Ψηφίστηκε τελικά η τροπολογία για την επιλογή διευθυντών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και ξεκινούν άμεσα οι διαδικασίες επιλογής νέων, καθώς ο υπουργός Παιδείας γνωστοποίησε ότι πρέπει να τοποθετηθούν το αργότερο μέσα στον Ιανουάριο. Με τη συγκεκριμένη τροπολογία (άρθρο 46 του ν. «Βοσκήσιμες γαίες κ.λπ.») συγκροτούνται 13 περιφερειακά αποκεντρωμένα συμβούλια επιλογής, τα οποία θα έχουν την ευθύνη επιλογής των νέων διευθυντών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Στη διαδικασία της επιλογής των διευθυντών υπολογίζονται 11 μόρια (κατά ανώτατο όριο) σε σχέση με την επιστημονική-παιδαγωγική συγκρότηση και κατάρτιση και 15 μόρια κατά ανώτατο όριο για την υπηρεσιακή κατάσταση και τη διοικητική εμπειρία. Επίσης, για τους υποψηφίους η αποτίμηση γίνεται και με μυστική ψηφοφορία των διευθυντών σχολικών μονάδων, καθώς και των υποδιευθυντών, με 12 μόρια κατά ανώτατο όριο.
Οι υποψήφιοι που δεν συγκεντρώνουν το 20% των έγκυρων ψήφων (από διευθυντές και υποδιευθυντές) μπορούν να συμμετάσχουν στην περαιτέρω διαδικασία επιλογής, χωρίς να προσμετράται η μοριοδότηση των ψήφων επί των 12 μορίων.
Κατά την ψηφοφορία, αν δεν συμπληρωθεί το ποσοστό του 65% του εκλογικού σώματος (που συγκροτείται από διευθυντές και υποδιευθυντές), οι υποψήφιοι συνεχίζουν στην επόμενη φάση της διαδικασίας χωρίς την προσμέτρηση της μοριοδότησης του ποσοστού επί των 12 μορίων. Ακόμη, προστίθεται η διαδικασία της προφορικής συνέντευξης, η οποία θα διενεργείται από τα περιφερειακά συμβούλια (15 μόρια κατά ανώτατο όριο).
«Οικοδόμηση» στελεχών
Βεβαίως, πάνω και από τον τρόπο που θα γίνουν οι επιλογές των διευθυντών, πέρα ακόμη και από τα πρόσωπα, το κυριότερο ζήτημα παραμένει η φιλοσοφία και το ιεραρχικό πλέγμα της διοίκησης που «οικοδομεί» στελέχη, τα οποία καλούνται να εφαρμόσουν μια πολιτική που «γδέρνει» την ήδη ρημαγμένη εκπαιδευτική γη.
Από την άποψη αυτή, το ποιος και πώς επιλέγεται στη θέση του στελέχους έχει μια σημασία, ωστόσο μεγαλύτερη σημασία έχει το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας των στελεχών εκπαίδευσης και η πολιτική που θα υπηρετήσει.
Και βέβαια, στην περίπτωση που το νομοθετικό «πατρόν» των καθηκόντων δεν αλλάξει, στην περίπτωση που η εκπαίδευση συνεχίσει να «ζυμώνεται» με την άθλια μαγιά των μνημονιακών (και όχι μόνο) αντιεκπαιδευτικών νόμων, στην περίπτωση που το σχολείο των περικοπών, του αυταρχισμού και του φτηνού εκπαιδευτικού παραμένει ζώσα πραγματικότητα, τότε δεν θα έχουμε τίποτε περισσότερο από ένα αριστερό ένδυμα σε ένα δεξιό σώμα.
Παιχνίδια εξουσίας
Η διοικητική δομή της εκπαίδευσης είχε υποστεί πολλαπλές αρνητικές παρεμβάσεις κατά το απώτερο και πρόσφατο παρελθόν. Τα τελευταία 40 χρόνια όλες οι κυβερνήσεις μόλις αναλάμβαναν, διέκοπταν εντός ημερών (ούτε καν εβδομάδων) τη θητεία των στελεχών της εκπαίδευσης (διευθυντές Π.Ε. και Δ.Ε.), τοποθετούσαν «προσωρινούς αναπληρωτές διευθυντές Π.Ε. και Δ.Ε.», δεσμεύονταν για άμεσες νέες κρίσεις και νέες επιλογές και έπειτα τους «ξεχνούσαν» για 2 και 3 χρόνια.
Για παράδειγμα, στις 5 Σεπτεμβρίου 2004 -αμέσως μετά την εκλογή της Νέας Δημοκρατίας- είχαμε διακοπή της θητείας και αντικατάσταση των διευθυντών εκπαίδευσης με «προσωρινούς αναπληρωτές διευθυντές Π.Ε. & Δ.Ε.», με την υπόσχεση ότι σύντομα θα ξεκινούσαν κανονικές κρίσεις.
Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας τούς κράτησε μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2007 (για τρία ολόκληρα χρόνια), οπότε οργάνωσε επιτέλους τη διαδικασία κρίσεων-επιλογών, η οποία μάλιστα προέβλεπε συνέντευξη με 20 μόρια.
Πάμε σαν άλλοτε
Από την άποψη αυτή, η σημερινή κυβέρνηση μπορεί να καυχηθεί ότι σεβάστηκε τη θητεία των διευθυντών Π.Ε. και Δ.Ε., οι οποίοι είχαν επιλεγεί επί άλλης κυβέρνησης. Δεν διέκοψε τη θητεία τους, αλλά την παρέτεινε και μετά τη λήξη της στις 31/7/2015.
Ωστόσο, θα μπορούσε να πει κανείς ότι η κίνηση αυτή είχε μια αθέατη, αλλά πολύ ισχυρή αιτία: Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ–ΑΝ.ΕΛΛ. ούτε προλάβαινε, ούτε είχε δημιουργήσει την κατάλληλη υποδομή (πρόσωπα, νομοθεσία), ούτε ενοχλούνταν από την παρουσία των διευθυντών εκπαίδευσης που είχαν οριστεί από την προηγούμενη κυβέρνηση, καθώς είναι γνωστό ότι τα άτομα που διεκδικούν και καταλαμβάνουν αυτές τις θέσεις υπηρετούν ένα σύστημα και δεν επηρεάζονται από τις αλλαγές στους διαχειριστές του συστήματος.
ΣΥΡΙΖΑ VS ΣΥΡΙΖΑ
Αν και το σημαντικότερο είναι να δει κανείς το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας των στελεχών εκπαίδευσης και την πολιτική που θα υπηρετήσει, ας στρέψουμε τους προβολείς και στους όρους επιλογής των νέων διευθυντών, κοντολογίς στο ποιος και πώς επιλέγεται στη θέση του στελέχους: Οπως εύστοχα επισημαίνει ο εκπαιδευτικός Ανδρέας Παπαδαντωνάκης, είναι αλήθεια ότι, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ως αξιωματική αντιπολίτευση ανακοίνωνε στις 18/11/2014 ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ […] θα προχωρήσει, σε συνεργασία με την εκπαιδευτική κοινότητα, στην αναδιάρθρωση του πλαισίου διοίκησης και οργάνωσης της εκπαίδευσης και θα επαναπροκηρύξει όλες τις θέσεις», δεν προδιέθετε πολλούς γι’ αυτό που θα ακολουθούσε.
Και δεν προδιέθετε, επειδή δεν υπήρχαν ενδείξεις σχετικά με τις προθέσεις του. Το αντίθετο, μάλιστα, καθώς -για παράδειγμα- στις 14/1/2013, ο ΣΥΡΙΖΑ σε ερώτηση στη Βουλή, με θέμα «Διορισμός των περιφερειακών διευθυντών εκπαίδευσης με αναξιοκρατικά, αδιαφανή και κομματικά κριτήρια», κατήγγειλε την τότε κυβέρνηση ότι «τα κριτήρια επιλογής σε σχέση με τις αρμοδιότητες μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο εκάστοτε περιφερειακός διευθυντής τοποθετείται, για να εξυπηρετεί το κομματικό συμφέρον και σε αυτό το επίπεδο…».
Μάλιστα, περίπου δύο χρόνια αργότερα, στις 25/2/2015, ο υπουργός Παιδείας Αρ. Μπαλτάς δήλωνε σχετικά με το θέμα: «Δεν υπάρχουν κομματικά κριτήρια σε τέτοιου τύπου διαδικασίες. Υπάρχουν, σύμφωνα με τους νόμους και στο πλαίσιο αυτών των νόμων, αξιολογήσεις όσο το δυνατόν αντικειμενικές […] δεν έχουμε κανένα λόγο να διορίσουμε ανθρώπους που είναι στον ΣΥΡΙΖΑ».
Ως γνωστόν, λίγο αργότερα, η επιλογή των περιφερειακών διευθυντών έγινε τελικά -παρά τις περί του αντιθέτου δηλώσεις- με βασικό κριτήριο τη συνδικαλιστική και κομματική τους δράση. Αλλά και σε σχέση με τη συγκρότηση των υπηρεσιακών συμβουλίων των εκπαιδευτικών, τα πράγματα έδειχναν διαφορετικά από κει που κατέληξαν…
Στις 26/1/2015, ο συντονιστής του Τομέα Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ, Τάσος Κουράκης, λίγο πριν αναλάβει καθήκοντα ως αναπληρωτής υπουργός, δηλώνει σχετικά με το θέμα: «Τα υπηρεσιακά συμβούλια θα λειτουργούν με πλήρη διαφάνεια και με 3 αιρετά μέλη. Σήμερα το ΠΔ 1/2003 προβλέπει 2 αιρετά μέλη, θα προχωρήσουμε σε τροποποίησή του ως προς τον αριθμό των αιρετών μελών».
Ξανά συνέντευξη…
Στον νόμο 4342/15, το άρθρο 42 προβλέπει νέο τρόπο συγκρότησης των υπηρεσιακών συμβουλίων, σύμφωνα με τον οποίο, όχι μόνον δεν υλοποιείται η δέσμευση για τρίτο αιρετό μέλος, αλλά επιπλέον ο ορισμός των δύο από τα πέντε μέλη γίνεται από τον περιφερειακό διευθυντή εκπαίδευσης. Αν και η στόχευση της συγκεκριμένης σύνθεσης των συμβουλίων επιλογής είναι προφανής, εκεί που δοκιμάζεται η λογική είναι το σημείο της συνέντευξης.
Στις 14/5/2015 η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ φέρνει και ψηφίζει στη Βουλή τον νόμο 4327/15: «Επείγοντα μέτρα για την πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια εκπαίδευση και άλλες διατάξεις». Στην αιτιολογική έκθεση του νόμου αναφέρεται: «Η ηγεσία του υπουργείου Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων κρίνει αναγκαίο να προχωρήσει σε νομοθετική ρύθμιση για την επιλογή των διευθυντών σχολικών μονάδων και των διευθυντών εκπαίδευσης.
Τα στελέχη εκπαίδευσης που αναλαμβάνουν θέσεις ευθύνης έχουν ως κύρια αποστολή να συντονίζουν και να διευκολύνουν το εκπαιδευτικό και διοικητικό έργο που επιτελείται […]
Οι παραπάνω προϋποθέσεις δεν είναι δυνατόν να διαπιστωθούν εάν συντρέχουν ή όχι στη διάρκεια μιας ολιγόλεπτης συνέντευξης, η οποία στο παρελθόν χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον για την επιλογή “ημετέρων” της εκάστοτε εξουσίας. Γι’ αυτόν τον λόγο, η ηγεσία του υπουργείου Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων αποσύρει τη διαδικασία της συνέντευξης».
Σήμερα, επτά μήνες μετά την κατάργηση της συνέντευξης από τον ΣΥΡΙΖΑ, ο ΣΥΡΙΖΑ επαναφέρει τη συνέντευξη των υποψηφίων με τροπολογία, την οποία μάλιστα μοριοδοτεί με 15 μόρια…