Toυ Φελνίκου
Από την πρώτη μέρα που ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε τις εκλογές και ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας η πλειοψηφία του κόσμου της Κεντροαριστεράς, αλλά και σημαντική μερίδα του αστικού κόσμου προέτρεπε τον Τσίπρα να στρίψει το τιμόνι προς το κέντρο της πολιτικής ζωής και να προσχωρήσει στον πραγματισμό.
Η ανάγκη για “βίαιη ωρίμανση” του κόμματος της ριζοσπαστικής αριστεράς που είχε επισημάνει ο αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως Γιάννης Δραγασάκης είχε αποκτήσει πολλούς οπαδούς. Τώρα που ο Τσίπρας -έστω κι αν υποχρεώθηκε, κάνοντας την ανάγκη φιλοτιμία- μετακόμισε στο λεγόμενο μνημονιακό στρατόπεδο, σχεδόν όλοι οι “ρεαλιστές” τοποθετούνται απέναντί του.
Η μία εξήγηση είναι ότι τη στροφή του Τσίπρα την πλήρωσαν πολύ ακριβά η χώρα, οι πολίτες και οι επιχειρήσεις. Το τίμημα των δεκάδων δις ευρώ και των επαχθών όρων του νέου μνημονίου είναι δυσανάλογο για μια στροφή που έπρεπε να γίνει έγκαιρα, από το πρώτο δίμηνο της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ.
Η δεύτερη εξήγηση είναι ότι το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, με τις πολλές συνιστώσες και την εικόνα Βαβέλ που εξέπεμπε δεν προκαλούσε αισθήματα εμπιστοσύνης και πολύ γρήγορα κούρασε τον κόσμο με την αντιφατικότητα των δηλώσεων και της συμπεριφοράς των βουλευτών και των υπουργών του. Σε περιόδους κρίσης ο λαός θέλει μια στιβαρή ηγεσία που να του δημιουργεί ασφάλεια.
Ο Αλ. Τσίπρας παρότι απεδείχθη μετρ στον τακτικισμό και συμπαθής ο ίδιος ως φυσιογνωμία έκανε ένα μοιραίο λάθος: το δημοψήφισμα. Αντί να αναλάβει ο ίδιος την ευθύνη της διαπραγμάτευσης για την συμφωνία που υπέγραψε και να την επιβάλει προσπάθησε αρχικά να μεταβιβάσει την ευθύνη στο λαό προτρέποντας τον να ψηφίσει “όχι” και στη συνέχεια να την μοιραστεί και με τα τρία κόμματα (Ν.Δ., Ποτάμι, ΠΑΣΟΚ) που στήριξαν το “ναι”.
Ως ήταν φυσικό όλα τα καρπούζια σε μια μασχάλη ήταν αδύνατον να τα κρατήσει. Έπεσαν και έσπασαν και τώρα βρίσκεται σε δύσκολη θέση. Το κόμμα του διασπάστηκε και η αντιπολίτευση ξεθάρρεψε. Πλέον οι εκλογές δεν θα είναι περίπατος γι’ αυτόν.
Και ο επιπλέον λόγος είναι ότι ενώ έκανε το βήμα προς το Κέντρο φαίνεται πως το αφήνει μετέωρο. Μέχρι στιγμής η εντύπωση που υπάρχει είναι ότι θα επιχειρήσει να δώσει τη μάχη στηριζόμενος κυρίως στον αποδεκατισμένο πυρήνα του 4% του ΣΥΡΙΖΑ συν κάποιες μικρές προσθήκες από κάποιους επώνυμους πρώην ΠΑΣΟΚους.
Αντί να αναλάβει μεγάλες πρωτοβουλίες και να απευθύνει κάλεσμα συστράτευσης στο σύνολο του χώρου της σοσιαλδημοκρατίας περιορίζεται σε μικροδιευθετήσεις και επιλεκτικές στρατολογήσεις πολιτευτών, ορισμένες από τις οποίες δεν είναι και οι καλύτερες δυνατές.
Αντί να καλέσει κόμματα, κινήσεις και ανεξάρτητες προσωπικότητες της Κεντροαριστεράς να τον πλαισιώσουν για να δημιουργηθεί μια νέα μεγάλη δημοκρατική και ριζοσπαστική παράταξη που θα κινείται στο αριστερό άκρο της σοσιαλδημοκρατίας στήνει μέτωπα με τον Λαφαζάνη, τους “53”, τις συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ και αποκλείει από μια μελλοντική διακυβέρνηση το ΠΑΣΟΚ, το Ποτάμι, το Κίνημα του Γ. Παπανδρέου.
Και ο λόγος; Επειδή είναι μνημονιακά! Αν ο Τσίπρας δεν πάψει να φαντασιώνεται αντιμνημονιακά και να αποδεχθεί την πραγματικότητα, ό,τι δηλαδή πλέον βρίσκεται και ο ίδιος στο χώρο των “μνημόνων” δεν πρόκειται να δημιουργήσει τη μεγάλη παράταξη, της οποίας, όπως λένε οι συνεργάτες του, ονειρεύεται να ηγηθεί.
Το λογικό επόμενο μεγάλο βήμα του Τσίπρα, μετά την υπογραφή και από τον ίδιον μνημονίου, θα ήταν να καλέσει τα κόμματα της Κεντροαριστεράς, να διαλυθούν και να ιδρύσουν μαζί με τον ΣΥΡΙΖΑ ένα νέο μεγάλο κυβερνητικό κόμμα με ευρωπαϊκό προσανατολισμό που θα υλοποιήσει τις μεγάλες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται η χώρα, οι οποίες είναι κοινοί τόποι και έχει εξάλλου και ο ίδιος συνομολογήσει υπογράφοντας τη νέα δανειακή σύμβαση.
Αντί στο όνομα του παρελθόντος να διατηρεί τις διαχωριστικές γραμμές μαζί τους θα έπρεπε να χαράξει νέες απέναντι στο λαϊκισμό, το νεοφιλελευθερισμό, τους αντιευρωπαϊστές και τους δραχμολάγνους και να ορίσει τις εθνικές προτεραιότητες για ένα νέο πατριωτισμό.
Αντί να δίνει τη δυνατότητα στα κόμματα της Κεντροαριστεράς (ΠΑΣΟΚ, Κίνημα, ΔΗΜΑΡ) να δημιουργήσουν μια συμμαχία των Δημοκρατών – Σοσιαλιστών θα έπρεπε αυτός να αναλάβει την πρωτοβουλία να ανασυνθέσει αυτό το χώρο γονιμοποιώντας τον με τις ιδέες της ριζοσπαστικής αριστεράς και με όρους κυβερνητικής εξουσίας.
Τώρα που προσγειώθηκε στην πραγματικότητα και είδε πως οι άλλοι δεν ήταν οπωσδήποτε “προδότες”, “πουλημένοι” και “γερμανοτσολιάδες”, αλλά έκαναν πολιτικές επιλογές υπό το κράτος της ανάγκης και φυσικά με λάθη, αστοχίες και παραλείψεις, τώρα πρέπει ν’ ανοίξει ένα διάλογο για το μέλλον.
Στην πολιτική πρέπει να μπορείς να προσαρμόζεται στα νέα δεδομένα και να μην επιμένεις να σκιαμαχείς με το παρελθόν. Αν το κάνεις καταλήγεις να είσαι γκόστμπαστερ της πολιτικής και όχι πολιτικός και μάλιστα ηγέτης.
Σίγουρα, θα υπάρχουν αντιστάσεις στον ΣΥΡΙΖΑ. Είναι επόμενο να υπάρχουν γκρίνια και δυσθυμία από πρόσωπα της Κουμουνδούρου και για πρόσωπα με τα οποία θα πρέπει να συνυπάρξουν σε περίπτωση ανοίγματος. Ακόμη και ιδιοτέλεια και προσωπικές στρατηγικές. Όλα είναι μέσα στο παιχνίδι, όμως το ρυθμό και τον προσανατολισμό τα επιβάλλει ο αρχηγός. Και οι επιλογές που έχει κάνει ο Τσίπρας, συνυπογράφοντας κι αυτός μνημόνιο, για να ευδοκιμήσουν απαιτείται να συμπεριφερθεί ως αρχηγός και όχι ως Πρόεδρος.
Από τη στιγμή που έκανε το βήμα προς τον πραγματισμό και το κέντρο της πολιτικής ζωής πρέπει να το ολοκληρώσει. Αν το αφήσει μετέωρο κάποια στιγμή θα αντιληφθεί πως με το “κουτσό” μπορεί να παίζεις σαλίγκαρο, αλλά στην πολιτική πέφτεις και γκρεμίζεσαι.
Η αλήθεια βέβαια είναι πως για να επιχειρήσει να ανασυνθέσει το χώρο της Κεντροαριστεράς, με όρους κυβερνητικής εξουσίας, ο Τσίπρας χρειάζεται να υπάρχει καλή διάθεση και από τα κόμματα της Κεντροαριστεράς. Από αυτή την άποψη θα έλεγα πως το ΠΑΣΟΚ, το Κίνημα του Γ. Παπανδρέου και η ΔΗΜΑΡ πριν συνάψουν μεταξύ τους συμμαχία θα έπρεπε να διερευνήσουν την πιθανότητα συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Κι αν για το ΠΑΣΟΚ είναι δύσκολο επειδή τα τραύματα από την “βενιζελική περίοδό” του είναι βαριά και πρόσφατα τα δύο άλλα κόμματα, που δεν εκπροσωπούνταν στην προηγούμενη Βουλή, αντί να κινηθούν στη μικρή σκακιέρα ίσως θα ήταν χρήσιμο να δουν μήπως στρατηγικά είναι πιο καλό και για τα ίδια, αλλά και για το χώρο της Προοδευτικής Παράταξης, να ξεδιπλώσουν την τακτική τους στη μεγάλη σκακιέρα. Νομίζω πως αν η συζήτηση δεν έχει ως προαπαιτούμενα, και από τις δύο πλευρές, προσωπικούς ρόλους αλλά ιδέες, πολιτικές προτεραιότητες και εθνικά προτάγματα μπορεί να τελεσφορήσει.
matrix24.gr