Γράφει ο Γιάννης Ανδρουλιδάκης
Στις 15 Ιουλίου συμπληρώθηκαν 43 χρόνια από το πραξικόπημα που επιχείρησε η χούντα του Ιωαννίδη εναντίον του Μακαρίου, το οποίο έδωσε την αφορμή που χρόνια περίμενε η Τουρκία . Πέντε μέρες αργότερα εισέβαλε στην Κύπρο και με τον Αττίλα 1 και 2 να κατέλαβε το 37% του εδάφους της. Όλο αυτό το διάστημα έγιναν πολλές προσπάθειες επίλυσης του προβλήματος, όλοι οι Πρόεδροι της κυπριακής δημοκρατίας φιλοδόξησαν να υπογράψουν τη λύση, προτάθηκαν σχέδια και χάρτες(που κατά κανόνα ήταν σε βάρος της ελληνοκυπριακής πλευράς), αλλά η κατάληξη ήταν η ίδια: αδιέξοδο. Τελευταία απόπειρα οι συνομιλίες στο Grans Montana της Ελβετίας οι οποίες είχαν την ίδια τύχη.
Πολλά γράφτηκαν για αυτήν την αποτυχία και ακόμη περισσότερα ψιθυρίζουν διάφοροι κύκλοι. Αυτό που έχει σημασία, ωστόσο, είναι ότι το κυπριακό συνεχίζει να χρονίζει και να γίνεται πιο περίπλοκο, επειδή οι δυνάμεις που θα μπορούσαν να συμβάλλουν ουσιαστικά στη λύση του με βάση το διεθνές δίκαιο και να πιέσουν την Τουρκία (η οποία πήγε στην Κύπρο για να μείνει) δεν το πράττουν, αφού με την υπάρχουσα κατάσταση εξυπηρετούνται μια χαρά τα συμφέροντα τους. Αποδείχθηκε, επιπλέον, πόσο ουτοπική ήταν η άποψη που θεωρούσε ότι το πρόβλημα θα λυθεί με την ένταξη του νησιού στην ΕΕ, γιατί , υποτίθεται, η πολιτισμένη Ευρώπη της δημοκρατίας και της αλληλεγγύης δε θα ανεχόταν ούτε την παράνομη κατοχή ευρωπαϊκού εδάφους, ούτε το να παραμένει μέχρι σήμερα η Λευκωσία η μοναδική διχοτομημένη ευρωπαϊκή πρωτεύουσα. Ακόμη διαψεύστηκαν οι ελπίδες όσων υποστήριζαν ότι η λύση θα έρθει λόγω του υποθαλάσσιου πλούτου του μαρτυρικού νησιού. Τα γεωπολιτικά συμφέροντα άλλαξαν στην περιοχή, έγιναν νέες συμμαχίες(Ισραήλ), οι γεωτρήσεις θα ξεκινήσουν, οι πολυεθνικές θα εκμεταλλευτούν πιθανά κοιτάσματα, αλλά το κυπριακό παραμένει γόρδιος δεσμός. Φάνηκε ,τέλος, πόσο δίκιο είχε ο μακαρίτης Πρόεδρος της Κύπρου, ο Τάσσος Παπαδόπουλος , όταν σχεδόν μόνος αντιστάθηκε σθεναρά και παρά τις απειλές και τις αφόρητες πιέσεις δεν υπέκυψε και δεν αποδέχτηκε το σχέδιο Ανάν. Τα λόγια του «παρέλαβα κράτος διεθνώς αναγνωρισμένο, δε θα παραδώσω κοινότητα» σε εκείνο το συναισθηματικά φορτισμένο διάγγελμα της 7ης Απριλίου του 2004 αποτελούν παρακαταθήκη και οδηγό για το μέλλον.
Σήμερα 43 χρόνια μετά η κυπριακή τραγωδία συνεχίζεται. Με δεδομένο ότι η τουρκική πλευρά όχι μόνο παραμένει αμετακίνητη, αλλά εγείρει συνεχώς νέες αξιώσεις πολλοί θεωρούν ότι θα πρέπει η ελληνοκυπριακή πλευρά να αναπροσαρμόσει την τακτική της. Το κυπριακό ασφαλώς και δεν πρόκειται να λυθεί άμεσα και ο δρόμος θα είναι μακρύς μέχρι την επανένωση του νησιού. Γι αυτό επιβάλλεται μέσα σ αυτό το τέλμα και τη στασιμότητα να τεθεί το θέμα στην πραγματική του διάσταση κα να ξαναμπεί στη σωστή βάση του. Πρέπει να ειπωθεί και πάλι η αδιαμφισβήτητη αλήθεια, ότι δηλαδή είναι πρόβλημα διεθνές, εισβολής και παράνομης κατοχής του 37% της κυπριακής δημοκρατίας, ενός κράτους ανεξάρτητου, μέλους της ΕΕ και άλλων διεθνών οργανισμών. Δεν είναι ζήτημα διμερές ,τετραμερές ή πενταμερές, όπως επιχειρεί να το παρουσιάσει η Τουρκία και άλλοι παράγοντες. Πρόκειται για στρατιωτική απόβαση και κατάληψη εδάφους, με εκατοντάδες αγνοούμενους τόσα χρόνια μετά, για ωμή παραβίαση του διεθνούς δικαίου και γι αυτό η λύση πρέπει να στηρίζεται στα ψηφίσματα και τις αποφάσεις του ΟΗΕ. Είναι ο σταθερός διπλωματικός δρόμος που μακροπρόθεσμα μπορεί να φέρει καρπούς και να οδηγήσει σε άρση του αδιεξόδου.
Σε αυτήν την κατεύθυνση, νομίζω, πρέπει να κινητοποιηθεί εκτός από τη διπλωματία και η ευρωπαϊκή αριστερά. Το κυπριακό είναι ανάγκη να προβάλλεται με ένταση σε κάθε ευκαιρία από κάθε δημοκρατική και προοδευτική φωνή που αγωνίζεται κατά της αδικίας. Για να δοθεί μια λύση όχι προβληματική και θνησιγενής, αλλά δίκαιη , για το συμφέρον των δύο κοινοτήτων, χωρίς εγγυήτριες δυνάμεις, χωρίς ξένους στρατούς, σε μια Κύπρο με μία ιθαγένεια και μία κρατική οντότητα, ενιαία και αδιαίρετη με ισονομία και ισοπολιτεία για όλους τους κατοίκους της. Για να ξανανθίσουν τα χαμόγελα στη γη της λεμονιάς και της ελιάς.
Ο Γιάννης Ανδρουλιδάκης είναι εκπαιδευτικός στο 6ο Λύκειο Καλαμάτας.