Ως έτος σημαντικών ανακατατάξεων χαρακτηρίζουν το 2016 παράγοντες του κλάδου της ιδιωτικής υγείας, καθώς οι συνεχιζόμενες στρεβλώσεις που επικρατούν στην αγορά δεν μπορεί παρά να αφήσουν τα αποτυπώματά τους σε κλινικές και διαγνωστικά κέντρα.
Το σύνολο άλλωστε των παραγόντων του κλάδου δεν έχει κρύψει την εκτίμησή του ότι αν συνεχιστούν αυτές οι συνθήκες, σημαντικός αριθμός μονάδων θα αναγκαστεί να διακόψει τη λειτουργία του, καθώς:
α) Το ελληνικό δημόσιο αποζημιώνει πολύ χαμηλότερα τους ιδιώτες σε σύγκριση με τα ποσά που καταβάλει στα κρατικά νοσοκομεία
β) Οι καθυστερήσεις των πληρωμών του ΕΟΠΥΥ και των ασφαλιστικών ταμείων έχουν προκαλέσει οικονομική ασφυξία στην πλειονότητα των εταιριών, και
γ) Η εφαρμογή του claw back γίνεται ακόμη πιο παράλογη και επώδυνη μετά την αύξηση του συντελεστή ΦΠΑ από το 13% στο 23%.
Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του προέδρου της Πανελλήνιας Ένωσης Ιδιωτικών Κλινικών κ. Γρηγόρη Σαραφιανού πως «το 2016 αναμένεται δυσοίωνο τόσο για τις κλινικές, όσο και για τον κλάδο της ιδιωτικής υγείας γενικότερα. Δεν είναι μόνο η ανεπαρκής χρηματοδότηση των πραγματικών αναγκών των Ελλήνων ασφαλισμένων μέσω του ΕΟΠΥΥ, αλλά και η ανεπαρκής αυτή χρηματοδότηση δεν φτάνει στις ιδιωτικές κλινικές, παρά την τελευταία αύξηση των εισφορών, καθώς τα Ταμεία παρακρατούν τα κονδύλια, προκειμένου να καταβάλλουν συντάξεις».
Η κρίση μάλιστα δεν περιορίζεται στις μικρομεσαίες εταιρίες του κλάδου, αλλά αντίθετα διαπιστώνεται πωςσημαντικά προβλήματα έχουν προκύψει και για τους μεγάλους ομίλους της ιδιωτικής υγείας, με τα οφειλόμενα προς γιατρούς και προμηθευτές να διογκώνονται (ενίοτε απειλητικά…) και τις πιστώτριες τράπεζες να αναγκάζονται συνεχώς να ρυθμίζουν δάνεια και να μετακυλύουν τοκοχρεολυτικές δόσεις.
«Η υπάρχουσα κατάσταση πλήττει το σύνολο των εταιριών του κλάδου, ανεξαρτήτως μεγέθους. Όσο και μεγάλους τζίρους να σημειώνει μια κλινική, όσο και υψηλό ποσοστό πληρότητας κλινών να επιτυγχάνει, η έλλειψη ρευστότητας είναι ικανή να την πλήξει καίρια, ή ακόμη και να την οδηγήσει σε κλείσιμο», σημειώνει ο κ. Σαραφιανός.
Χαρακτηριστική είναι η εκτίμηση άλλου παράγοντα της αγοράς, που μπορεί μεν να διατηρεί την ανωνυμία του, αλλά ανοίγει νέο πεδίο συζητήσεων και προβληματισμού: «Η τρέχουσα κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί για πολύ. Όσο και αν κανείς δεν θεωρεί ως λύση την καταγγελία της σύμβασης συνεργασίας μεταξύ ΕΟΠΥΥ και ιδιωτικών παρόχων υγείας, οι τελευταίοι δεν θα αντέξουν για πολύ ακόμη να υφίστανται ζημίες και να χρηματοδοτούν μέσω των δικών τους πιστωτών, το δημόσιο σύστημα υγείας. Ενδεχομένως μάλιστα, κάποιοι από αυτούς -ίσως μεταξύ αυτών και “μεγάλοι παίκτες”- να προχωρήσουν στην καταγγελία της σύμβασης με τον ΕΟΠΥΥ, περιορίζοντας μεν το ύψος των δραστηριοτήτων τους, αλλά και των ζημιών τους, στο βαθμό που θα καταφέρουν να αντιδράσουν με ταχύτητα και αποτελεσματικότητα.
Και από την άλλη πλευρά, το δημόσιο σύστημα υγείας δεν είναι σε θέση να εξυπηρετήσει σήμερα τις ανάγκες των Ελλήνων πολιτών, καθώς πολλά νοσοκομεία υπολειτουργούν και το σύστημα είναι εμφανώς υποχρηματοδοτούμενο. Αν λοιπόν οι ιδιωτικοί φορείς καταγγείλουν τη σύμβαση, τότε θα πολλαπλασιαστούν τα ήδη μεγάλα προβλήματα του κρατικού τομέα να εξυπηρετήσει τους ασθενείς και θα προκληθεί μάλιστα μεγάλο πολιτικό ζήτημα. Η αλήθεια είναι πως εδώ και μια τετραετία τουλάχιστον, οι κυβερνήσεις μεταθέτουν χρονικά ένα διογκούμενο πρόβλημα, αντί να το επιλύουν».
Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον, δεν είναι λίγοι εκείνοι που προβλέπουν σημαντικές εξελίξεις και ανακατατάξεις στον κλάδο μέσα στο 2016.
Από τους μεγάλους «παίκτες», το μεγαλύτερο πρόβλημα το έχει ο Όμιλος Euromedica, που παρά τη λειτουργική του κερδοφορία έχει αρνητικά ίδια κεφάλαια, μη εξυπηρετούμενες υποχρεώσεις προς εργαζόμενους, προμηθευτές και τράπεζες εκατοντάδων εκατ. ευρώ και το βασικό του μέτοχο προφυλακισμένο για την υπόθεση των συμβάσεων του υπουργείου Εθνικής Αμύνης.
Άλλη γνωστή εταιρία φημολογείται πως σκέφτεται να αποχωρήσει από τον χώρο των κλινικών και να δώσει έμφαση στα διαγνωστικά κέντρα.
Και φυσικά, σε πολλές κλινικές, έντονα είναι τα παράπονα των συνεργαζόμενων γιατρών που βλέπουν να τους οφείλονται ολοένα και μεγαλύτερα υπόλοιπα.
Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον, μεγάλο ζητούμενο αποτελεί το πώς η Ελλάδα θα μπορούσε να δραστηριοποιηθεί ενεργά στο μέτωπο του ιατρικού τουρισμού όταν οι πλείστες εταιρίες του κλάδου αναλώνονται στο πώς θα εισπράξουν τα δεδουλευμένα και πώς θα διαχειριστούν ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις τους.
euro2day.gr