Τι δείχνουν τα στοιχεία της τριετίας 2014-2017 – Την ίδια ώρα που ο μισθός στον ιδιωτικό τομέα υποχώρησε κατά 2,9%
Σύμφωνα, λοιπόν, με τα στοιχεία που επεξεργάστηκε ο ΣΕΒ, την υπό εξέταση τριετία ο μέσος μισθός για τους εργαζόμενους με σχέση εργασίας ιδωιτικού δικαίου διαμορφώθηκε το 2017 στα 1.502 ευρώ από 1.286,6 ευρώ το 2014.
Στον αντίποδα ο μέσος μισθός στο σύνολο του ιδιωτικού τομέα από τα 1.011,2 ευρώ του 2014, μειώθηκε στα 982,4 ευρώ το 2017, μια μείωση, δηλαδή, της τάξης του 2,9%.
Βάσει της ίδιας εξπεργασίας προέκυψε επίσης ότι περίπου ένας στους τέσσερις απασχολουμένους το 2017 αμείβεται με ποσό μέχρι 500 ευρώ. Οι κλάδοι που βρίσκονται στις τρεις πρώτες θέσεις απασχόλησης με κατώτατο και υποκατώτατο μισθό (εστίαση με 25,5% των απασχολούμενων με κατώτατο και υποκατώτατο μισθό, χονδρικό και λιανικό εμπόριο 22,71%) είναι οι κλάδοι που εμφανίζονται και στην πρώτη δεκάδα των κλάδων με την μεγαλύτερη μεταβολή της συνολικής απασχόλησης και αντιπροσωπεύουν το 52% (89 χιλιάδες περίπου) των νέων θέσεων που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό την περίοδο 2014-2017 (171.000 νέες θέσεις εργασίας).
Αναλυτικά, η επισκόπηση της ειδικής έκθεσης του ΣΕΒ αναφέρει:
Τι αποκαλύπτουν τα στοιχεία της ΕΡΓΑΝΗΣ (2014-2017) για τις θέσεις εργασίας και τον κατώτατο μισθό
Η ΤτΕ στα πλαίσια της διαδικασίας που έχει εκκινηθεί για τον επανακαθορισμό του κατώτατου μισθού ζήτησε από το Υπουργείο Εργασίας αναλυτικά στοιχεία από το πληροφοριακό σύστημα ΕΡΓΑΝΗ (τα οποία θα έπρεπε ούτως ή άλλως να αποτελούν δημόσια δεδομένα). Αυτά τα στοιχεία τέθηκαν στην διάθεση και των φορέων που συμμετέχουν στη θεσμοθετημένη διαδικασία διαβούλευσης για τον κατώτατο μισθό. Ο τομέας Απασχόλησης και Αγοράς Εργασίας του ΣΕΒ προχώρησε (αναμένοντας από το Υπουργείο Εργασίας και τα στοιχεία για το 2018) σε ανάλυση των στοιχείων αυτών, από τα οποία προκύπτουν τα ακόλουθα συμπεράσματα:
Περίπου ένας στους τέσσερις απασχολουμένους το 2017 αμείβεται με ποσό μέχρι 500 ευρώ. Οι κλάδοι που βρίσκονται στις τρεις πρώτες θέσεις απασχόλησης με κατώτατο και υποκατώτατο μισθό (εστίαση με 25,5% των απασχολούμενων με κατώτατο και υποκατώτατο μισθό, χονδρικό και λιανικό εμπόριο 22,71%) είναι οι κλάδοι που εμφανίζονται και στην πρώτη δεκάδα των κλάδων με την μεγαλύτερη μεταβολή της συνολικής απασχόλησης και αντιπροσωπεύουν το 52% (89 χιλιάδες περίπου) των νέων θέσεων που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό την περίοδο 2014-2017 (171 χιλ. νέες θέσεις εργασίας).
Συνολικά, το 77,14% των εργαζόμενων με κατώτατο και υποκατώτατο μισθό απασχολούνται σε πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις. Στις μεσαίες επιχειρήσεις ο λόγος αυτός γίνεται 1 στους 2 και στις μεγάλες επιχειρήσεις 1 στους 10 εργαζόμενους.
Παρατηρείται τάση μείωσης τόσο του μέσου (€982,4 το 2017 αντί €1.011,2 το 2014) όσο και του διάμεσου μισθού (€812,4 το 2017 αντί €854,7 το 2014) για την περίοδο 2014-2017. Δηλαδή η ψαλίδα μεταξύ κατώτατου και διάμεσου μισθού μειώνεται (κατώτατος ως ποσοστό 72% του διάμεσου) γεγονός που φέρνει πιο κοντά το μέσο εργαζόμενο στο επίπεδο του κατώτατου μισθού, που σημαίνει ότι μεταβολές στον κατώτατο μισθό επηρεάζουν άμεσα μεγαλύτερο αριθμό εργαζομένων.
Αξιοσημείωτη είναι η αύξηση του μέσου (€1.502 το 2017 αντί €1.286,6 το 2014) αλλά και του διάμεσου μισθού (€1.092 το 2017 αντί €887 το 2014) την εξεταζόμενη περίοδο στον κλάδο της δημόσιας διοίκησης, για τον οποίο το σύστημα ΕΡΓΑΝΗ καταγράφει κυρίως τους συμβασιούχους και μετακλητούς υπαλλήλους.
Οι μισθοί στη μεταποίηση (€1.111,4 έναντι μέσου μισθού €982,4 στο σύνολο των κλάδων) είναι υψηλότεροι κατά 13% του μέσου όρου του συνόλου των κλάδων, ενώ στην εστίαση (€366,8) είναι χαμηλότεροι κατά 63% και στο λιανικό εμπόριο (€757,1) χαμηλότεροι κατά 23% του μέσου όρου. Η ίδια εικόνα παρατηρείται και στην περίπτωση του διαμέσου μισθού για την περίοδο 2014-2017.
Το μεγαλύτερο μερίδιο των απασχολουμένων (60% περίπου) συγκεντρώνεται στις ηλικίες 25-44 ετών, μερίδιο που όμως φαίνεται υποχωρεί. Αυτό προκύπτει καθώς παρουσιάζεται υψηλότερος ρυθμός αύξησης της απασχόλησης στις ηλικίες 44+ αλλά και στις ηλικίες κάτω των 24. Τα στοιχεία αυτά επιβεβαιώνουν τις συνέπειες του brain drain στον οικονομικά ενεργό πληθυσμό της χώρας και κυρίως στις ηλικίες 25-44 ετών.
Ο κύριος όγκος των θέσεων εργασίας που καταγράφει το ΕΡΓΑΝΗ αφορά το καθεστώς πλήρους απασχόλησης (67,7%), μέγεθος που όμως υποχωρεί ελαφρά τα τελευταία δύο χρόνια (2016-2017) ενώ το μερίδιο των θέσεων εργασίας μερικής απασχόλησης αυξάνεται ελαφρά και πλέον διαμορφώνεται στο 28,4%.
Κάθε θέση εργασίας που δημιουργείται δεν ταυτίζεται με έναν μοναδικό απασχολούμενο, καθώς ενδεικτικά ένας εργαζόμενος μπορεί να δουλεύει σε 2 ή και 3 θέσεις μερικής απασχόλησης. Έτσι διατηρείται χαμηλός ο εθνικός δείκτης απασχόλησης (55% έναντι 69% στην Ε.Ε., Q2 2018). Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο παρά την αύξηση του αριθμού των θέσεων εργασίας συνολικά ο αριθμός των εργαζόμενων σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ παραμένει κάτω από τα προ κρίσης επίπεδα .
Οι θέσεις πλήρους απασχόλησης σημείωσαν αύξηση (9,11%) στην μεταποίηση κατά την εξεταζόμενη περίοδο ενώ στους κλάδους εστίαση-καταλύματα εμφάνισαν μικρή μονοψήφια μείωση. Αντιθέτως, οι θέσεις μερικής απασχόλησης σημείωσαν μεγάλη αύξηση στο εμπόριο (18,3%) και την εστίαση (29,6%).
Το 2014-2017 καταγράφεται υψηλή ποσοστιαία μεταβολή (+48,7%) στις θέσεις εργασίας που αμείβονται με 501-600 ευρώ, μισθολογική κλάση που περιλαμβάνει και τους αμειβόμενους στον κατώτατο και υποκατώτατο μισθό. Σε απόλυτα μεγέθη την μεγαλύτερη μεταβολή (28,51%, αύξηση κατά 108.227 εργαζόμενους) σημειώνουν οι θέσεις εργασίας στο μισθολογικό κλιμάκιο 0-500 ευρώ, το οποίο περιλαμβάνει και τις θέσεις εργασίας μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης.
Τα στοιχεία αυτά πρέπει να ληφθούν υπόψη στο σχεδιασμό επανακαθορισμού του κατώτατου μισθού, καθώς καταγράφουν μια πραγματικότητα σύμφωνα με την οποία η απασχόληση σε χαμηλούς μισθούς, περιλαμβανομένου του κατώτατου και του υποκατώτατου, έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια και πλέον αγγίζει το 25% των θέσεων εργασίας που καταγράφονται στο ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ. Μάλιστα, αυτή η αύξηση επικεντρώνεται σε συντριπτικό βαθμό σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και σε κλάδους που έχουν αυξημένη ένταση χρήσης και μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης αλλά και μια παράδοση καταβολής χαμηλών αποδοχών (εμπόριο, εστίαση).
Προκύπτει συνεπώς ότι μια αύξηση του κατώτατου μισθού, ειδικά αν είναι μεγάλη, θα επηρεάσει σημαντικό μέρος της αγοράς εργασίας, και μάλιστα σε επιχειρήσεις που λόγω της εντατικής προσφυγής σε θέσεις εργασίας μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης βρίσκονται σε θέση να προχωρήσουν σε εύκολη υποκατάσταση πλήρους με μερική ή εκ περιτροπής απασχόληση ή και ημιδηλωμένη απασχόληση. Όπως επανειλημμένα έχουμε τονίσει σε αυτό το εργασιακό και μισθολογικό περιβάλλον αποτελεί μείζονα προτεραιότητα η αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων. Θα περιμέναμε συνεπώς να προστεθεί ακόμη ένα άρθρο στο ν/σ που συζητείται αυτές τις μέρες στη Βουλή για τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών των ελεύθερων επαγγελματιών, με αντικείμενο τη μείωση εισφορών και των μισθωτών!
Διαβάστε ΕΔΩ όλη την έκθεση του ΣΕΒ