­μα­τα που μας εν­δι­α­φέ­ρουν: τους α­γρό­τες, την νε­ο­λαί­α, τους ε­πι­σφα­λώς ερ­γα­ζό­με­νους, τους ά­νερ­γους.

Και για να ο­λο­κλη­ρω­θεί έ­να τέ­τοι­ο σχέ­διο πρέ­πει να οι­κο­δο­μή­σου­με έ­να ι­σχυ­ρό κα α­πο­τε­λε­σμα­τι­κό ορ­γα­νω­τι­κό γρα­φεί­ο. Να δώ­σου­με το βά­ρος στην ορ­γα­νω­τι­κή α­να­συγ­κρό­τη­ση του Κόμ­μα­τος.

Συν­τρό­φισ­σες και σύν­τρο­φοι,

Στα προ­βλή­μα­τα του κόμ­μα­τος κυ­ρί­αρ­χος εί­ναι ο τρό­πος λει­τουρ­γί­ας της ΚΠΕ και της Πο­λι­τι­κής Γραμ­μα­τεί­ας. Α­πό μας ξε­κι­νούν και σε μας κα­τα­λή­γουν ό­λα.

Πά­ει πί­σω η λει­τουρ­γί­α του κόμ­μα­τος ό­ταν δεν ε­ξαν­τλού­με ό­λα τα πε­ρι­θώ­ρια σύν­θε­σης στην ΠΓ.

Ό­ταν κα­τα­θέ­του­με τρο­πο­λο­γί­ες τη τε­λευ­ταί­α στιγ­μή, α­πο­δει­κνύ­ον­τας ό­τι δε μας εν­δι­α­φέ­ρει η σύν­θε­ση αλ­λά η α­να­πα­ρα­γω­γή της αν­τί­θε­σης.

Εί­ναι θε­τι­κό που σή­με­ρα υ­πάρ­χει ει­σή­γη­ση προς την ΚΕ εγ­κε­κρι­μέ­νη α­πό τη ΠΓ.

Εί­ναι α­πα­ραί­τη­το να υ­πάρ­χει πάν­τα.

Και δεν α­να­φέ­ρο­μαι ε­δώ μό­νο στις τά­σεις που η νό­μι­μη λει­τουρ­γί­α τους μέ­σα στο κόμ­μα εί­ναι θε­με­λια­κή πο­λι­τι­κή μας αρ­χή, δεν μπο­ρεί ό­μως και δεν πρέ­πει να λει­τουρ­γεί σε βά­ρος της πο­λι­τι­κής μας α­πο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τας.

Α­να­φέ­ρο­μαι σε προ­βλή­μα­τα δι­α­θε­σι­μό­τη­τας.

Σε προ­βλή­μα­τα σο­βα­ρό­τη­τας και πο­λι­τι­κής υ­πευ­θυ­νό­τη­τας στην υ­πε­ρά­σπι­ση δη­μο­κρα­τι­κά ει­λημ­μέ­νων α­πο­φά­σε­ων.

Σε προ­βλή­μα­τα α­νά­δει­ξης στε­λε­χών με κρι­τή­ρια κομ­μα­τι­κά και πο­λι­τι­κά και ό­χι ε­σω­κομ­μα­τι­κά και πα­ρα­πο­λι­τι­κά.

Σε προ­βλή­μα­τα εκ­φώ­νη­σης και ε­πι­κοι­νω­νί­ας βα­σι­κών μας θέ­σε­ων προς τα έ­ξω, προς την κοι­νω­νί­α.

Υ­πάρ­χουν ό­λα αυ­τά συν­τρό­φισ­σες και σύν­τρο­φοι;

Τρο­φο­δο­τούν κα­θη­με­ρι­νά σχε­δόν μια ει­κό­να αρ­νη­τι­κή και κερ­μα­τι­σμέ­νη για το κόμ­μα μας;

Εί­ναι α­λή­θεια ό­τι έ­να α­πό τα βα­σι­κά ζη­τή­μα­τα που μας βά­ζουν οι α­πλοί άν­θρω­ποι, ε­κεί­νοι που προσ­δο­κούν α­πό μας, εί­ναι α­κρι­βώς αυ­τή η ει­κό­να που δί­νου­με προς τα έ­ξω;

Αν υ­πάρ­χουν πρέ­πει να τα αν­τι­με­τω­πί­σου­με. Αυ­τή εί­ναι η γνώ­μη μου.

Πι­στεύ­ω, για να μην μα­κρη­γο­ρώ, ό­τι πρέ­πει ά­με­σα να προ­χω­ρή­σου­με σε έ­να ο­λο­κλη­ρω­μέ­νο σχέ­διο ορ­γα­νω­τι­κής και πο­λι­τι­κής α­να­συγ­κρό­τη­σης, και να το ε­πι­κυ­ρώ­σου­με μέ­σα α­πό έ­να νέ­ο ά­νοιγ­μα στον κό­σμο με σκο­πό την εγ­γρα­φή νέ­ων με­λών.

Και σε ό­τι με α­φο­ρά, θα δώ­σω το πα­ρόν στις ορ­γα­νώ­σεις μας για να κα­λω­σο­ρί­σω νέ­α μέ­λη.

Για να εγ­και­νι­ά­σου­με νέ­α γρα­φεί­α και νέ­ες ορ­γα­νώ­σεις στη πε­ρι­φέ­ρεια.

Για να κά­νου­με ό­λοι μα­ζί έ­να με­γά­λο προ­ω­θη­τι­κό βή­μα.

Στην ί­δια λο­γι­κή, με ό­ρους θε­τι­κής προ­ω­θη­τι­κής το­μής, πρέ­πει να γί­νει μια δου­λειά για την α­να­συγ­κρό­τη­ση της νε­ο­λαί­ας μας.

Ε­πί­σης πρέ­πει να υ­πάρ­ξει έ­νας συ­νο­λι­κός ε­νια­ίος α­να­σχε­δια­σμός για την πο­λι­τι­κή μας στα ΜΜΕ του κόμ­μα­τος και ό­χι μό­νο.

Ά­φη­σα τε­λευ­ταί­ο το πιο ση­μαν­τι­κό: το πρό­γραμ­μα μας.

Οι α­παι­τή­σεις των και­ρών ε­πι­βάλ­λουν τη μέ­γι­στη προ­γραμ­μα­τι­κή μας εμ­βά­θυν­ση.

Η συ­σπεί­ρω­ση της κοι­νω­νι­κής πλει­ο­ψη­φί­ας δεν μπο­ρεί και δεν πρέ­πει να γί­νει μό­νο στην βά­ση της κοι­νω­νι­κής δι­α­μαρ­τυ­ρί­ας.

Η πρό­κλη­ση για την α­ρι­στε­ρά εί­ναι να σχε­διά­σει και να ορ­γα­νώ­σει την ε­ναλ­λα­κτι­κή στρα­τη­γι­κή δι­ε­ξό­δου.

Να δρο­μο­λο­γή­σει το α­ρι­στε­ρό σχέ­διο για την πα­ρα­γω­γι­κή α­να­συγ­κρό­τη­ση της χώ­ρας.

Και για να δι­α­μορ­φώ­σει τους ό­ρους, και τις κοι­νω­νι­κές συμ­μα­χί­ες που α­παι­τούν­ται για κά­τι τέ­τοι­ο, πρέ­πει να έ­χει την μέ­γι­στη α­παι­τού­με­νη προ­γραμ­μα­τι­κή α­ξι­ο­πι­στί­α.

Για να α­πο­τε­λέ­σει το πρό­γραμ­μα α­πο­τε­λε­σμα­τι­κό πο­λι­τι­κό ερ­γα­λεί­ο, θα πρέ­πει να δί­νει ο­λο­κλη­ρω­μέ­νες, ρι­ζο­σπα­στι­κές και ταυ­τό­χρο­να ρε­α­λι­στι­κές α­παν­τή­σεις σε ό­λα τα κρί­σι­μα ε­ρω­τή­μα­τα.

Να μην α­φή­νει κε­νά, να μην μα­σά­ει τα λό­για του, να μην κά­νει συμ­βι­βα­σμούς και πα­ρα­χω­ρή­σεις, ε­κεί που χρει­ά­ζον­ται α­πο­φα­σι­στι­κές το­μές.

Η δου­λειά της ε­πι­τρο­πής προ­γράμ­μα­τος πρέ­πει να ο­λο­κλη­ρω­θεί ά­με­σα και να μπει σε συ­ζή­τη­ση.

Ό­χι μό­νο μέ­σα στο κόμ­μα, αλ­λά σε α­νοι­χτό δι­ά­λο­γο με τις κοι­νω­νι­κές δυ­νά­μεις.

Η πα­ρου­σί­α­ση του προ­γράμ­μα­τός μας πρέ­πει να με­τα­τρα­πεί σε με­γά­λο πο­λι­τι­κό γε­γο­νός.

Η συ­ζή­τη­ση γύ­ρω α­πό τους προ­γραμ­μα­τι­κούς μας στό­χους, πρέ­πει να συν­δυα­στεί με έ­να με­γά­λο ά­νοιγ­μα στην κοι­νω­νί­α.

Το κόμ­μα, η πο­λι­τι­κή του στις ση­με­ρι­νές κρί­σι­μες και ελ­πι­δο­φό­ρες συν­θή­κες, το πρό­γραμ­μά του.

Αυ­τά θα θε­με­λι­ώ­σουν συν­τρό­φισ­σες και σύν­τρο­φοι την πο­λι­τι­κή μας κυ­ρι­αρ­χί­α και θα μας ο­δη­γή­σουν στη νί­κη.

Και συ­νε­πώς αυ­τά εί­ναι και πρέ­πει να εί­ναι το αν­τι­κεί­με­νο ό­λης μας της προ­σο­χής στο ερ­χό­με­νο κρί­σι­μο δι­ά­στη­μα.
s­t­o­k­o­k­k­i­no.gr