Η ΔΗΜΑΡ θα μείνει στην ελληνική πολιτική ιστορία ως μια πολύ ιδιαίτερη περίπτωση. Η περίπτωση ενός κόμματος που σε μια συγκεκριμένη στιγμή έπιασε το σφυγμό της κοινωνίας καλύτερα από οποιοδήποτε άλλο κόμμα (θυμηθείτε τις σφυγμομετρήσεις που της έδιναν μέχρι 18%). Και που για έναν λόγο, ο οποίος προσωπικά ακόμα μου διαφεύγει, τον έχασε εντελώς. Πολλές φορές σκέφτομαι τι θα γινόταν αν η ΔΗΜΑΡ είχε μείνει σταθερή στις δεσμεύσεις της να μην εξελιχθεί σε «δεκανίκι της ΝΔ-ΠΑΣΟΚ», να μην αποτελέσει το «αριστερό άλλοθι της τροϊκανής πολιτικής». Σίγουρα σήμερα θα είχε διψήφιο ποσοστό και θα ήταν το κόμμα-κλειδί ρυθμιστής της επόμενης κυβέρνησης, εκείνης που θα βγάλει την Ελλάδα από την κρίση «με την κοινωνία όρθια και την οικονομία ζωντανή», όπως με ελπίδα λέγαμε τότε. Η ακατανόητη στροφή μετά τις εκλογές του 2012 οδήγησε τον πρόεδρο της ΔΗΜΑΡ να διαγράψει τον Πάρι Μουτσινά και μένα, διότι αρνηθήκαμε να ακολουθήσουμε τη στροφή αυτή. Οι εξελίξεις μας δικαίωσαν με ηχηρό τρόπο. Σε βαθμό που κάθε σχολιασμός περιττεύει.
Σήμερα βλέπω με ικανοποίηση πρώην συντρόφους μου να κάνουν βήματα προς αυτό που αποτελεί για τη δική μας πολιτική κίνηση, αυτή που ιδρύσαμε μετά τη διαγραφή μας με τη συμμετοχή πολλών ακόμη φίλων, την «Κοινωνία Πρώτα», την σταθερή μας πολιτική επιδίωξη: την ενότητα δράσης όλων των αριστερών, προοδευτικών, δημοκρατικών, οικολογικών δυνάμεων. Μαζί τους συναντηθήκαμε πάλι, πριν ένα μήνα, στην εκδήλωση των απολυμένων της ΕΡΤ. Πριν λίγες μέρες κάθισα πλάι σε μια πρώην συντρόφισσα της ΔΗΜΑΡ στην εκδήλωση που διοργάνωσε ο ΣΥΡΙΖΑ για να αντισταθούμε όλοι μαζί στο ξεπούλημα του ελληνικού αιγιαλού.
Η ΔΗΜΑΡ όμως πρέπει τώρα να ξεκαθαρίσει την πορεία της. Η ιστορία αυτού του κόμματος δείχνει ότι ήταν μείγμα δυο τάσεων από τις οποίες δεν μπορεί να προκύψει κοινή συνισταμένη. Η μία τάση είναι αυθεντικά αριστερή, έστω και αν ορισμένες φορές χάνεται σε πλάγια μονοπάτια. Η άλλη τάση χρησιμοποιεί την αριστερή αίγλη μόνο ως άρωμα για να καλύψει μια πολιτική η οποία δεν διαφέρει, επί της ουσίας, από εκείνη της σημερινής κυβέρνησης. Είχα γράψει στις 29 Απριλίου 2014 ότι η πιο έντιμη λύση είναι αυτές οι δυο τάσεις να πάρουν ένα πολιτισμένο διαζύγιο. Στους λίγους μήνες που πέρασαν αυτό υλοποιήθηκε ήδη σε μεγάλο βαθμό.
Μένει τώρα ο καθένας να διαλέξει ξεκάθαρα το πολιτικό στρατόπεδο μέσα από το οποίο θα δώσει τη μάχη. Αν η ιδέα του «τρίτου πόλου» είχε κάποια βάση πριν τις εκλογές του 2012, σήμερα είναι εντελώς άτοπη. Στην επερχόμενη πολιτική σύγκρουση θα αναμετρηθούν δυο συμμαχίες και δυο πολιτικές. Η μια, με ΝΔ, ΠΑΣΟΚ (ή όποια παραλλαγή τύπου Ελιά κλπ.), συν ή πλην Ποτάμι, θα επιχειρήσει τη συνέχιση της μέχρι τώρα νεοφιλελεύθερης πολιτικής. Η άλλη θα αντιταχθεί σε αυτή για να την ανατρέψει. Αυτή η αντί-νεοφιλελεύθερη συμμαχία θα δομηθεί με όρους κοινωνικούς και πατριωτικούς. Θα εκπροσωπήσει τα μικρομεσαία στρώματα της κοινωνίας, που απειλούνται σήμερα από μια αρπακτική εγχώρια κομπραδόρικη ελίτ, θα πρωτοστατήσει στην ανασύσταση του παραγωγικού ιστού της χώρας, θα πάρει άμεσα μέτρα ανακούφισης των ασθενέστερων. Και θα υπερασπίσει τα ελληνικά συμφέροντα σε μια Ευρώπη που απειλείται, όχι από τη Γερμανία ως έθνος, αλλά από τον Μερκελισμό, δηλαδή την νέο-επεκτατική γερμανική δεξιά.
Στη συμμαχία αυτή δεν περισσεύει κανείς. Και κανείς δεν θα θέσει ως προαπαιτούμενο στην ΔΗΜΑΡ να εξηγήσει το δρόμο που την οδήγησε σε αυτήν. Αυτό όμως που είναι απαραίτητο είναι να ξεκαθαρίσουμε και να συμφωνήσουμε ρητά τι θέλουμε και τι δεν θέλουμε. Το τι δεν θέλουμε είναι απλό: δεν θέλουμε την πολιτική ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, δεν θέλουμε την κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου ή όποια άλλη παραλλαγή, δεν θέλουμε την Τρόικα-αφεντικό. Το τι θέλουμε πρέπει να αποτυπωθεί σε ένα κοινό πρόγραμμα της ευρύτερης συμμαχίας των αριστερών, προοδευτικών, δημοκρατικών, οικολογικών δυνάμεων. Οι δυο πρωτοβουλίες που πήρε πρόσφατα ο ΣΥΡΙΖΑ, για τη δημόσια ΔΕΗ και την προστασία του αιγιαλού και των παραλιών, δείχνουν το δρόμο. Στην πρώτη η ΔΗΜΑΡ έστειλε μια επιστολή. Στη δεύτερη έστειλε δυο εκπροσώπους. Eλπίζω να συνεχίσουμε σε αυτό το δρόμο …