Γράφει η Αντωνία Παυλάκου*
Ο Μεσσήνιος συγγραφέας Άγγελος Λάππας προσφέρει στο αναγνωστικό κοινό ένα νέο μυθιστόρημα, στοχεύοντας στα ιδεολογικά σκιρτήματα της νιότης της γενιάς του Πολυτεχνείου και κυρίως στα ματαιωμένα όνειρά της. Απευθυνόμενος ταυτόχρονα και σε νεώτερους αναγνώστες, τους καλεί έμμεσα να προβληματιστούν, για τον κόσμο που παρέλαβαν, προτείνοντας μια αισιόδοξη πλεύση που πιθανόν θα ανοίξει δρόμο στο όνειρο για έναν καλύτερο κόσμο.
Τόσο στα προηγούμενα πεζά έργα όσο και στις ποιητικές του συλλογές ελάνθανε, με σαφήνεια βεβαίως, η πολιτική στάση του μέσα στο γίγνεσθαι της εκάστοτε θεματικής του. Το νέο του όμως μυθιστόρημα, ένα έργο ηλικιακής, πνευματικής και συγγραφικής ωριμότητας, τολμά να είναι ξεκάθαρα πολιτικό και βαθιά κοινωνικό, καθώς ανατέμνει μια ολόκληρη εποχή με λαγαρή πολιτική αντίληψη, την οποία αποτυπώνει με τη νηφαλιότητά του ως σκεπτόμενος άνθρωπος και ως δάσκαλος.
Το μυθιστόρημα RE/UNION, με υπότιτλο «Η θεωρία των πέντε δακτύλων» κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 2018 από τις εκδόσεις ΠΗΓΗ-iWrite, με κατατοπιστικό σημείωμα στο οπισθόφυλλο και εμπροσθόφυλλο που απεικονίζει τη μοιραία για την εξέλιξη της υπόθεσης βαρκούλα του Απόστολου. Η θέση της στίξης στον τίτλο – κάθετη στη λέξη reunion και εισαγωγικά στη λέξη θεωρία – υπονομεύει τη σημασιολογική χρήση της επανασύνδεσης και αμφισβητεί την έννοια του όρου θεωρία.
Στο σημείο αυτό εντοπίζεται και η ευρηματικότητα και πρωτοτυπία του Λάππα ως προς τη σύλληψη της μυθοπλασίας, καθώς το reunion του βιβλίου είναι διαφορετικό από τα κοινά και χρήζει, πέραν της βασικής, και άλλων προσεγγίσεων, όπως θα τις προσλάβει αυτές ο αναγνώστης του βιβλίου. Όσο για τη θεωρία του, από την πρώτη κιόλας ανάγνωση, χωράει νερό αρκετό, καθώς ούτε τα πέντε δάχτυλα είναι ίδια, προπάντων όμως για να λειτουργήσουν χρειάζονται τον παντόπτη ανθρώπινο νου. Εκείνος επιλέγει αν θα τα κατευθύνει στο ίδιο έργο.
Αυτά για την αλληγορία των όρων του τίτλου της μυθιστορηματικής αφήγησης που ξεκινάει ελάχιστα χρόνια μετά τη Μεταπολίτευση, το 1976, την ημέρα της αποφοίτησης από το τότε εξατάξιο Γυμνάσιο πέντε φίλων, στενά δεμένων όσο τα δάχτυλα ενός χεριού αλλά και με ποικίλες διαφορετικότητες ανάμεσά τους. Οι διαφορετικότητες είναι σωματικές, πνευματικές, πολιτικές και κυρίως οικονομικές και κοινωνικές, λόγω διαφορετικής θέσης των γονιών τους, μα εκείνοι αγαπιούνται πολύ και δίνουν υπόσχεση ότι θα αγωνιστούν να φτιάξουν έναν καλύτερο κόσμο. Αν αφαιρέσουμε τον Μιχάλη, ο οποίος έχει πρωιμότερη πολιτική αφύπνιση και ερωτικό δεσμό με κοπέλα στην Αθήνα και ήδη πολιτικοποιημένη, οι άλλοι τέσσερις συνδέονται με ερωτική σχέση μεταξύ τους σε δυάδες αντίθετες κοινωνικά. Η πρώτη, εκείνη του Ζήση και της Στέλλας, σχηματίστηκε με τον καταναγκασμό τής εις άτοπον απαγωγής, αφού η Φανή είχε προτιμήσει τον Παύλο. Επομένως, είναι φυσικό η ερωτική αντιζηλία και η διαφορετική κοινωνική προέλευση να διαβρώνουν εκ προοιμίου την συναισθηματική ομοιογένεια της τετράδας. Στην ευφορική βεβαίως ατμόσφαιρα εκείνης της ημέρας της αποφοίτησης, με αμοιβαίους υπαινιγμούς και πειράγματα για τη μελλοντική εξέλιξή τους – ο συγγραφέας προσημαίνει μερικώς ή υπαινίσσεται τι θα συμβεί – αποφασίζουν ένα reunion, που θα γίνει την τελευταία μέρα του Ιουνίου, 40 χρόνια μετά, στην γνώριμή τους ταβέρνα του Αποστόλου, πατέρα της Φανής, όπου θα κάνουν τον πολιτικό απολογισμό τους και θα το γλεντήσουν.
Μέσω της εισαγωγής, ο συγγραφέας μάς συστήνει αυτούς τους πέντε βασικούς ήρωές του, οι οποίοι βέβαια δεν χάθηκαν, οδηγήθηκαν όμως να ζήσουν παράλληλες πορείες, με άβυσσο ανάμεσά τους. Στο κέντρο του κάδρου ο Μιχάλης από εύρωστη οικονομικά οικογένεια, λόγω πρώιμης πολιτικής του αφύπνισης, αδιαμφισβήτητος ιδεολογικός αρχηγός και πολιτικός καθοδηγητής της παρέας. Παρέμεινε επεισοδιακός και ασυμβίβαστος, από εκπρόσωπος των μαθητών στο σχολείο μέχρι τη μαχητική του δημοσιογραφία στο τέλος της ιστορίας. Θα σπούδαζε Πολιτικές Επιστήμες. Δεν κατάφερε τίποτε και κανείς να τον αλλάξει. Κατά την άποψή του, δεν ήταν από ξεροκεφαλιά ούτε από καπρίτσιο. Ήταν στάση ζωής, το μεγάλο του κεφάλαιο να μείνει ίδιος και ν’ αλλάξει τον κόσμο. Και επέμενε πάντα ότι για ν’ αλλάξει ο κόσμος, πρέπει πρώτα ν’ αλλάξουμε τον εαυτό μας, τους κοντινούς μας ανθρώπους, το ίδιο μας το σπίτι, ειδικά αν αυτό είναι σάπιο. Ο δεύτερος κομβικός για την υπόθεση χαρακτήρας, η Άρτεμη ακροβατεί, με σιωπή και αβουλία ως τη μέρα του reunion, πάνω στο σχοινί ενός συνειδησιακού παιχνιδιού. Η ίδια θα κόψει το σχοινί για να αποκατασταθεί η διασαλευμένη ηθική τάξη και να συντελεστεί τόσο η αυτοκάθαρσή της όσο και η κάθαρση του περιβάλλοντός της. Συμβολικά δηλ. η κάθαρση στο ευρύτερο πολιτικοοικονομικό πεδίο και η έναρξη μιας νέας εποχής.
Ο Μιχάλης λοιπόν, η ψυχή της πεντάδας και της θεωρίας των πέντε δακτύλων ταιριάζει πολύ με τον φτωχό Παύλο που θέλει ν’ αλλάξει τον κόσμο με επανάσταση κι όχι, όπως ο Μιχάλης, με διαρκείς καταγγελίες, παιδεία και εκπαίδευση του λαού. Η Φανή, αν και έχει ερωτική σχέση με τον Παύλο, ιδεολογικά συμφωνεί με τον Μιχάλη που εγκρίνει τη σχέση αυτή, σε αντίθεση με τη μητέρα της, την Άρτεμη που αγανακτεί με την ιδέα ενός απένταρου γαμπρού. Είναι επομένως τρία ρομαντικά παιδιά που μέσα από διαφορετικό δρόμο ήθελαν ν’ αλλάξουν τον κόσμο. Ο φτωχός επίσης Ζήσης με τη Στέλλα, κόρη του δικαστή Αριστείδη έγιναν κι αυτοί ζευγάρι και δείχνουν να συμμερίζονται τις απόψεις των πρώτων τριών, χωρίς όμως πολιτική συνειδητοποίηση. Αγαπιούνται μεταξύ τους όλοι σαν φίλοι και θέλουν να μείνουν φίλοι για πάντα, ενωμένοι στον κοινό σκοπό όπως τα πέντε δάχτυλα ενός χεριού.
Το reunion εκείνο που προγραμμάτισαν έμελλε να είναι ένα διαφορετικό από τα συνήθη, καθώς η συγγραφική μαεστρία του Άγγ. Λάππα κατόρθωσε στον μυθιστορηματικό χρόνο εκείνης της μιας μέρας, να στηρίξει την μυθοπλασία του και μέσα από την αφηγηματική μικρογραφία της ζωής των πέντε νέων – ηρώων του και των κοντινών ή μακρινών δορυφόρων τους να παραπέμψει στο γενικό της κεντρικής πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής σκηνής της χώρας και του ευρύτερου καπιταλιστικού και μετακαπιταλιστικού συστήματος, στο οποίο αυτή εντάχθηκε και τις επιδιώξεις του οποίου ύπουλα και διαβρωτικά σύρθηκε να υπηρετεί μέσα στα σαράντα αυτά χρόνια. Είναι μια αριστοτεχνικά λεπτουργημένη από τον λόγο του συγγραφέα εικόνα, με διαγνωστικό χαρακτήρα μαγνητικής τομογραφίας που αποτυπώνει τη χώρα και την κοινωνία της σε κομβικές ιστορικές και πολιτικές στιγμές, από τον εγκλεισμό στη Νομική το 1973 ως την άφιξη των παλληκαριών της τρόικας ελάχιστα χρόνια πριν από σήμερα.
Τόπος των γεγονότων είναι το ειδυλλιακό τοπίο μιας σχετικά μεγάλης επαρχιακής πόλης περικλεισμένης από βράχια, με μοναστήρι και κάστρο, με φυσικό λιμάνι και νησάκι απέναντι που δεν απέχει στη φυσιογνωμία από την αγαπημένη στον Λάππα Πύλο, αλλά μοιάζει και με άλλες παραθαλάσσιες ελληνικές πόλεις.
Οι γονείς της Φανής, Θεοχάρης και Άρτεμη και του Μιχάλη, Νεοκλής και Ουρανία εκπροσωπούν στα μέσα του ’70 τον επιχειρηματικό και τραπεζικό κόσμο της πόλης και της χώρας αντίστοιχα και συνδέονται φιλικά με τον δικαστή Αριστείδη και την εφοριακή σύζυγό του Νάντια, γονείς της Στέλλας, από πολλά χρόνια και πριν τη δικτατορία.
Αυτοί οι τέσσερις ισχυροί είχαν συστήσει ένα κύκλο παντός είδους επιχειρήσεων. Διαπλοκή με το τραπεζικό σύστημα, τη δικαιοσύνη και την πολιτική. Ίντριγκες και δολοπλοκίες που παρέμεναν στην αφάνεια, καθώς τροφοδοτούσαν αδύναμους και μπούκωναν στόματα, που χορτασμένα δεν είχαν λόγο να μιλήσουν, ενώ υποτάσσονταν ως ψηφοφόροι στους εκάστοτε κομματικά ισχυρούς, ακόμα και μετά τη φαινομενική αλλαγή του ’81.
Η πεντάδα που έχει αποχαιρετιστεί την ημέρα της αποφοίτησής της, με δηλωμένες περισσότερο ή λιγότερο τις προθέσεις της πέντε χρόνια αργότερα θα χάσει από πνιγμό ένα μέλος της, γεγονός που θ’ αλλάξει ολοκληρωτικά την πορεία των υπολοίπων που επέζησαν.
Εμμονικά σταθερός στον ιδεολογικό του αγώνα για αλλαγή του κόσμου, ο Μιχάλης πέρασε απ’ όλους τους πολιτικούς σχηματισμούς κοινοβουλευτικούς και μη, από τον χώρο των αναρχικών επίσης, διέλυσε την οικογένειά του και κατέληξε μόνος να δημοσιογραφεί σε δικό του περιοδικό, τον ΜΑΧΗΤΗ για την ανατροπή του συστήματος. Η παθιασμένη εμμονή του τον οδηγεί σε απόρριψη από τους πάντες, τόσο που να γίνεται φαιδρό και αμφιλεγόμενο πρόσωπο. Από τη μια τον θαυμάζουμε και θα θέλαμε να του μοιάσουμε, από την άλλη τον οικτίρουμε για την παρορμητική και ακραία στάση του. Ήταν ο μόνος από την παρέα που σε τίποτα στο μεταξύ δεν μετακινήθηκε από την αρχική θέση του: «ν’ αλλάξει τον κόσμο, να αγωνιστεί να έλθει η καινούργια μέρα». Αυτή που όσο έζησε δεν ήλθε ποτέ.
Η εναλλακτική πρόταση για μια νέα ζωή, για έναν διαφορετικό κόσμο θα προκύψει ωστόσο από εκείνη τη μοιραία συνάντηση, μια συνάντηση συγκρούσεων και ρήξεων, όπου θα υπάρξουν νικητές, ηττημένοι ή εξωθημένοι στη μοιραία έξοδο, αφού αποκαλυφθούν όλα τα ένοχα μυστικά και επέλθει η κάθαρση. Η αρχόντισσα της πόλης Άρτεμη, τραγική πια φιγούρα, θα οδηγήσει τα πράγματα ως αυτήν, προκαλώντας την ολική πτώση του ηθικού αυτουργού για την εξέλιξη της ζωής όλων των παιδιών της πεντάδας. Στο ιδιότυπο αυτό πλέον reunion θα αποκαλυφθεί πώς μια φιλία έγινε έχθρα, πώς οι δεσμοί σκοπιμότητας και ο κυνισμός οδήγησαν στη φυσική εξόντωση ή εξαφάνιση των αντιπάλων, πώς οι ίντριγκες και η απληστία διαμόρφωσαν σχέσεις ερωτικές και εξουσιαστικές ως τα άκρα, πώς δεν έμεινε ηθική αξία που να μην καταρρακωθεί. Κατ’ επέκταση και με αναλογία πώς η χώρα έφτασε ως την κατάντια του 2010. Ο μύθος δηλ. έχει ως φόντο το πολιτικό σκηνικό της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, της Ελλάδας της περιώνυμης Αλλαγής και της Ελλάδας της αρχής της κρίσης, αλλά και το πρόσωπο ενός στυγνού και αδίστακτου καπιταλιστικού συστήματος που θυσιάζει την ανθρωπιά στο βωμό του κέρδους.
Πώς θα προχωρήσει αυτό το σύστημα και με ποια πρόσωπα στον μικρόκοσμο της ιστορίας; Η απάντηση δίνεται από τον ίδιο τον συγγραφέα που επουλώνει έτσι τις πληγές του αναγνώστη του, σχηματίζοντας, πάνω στις στάχτες της παλιάς, μια νέα ομάδα. Αυτή θα επιχειρήσει, με τον κίνδυνο πάντα του ανθρώπινου λάθους, να κάνει τα δικά της βήματα στη ζωή, απορροφώντας ό,τι υγιές από τα παλιά. Στόχος, στο γενικό πλάνο, ένας καλύτερος κόσμος.
Ο Άγγελος Λάππας στην αφήγησή του που έχει προεκτάσεις πολιτικής και κοινωνικής βιογραφίας του τόπου και αχνά του παγκόσμιου συστήματος, τοποθετεί όσους ήρωες χρειάζεται για να διερευνήσει το πώς και το γιατί, να δώσει τη δική του έμμεση ερμηνεία, μέσω της τραγικής έκπτωσης ή ολικής πτώσης αυτών, για όσα οδήγησαν τη χώρα στη φτώχεια, τον εξευτελισμό και πιθανόν σε μια μη ανατάξιμη καταστροφή. Αυτοί οι ήρωες και όσοι δευτερεύοντες τούς περιστοιχίζουν είναι καλά τεντωμένοι στους ρόλους και στην ιδεολογία τους και δεν έχουν επινοηθεί για να ψυχογραφηθούν με πλήρη επάρκεια αλλά με τόση όση θα υπηρετήσει την ερμηνεία του συγγραφέα για την προσωπική ηθική τους κατάρρευση και ταυτόχρονα για την ηθική, πολιτική, κοινωνική και οικονομική κατάρρευση της χώρας. Δεν χρειάζεται λοιπόν να τους ψυχογραφήσει σε βάθος και έκταση, αν και αυτό θα φώτιζε περισσότερο τα τραγικά τους αδιέξοδα. Ο Άγγ. Λάππας παρατηρεί, σχολιάζει και συμπάσχει με τους ήρωές του. Αρκετά συχνά ξεδιπλώνει τη σκέψη του, μέσα από τις δικές τους φωνές, άλλοτε παρουσιάζοντας έμμεσα τους δικούς του πολιτικούς προβληματισμούς ή άλλες αντίθετες προς αυτούς θέσεις, άλλοτε καταγγέλλοντας τις πρακτικές κάποιων απ’ αυτούς, άλλοτε προβάλλοντας μέσω κάποιων άλλων εξαίρετες ηθικές θέσεις και πολιτικές τοποθετήσεις. Σε κάποιες περιπτώσεις ανιχνεύει και τα ψυχολογικά αίτια της συμπεριφοράς κάποιων ηρώων στην από τη φύση δοσμένη δομή του χαρακτήρα τους ή στις καθοριστικές για τη ζωή τους καταστάσεις.
Η αγωνία και το ενδιαφέρον του αναγνώστη κεντρίζονται από την ενδιαφέρουσα, δυνατή, λόγω ανατροπών και κορυφώσεων, πλοκή και από μια πολυεπίπεδη και ευφυή αφήγηση που περιλαμβάνει αναδρομές, εγκιβωτισμό της βασικής ιστορίας, διαλόγους, αφηγημένους διαλόγους, εσωτερικούς μονολόγους, ευθύ λόγο και πρωτοπρόσωπη αφήγηση μέσα στην τριτοπρόσωπη του παντόπτη αφηγητή – συγγραφέα. Οι διάλογοι είναι σχεδιασμένοι με δραματικές εντάσεις για να αποτυπώσουν τις αντιθέσεις των χαρακτήρων και των ιδεών.
Την εξέλιξη της υπόθεσης υπηρετεί και ο καμβάς ενός ημερολογίου, ενώ οι θέσεις τού ασυμβίβαστου ήρωα συμπληρώνονται με ποιήματά του και άρτια λογοτεχνικά κείμενα δοκιμιακού χαρακτήρα, τοποθετημένα ανεξάρτητα, αλλά και συνοδευτικά στο κυρίως κείμενο της αφήγησης, είτε είναι άρθρα είτε αποσπάσματα βιβλίων του. Όλα αυτά σε γλώσσα απλή, καθημερινή, χωρίς εκζητήσεις, που διατηρεί τη σαφήνεια και την καθαρότητά της ακόμη και στα δοκίμια, έτσι ώστε να συμπλέει απόλυτα με το όλο ρεαλιστικό κλίμα του βιβλίου. Το συνολικό ύφος γραφής, αρκετά πυκνό, αποπνέει μια αθωότητα, μια καθαρότητα, μια διαύγεια πνεύματος και ψυχής που συνέχει κάποιους ήρωες της ιστορίας, ενώ γίνεται πικρό, επικριτικό, δηκτικό, καυστικό, όπου το πολιτικό και κοινωνικό κατεστημένο ξετυλίγει τις παρωχημένες αντιλήψεις του.
Ο μεσσήνιος συγγραφέας ανήκει, ηλικιακά τουλάχιστον, μάλλον όμως και ιδεολογικά, στη γενιά του Πολυτεχνείου. Άρα συνδέεται άμεσα με τη γενιά των πέντε νέων του βιβλίου του που είχαν όνειρο, με ανιδιοτέλεια, να αλλάξουν τον κόσμο. Η εξόντωση όσων επέμειναν αμετανόητα, η ματαίωση των προθέσεων των υπολοίπων και η αφομοίωσή τους από το σύστημα, μαζί με σχεδόν ολόκληρη τη μεταπολιτευτική γενιά, με συνοδό τη σοβούσα ακόμα κρίση και την εξακολουθητική απουσία συλλογικών οραμάτων, τού έδωσαν το κίνητρο για μια αξιόλογη συγγραφική εμπειρία. Ο αναγνώστης, και ιδιαίτερα ο πάνω – κάτω εξηντάρης, θα προκληθεί να κάνει την αυτοκριτική του, είτε ανήκει στους αμετανόητους οραματιστές, είτε σ’ εκείνους που τα όνειρά τους σκέπασε η σκόνη του χρόνου είτε η πατίνα αλλοίωσης των ιδεών τους τούς έκανε άλλους ανθρώπους, χρησιμοποιώντας εμφανώς τις ανθρώπινες αδυναμίες και τα ελαττώματά τους.
Ο Άγγ. Λάππας καταθέτει τη δική του πρόταση και γι’ αυτό σάς προτείνω να διαβάσετε το βιβλίο, όχι μόνο ως ένα requiem των σπουδαίων οραμάτων εκείνης της γενιάς όσο ως το κείμενο ενός ώριμου, νηφάλιου, ισορροπημένου ηθικού ανθρώπου, που δεν ξέχασε ότι υπήρξε δάσκαλος και ως τέτοιος απευθύνει την πρότασή του στη νέα γενιά.
Ένα μυθιστόρημα για τα αίτια της κρίσης, μέσα από τα φίλτρα της γενιάς που την έφτιαξε αλλά και κάτω από το βλέμμα εκείνων που έμειναν εγνωσμένοι ή ανυποψίαστοι θεατές. Καλή σας ανάγνωση!
*Η Αντωνία Παυλάκου είναι Φιλόλογος – συγγραφέας
Το κείμενο αποτελεί απόσπασμα εκείνου με το οποίο η φιλόλογος Αντωνία Παυλάκου προσέγγισε το εν λόγω μυθιστόρημα κατά την παρουσίασή του στην πόλη μας στις 10-10-2018.