Οσία Μαρία η Αιγυπτία

osia maria i aiguptiaΤου Παναγιώτη Παπανικολάου

Πλη­σιά­ζει το Πά­σχα και η Εκ­κλη­σί­α έ­χει α­φι­ε­ρώ­σει την Πέμ­πτη Κυ­ρια­κή των νη­στει­ών της Με­γά­λης Τεσ­σα­ρα­κο­στής (6 Α­πρι­λί­ου φέ­τος) στη μνή­μη της ο­σί­ας Μα­ρί­ας της Αι­γυ­πτί­ας «προς δι­έ­γερ­σιν των ρα­θύ­μων και α­μαρ­τω­λών εις με­τά­νοι­αν», ό­πως γρά­φε­ται στο Συ­να­ξά­ρι της. (Ση­μει­ω­τέ­ον πως, ό­σα έ­χουν προ­σφέ­ρει τα Συ­να­ξά­ρια, δεν έ­χει προ­σφέ­ρει τί­πο­τε άλ­λο στο Γέ­νος).

Η ο­σί­α Μα­ρί­α, πριν α­σκη­τεύ­σει, ζού­σε α­πό έ­φη­βη τις πε­ρι­πέ­τει­ες της «κοι­νής γυ­ναί­κας», ό­χι για το χρή­μα, αλ­λά α­πό α­κό­ρε­στη κτη­τι­κό­τη­τα και ξέ­φρε­νη ευ­χα­ρί­στη­ση. Ό­ταν, ό­μως, θέ­λη­σε να προ­σκυ­νή­σει, στη γι­ορ­τή της υ­ψώ­σε­ως του Τι­μί­ου Σταυ­ρού στα Ι­ε­ρο­σό­λυ­μα, το Τί­μιο Ξύ­λο, κά­ποι­α δύ­να­μη την εμ­πό­δι­ζε να δι­έλ­θει την εί­σο­δο του Να­ού, με α­πο­τέ­λε­σμα να προ­σευ­χη­θεί με στα­θε­ρό­τη­τα σε πα­ρα­κεί­με­νη ει­κό­να της Θε­ο­τό­κου, α­να­γνω­ρί­ζον­τας την κό­λα­ση (την «ύ­βριν της φύ­σε­ως») στην ο­ποί­α ζού­σε και λέ­γον­τας στην Πα­να­γί­α ό­τι ο Υι­ός της (ο Χρι­στός) εν­σαρ­κώ­θη­κε για τις α­μαρ­τί­ες των αν­θρώ­πων. Μά­λι­στα, υ­πο­σχέ­θη­κε, ως έμ­πρα­κτη με­τά­νοι­α, την α­να­χώ­ρη­σή της για α­σκη­τι­κή ζω­ή και έ­θε­σε, ως ε­χέγ­γυ­ο στο Χρι­στό για τη δυ­να­τό­τη­τα προ­σκύ­νη­σης του Σταυ­ρού Του, την ί­δια τη Θε­ο­τό­κο. Εν­τέ­λει, η ο­σί­α με πολ­λούς α­σκη­τι­κούς α­γώ­νες, έ­φτα­σε σε με­γά­λα μέ­τρα α­γι­ό­τη­τας και έ­κτα­κτα χα­ρί­σμα­τα. Α­να­χώ­ρη­σε α­πό τον πα­ρόν­τα βί­ο, α­φό­του κοι­νώ­νη­σε α­πό τον αβ­βά Ζω­σι­μά των Α­χράν­των Μυ­στη­ρί­ων, δη­λα­δή του Σώ­μα­τος και του Αί­μα­τος του Χρι­στού.

 

Ί­σως κά­ποι­ος να πε­ρί­με­νε α­να­λύ­σεις α­να­φο­ρι­κά με τον πε­ρι­πε­τει­ώ­δη βί­ο αυ­τής, αλ­λά αυ­τά α­νή­κουν σε αν­θρώ­πους που δύ­ναν­ται. Ο γρά­φων τα κα­τα­θέ­τει με το θάμ­βος της μα­θη­τεί­ας στα με­γα­λεί­α του Θε­ού.