«Να μείνει ο προϋπολογισμός της ΚΑΠ τουλάχιστον στα σημερινά επίπεδα», ζήτησε ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Ευάγγελος Αποστόλου, κατά την διάρκεια του Συμβουλίου Γεωργίας – Αλιείας της ΕΕ που πραγματοποιήθηκε στο Λουξεμβούργο. Ο κ. Αποστόλου εκπροσώπησε την Ελλάδα συνοδευόμενος από τον Γενικό Γραμματέα Αγροτικής Πολιτικής και Δ.Κ.Π Χαράλαμπο Κασίμη.
Ο Υπουργός στην παρέμβασή του για τις προτάσεις της Ε. Επιτροπής για την νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική κατέστησε σαφή τη θέση της Ελλάδας, η οποία, σε συνεργασία με αρκετές πλέον χώρες της Ε.Ε., ζητά να μείνει ο προϋπολογισμός της ΚΑΠ τουλάχιστον στα σημερινά επίπεδα της ΕΕ των 27, ώστε οι γεωργοί μας να αντιμετωπίσουν με επιτυχία τις διάφορες οικονομικές, περιβαλλοντικές και κλιματικές προκλήσεις. Ο κ. Αποστόλου έθεσε επίσης τους προβληματισμούς του σε ότι αφορά το νέο μοντέλο διαχείρισης της ΚΑΠ αλλά και τις αυξημένες υποχρεώσεις των γεωργών με βάση την ενισχυμένη αιρεσιμότητα που προτείνει η Ε. Επιτροπή. Παράλληλα δήλωσε την αντίθεσή του στην εξωτερική σύγκλιση των άμεσων ενισχύσεων.
Η παρέμβασή του για την ΚΑΠ έχει ως εξής:
«Αγαπητέ Επίτροπε,
Είχαμε την ευκαιρία να εκφράσουμε τις πρώτες αντιδράσεις μας για τις νομοθετικές προτάσεις και τον προϋπολογισμό της ΚΑΠ μετά το 2020, στο πλαίσιο του Άτυπου Συμβουλίου στη Σόφια, πριν από λίγες ημέρες. Όπως είναι αναμενόμενο, δεν θα διαφοροποιηθούμε από αυτές τις πρώτες αντιδράσεις. Ήδη, από το 2017, όταν ξεκίνησαν οι πρώτες συζητήσεις μας για τη μελλοντική ΚΑΠ, υπογραμμίζαμε σε κάθε τόνο ότι είναι αδικαιολόγητο η ΚΑΠ να υποχρεώνεται να σηκώσει το βάρος των νέων προκλήσεων που αντιμετωπίζει η Ε. Ένωση.
Με τις προτάσεις της Επιτροπής, οι γεωργοί μας καλούνται με λιγότερους πόρους να ανταποκριθούν σε ακόμη πιο φιλόδοξους στόχους για το περιβάλλον και το κλίμα, όταν μάλιστα δεν καταφέραμε να αναδείξουμε όσο θα έπρεπε, τη θετική συμβολή της γεωργίας στην προστασία του περιβάλλοντος και της κλιματικής αλλαγής αλλά και τις αρνητικές επιπτώσεις αυτών στη γεωργία.
Κατά την εκτίμησή μας, το μέλλον θα είναι αβέβαιο για την γεωργία και την ύπαιθρο της Ε. Ένωσης, εάν δεν πετύχουμε μια σωστή ισορροπία μεταξύ πόρων και υποχρεώσεων.
Η Ελλάδα, μαζί με την Γαλλία, την Ισπανία, την Ιρλανδία, την Πορτογαλία και τη Φινλανδία συνυπέγραψαν το κοινό Μνημόνιο για το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο και την ΚΑΠ (στις 31 Μαΐου) αφενός για να εκφράσουμε την απογοήτευσή μας για τον μειωμένο προϋπολογισμό της ΚΑΠ και αφετέρου για να κρούσουμε τον κώδωνα του κινδύνου για τη βιωσιμότητα της ευρωπαϊκής γεωργίας.
Με το Μνημόνιο, το οποίο υποστηρίζουν και άλλα κράτη μέλη, [όπως η Κύπρος, η Ρουμανία, η Πολωνία, η Ουγγαρία, η Λιθουανία και η Σλοβακία,] υπερασπιζόμαστε μια κοινή και σαφή θέση. Ζητούμε ο προϋπολογισμός της ΚΑΠ να μείνει τουλάχιστον στα σημερινά επίπεδα της ΕΕ των 27, ώστε οι γεωργοί μας να αντιμετωπίσουν με επιτυχία τις διάφορες οικονομικές, περιβαλλοντικές και κλιματικές προκλήσεις στο πλαίσιο και των δύο πυλώνων. Είμαστε κατά των περικοπών και στους δύο πυλώνες όπως επίσης δεν συμφωνούμε σε οποιαδήποτε ανακατανομή των απωλειών μεταξύ των 2 πυλώνων.
Ο προτεινόμενος προϋπολογισμός υπονομεύει την αποτελεσματική και επιτυχή εφαρμογή της μελλοντικής ΚΑΠ. Ταυτόχρονα, διαφαίνεται έντονα ο κίνδυνος περαιτέρω δημοσιονομικών κινδύνων και απωλειών από το νέο μοντέλο λειτουργίας και τα στρατηγικά σχέδια της ΚΑΠ, με αύξηση του διοικητικού βάρους και της γραφειοκρατίας για τα κράτη μέλη και τους δικαιούχους.
Θα θέλαμε να υπογραμμίσουμε τις ανησυχίες μας για τον κίνδυνο επανεθνικοποίησης της ΚΑΠ, μέσα από την αυξημένη επικουρικότητα, παρά το γεγονός ότι η Επιτροπή εκτιμά ότι το Κ παραμένει ισχυρό. Προφανώς είναι σκόπιμο να δίνεται στα κράτη μέλη η απαραίτητη ευελιξία ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαιτερότητες και οι ανάγκες τους. Ωστόσο, το εγχείρημα αυτό δεν πρέπει να μας οδηγήσει σε λίγα χρόνια μακριά από την Κοινή Αγροτική Πολιτική, που αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα της Ε. Ένωσης από τη σύστασή της.
Όσον αφορά στις νομοθετικές προτάσεις της Επιτροπής για την ΚΑΠ μετά το 2020, θα αναφερθώ ενδεικτικά σε ορισμένα σημεία που μας προξένησαν προβληματισμό και ανησυχίες.
Η ενισχυμένη αιρεσιμότητα (enhanced conditionality), για παράδειγμα. Με την πρόταση της Επιτροπής, αυξάνονται οι υποχρεώσεις όλων των γεωργών για να λάβουν οποιαδήποτε στήριξη, ξεκινώντας από τη βασική ενίσχυση. Η πρόταση δεν εξαιρεί ούτε τους μικρούς γεωργούς, από υποχρεώσεις που μέχρι σήμερα ανήκουν στο «πρασίνισμα». Μια τέτοια πρόταση δεν αποτελεί απλούστευση για να την αποδεχθούμε.
Για τους νέους γεωργούς, αν και είμαστε υπέρ της ενίσχυσής τους ωστόσο έχουμε αμφιβολίες για τη χρηματοδότηση του μέτρου αποκλειστικά από τον 1ο Πυλώνα.
Επίσης εκτιμούμε ότι οι αυξημένες φιλοδοξίες για το περιβάλλον και το κλίμα θα λειτουργήσουν σε βάρος της εισοδηματικής στήριξης των γεωργών μας, όταν το γεωργικό εισόδημα παραμένει κατά πολύ χαμηλότερο σε σχέση με τα άλλα εισοδήματα, όπως άλλωστε επιβεβαιώνει και η πρόσφατη μελέτη αντίκτυπου της Επιτροπής.
Ακόμη, δεν μπορούμε να αποδεχθούμε την εξαίρεση του μέτρου για τις περιοχές με φυσικούς ή άλλους περιορισμούς από το ποσοστό του 30% για τα αγρο-περιβαλλοντικά και κλιματικά μέτρα του δεύτερου πυλώνα.
Τέλος, θα ήθελα να τονίσω ότι η θέση μας κατά της εξωτερικής σύγκλισης των ενισχύσεων παραμένει σταθερή και εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι η ενίσχυση με βάση την έκταση δεν αποτελεί την σωστή οπτική για να βλέπουμε τις ενισχύσεις μεταξύ των παραγωγών μας.
Αγαπητέ Φιλ,
Οι στιγμές είναι κρίσιμες. Κατανοούμε τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ε. Ένωση, ωστόσο δεν μπορούμε να παραιτηθούμε από τη διεκδίκηση ενός καλύτερου μέλλοντος για τους γεωργούς μας».