Όχι στο νομοσχέδιο της  κυβέρνησης  για τις λαϊκές αγορές

Γράφει  ο Θανάσης Πετράκος

Η κυβέρνηση της ΝΔ, ανατρέπει πλήρως το χαρακτήρα του  θεσμού των λαϊκών αγορών, με τη νομοθέτηση της εισόδου σ΄ αυτές του μεγάλου ιδιωτικού κεφαλαίου.

Για πρώτη φορά, μετά από ενενήντα δύο χρόνια λειτουργίας των λαϊκών αγορών, η κυβέρνηση της Ν.Δ. δίνει τη δυνατότητα σε ιδιωτικές εταιρείες, αρχικά σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, να είναι οι φορείς άσκησης της διαχείρισης των λαϊκών αγορών, με τη γνωστή μορφή των ΣΔΙΤ, ενώ μέχρι σήμερα την ευθύνη της λειτουργίας των λαϊκών αγορών είχαν οι Περιφέρειες. Ακόμη, δίνει τη δυνατότητα να ανατίθενται σε εξωτερικούς συνεργάτες, ιδιώτες δηλαδή, υπηρεσίες που αφορούν στη λειτουργία των λαϊκών αγορών. 

Ταυτόχρονα,  θεσμοθετεί για πρώτη φορά τη δυνατότητα να έχουν πάγκους στις λαϊκές αγορές, μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις και σούπερ-μάρκετ (αυτά, που θησαύρισαν την περίοδο της πανδημίας).

Οι λαϊκές αγορές, όπως όλοι τις ξέρουμε, έχουν ως σκοπό να διαθέτουν οι παραγωγοί την παραγωγή τους στους καταναλωτές απευθείας, χωρίς μεσάζοντες, ώστε τα χαμηλά οικονομικά στρώματα, να μπορούν να προμηθεύονται φρέσκα και φθηνά προϊόντα, με την ευθύνη και την εποπτεία της πολιτείας. Μάλιστα, τα κριτήρια για τους παραγωγούς και όσους μικροεπαγγελματίες παίρνουν άδεια για να διαθέσουν τα προϊόντα τους στις λαϊκές ήταν μέχρι σήμερα κυρίως κοινωνικά, με βασικό κριτήριο την οικονομική κατάσταση, την ανεργία,την υπαγωγή σε ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες κτλ. 

Χιλιάδες παραγωγοί και επαγγελματίες, θα βρεθούν κυριολεκτικά στον δρόμο, αφού οι άδειες που χορηγούνταν με κοινωνικά κριτήρια καταργούνται. Μετατρέπονται σε θέσεις δραστηριότητας, οι οποίες θα βγαίνουν σε πλειστηριασμό, και θα κατοχυρώνονται σε όποιον κάνει την καλύτερη χρηματική προσφορά. Προφανώς, οι δυνατότητες των αγροτών είναι πολύ περιορισμένες σε σχέση με αυτούς που έχουν σούπερ-μάρκετ. Επιπλέον, τα υπόλοιπα κριτήρια διεκδίκησης, εκτός από τη χρηματική προσφορά, είναι τουλάχιστον αξιοπερίεργα, με μειωμένα δραστικά τα κοινωνικά χαρακτηριστικά.

Όσοι  επαγγελματίες και παραγωγοί καταφέρουν να διατηρήσουν προσωρινά τις άδειές τους,  και με τον τρόπο αυτό την ίδια την εργασία τους, θα δουν τα εισοδήματά τους να μειώνονται δραματικά, λόγω των αυξημένων εξόδων λειτουργίας τους. Οι ποινές  που προβλέπονται για πιθανές παραβάσεις είναι εξοντωτικές και οι  απαιτήσεις για τους τρόπους διάθεσης των προϊόντων παράλογες.

Καταργείται η ενιαία μέχρι σήμερα ανταποδοτικότητα του κόστους θέσης, οι  Δήμοι  θα γνωμοδοτούν πλέον για τον καθορισμό του ανταποδοτικού τέλους προς τον Φορέα Διαχείρισης, και αφαιρείται η δυνατότητα εκπροσώπησης των συλλογικών οργάνων των παραγωγών και μικροεπαγγελματιών, στα νέα νομικά πρόσωπα που δημιουργούνται, με αποτέλεσμα τον αποκλεισμό τους από τους σχεδιασμούς και τις αποφάσεις.

Οι αλλαγές που προτείνονται θα επιφέρουν και αυξήσεις στις τιμές των προϊόντων. Η πρόσβαση των εργαζομένων και των συνταξιούχων στα απαραίτητα είδη διατροφής και στα άλλα εμπορεύματα σε προσιτές τιμές, όπως αυτό συμβαίνει σήμερα, θα περιοριστεί δραματικά και ιδιαίτερα στην ασφυκτική οικονομική  περίοδο που αντιμετωπίζουμε τα τελευταία χρόνια.

Η «Αγωνιστική Συνεργασία Πελοποννήσου», απαιτεί την οριστική απόσυρση του νομοσχεδίου, που οδηγεί τον θεσμό των λαϊκών αγορών στον αφανισμό μαζί με τους παραγωγούς και μικροεπαγγελματίες που απασχολούνται σ΄ αυτές, παραχωρώντας τους βορά στα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα στο χώρο της διατροφής.

Η «Αγωνιστική Συνεργασία Πελοποννήσου», καλεί το Περιφερειακό Συμβούλιο Πελοποννήσου και τον Περιφερειάρχη   να πούμε ΟΧΙ στο Νομοσχέδιο της κυβέρνησης   και να  διεκδικήσουμε δυναμικά μαζί με τους παραγωγούς τους επαγγελματίες και τους καταναλωτές , την απόσυρση   αντιλαϊκού  αυτού  νομοσχεδίου.