Όταν θέλεις κάτι να μην πετύχει, τότε μέχρι και τα άστρα θα συνωμοτήσουν γι’ αυτό. Αυτό συνέβη στο πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων. Σχεδόν 3,5 χρόνια μετά, και παρά το γεγονός ότι η πολιτεία δημιούργησε έναν ολόκληρο μηχανισμό με υπερεξουσίες για τη μείωση του κράτους, το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων παραμένει καθηλωμένο. Τόσο σε ό,τι αφορά τα εκτιμώμενα έσοδα, όσο -το πιο σημαντικό- και την επίτευξη του στόχου οι αποκρατικοποιήσεις να αποτελέσουν μοχλό ανάπτυξης της χώρας.
Τα έσοδα, από 50 δισ. ευρώ που είχαν εκτιμηθεί αρχικά, έχουν περιοριστεί στο 1/5. Και ο στόχος αυτός μένει ακόμη να υλοποιηθεί. Με εξαίρεση δε την αποκρατικοποίηση του ΟΠΑΠ, η οποία συντελέστηκε και απέδωσε έσοδα, καμία άλλη μεγάλη μέχρι στιγμής αποκρατικοποίηση δεν έχει ολοκληρωθεί. Ενδεικτικό είναι ότι από τα έσοδα ύψους περίπου 3 δισ. ευρώ που έχει σημειώσει μέχρι σήμερα το ΤΑΙΠΕΔ, περίπου 1,6 δισ. ευρώ προέρχεται από τον ΟΠΑΠ, δηλαδή την πώληση αδειών και μετοχών του, και άλλο 1,1 δισ. ευρώ από τις τηλεπικοινωνίες. Συγκεκριμένα, από την πώληση μετοχών ΟΤΕ (10%) και τις άδειες κινητής τηλεφωνίας. Ετσι, σε ποσοστό 90% τα έσοδα αποκρατικοποιήσεων προέρχονται από τις βιομηχανίες: των τηλεπικοινωνιών, η οποία ήταν ήδη αποκρατικοποιημένη, και των τυχερών παιγνίων, που θεωρείται «ελαφράς ηθικής» για να παραμένει στο κράτος. Αντίθετα, υπήρξαν πολλοί λόγοι το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων να μην επιτύχει.
1. Δυσμενές κλίμα: Με την απόδοση των ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου να κυμαίνεται σε διψήφια νούμερα, είναι λίγο δύσκολο να βρεθούν σοβαροί επενδυτές να τοποθετήσουν κεφάλαια όσο ελκυστικά και να είναι τα περιουσιακά μας στοιχεία.
2. Υπερβολικές αξιώσεις: «Όταν πουλάς κάτι, φροντίζεις να υπερτιμάς την αξία του», έλεγε πρόσφατα στέλεχος του ΤΑΙΠΕΔ, υπογραμμίζοντας ότι το ίδιο έκανε και η ελληνική κυβέρνηση το 2011. «Εμείς τους είπαμε ότι μπορούμε να τους φέρουμε 50 δισ. και αυτοί (σ.σ.: η τρόικα) το αποδέχτηκαν». Η αντίληψη περί υπεραξιών ήταν ευρέως διαδεδομένη και τα ΜΜΕ συχνά έκαναν λόγο για ακίνητα αξίας 300 δισ. ευρώ που είχε το Δημόσιο στη διάθεσή του.
3. Απουσία εμπειρίας: Μέχρι το 2011, το ελληνικό κράτος είχε πραγματοποιήσει σε μια δεκαετία τρεις αποκρατικοποιήσεις, της Εμπορικής Τράπεζας, του ΟΤΕ και του ΟΛΠ. Ξαφνικά κλήθηκε να πραγματοποιήσει μέσα σε μια πενταετία τουλάχιστον 30 αποκρατικοποιήσεις.
4. Έλλειψη συντονισμού: Η τρόικα εδώ και πολλούς μήνες πιέζει για τη δημιουργία ενός άτυπου οργάνου μεταξύ ΤΑΙΠΕΔ, Mεγάρου Μαξίμου, ΥΠΟΙΚ και κάθε άλλου συναρμόδιου υπουργείου, που θα προετοιμάζει, κανονιστικά και ρυθμιστικά, κάθε μία αποκρατικοποίηση ξεχωριστά. Το όργανο αυτό ακόμη δεν έχει συσταθεί.
5. Γραφειοκρατία: Χρειάστηκαν περισσότερο από 18 μήνες για να συγκεντρωθούν οι τίτλοι 1.000 ακινήτων που εισφέρθηκαν στο ΤΑΙΠΕΔ.
6. Απουσία πολιτικής βούλησης: Είναι ο βασικότερος παράγοντας αποτυχίας του προγράμματος. Εκτός του πρωθυπουργού, χρειάζεται ένα κυβερνητικό σχήμα να δουλέψει προς αυτήν την κατεύθυνση και μάλιστα συνεκτικά. Αυτό δεν έγινε σε πολλές περιπτώσεις (ΟΛΠ, ΕΥΑΘ, Ελληνικό κ.λπ.) και η απουσία πολιτικής βούλησης να προχωρήσουν οι αποκρατικοποιήσεις, εκφράστηκε κυρίως στις συχνές αλλαγές διοίκησης. Θεωρείται δεδομένο ότι όσο πιο σύντομη είναι η θητεία μιας διοίκησης, τόσο λιγότερο αποδοτική είναι αυτή, ενώ ακόμη μικρότερη επιρροή έχει στο έργο της. Είναι γνωστές, άλλωστε, οι «τρικλοποδιές» όχι της αντιπολίτευσης που θεωρούνται δεδομένες, αλλά της συμπολίτευσης.
kathimerini.gr