Γ. Παπανδρέου: «Χαμένοι της αριστερής και δεξιάς συντήρησης, οι υγιείς παραγωγικές δυνάμεις του τόπου»

Σε εκδήλωση του Κινήματος Δημοκρατών Σοσιαλιστών στη Ρόδο μίλησε ο επικεφαλής του κόμματος και πρώην πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου, ο οποίος αφού αναφέρθηκε στο πραξικόπημα στην Τουρκία, επισήμανε μεταξύ άλλων πως «αν δεν ορίσουμε ποιο είναι το πρόβλημα που βιώνουμε και ταλανίζει τους Έλληνες, είμαστε καταδικασμένοι να το βιώνουμε στο διηνεκές, μιας και το ίδιο πελατειακό μοντέλο γεννά, αντί να λύνει προβλήματα».

papandreou rodos«Έχω απίθανη αλλεργία σε αυτή την πελατειακή λογική που θέλει τον πολίτη εξάρτημα κάθε κόμματος. Και όχι ελεύθερο πνεύμα δημιουργίας. Δεξιά και αριστερή συντήρηση τα ίδια. Χαμένες πάντα οι υγιείς παραγωγικές και δημιουργικές δυνάμεις του τόπου. Για αυτό και όποιοι μιλάνε για ξερίζωμα της πελατειακής λογικής, θάβονται. Όποιοι μιλάνε για την ανάγκη ευρύτατων συνεργασιών για προοδευτικές μεταρρυθμίσεις, δεν τους παίρνει κανένας χαμπάρι, γιατί δεν τους αναπαράγει κανένα συστημικό μέσο», τόνισε ο Γιώργος Παπανδρέου.

«Αν όμως έχεις μία καλή ατάκα για να διχάσεις ακόμα περισσότερο την Ελληνική κοινωνία, γίνεσαι αμέσως πρώτο θέμα. Αν αφήσεις και κανένα ωραίο υπονοούμενο για πολιτικό αλισβερίσι κάτω από το τραπέζι, σε μαθαίνει όλη η Ελλάδα», συμπλήρωσε ο ίδιος και υποστήριξε στη συνέχεια: «Θυμάστε τον Ιούνιο του 2011, έβλεπα τι γινόταν, τι χρειαζόταν η χώρα και έκανα συγκεκριμένη πρόταση συνεργασίας, με συγκεκριμένο πολιτικό και κυβερνητικό πλαίσιο αλλαγών ως απαραίτητη προϋπόθεση, στον τότε αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ποιος ήταν ο τίτλος παντού, βοηθούσης της ΝΔ; «Παραιτήθηκε ο Παπανδρέου στο Σαμαρά’. Η εθνική ανάγκη για υπερβατική συνεργασία, εξαφανισμένη».

«Η προϋπόθεση για σαφές προοδευτικό πλαίσιο, εξαφανισμένη. Τώρα βέβαια, όλοι αναφέρονται σε εκείνη την πρωτοβουλία ως μεγάλη χαμένη ευκαιρία. Πάμε στο σήμερα; Έχει μαλλιάσει η γλώσσα μου να λέω ότι η χώρα χρειάζεται μορατόριουμ εθνικής σοβαρότητας και διακομματική συνεννόηση σε βασικά ζητήματα για προοδευτικές αλλαγές. Αλλιώς δεν θα βγούμε από την κρίση ποτέ. Ποιος ήταν ο τίτλος παντού, βοηθούσης της σημερινής κυβέρνησης και κάποιων άλλων; ‘Ανοιχτός σε συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ ο Παπανδρέου’», δήλωσε ο Γ. Παπανδρέου.

Φίλες και φίλοι,

Συντρόφισσες και Σύντροφοι,

Είμαι ιδιαίτερα συγκινημένος που βρίσκομαι στα Δωδεκάνησα, στην Κω, τη Σύμη και σήμερα, εδώ, στη Ρόδο.

Με συνδέουν δεσμοί παλαιοί με το νησί σας, όπως και την υπόλοιπη Δωδεκάνησο.

Και οικογενειακοί, και πολιτικοί και προσωπικοί.

Γνωρίζετε ότι, πριν από σχεδόν 20 χρόνια επέλεξα τη Σύμη, για το πρώτο Συμπόσιο.

Και χωρίς να μπω σε λεπτομέρειες – δεν είναι του παρόντος, όσο και αν κάποιοι επιμένουν ακόμη να με κρίνουν αρνητικά – σήμερα είμαι ακόμη περισσότερο πεπεισμένος, ότι μόνο λάθος δεν ήταν η ανακοίνωση της ανάγκης να ενταχθούμε στο πρόγραμμα προσαρμογής από το Καστελόριζο.

Πέραν του ό,τι είχα δεσμευθεί εκείνη την ημέρα να επισκεφτώ το νησί για μια λαϊκή συνέλευση.

Εδώ βρίσκεται η Ελλάδα.

Ο πλούτος της, που αποτελεί τη μεγαλύτερη εγγύηση για κάθε κακόπιστο, πόσο μάλλον καλόπιστο συνομιλητή μας, ιδιαίτερα αν αυτός είναι και δανειστής μας.

Εδώ είναι η προστιθέμενη αξία της Ελλάδας.

Το ερώτημα είναι, γιατί επιτρέπουμε ακόμη να πηγαίνει χαμένη;

Γιατί δεν αντιμετωπίζουμε τις αιτίες αυτής της κακοδαιμονίας;

Γι’ αυτά θα μιλήσουμε σήμερα.

Φίλες και φίλοι,

Θέλω να σας ευχαριστήσω για τη σημερινή σας παρουσία, για τη συμμετοχή σας σε αυτήν τη συνάντηση.

Γίνεται σε περίοδο που κρίσιμα γεγονότα χαρακτηρίζουν τα σημερινά προβλήματα και τις προκλήσεις των κοινωνιών μας.

Ζούμε σε μια παγκόσμια οικονομία που χρωματίζεται από την αλληλεπίδραση και αλληλεξάρτηση των κοινωνιών μας.

Μια παγκόσμια οικονομία που ενώ προσφέρει νέες ευκαιρίες, δημιουργεί ανισότητες, πιέσεις και ανατροπές, βιαστικές προσαρμογές που ανατρέπουν την αίσθηση σιγουριάς και ασφάλειας, διαιρέσεις στις κοινωνίες μας μεταξύ των πιο ισχυρών και ευνοημένων από τις εξελίξεις και εκείνων που βιώνουν την περιθωριοποίηση ή ακόμα και την ραγδαία επιδείνωση της ζωής τους.

Κάποιες κοινωνίες μπορούν και ανταπεξέρχονται διατηρώντας τη συνοχή τους ή και ενδυναμώνοντας τους δημοκρατικούς τους θεσμούς, μια κοινωνία ισονομίας και δικαίου, άλλες δείχνουν σημάδια κατακερματισμού, διχασμού, ακόμα και ολοκληρωτικής βίας, όπως στη Συρία.

Σε κάθε περίπτωση οι εξελίξεις αυτές δεν αφήνουν καμία χώρα ανέπαφη.

Είδαμε την απάνθρωπη επίθεση στη Νίκαια, μία από τις πολλές επιθέσεις, όμως, και στην Ευρώπη, αλλά και στην Αφρική, στη Μέση Ανατολή, στην Ασία, στην Αμερική.

Ο πρώτος μαύρος Πρόεδρος των ΗΠΑ, ο Μπαράκ Ομπάμα, σίγουρα θα αγωνιά καθώς στο τέλος της θητείας του αναδύεται και πάλι ένα σχίσμα μεταξύ μαύρων και λευκών, με τη μορφή ένοπλης σύγκρουσης μεταξύ νέων αφροαμερικάνων και της αστυνομίας.

Η απόπειρα πραξικοπήματος στη γειτονική, κατά κυριολεξία από εδώ που βρισκόμαστε, Τουρκία, έφεραν βία και αίμα.

Κάποια άλλα, όπως το δημοψήφισμα στη Βρετανία, επέφεραν βαρύτατο πλήγμα στην ίδια τη συνοχή της Βρετανίας αλλά και στην προσπάθεια της ευρωπαϊκής ενότητας, της οικοδόμησης μιας πραγματικά δημοκρατικής και συμμετοχικής Ευρώπης – για όλους τους λαούς της.

Θέλω πριν από οτιδήποτε άλλο, να εκφράσω τη θλίψη μου για τις ανθρώπινες ζωές που χάθηκαν, αλλά και την αλληλεγγύη μου στους λαούς της Γαλλίας και της Τουρκίας.

Θέλω επίσης, να εκφράσω τη λύπη μου, γιατί υπέστη πλήγμα μια σπουδαία κατάκτηση, αυτή των ανοιχτών δημοκρατικών κοινωνιών.

Αυτό αφορά και τη Βρετανία.

Από την άλλη, όλα αυτά τα γεγονότα, επιβεβαιώνουν με τον πλέον απόλυτο τρόπο, κάτι που υποστηρίζουμε εδώ και πολλά χρόνια.

Το διακύβευμα είναι παντού και πάντα, η Δημοκρατία και η ανθρώπινη αξιοπρέπεια.

Στις εξελίξεις που αντιμετωπίζουμε – όλη η ανθρωπότητα – δύο είναι οι πιθανές αντιδράσεις.

Η μία είναι η περαιτέρω εμβάθυνση της δημοκρατίας, η πίστη στον πολίτη, στη συμμετοχή του, μέσα από μια συλλογικότητα, συνεργασία, σε κοινωνίες δικαίου, που βάζουν τον άνθρωπο στο επίκεντρο, που εγγυώνται τα δικαιώματά του και κινητοποιούν, απελευθερώνουν τις δυνάμεις του.

Που τον φέρνουν στο προσκήνιο της ιστορίας.

Η άλλη είναι η αναζήτηση σωτήρων, αυταρχικών ηγετών, ή απολυταρχικών δογμάτων που υπόσχονται εύκολους παραδείσους, που όμως διαιρούν τις κοινωνίες, ψάχνουν εξιλαστήρια θύματα, προκαλούν φόβο, εσωστρέφεια, ακόμη και βία.

Έχουμε να επιλέξουμε.

Εμείς γνωρίζουμε, γιατί έχουμε πληρώσει ακριβά πραξικοπήματα, χούντες και δικτατορίες, ακόμη και με την κατοχή της Κύπρου.

Και δεν πρέπει να το ξεχνάμε ποτέ αυτό.

Ο αγώνας μας πρέπει να είναι διαρκής.

Με αυτό ως γνώμονα, δώσαμε και τη μάχη για την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ.

Γι’ αυτό και θέλω από εδώ, από τη Ρόδο, να στείλουμε ένα μήνυμα.

Σήμερα, πιστεύουμε ακόμη περισσότερο απ” ό,τι χθες, πως χρέος μας είναι να υπερασπιστούμε τη Δημοκρατία έναντι κάθε επιβουλής. Γιατί το «κακό», έχει πολλά πρόσωπα.

Και να διαμηνύσουμε ότι, σήμερα περισσότερο απ” ό,τι χθες, είμαστε πιο αποφασισμένοι να δώσουμε τον αγώνα για τη Δημοκρατία και την υπεράσπιση των ανθρωπίνων και πολιτικών δικαιωμάτων από όποιον και αν απειλούνται.

Τα ιδανικά μας, ιδανικά που εδράζονται στις αρχές του δημοκρατικού σοσιαλισμού, μας δείχνουν πως, ο μοναδικός δρόμος, είναι αυτός της συνέπειας στις αρχές και τις αξίες μας.

Όπως επίσης, μας δείχνουν – και αυτό επιβεβαιώνεται και από τις εξελίξεις αλλά και την πολυπλοκότητα των πραγμάτων – ότι κανείς δεν μπορεί μόνος του να δώσει τις πρέπουσες λύσεις.

Έχουμε ανάγκη από ενότητα, από δημοκρατικές συλλογικότητες, εθνικές, υπερεθνικές, με λόγο, ρόλο και ανάληψη πρωτοβουλιών, για μια αποτελεσματική αντιμετώπιση των κοινών μας προβλημάτων.

Μπροστά στις εικόνες βίας και απελπισίας, υπάρχουν και οι αναλαμπές, όπως των Ελλήνων, εδώ στα νησιά – μαζί και πολλοί νέοι από τον κόσμο όλο, που προσπάθησαν με τα ίδια τους τα χέρια, με λιγοστά μέσα, να σώσουν ζωές, να περιθάλψουν με ζεστασιά και ανθρωπιά τους κατατρεγμένους της γης που έφθασαν στα παράλιά μας.

Εμείς μάλιστα, και αυτό επιβεβαιώνεται επίσης από τα πράγματα, πιστεύουμε ότι, απαιτούνται συλλογικές, τοπικές αλλά και υπερεθνικές προοδευτικές λύσεις.

Λύσεις που θα αντιμετωπίζουν τις αιτίες αντί να κρύβουν τα προβλήματα.

Αλλιώς, πώς θα αντιμετωπιστούν οι ανισότητες, οι αδικίες, αλλά και οι σύγχρονες προκλήσεις;

Φίλες και φίλοι,

Η Ευρώπη πρέπει να αλλάξει.

Και δε θέλουμε απλώς μια καλύτερη Ευρώπη, θέλουμε και μια προοδευτική Ευρώπη.

Το επαναλαμβάνω συνεχώς από την αρχή της δικής μας κρίσης.

Το έλεγα και νωρίτερα, αλλά τότε ποιος άκουγε;

Βέβαια, θα μου πείτε – και δικαίως, μήπως άκουγαν μετά;

Η αλλαγή της Ευρώπης χρειάζεται να είναι βαθιά – όπως και της Ελλάδας.

Το επιβεβαίωσε με τον πλέον δραματικό τρόπο, το γεγονός ότι, δύο κρίσεις που αντιμετώπισε η Ευρώπη τα τελευταία χρόνια, η οικονομική και η προσφυγική, μετατράπηκαν σε πολιτικές κρίσεις στην καρδιά της Ευρώπης.

Μια Ευρώπη που υποσχόταν να ενώσει χώρες, λαούς, πολίτες.

Για να εγγυηθεί την Ειρήνη μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Αλλά επίσης, να εγγυηθεί ευημερία, δημοκρατία, ασφάλεια, ελευθερία, κοινωνική συνοχή και δικαιοσύνη.

Μπροστά στις διεθνείς εξελίξεις,

την κρίση στο τραπεζικό σύστημα, στο χρηματοπιστωτικό σύστημα,

την κρίση της κλιματικής αλλαγής – που βλέπουμε όλο και πιο έντονα,

την κρίση ένεκα της διεύρυνσης των ανισοτήτων μεταξύ πλουσίων και των υπολοίπων – σε παγκόσμιο επίπεδο,

την κρίση αξιών, όπου βλέπουμε να ανταμείβονται οι ισχυροί και να πληρώνουν οι αδύναμοι,

η συντηρητική Ευρώπη φάνηκε αμήχανη, αν όχι και ανήμπορη.

Αντί να παίξει το ρόλο της διεθνώς, στον εξανθρωπισμό του καπιταλισμού και της παγκόσμιας οικονομίας, επέτρεψε τα αρνητικά φαινόμενα αυτής της παγκοσμιοποίησης να παρασύρουν και τις δικές μας κοινωνίες.

Έτσι δημιουργήθηκαν κοινωνίες δυο ταχυτήτων.

Όσων κερδίζουν από την παγκοσμιοποίηση και όσων χάνουν.

Και όλοι, να αισθάνονται ανασφάλεια για το όποιο απρόβλεπτο γεγονός μπορεί να αλλάξει άρδην τη ζωή μας.

Πού ήταν η Ευρώπη; Απουσίαζε γιατί οι συντηρητικές δυνάμεις που κυριαρχούν, αντί να ενώσουν, δίχασαν.

Μετέτρεψαν την Ένωση ξανά σε μεμονωμένα κράτη.

Η Μέρκελ άργησε να καταλάβει ότι το πρόβλημα δεν ήταν μόνο ελληνικό – ούτε ότι, όπως ήθελαν οι αντιλήψεις που καλλιεργήθηκαν τότε, «έφταιξε η τεμπελιά των Ελλήνων».

Έτσι, δεν υπήρξε ενωμένη ισχυρή φωνή τα πρώτα χρόνια της κρίσης, όταν χτυπήθηκε η Ελλάδα από το φόβο που επικράτησε στις αγορές.

Όπως δεν υπήρξε ενωμένη ισχυρή απάντηση στο προσφυγικό.

Με αποτέλεσμα τον ευρωσκεπτικισμό και την καλλιέργεια της ξενοφοβίας και του ρατσισμού.

Να χτίζονται από λαϊκιστές εντάσεις και να καλλιεργείται η αντίληψη ότι το πρόβλημα είναι οι κατατρεγμένοι της Γης, Σύριοι, Αφγανοί, αντί να βλέπουμε τα αίτια που κάνουν αυτούς τους ανθρώπου να ψάχνουν μια καλύτερη μοίρα.

Και επομένως, με ευκολία διάφοροι να υποστηρίζουν ότι δεν μας παρέχει καμία προστασία η ΕΕ, δεν έχει προστιθέμενη αξία – άρα ας γυρίσουμε στο καβούκι μας, ξανά πίσω, στον εθνικισμό, να χτίσουμε τείχη, να φύγουμε από την Ένωση, δεν χρειάζεται συνεργασία και ενότητα, άρα, για παράδειγμα, bruit.

Το ζήτημα είναι ότι, αν γυρίσουμε πίσω, αν κλειστούμε στους ανταγωνιστικούς εθνικισμούς μας, μόνος κερδισμένος θα είναι το μεγάλο κεφάλαιο, οι ισχυροί της γης και ηττημένοι θα είναι οι λαοί.

Απροστάτευτοι από τις βουλήσεις των αγορών και αδύναμοι να αντιμετωπίσουμε τις παγκόσμιες προκλήσεις.

Ξέρουμε ότι, δεν πρόκειται να αντιμετωπίσουμε το προσφυγικό, την κλιματική αλλαγή, τις πανδημίες, την ανεργία, τις ανισότητες, τις πολεμικές κρίσεις, αν δεν ενώσουμε δυνάμεις, σε υπερεθνικές συλλογικότητες.

Ένα είναι βέβαιο. Ότι οι προοδευτικές δυνάμεις οφείλουν να είναι έτοιμες να δώσουν τη μάχη υπέρ των λαών και των πολιτών της Ευρώπης.

Όφειλαν να είναι έτοιμες, αντί να ταυτίζονται με ό,τι πιο ευρωσκεπτιστικό επικράτησε τα τελευταία χρόνια.

Γνωρίζετε ότι, ακόμη και εδώ στην Ελλάδα, κάποιοι είχαν τη φαεινή ιδέα να γίνουν το σπίρτο που θα βάλει τη φωτιά στην ευρωπαϊκή πυριτιδαποθήκη.

Πρόσφατα, μας έδωσε ανάγλυφα τις σκέψεις της κυβέρνησης Τσίπρα, ο Γκάλμπρεϊθ.

Δραχμή, κατάληψη της κεντρικής τράπεζας, πληρωμή πολιτών με υποσχετικές.

Στο όνομα μιας δήθεν επανάστασης.

Όπως και οι συντηρητικοί του brexit, που τώρα κάνουν ελαφρά πηδηματάκια προς τα πίσω.

Και μετά, τι;

Άγονη αντιπαράθεση και διχασμός;

Πού; Σε ποιο περιβάλλον; Δεν βλέπουν γύρω τους;

Και οι λαοί πληρώνουν πολύ ακριβά τις αχρείαστες απερισκεψίες τους.

Στην αρχή της κρίσης επαναλάμβανα στη Βουλή – απαντώντας και στην κυρία Παπαρήγα και στον κύριο Τσίπρα: «η σύγκρουση με την ευρωπαϊκή συντήρηση να γίνει, αλλά όχι κάνοντας παρανάλωμα την Ελλάδα», μια αυταπάτη που πληρώνουμε σήμερα ακριβά.

Εγώ πάντως, δεν σκόπευα τότε αλλά ούτε τώρα σκοπεύω να τους ακολουθήσω βάζοντας τη χώρα και τον λαό σε κίνδυνο.

Πρώτα βάζουμε το συμφέρον της πατρίδας.

 

Ως Πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς γνωρίζω ότι, πολλά πρέπει να αλλάξουν στον σημερινό μας κόσμο.

Ξέρω ότι μπορούν αλλάξουν.

Ότι η ανθρωπότητα σήμερα και πόρους έχει, και γνώσεις, και τεχνολογία όσο ποτέ άλλοτε, για να φτιάξουμε μια δίκαιη και βιώσιμη κοινωνία.

Χρειαζόμαστε μια Ευρώπη, δημοκρατική, δημιούργημα των λαών της.

Χρειαζόμαστε μια Ευρώπη, προοδευτική, δημιούργημα των πιο υγιών παραγωγικών και δημιουργικών δυνάμεών της.

Χρειαζόμαστε μια Ευρώπη, που τα σύνορα θα μας ενώνουν, οριοθετώντας απλά τις πολλές διαφορετικές κουλτούρες και τους πολλούς διαφορετικούς πολιτισμούς, που αποτελούν τη μεγάλη της δύναμη.

Χρειαζόμαστε μια Ευρώπη, που,

Με αποφασιστικότητα και τόλμη,

Θα δώσει λόγο στους πολίτες της,

Θα τους βάλει στο κέντρο της λήψης των αποφάσεων,

Θα τους δώσει τη δυνατότητα να αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες για ό,τι τους αφορά – ακόμη και με δημοψηφίσματα.

Θα διαμορφώσει κοινές πράσινες αναπτυξιακές πολιτικές, που ενοποιούν την Ευρώπη.

Θα δώσει μεγάλη έμφαση στην έρευνα και την καινοτομία.

Θα διαμορφώσει κοινές πολιτικές οικοδόμησης δικτύων πάσης φύσεως, που θα φέρνουν τους λαούς πιο κοντά.

Μία Ευρώπη, με τους λαούς πρωταγωνιστές.

Όχι υποχείριο των πάσης φύσεως σωτήρων.

Και τι σωτήρων! Όλων αυτών που, αφού οι απόψεις τους επικράτησαν στο δημοψήφισμα της Βρετανίας, στη συνέχεια, πανικόβλητοι κρύφτηκαν, γιατί τα λόγια τους ήταν η επιτομή της πολιτικής απάτης.

Όμως ξέρω επίσης ότι, αυτός ο αγώνας είναι σκληρός και μακρύς.

Και έως τότε πρέπει να δούμε τις μεγάλες αλλαγές που χρειάζεται ο δικός μας τόπος.

Και εσείς το ίδιο πιστεύετε.

Βλέποντας γύρω τα όσα γίνονται, ας κατανοήσουμε τη σοβαρότητα της εποχής μας.

Γι” αυτό και έχουμε χρέος να πάρουμε δυναμικά τη θέση μας εκεί που ανήκουμε, στην κοινωνία που αγωνιά και ενδιαφέρεται πραγματικά να κατακτήσει μια αξιοπρεπή και απαλλαγμένη από εξαρτήσεις Πολιτεία.

Μια Πολιτεία, που από κοινού θα διαμορφώσουμε.

Εμείς, τα είχαμε ζήσει νωρίτερα, βέβαια.

Γι’ αυτό και εξέφραζα την ελπίδα η Ευρώπη να μείνει ενωμένη.

Ρωτάω, όμως. Όλοι αυτοί, που και στην Ελλάδα, έλεγαν – κάποιοι ακόμη τα λένε, παρόμοια πράγματα με τον πρώην δήμαρχο του Λονδίνου, για παράδειγμα, που αμέσως μετά την έκανε με ελαφρά πηδηματάκια ή τον Φάρατζ – που την έκανε και αυτός, καταλαβαίνουν τη ζημιά που έχουν κάνει; Ή τους ενδιαφέρει μόνον η πάρτη τους – και από εκεί και πέρα «γαία πυρί μειχθήτω»;

Και βέβαια, ας μη διαφεύγει της προσοχής μας, το γεγονός ότι, οι Ευρωπαίοι Σοσιαλδημοκράτες, είναι αδήριτη ανάγκη να επαναπροσδιορίσουν τη στάση τους και τις πολιτικές τους.

Θα είναι αυτό, μια καλή αρχή.

Φίλες και Φίλοι,

Συντρόφισσες και Σύντροφοι,

Όπως γνωρίζετε, οι συνεργάτες μου και εγώ βρισκόμαστε εδώ, στο πλαίσιο ενός πολιτικού σχεδιασμού, που θέλει όλους μας, να συνομιλούμε με τις οργανώσεις μας και την κοινωνία.

Να ανταλλάσσουμε απόψεις για το παρόν και το μέλλον του τόπου, με μοναδικό μας μέλημα, έναν πολιτικό λόγο που να αφορά τους Έλληνες και τη χώρα.

Θέλουμε να είμαστε παντού παρόντες.

Και τα μέλη και τα στελέχη του ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ, να είναι ένα με την κοινωνία.

Γι’ αυτό θέλω να στήσουμε αυτήν τη φορά οργανώσεις, με πολιτική άποψη, με πολιτικό λόγο, με πολιτική πρόταση και επιχειρήματα. Πραγματικά πολιτικά σχολεία, σκέψης και δράσης.

Εμείς θέλουμε ισχυρές οργανώσεις, όχι για να οικοδομούμε νέες κομματικές γραφειοκρατίες, αλλά για να μπορούμε να έχουμε ουσιαστική και αποτελεσματική πολιτική δράση στην κοινωνία με την κοινωνία. Για την κοινωνία.

Θέλουμε να εκφράζουμε τους προβληματισμούς της, αλλά και να δίνουμε σε αυτούς, πολιτικό πρόσημο.

Αυτό είναι που μας κάνει διαφορετικούς από όλους τους άλλους πολιτικούς σχηματισμούς.

Θέλουμε να ασχολούμαστε, να συζητούμε και να αγωνιζόμαστε για τα πραγματικά προβλήματα της Ελληνικής κοινωνίας και της χώρας.

Και δεν μας ενδιαφέρει τίποτα άλλο, από το πραγματικό διακύβευμα που αφορά τους Έλληνες και τη χώρα.

Αν δεν ορίσουμε ποιο είναι το πρόβλημα που βιώνουμε και ταλανίζει τους Έλληνες, είμαστε καταδικασμένοι να το βιώνουμε στο διηνεκές, μιας και το ίδιο πελατειακό μοντέλο γεννά, αντί να λύνει προβλήματα.

Μια προϋπόθεση υπάρχει.

Να μιλάμε με αλήθεια, για την αλήθεια.

Να κάνουμε πολιτική, όχι να πολιτικολογούμε με παραπολιτική.

Δυστυχώς υπάρχει ολόκληρο σύστημα που φυτοζωεί μέσα στην παραπολιτική.

Μόνο με αυτήν έμαθαν να ασχολούνται.

Με αυτή διαπαιδαγωγούν την πολιτική ζωή της χώρας.

Οι αλήθειες, τους πέφτουν βαριές.

Όσοι τις λένε, τους είναι αδιάφοροι.

Μπορεί πράγματι, να είμαστε αδιάφοροι

Η ίδια η πραγματικότητα λέει άλλα.

«Ενοχλητικοί» είμαστε.

Όλο μας «τελειώνουν», κι όλο εδώ είμαστε.

Ένα «αγκάθι» αλήθειας απέναντι στο τέρας της δημαγωγίας και όσους το υπηρέτησαν και το υπηρετούν.

Ψέματα, εύκολες υποσχέσεις, υποκρισία, λαϊκισμός, ακόμη και διχαστικές αντιλήψεις, προδίδουν τη μοναδική τους μέριμνα, τη μοναδική τους επιδίωξη.

Την εξουσία για την εξουσία.

Για να στήσουν «το δικό τους» κράτος, για «τις δικές τους» παρέες, «τους δικούς τους» πελάτες.

Έχω απίθανη αλλεργία σε αυτή την πελατειακή λογική που θέλει τον πολίτη εξάρτημα κάθε κόμματος. Και όχι ελεύθερο πνεύμα δημιουργίας.

Δεξιά και αριστερή συντήρηση τα ίδια.

Χαμένες πάντα οι υγιείς παραγωγικές και δημιουργικές δυνάμεις του τόπου.

Για αυτό και όποιοι μιλάνε για ξερίζωμα της πελατειακής λογικής, θάβονται.

Όποιοι μιλάνε για την ανάγκη ευρύτατων συνεργασιών για προοδευτικές μεταρρυθμίσεις, δεν τους παίρνει κανένας χαμπάρι, γιατί δεν τους αναπαράγει κανένα συστημικό μέσο.

Αν όμως έχεις μία καλή ατάκα για να διχάσεις ακόμα περισσότερο την Ελληνική κοινωνία, γίνεσαι αμέσως πρώτο θέμα.

Αν αφήσεις και κανένα ωραίο υπονοούμενο για πολιτικό αλισβερίσι κάτω από το τραπέζι, σε μαθαίνει όλη η Ελλάδα.

Θυμάστε τον Ιούνιο του 2011, έβλεπα τι γινόταν, τι χρειαζόταν η χώρα και έκανα συγκεκριμένη πρόταση συνεργασίας, με συγκεκριμένο πολιτικό και κυβερνητικό πλαίσιο αλλαγών ως απαραίτητη προϋπόθεση, στον τότε αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Ποιος ήταν ο τίτλος παντού, βοηθούσης της ΝΔ; «Παραιτήθηκε ο Παπανδρέου στο Σαμαρά».

Η εθνική ανάγκη για υπερβατική συνεργασία, εξαφανισμένη.

Η προϋπόθεση για σαφές προοδευτικό πλαίσιο, εξαφανισμένη.

Τώρα βέβαια, όλοι αναφέρονται σε εκείνη την πρωτοβουλία ως μεγάλη χαμένη ευκαιρία.

Πάμε στο σήμερα;

Έχει μαλλιάσει η γλώσσα μου να λέω ότι η χώρα χρειάζεται μορατόριουμ εθνικής σοβαρότητας και διακομματική συνεννόηση σε βασικά ζητήματα για προοδευτικές αλλαγές.

Αλλιώς δεν θα βγούμε από την κρίση ποτέ.

Ποιος ήταν ο τίτλος παντού, βοηθούσης της σημερινής κυβέρνησης και κάποιων άλλων; «Ανοιχτός σε συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ ο Παπανδρέου».

Βλέπετε, αυτό τους ενδιαφέρει.

Αν θα βρει η κυβέρνηση άλλο αποκούμπι πέρα από τους ψεκασμένους.

Ή ποιος θα πάρει μεταγραφή στη Νέα Δημοκρατία.

Η εθνική ανάγκη για υπερβατική συνεργασία, εξαφανισμένη.

Η προϋπόθεση για σαφές προοδευτικό πλαίσιο, εξαφανισμένη.

Άλλοι, με επιστημονική πλέον φαντασία, προχώρησαν ακόμη περισσότερο:

έφτασαν στο σημείο να μιλάνε και για υπουργεία που ετοιμάζονται να μας δοθούν!

«Ομολογώ» λοιπόν την αμαρτία μου:

Ζήτησα 3 υπουργεία από τον Τσίπρα και μου έδωσε 6, γιατί μετάνιωσε που με είπε Πινοσέτ και θέλει να επανορθώσει!

Ακριβώς όπως «παραιτήθηκα» τον Ιούνιο του 2011 στο Σαμαρά!

Τα «ευχαριστώ» για το ενδιαφέρον τους σε όσα ΔΕΝ λέμε.

Γιατί όσα πραγματικά λέμε, κάνουν ότι δεν τα καταλαβαίνουν!

Αλλά θα είμαστε εδώ και δεν θα σταματήσουμε να τα λέμε.

Όλο και περισσότεροι.

Όλο και πιο δυνατά.

Για την αλήθεια.

Και σε αυτή μας την προσπάθεια, οφείλω ένα «ευχαριστώ» στη κυβέρνηση Τσίπρα.

Αλλά και στην προηγούμενη κυβέρνηση του κ. Σαμαρά.

Για τη βοήθειά τους.

Γιατί στην προσπάθειά τους να ξεχειλώσουν κάθε μεταρρύθμισή μας που έσπαγε αυγά, που επιδίωκε να βάλει ένα τέλος στο παρασιτικό πελατειακό πολιτικοοικονομικό σύστημα, αυτό που μας οδήγησε ένα βήμα από μια εθνική καταστροφή, έχουν εξελιχθεί στους καλύτερους διαφημιστές του έργου μας.

Ξαφνικά θυμήθηκε ο πολίτης ποια κυβέρνηση το 2010 έκοψε για πρώτη φορά τον αμαρτωλό δεσμό πολιτικών με off-shores.

Χάρη στην κυβέρνηση Τσίπρα που ήθελε να τον αποκαταστήσει.

Ανά τακτά χρονικά διαστήματα θυμάται ο πολίτης ποια κυβέρνηση το 2010 είπε: «όλες οι δαπάνες του δημοσίου με διαφάνεια στο διαδίκτυο».

Δηλαδή το απλό – να ξέρει ο Έλληνας πολίτης και φορολογούμενος πού πάνε τα λεφτά του.

Χάρη στην κυβέρνηση Τσίπρα, αλλά και Σαμαρά, που θα ήθελαν πολλά να κρύψουν.

Όπως θυμήθηκε το 2012 ο πολίτης ποια κυβέρνηση έφερε επανάσταση στα Πανεπιστήμια, με νόμο-τομή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Χάρη στην κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου.

Το πρώτο πράγμα που έκαναν ήταν να ξεχειλώσουν το συγκεκριμένο νόμο.

Όπως θυμήθηκαν οι πολίτες ποιοι προσπάθησαν το 2010 και το 2011 να φέρουν την αξιοκρατία στο δημόσιο με το opengov.

Χάρη στην κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου, που ποδοσφαιροποίησαν το κομματικό ρουσφέτι με το 4-2-1.

Χάρη στην Κυβέρνηση Τσίπρα όπου απογειώνεται η κομματικοποίηση του κράτους.

Η αλήθεια είναι φίλες και φίλοι ότι από το 2012, κουβέντα για μεταρρύθμιση γίνεται μόνο όταν είναι να ξεχειλώσουν οι κυβερνήσεις το έργο της διετίας 2009-2011.

Από πότε έχουμε να συζητήσουμε για σοβαρή μεταρρύθμιση σε αυτή τη χώρα;

Από τότε που έφυγε η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ του «τοξικού» Παπανδρέου.

Κι από πότε έχουμε να δούμε να γίνεται σοβαρή μεταρρύθμιση στη χώρα;

Και πάλι, από τότε που έφυγε η «τρισκατάρατη» κυβέρνηση Παπανδρέου.

Αυτοί οι «γερμανοτσολιάδες» που ήθελαν λέει όλες οι δαπάνες του Δημοσίου να γίνονται με διαφάνεια μέσω της Διαύγειας.

Αυτοί ήταν οι «προδότες» που ήθελαν να νοικοκυρέψουν την Ελλάδα.

Με κανόνες ίδιους για όλους, όχι με χαριστικές ρυθμίσεις για κατεστημένα και συμφέροντα.

Εμείς βλέπετε, δεν αντιμετωπίσαμε τις τηλεοπτικές συχνότητες ως τσιφλίκι μας, όπως το κάνει σήμερα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Που δίνει δικαιώματα για παρεμβάσεις από την ΕΕ. Και δεν υποστηρίζω ότι η ΕΕ έχει πάντα δίκιο, υποστηρίζω όμως, ότι δεν μπορείς να αντιμετωπίζεις τον πλούτο του Ελληνικού λαού ως λάφυρο προς διανομή.

Εμείς δεν αντιμετωπίσαμε τις συχνότητες ως λάφυρο – και ας μας χτυπούσαν τα μανιακά συμφέροντα.

Εμείς θέλαμε να νοικοκυρέψουμε τη χώρα.

Την Αυτοδιοίκηση, με τον Καλλικράτη.

Να βάλουμε τέλος στο πάρτι με τα φάρμακα, με την ηλεκτρονική συνταγογράφηση.

2007: το κόστος φαρμάκων ανά ασθενή στην Ελλάδα ήταν 300 ευρώ, στην Σουηδία 200 ευρώ, στην Ολλανδία 180 ευρώ.

Εξοικονομήσαμε τουλάχιστον 2,5 δισ. ευρώ ετησίως – έναν ολόκληρο ΕΝΦΙΑ – μόνο με την ηλεκτρονική συνταγογράφηση.

Ποιος τα πλήρωνε αυτά; Ο εργαζόμενος, ο εργοδότης, ο συνταξιούχος και κάθε φορολογούμενος.

Σκεφτείτε αν είχαμε και τον χρόνο να κάνουμε ένα κράτος ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και μόνο.

Πόσο δεν θα χρειαζόμασταν άλλα μνημόνια.

Αυτοί είμαστε – οι «Τσολάκογλου» που ήθελαν να αποκτήσει η χώρα Πανεπιστήμια της προκοπής με μία πρωτοφανή διακομματική μεταρρύθμιση. Δηλαδή, θα ήταν προδοσία αν είχαμε στα πανεπιστήμια της χώρας κάποιες χιλιάδες ξένους φοιτητές που θα έφερναν συνάλλαγμα για τις σπουδές τους, την κατοικία και σίτισή τους; 30.000 ξένους φοιτητές έχει η Κύπρος.

Αυτοί που ήθελαν να ανοίξουν όλα τα κλειστά επαγγέλματα για τη νέα γενιά,

και,

άκουσον, άκουσον,

να γίνεται λέει ηλεκτρονική και κοινωνική διαβούλευση πριν από κάθε νομοσχέδιο, να σταματήσουμε να νομοθετούμε στα κρυφά με κρυμμένες διατάξεις για προνομιούχους,

αλλά και κάθε πρόσληψη σε θέση ευθύνης να γίνεται αξιοκρατικά, μέσω του opengov.

Αυτοί που ήθελαν να βάλουν τις τράπεζες να παίξουν το ρόλο τους, να τις εξυγιάνουν και να διασφαλίσουν τα λεφτά του Ελληνικού λαού.

Θυμηθείτε τι έγινε τότε που πήραμε την απόφαση να ανακεφαλαιοποιήσουμε τις τράπεζες με κοινές μετοχές μετά ψήφου.

Τι ακούσαμε;

 

Τι έλεγε η δεξιά και τι έλεγε η αριστερή συντήρηση.

 

Και όλοι μαζί και από κοντά και κάποιοι δικοί μας, να ρίξουν την κυβέρνησή μας, αυτό ήταν το μοναδικό τους μέλημα.

 

Τι έχουν να πουν όλοι αυτοί σήμερα, που και πάνω από 25 δισ. ευρώ από την ανακεφαλαιοποίηση έχασε ο Ελληνικός λαός και οι τράπεζες πέρασαν σε ξένα χέρια;

 

Να είσαι πρωθυπουργός και οι τράπεζες να πάνε σε ξένα χέρια!

 

Μήπως όμως ήταν και οι δικοί μας καλύτεροι;

 

Οι Τραπεζίτες, που γνώριζαν, αλλά μας πολέμησαν και αυτοί, ίσως τώρα να αναγνωρίζουν την ορθότητα της επιλογής μας.

 

Αυτά τα απαράδεκτα θέλαμε και κάναμε εμείς, οι «ξεπουλημένοι».

 

Και από τότε που φύγαμε, χάθηκε και η ουσία.

 

Συζητάει μία ολόκληρη χώρα για τα πάντα, εκτός από την ουσία.

 

Έχετε παρατηρήσει ότι από το 2012 ο πολιτικός κόσμος ασχολείται με τα πάντα εκτός από το να αλλάξουμε τη χώρα;

 

Ασχολήθηκε με το μοίρασμα κρατικών θέσεων με 4-2-1,

 

Ασχολήθηκε με το να κλείσει η ΕΡΤ κακήν κακώς για να ξανανοίξει ως ΝΕΡΙΤ και μετά ξανά ως ΕΡΤ,

 

Ασχολήθηκε με το ΔΝΤ που θέλουμε να μείνει φεύγοντας ή να φύγει μένοντας,

 

Ασχολήθηκε με το να παγιδευτεί ο Τσίπρας σε αριστερή παρένθεση,

 

Ασχολήθηκε με το ποιος σκίζει καλύτερα το Μνημόνιο,

 

Με το ποιος έκανε ηρωικότερη διαπραγμάτευση,

 

Ασχολήθηκε με το σακάκι του κάθε Βαρουφάκη,

 

Με το πόσες ώρες διήρκεσε η διαπραγμάτευση για μια μέρα,

 

Με το δημοψήφισμα που έβγαλε «ΟΧΙ» που μετά έγινε «ΝΑΙ»,

 

Ασχολήθηκε με το τι λέει ο Σόιμπλε,

 

Με το τι λέει ο Τόμσεν.

 

Όλος ο πολιτικός κόσμος ασχολείται με τα πάντα,

 

εκτός από το πώς θα κάνουμε καμία μεταρρύθμιση για να αλλάξει η Ελλάδα, να παράξει πλούτο και να σταθεί στα πόδια της.

 

Κάθε μέρα και ένας ανούσιος μικροκομματικός σκυλοκαβγάς.

 

«Είστε τσιράκια του ΔΝΤ» λέει η κυβέρνηση στην αντιπολίτευση.

 

«Φύγετε» και «παραιτηθείτε» λέει η αντιπολίτευση στην κυβέρνηση.

 

Αυτά λέει η δεξιά συντήρηση, στην αριστερή συντήρηση. Και οι δύο βγαλμένες από την ίδια μήτρα, των εύκολων λόγων και υποσχέσεων, που κατέρρευσαν ως χάρτινος πύργος, του λαϊκισμού, της υποκρισίας, ακόμη και του διχασμού.

 

Ακόμη και σήμερα, μετά από 6 χρόνια, μεσούσης της κρίσης, η υποκρισία, είναι κυρίαρχη.

 

Η κυβέρνηση φέρνει εκλογικό σύστημα απλής αναλογικής.

 

Με κάποιο τρόπο, όλοι ή σχεδόν όλοι, θα μπορούσαμε να στηρίξουμε.

 

Αλλά στην πρόταση δεν υπάρχει ρύθμιση για σπάσιμο των περιφερειών-μαμούθ.

 

Εκεί που φωλιάζει το μαύρο πολιτικό χρήμα – και λένε ότι είναι και αριστεροί.

 

Εδώ και χρόνια, αν υπήρχε μια σχετικά κοινή αντίληψη μεταξύ των κομμάτων, ήταν ότι πρέπει επιτέλους να τελειώνουμε με τις μεγάλες περιφέρειες.

 

Και ρωτώ: πώς υπερασπίζεσαι την ισότητα της ψήφου, την δημοκρατικότερη αντιπροσώπευση, αν δεν αντιμετωπίζεις το μαύρο πολιτικό χρήμα;

 

Τι Δημοκρατία είναι αυτή; Ποια αριστερά μπορεί να την υποστηρίξει;

 

Συμπέρασμα: η πρόταση έρχεται για να πετάξουν τη μπάλα στην εξέδρα.

 

Και, σκεπτόμενοι, μεσοπρόθεσμα, για να ωφεληθούν από μια πιθανή αδυναμία συγκρότησης κυβέρνησης που θα οδηγήσει και σε επόμενες εκλογικές αναμετρήσεις.

 

Λες και η χώρα, έχει την πολυτέλεια αλλεπάλληλων εκλογικών αναμετρήσεων, αντί για συνεννοήσεις και συνεργασίες, με σκοπό να αντιμετωπιστούν οριστικά οι αιτίες της κρίσης και να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για μια βιώσιμη επόμενη ημέρα.

 

Αλλά, μήπως το ίδιο δεν συμβαίνει και με την απόφαση της κυβέρνησης να προχωρήσουμε σε Συνταγματική Αναθεώρηση;

 

Πώς αλλιώς να προσεγγίσει κανείς την κυβερνητική επιλογή, τη στιγμή που η ίδια η κυβέρνηση δεν κάνει την παραμικρή κίνηση για να φέρει δημοκρατικές, πολύ περισσότερο προοδευτικές αλλαγές, για τις οποίες δεν χρειάζονται προηγουμένως αλλαγές στο Σύνταγμα;

 

Και ακόμη περισσότερο, που δε δείχνει να εγκαταλείπει την πελατειακή αντίληψη που υπηρετεί, είτε αποδομώντας μεταρρυθμίσεις που έχουν γίνει, είτε εξαιρώντας αποφάσεις από την αυτονόητη υποχρέωση της ανάρτησής τους στη Διαύγεια ή στο ηλεκτρονικό σύστημα καταγραφής προμηθειών αγαθών, υπηρεσιών και έργων.

 

Όλα για τις εντυπώσεις.

 

Για ένα αδειανό πουκάμισο.

 

Και οι πολίτες;

 

Κανείς δεν ασχολείται μαζί τους.

Κανείς δεν ασχολείται με το τι λέει και τελικά τι αναζητά ο Έλληνας πολίτης.

 

Δύο ερωτήματα βρίσκονται στα χείλη μας,

στα χείλη κάθε Έλληνα και Ελληνίδας,

παντού, όπως και εδώ, στα Δωδεκάνησα, στη Ρόδο.

 

Το πρώτο ερώτημα είναι ένα απλό, αλλά τόσο βαθύ «Γιατί;»

 

Και το δεύτερο ερώτημα, είναι «Τώρα τι κάνουμε;».

 

Γιατί εμείς ακόμα βολοδέρνουμε και η Ιρλανδία, η Πορτογαλία, η Κύπρος που μπήκαν σε πρόγραμμα μετά από εμάς βγήκαν πριν από εμάς;

 

Και κυρίως τι μπορεί να γίνει τώρα;

Τι μας ξημερώνει;

Μπορούμε να κάνουμε κάτι για αυτό;

 

Αυτά είναι τα ερωτήματα που βρίσκονται στα χείλη και στη σκέψη όλων μας.

Πίκρα και οργή για το παρελθόν.

Αβεβαιότητα για το σήμερα και το αύριο.

 

Υπάρχει ελπίδα;

Αυτό με ρωτάνε πολλοί στο δρόμο, στα καφενεία, στις γειτονιές όπου και αν βρίσκομαι.

 

Ελπίδα; Όχι αυτή που ήρθε μόνο στις αφίσες και στα συνθήματα.

Πραγματική ελπίδα.

Απαντώ: Και βέβαια υπάρχει.

 

Μόνο όμως αν τα διδάγματα από το «γιατί» γίνουν οδηγός μας για το «τι κάνουμε τώρα».

 

Μόνο αν τα μαθήματα από το χθες, γίνουν ο οδηγός μας για το αύριο.

 

ΓΙΑΤΙ, λοιπόν, ακόμα ταλαιπωρούμαστε;

Γιατί μετά από 9 χρόνια σε ύφεση,

6 χρόνια σε Μνημόνιο,

μετά από τόσες θυσίες,

γιατί δεν έχουμε διαβεί τον κάβο;

 

Την απάντηση δεν τη δίνω εγώ.

Μας την έδωσε η ίδια η Ιστορία.

Δεν χρειάζεται να πάμε μακριά.

Ας συγκρίνουμε την περίπτωσή μας με τις άλλες χώρες που μπήκαν σε πρόγραμμα, την Πορτογαλία, την Ιρλανδία και την Κύπρο.

 

Μπορεί ο βαθμός δυσκολίας στην περίπτωση της Ελλάδας να ήταν ο μεγαλύτερος.

Καμία άλλη χώρα δεν είχε ζήσει την καραμανλική λαίλαπα.

Και εκεί όμως χρειάστηκαν Μνημόνιο,

και εκεί είχαν Τρόικα με ΔΝΤ,

και εκεί είχαν σκληρά μέτρα.

 

Αλλά με κάποιον τρόπο όλοι τα κατάφεραν καλύτερα από εμάς.

Μπήκαν αργότερα σε πρόγραμμα και βγήκαν νωρίτερα.

Σε σχέση με αυτές τις χώρες, η Ιστορία έχει αποδείξει ότι έλειψαν στην Ελλάδα 3 βασικά πράγματα:

 

Πρώτον, η στοιχειώδης συναίνεση.

 

Βασική διαφορά σε σχέση με όλες τις άλλες χώρες που μπήκαν σε πρόγραμμα.

Όλοι πλέον παραδέχονται αυτό που χρόνια υπογραμμίζαμε και κανείς δεν μας άκουγε:

Αν στοιχειωδώς είχε στηριχθεί η προσπάθειά μας το 2010, σήμερα η Ελλάδα θα είχε προ πολλού βγει και από την κρίση και από τα Μνημόνια.

 

Αντί για αυτό,

 

Έσκιζε τα Μνημόνια ο ένας,

 

τα καταργούσε με ένα νόμο ο άλλος,

 

και όλοι μαζί εκμεταλλευόντουσαν την οργή του κόσμου στο Σύνταγμα.

 

Δεξιά είχαμε τα Ζάππεια,

 

Αριστερά τις αυταπάτες,

 

και στη μέση μία κυβέρνηση να την πετροβολάνε όλοι.

 

Αυτά ζήσαμε το 2010 και το 2011.

 

Και στοίχισαν στη χώρα άλλα δύο χειρότερα Μνημόνια.

 

Η έλλειψη εθνικής συνεννόησης συρρίκνωσε τις δυνατότητες καλύτερης διαπραγμάτευσης με τους εταίρους.

 

Και το χειρότερο: συνοδεύτηκε από εκρήξεις δεξιάς και αριστερής δημαγωγίας και ανορθολογισμού.

Στερώντας τη χώρα από την αναγκαία πολιτική ηρεμία και σταθερότητα, που πάντοτε βοηθούν το οικονομικό κλίμα.

 

Και να θυμίσω, με ποια θηρία είχαμε και έχουμε να κάνουμε.

Κακώς θεωρούμε ότι η διαπραγμάτευση ήταν μόνο με τους εταίρους ή το ΔΝΤ.

Η ουσιαστική διαπραγμάτευση – καλώς ή κακώς – είναι με την ψυχολογία και τις εντυπώσεις στις διεθνείς αγορές.

Όσο εμείς εδώ βγάζαμε ο ένας τα μάτια του άλλου,

όσο εμείς δεν δείχναμε ότι είμαστε μια γροθιά – όλος ο πολιτικός κόσμος,

με σοβαρή βούληση για αλλαγές,

τόσο δεν μας εμπιστεύονταν οι αγορές.

 

Και αυτό με φέρνει στο δεύτερο σκέλος της απάντησης – όσον αφορά το «γιατί»:

 

Δεύτερος λόγος λοιπόν, στο γιατί, είναι ότι η Ελλάδα αντιμετώπισε αβυσσαλέο έλλειμμα αξιοπιστίας.

 

Καμία άλλη χώρα δεν είχε το δικό μας έλλειμμα αξιοπιστίας, εξαιτίας των Greek Statistics.

Βρεθήκαμε το 2009 με τρία ελλείμματα – κληρονομιά της καραμανλικής λαίλαπας.

Το πρώτο ήταν το δημοσιονομικό.

Το δεύτερο το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας.

Δηλαδή, αγοράζαμε πολλά περισσότερα από όσα πουλάγαμε στο εξωτερικό.

Και το τρίτο, ήταν το έλλειμμα αξιοπιστίας.

 

Πιστέψτε με – σε όλες τις διαπραγματεύσεις και επαφές συνειδητοποίησα ότι ήταν το πιο θανάσιμο έλλειμμα που αντιμετωπίσαμε. Και αν δεν με γνώριζαν προσωπικά από την θητεία μου στο Υπουργείο Εξωτερικών με τα θετικά αποτελέσματα για Βελάδα, Κύπρο και Βαλκάνια, θα ήταν πολύ χειρότερα τα πράγματα.

 

Ό,τι χειρότερο σε μία Ευρώπη που δεν ήξερε που πάνε τα τέσσερα στην αντιμετώπιση της κρίσης.

Όμως, έδωσε το πάτημα στις αγορές να αμφισβητήσουν τη βιωσιμότητά μας ως οικονομία.

Να αγνοούν κάθε αποτελεσματικό μέτρο που παίρναμε.

 

Και το πιο τραυματικό: έδωσε την αφορμή στους συντηρητικούς ευρωπαϊκούς κύκλους να επιμείνουν στην εξοντωτική λιτότητα ως τη μόνη αξιόπιστη λύση σε μία αναξιόπιστη περίπτωση.

Φωνάζαμε εξαρχής: «δημοσιονομική υπευθυνότητα αλλά και χρόνο για μεταρρυθμίσεις».

Μας έλεγαν «λιτότητα».

Τώρα όλοι περισπούδαστα αναλύουν το γιατί η Ελλάδα χρειάζεται «δημοσιονομική υπευθυνότητα αλλά και βαθιές μεταρρυθμίσεις».

Έπρεπε, δυστυχώς, να περάσουν χρόνια.

Αυτό ήταν το τίμημα της καραμανλικής αναξιοπιστίας.

 

Τώρα κάποιοι, λίγοι βεβαίως ακόμη, αρχίζουν να κατανοούν ότι, με δημοσιονομική υπευθυνότητα και μεγάλες μεταρρυθμίσεις,

 

Μπορούμε να αποφύγουμε την αύξηση του ΦΠΑ, που όχι μόνο πληρώνουν οι πολλοί, αλλά και καθιστά την οικονομία μας, μη ανταγωνιστική – το γνωρίζετε καλά εσείς που ασχολείστε με τον Τουρισμό.

 

Μπορούμε να διαμορφώσουμε ένα ποιοτικό τουριστικό προϊόν, με σχέδιο, με ένα Εθνικό Σχέδιο, με συνέργειες, με τη γνώση που έχετε σε κάθε περιφέρεια και με δυναμικές πρωτοβουλίες.

 

Μπορούμε, με ένα Εθνικό Σχέδιο, να ανακτήσουμε την αξιοπιστία μας και να πετύχουμε σε ευρωπαϊκό επίπεδο καλύτερες πολιτικές που να ενδυναμώνουν ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα Νησιωτικότητας.

 

Μπορούμε, έτσι, να προσφέρουμε και μια καλύτερη προοπτική στους ανθρώπους μας, τους νησιώτες μας, που κατοικούν στα νησιά και τους 12 μήνες του χρόνου.

Και όλα αυτά, ενταγμένα μέσα σε ένα νέο καινοτόμο πλαίσιο πράσινης, βιώσιμης ανάπτυξης, που θα προσφέρει και βιώσιμες θέσεις εργασίας.

 

Για να τα πετύχουμε όμως, δεν χρειάζονται εύκολα λόγια. Αλήθειες και δουλειά χρειάζεται.

 

Και το τρίτο που μας έλειψε στην Ελλάδα, η συνειδητοποίηση του προβλήματος.

Κορυφαίο θέμα.

 

Ακόμα και σήμερα, ο κ. Τσίπρας υποστηρίζει στις ομιλίες του ότι το πρόβλημα της χώρας ήταν το Μνημόνιο το 2010.

Και όχι η πελατειακή ασυδοσία μέχρι το 2009 που μας ανάγκασε να χρειαζόμαστε Μνημόνιο.

Όχι τα 110 δισ. ευρώ χρέος που φορτώθηκε η χώρα σε 5 χρόνια, από το 2004 έως το 2009,

όταν είχε φορτωθεί 180 από το 1830 έως το 2004.

Όχι η συνειδητή απάτη – το μαγείρεμα των στατιστικών στοιχείων – δηλαδή, η απόκρυψη της αλήθειας από την τότε κυβέρνηση, πριν τις εκλογές του 2009.

 

Οι υπουργοί βέβαια του κ. Τσίπρα,

ο ένας μετά τον άλλο,

αναγνωρίζουν την αλήθεια – υπογράφουν και ψηφίζουν προϋπολογισμούς που αυτά τα στοιχεία αναγνωρίζονται πανηγυρικώς.

Πού θα πάει, θα διαλυθεί και αυτή η αυταπάτη στο μυαλό του κ. Τσίπρα.

 

Γιατί πώς θα επιλύσεις ένα πρόβλημα, αν δεν το αναγνωρίζεις;

Αδύνατον.

 

Κι όμως, αυτό επέλεξε να κάνει συνειδητά όλη η αντιπολίτευση, επί των ημερών της κυβέρνησής μας.

Σκεφτείτε: υπάρχει κόσμος που πιστεύει ότι τη χώρα χρεοκόπησαν δύο λέξεις από μία ομιλία μου και όχι η καραμανλική λαίλαπα της περιόδου 2004-2009.

 

Αλλά, φίλες και φίλοι, υπάρχει ένα αόρατο νήμα που ενώνει όλα τα απίθανα για τα οποία κατηγορηθήκαμε:

από τα CDS μέχρι το ΔΝΤ,

από το έλλειμμα μέχρι το «λεφτά υπάρχουν»,

από τα δήθεν δισεκατομμύρια που μας δάνειζαν και δεν πήραμε – μέχρι ότι φουσκώσαμε το έλλειμμα του 2009.

 

Προσέξτε: στις άλλες χώρες που μπήκαν σε πρόγραμμα,

μπορεί να υπήρξαν αντιδράσεις για το Μνημόνιο,

αλλά κανείς ουσιαστικά δεν αμφισβήτησε ότι υπήρχε πραγματικό πρόβλημα στη χώρα προ Μνημονίου.

Και είπαν: «έχουμε πρόβλημα, ας κάνουμε κάτι να το λύσουμε για να τελειώνουμε μία ώρα αρχύτερα με τα Μνημόνια».

Εδώ έγινε το αντίθετο: στη χώρα με το μεγαλύτερο πρόβλημα, έγινε μόδα η λογική ότι δεν υπήρχε πρόβλημα!

 

Χτίστηκαν καριέρες πάνω σε ένα γενικευμένο ξέπλυμα ευθυνών για το τι έγινε μέχρι το 2009,

και σε πλύσιμο εγκεφάλου πως η Ελλάδα απέκτησε πρόβλημα το 2010 με το Μνημόνιο.

Αυτή είναι η αλήθεια.

 

Όμως, κατάφεραν πολλά – φτιάχτηκαν καριέρες και αναρριχήθηκαν σε θώκους εξουσίας με την αντιμνημονιακή τους ρητορική.

 

Τελικά, Σαμαράς και Τσίπρας έγιναν οι πιο μνημονιακοί, γιατί το μόνο πρόγραμμα που είχαν ήταν αυτό που τους επέβαλε τελικά η τρόικα.

 

«Ζάππεια» και «Θεσσαλονίκης» ήταν για το θεαθήναι.

 

Ποιο είναι λοιπόν το νήμα που ενώνει κάθε ανοησία που ειπώθηκε,

κάθε ψέμα που διαφημίστηκε

και κάθε δηλητήριο που χύθηκε εναντίον μας;

 

Είναι η λογική «λέμε οτιδήποτε, αρκεί ο κόσμος να μην ασχοληθεί με τα πραγματικά αίτια της κρίσης, να μην αναζητήσει τους πραγματικούς υπεύθυνους».

 

Σήμερα, ουδείς δικαιούται να δηλώνει αυταπάτη ως προς αυτό.

Όλοι εξαπάτησαν συνειδητά.

Αποτέλεσμα;

Χρειάστηκε να περάσουν χρόνια,

χρειάστηκαν άλλα δύο μνημόνια,

απαιτήθηκαν εντελώς αχρείαστες επιπρόσθετες θυσίες χωρίς τελειωμό,

για να αποδειχθεί στην πράξη,

και να αποδεχθούν όλοι εκτός από κάποιες γραφικές περιπτώσεις,

κάποια αυτονόητα πράγματα που λέγαμε εξαρχής:

 

Ότι, στη διεθνή οικονομία, στη διεθνή πολιτική, όποιοι κι αν είναι οι δεσμοί, όποιες κι αν είναι οι συμπάθειες, καμία χώρα, κανένας δεν δανείζει χαριστικά τα χρήματα των συμπολιτών του – και καλά κάνει.

 

Στα δάνεια, δεν υπάρχουν χάρες.

Τόσο απλό. Τόσο αυτονόητο.

Κι όμως, μας πήρε 6 χρόνια να το συνειδητοποιήσουμε.

 

Άλλο αυτονόητο:

Τα περί αλλαγής νομίσματος,

μονομερούς στάσης πληρωμών,

εκβιασμό των εταίρων,

θεωρίες παιγνίων και άλλα τέτοια εξωτικά,

είναι πολύ ωραία όταν παίζεις επιτραπέζια παιχνίδια.

Στην οικονομία και στην πραγματική ζωή,

όταν έχεις στην πλάτη σου τις ζωές 11 εκατομμυρίων ανθρώπων,

δεν παίζεις.

Μπορεί να προκαλέσεις αναταραχή, αλλά θα ζήσεις εθνική καταστροφή.

Πόσο ηλίθιος μπορεί να είσαι για κάτι τέτοιο;

 

Στην περσινή διαπραγμάτευση το παίζαμε τρελοί.

Ωραίο για reality show.

Όταν όμως χρειάζεσαι και ζητάς να σου δώσουν χρήματα,

και σε θεωρούν τρελό,

θα σε δέσουν και με ζουρλομανδύα.

Αυτό κατάφερε και αυτό ψήφισε η σημερινή Βουλή.

Τόσο απλό.

Τόσο αυτονόητο.

Ακόμα και για αυτό όμως χρειάστηκαν 6 χρόνια σε κάποιους για να το συνειδητοποιήσουν.

 

Τώρα, όμως, ΤΙ ΚΑΝΟΥΜΕ;

Ρωτάμε όλοι μας.

Υπάρχει λύση και διέξοδος;

Θα βγούμε ποτέ από τα μνημόνια και την κρίση;

Θα αρχίσουμε να ανεβαίνουμε ποτέ ή ακόμα δεν φτάσαμε στον πάτο;

 

Θέτω το ίδιο δίλημμά που είχα θέσει σε ομιλία μου σε όλους τους κοινωνικούς εταίρους στο Ζάππειο, το Δεκέμβριο του 2009.

 

Τόσο παλιά – τόσο νωρίς.

 

Είχα πει τότε επί λέξει:

 

«Θέλει ο Έλληνας και η Ελληνίδα μια κυβέρνηση που θα είναι απλά ο εκκαθαριστής των υποχρεώσεων προς τρίτους;

Ή θέλει μια κυβέρνηση που θα κάνει τη μεγάλη ανατροπή ανασυγκρότησης της χώρας, και θα πάει την Ελλάδα σε μια νέα αλλά αυτή τη φορά βιώσιμη πορεία;»

 

Την κυβέρνηση-εκκαθαριστή τη ζήσαμε και επί Σαμαρά-Βενιζέλου, τη ζούμε και σήμερα.

 

Κυβέρνηση με πάθος για αλλαγές ζήσαμε μόνο την περίοδο 2009-2011.

Ήταν η τότε κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ.

 

Ναι, κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, εγώ δεν φοβάμαι να το πω, άλλοι φοβούνται.

 

Φίλες και φίλοι,

Η χειρότερη συνέπεια της κρίσης είναι ότι διαμορφώνει ψυχολογία ήττας,

υποταγής στο μοιραίο,

μια κουλτούρα του ανέφικτου για κάτι καλύτερο.

Δεν θα σταματήσω ούτε στιγμή να παλεύω απέναντι στη μιζέρια.

 

Δεν θα σταματήσω ούτε στιγμή να αγωνίζομαι ενάντια στην παραίτηση.

 

Δεν θα σταματήσω ούτε στιγμή να πιστεύω στις δυνατότητες του τόπου μας, του λαού μας.

Αυτή είναι και η βαθύτερη έννοια της λέξης πολιτική.

Όχι το παιχνίδι εξουσίας.

Αλλά η δυνατότητα συλλογικά να αλλάζουμε τη μοίρα μας.

Αυτή την πολιτική θέλω να φέρουμε ξανά στη χώρα μας.

 

Ξέρω, γνωρίζουμε όλοι, πως τίποτα δεν είναι εύκολο.

Όχι μόνο εξαιτίας όσων έχουν γίνει.

Και όχι μόνο λόγω της επιμονής μεγάλου μέρους της συντηρητικής ακόμα Ευρώπης να βαυκαλίζεται πως η λύση είναι οι περικοπές, η λιτότητα και όχι οι πραγματικές αλλαγές.

 

Αλλά κυρίως γιατί η αλλαγή πορείας προς το καλύτερο, απαιτεί και προϋποθέτει υπέρβαση του ίδιου του εαυτού μας.

 

Να υπερβούμε τις χειρότερες νοοτροπίες μας, για να απελευθερώσουμε το απίστευτο δυναμικό μας για πρόοδο.

 

Και κυρίως να μάθουμε από αυτά που πάθαμε.

 

Όσο η πολιτική διεξάγεται με όρους αρένας,

«ο θάνατός σου, η ζωή μου»,

Όσο η έφοδος και παραμονή στην εξουσία παραμένει αποκλειστικός αυτοσκοπός,

Όσο η ιδιοποίηση του κράτους είναι ο κυρίαρχος στόχος, τίποτα δεν θα διορθωθεί, τίποτα δεν θα αλλάξει.

 

Το μόνο που θα αλλάζει είναι ποιος θα κατηγορεί ποιον ως «προδότη».

 

Για αυτό και επιμένω στις αρχές μου.

Ακούω τις διδαχές της ιστορίας.

Και φωνάζω εδώ και χρόνια,

και θα φωνάζω με όλη τη δύναμη της ψυχής μου,

για μια κουλτούρα συναίνεσης και συνεργασίας.

Έτσι και μόνο έτσι θα στρίψουμε το τιμόνι της χώρας προς το καλύτερο.

 

Η απουσία αυτής της συναίνεσης ήταν ουσιαστικός λόγος για να γίνει το δημοψήφισμα το 2011.

Αλλά και αυτό πόσοι δεν το ήθελαν;

Γιατί θα έχαναν το προνόμιο να είναι οι προστάτες του λαού.

Γιατί ο λαός θα είχε αποφασίσει μόνος του.

Γιατί ένα ΝΑΙ θα έδινε τη δύναμη σε μια κυβέρνηση να προχωρήσει αλλαγές ενάντια σε κάθε μεγάλο συμφέρον και ολιγαρκή.

 

 

Φίλες και φίλοι,

 

Προσωπικά λοιδωρήθηκα από τους αντιπάλους μου, όσο λίγοι.

 

Ταξίδεψα σε όλο τον κόσμο, Ευρώπη, Αμερική, Ασία, δύο φορές, για να πείσω τους εταίρους μας να μην αφήσουν την Ελλάδα να χρεοκοπήσει – την ώρα που η αντιπολίτευση αμφισβητούσε ακόμα και τον πατριωτισμό μου.

 

Έκανα ως Πρωθυπουργός ανοίγματα πραγματικής συναίνεσης, και το 2010 και το 2011, όταν άλλοι έχτιζαν ψεκασμένες καριέρες.

 

Με είπαν Πινοσέτ, Τσολάκογλου, ντήλερ διεθνών κερδοσκόπων, ό,τι μπορεί να φανταστεί κανείς.

 

Δεν κρατάω κακία σε κανέναν.

 

Μπορούμε να προχωρήσουμε;

 

Μπορούμε να πάμε παρακάτω;

 

Δικός μου εχθρός δεν είναι ο Τσίπρας, όπως δεν ήταν ο Σαμαράς.

Τα δε γεγονότα του παρελθόντος, τα διδάγματα, δεν τα αναφέρουμε από εκδίκηση αλλά για να μην επαναληφθούν ποτέ ξανά στο μέλλον.

 

Δικός μου εχθρός είναι τα προβλήματα του τόπου.

Είναι το πελατειακό κράτος.

Που τρώει το βιος του Έλληνα πολίτη και καταβροχθίζει τις ελπίδες της νέας γενιάς.

Με αυτό πρέπει να τελειώνουμε.

 

Τι χρειαζόμαστε λοιπόν;

 

Τρία πολύ συγκεκριμένα πράγματα.

 

Πρώτον, κατανόηση του πραγματικού προβλήματος που αντιμετωπίζει η χώρα.

Όσο η κυρίαρχη αφήγηση εντοπίζει το πρόβλημα της χώρας στο 2010 και στο Μνημόνιο,

και όχι σε όσα έγιναν μέχρι το 2009,

είναι αδύνατον να πάμε μπροστά.

Πρόβλημα που δεν αναγνωρίζεται, δεν λύνεται.

 

Το δεύτερο που χρειάζεται είναι ένα εθνικό σχέδιο, ένα εθνικό συμβόλαιο, που να αντιμετωπίζει και να απαντά στα πραγματικά προβλήματα.

Ένα σχέδιο δικό μας, που να γίνει κτήμα του Ελληνικού λαού.

Αυτό το σχέδιο πρέπει να αντιμετωπίζει ουσιαστικά και ριζικά τις αιτίες της κρίσης.

Χρειαζόμαστε λύσεις-σπαθί που κόβουν το γόρδιο δεσμό…

στην απονομή δικαιοσύνης,

στην παραγωγή πλούτου,

στο φορολογικό σύστημα,

στο ασφαλιστικό σύστημα,

στο εκπαιδευτικό σύστημα,

Τη ριζοσπαστική αποκέντρωση του κράτους

και τέλος στη λειτουργία του τρίπτυχου δημόσιο – θεσμοί – πολιτικό σύστημα.

 

Οι παθογένειες σε αυτούς τους πέντε τομείς δημιούργησαν την κρίση – εκεί χρειαζόμαστε λύσεις.

Και όχι δήθεν λύσεις που απλά θάβουν το πρόβλημα κάτω από το χαλί για λίγο διάστημα.

Όχι δήθεν λύσεις που απλά προσθέτουν μερικές χιλιάδες σελίδες νόμων στην ήδη χαώδη νομοθεσία μας.

Όχι δήθεν λύσεις που απλά ανακυκλώνουν την ίδια αποτυχημένη λογική αντιμετώπισης των προβλημάτων.

Χρειάζεται να τολμήσουμε έξω από τα συνηθισμένα.

Έξω από το συνηθισμένο πλαίσιο.

Έξω από τα κατεστημένα.

Κάθε μας παθογένεια είναι γόρδιος δεσμός: η λύση της απαιτεί κόψιμο με σπαθί.

 

Στην καρδιά του προβλήματος.

 

Όπως κάναμε με τον «Καλλικράτη», με τη «Διαύγεια», με την ηλεκτρονική συνταγογράφηση, τις ηλεκτρονικές προμήθειες, το opengov, το νόμο για τα πανεπιστήμια, το άνοιγμα στην πράσινη ενέργεια κ.ο.κ.

 

Δεν λέω ότι τα κάναμε όλα και ότι τα κάναμε σωστά. Όχι.

Αλλά τέτοιες λύσεις θέλει ο τόπος.

Απλές και τόσο ρηξικέλευθες.

Την επανάσταση του αυτονόητου.

Όπως ξεκινήσαμε το 2009.

Με τα αυτονόητα. Να ξέρουμε πόσοι υπάλληλοι δουλεύουν στο δημόσιο.

Να επιβραβεύουμε τους άριστους και όχι τους αρεστούς.

Πρόσφατα δημοσίευσε μια εφημερίδα σοβαρή έρευνα για την φυγή των νέων στο εξωτερικό.

Ποιο είναι το πρώτο που τους παρακινεί; Η έλλειψη αξιοκρατίας και η διαφθορά.

Αυτά χτυπήσαμε και για αυτά χτυπηθήκαμε.

Αυτονόητα όμως!

Αλλιώς, θα κυνηγάμε συνέχεια ως χώρα την ουρά των προβλημάτων μας.

 

Και το τρίτο που χρειάζεται, είναι η έστω μίνιμουμ συνεννόηση των πολιτικών δυνάμεων και των παραγωγικών δυνάμεων.

Ένα εθνικό μορατόριουμ σοβαρότητας μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων.

Όπως όταν πρότεινα τότε, να διαπραγματευτούμε από κοινού με την τρόικα, Κυβέρνηση και Αντιπολίτευση. Όπως έκανε η Πορτογαλία.

Να βγαίναμε με κοινό μήνυμα τότε – ότι μπορούμε και να μειώσουμε τους φόρους αν όλοι τους πληρώνουμε.

Ούτε να το κουβεντιάσει η αντιπολίτευση. Έκλεινε το μάτι στο «δεν πληρώνω», για να πληρώσει σήμερα πολλαπλά ο Έλληνας φορολογούμενος.

 

Όχι, λοιπόν, άλλη μιζέρια και στείρο μικροκομματικό παιχνίδι.

Για αλλαγές με βάθος και προοπτική, χρειάζεται διαβούλευση και με τις πολιτικές δυνάμεις, και με την κοινωνία συμμέτοχη, και με τις παραγωγικές δυνάμεις του τόπου, για την επίτευξη του κοινού σκοπού.

Ακόμα και δημοψηφίσματα – που όμως δεν θα έχουν το χαρακτήρα τακτικισμού και πολιτικής χειραγώγησης.

 

Και μαζί, μια προσπάθεια για να μπορέσουμε να διαπραγματευτούμε σωστότερους όρους με τους εταίρους μας στις προβλέψεις του μνημονίου – με στόχο μια βιώσιμη ελληνική οικονομία.

 

Για να γίνουν βέβαια αυτά,

 

Πρέπει να υπερβούμε τον χειρότερο εαυτό μας για να απελευθερώσουμε το απίστευτο δυναμικό μας.

 

Μπορούμε να βγάζουμε όσο θέλουμε ο ένας τα μάτια του άλλου, από την κρίση όμως έτσι δεν θα βγούμε.

 

Αυτό μας δίδαξε η Ιστορία. θα την ακούσουμε επιτέλους;

 

Διχασμένοι θα βουλιάζουμε.

 

Μαζί, μπορούμε να απογειωθούμε.

 

Όμως,

 

Επειδή τα κόμματα έχουν τις δικές τους λογικές,

Την εύκολη πόλωση για να ανέβουν στο χρηματιστήριο των γκάλοπ,

Χρειαζόμαστε κάτι άλλο.

 

Ένα συμβόλαιο μεταξύ μας. Από τη βάση.

Μαζί με τη βάση.

Μεταξύ των πολιτών.

Μεταξύ των Ελλήνων.

Ένα διάλογο, ήσυχα και απλά.

Με αλήθειες, ως βάση.

Αρκετά τα κόμματα δίχασαν την ελληνική κοινωνία.

Αρκετά τη διαιρέσαμε τη στιγμή που χρειαζόταν κοινωνική ενότητα απέναντι στη λαίλαπα των αγορών.

 

Και ποιος ωφελείται από τη διχόνοια;

Αυτός που δε θέλει να αλλάξει τίποτα.

Όσοι παρασιτούν.

 

Σίγουρα δεν ωφελείται όποιος θέλει να μπει τέλος στην ανασφάλεια και στην ασυδοσία,

ο νέος επιστήμονας,

ο καινοτόμος επιχειρηματίας,

ο δημιουργικός αγρότης,

ο πρωτοπόρος δήμαρχος και περιφερειάρχης,

ο διψασμένος για δουλειά άνεργος,

ο συνταξιούχος που θέλει και ζητά μια κοινωνία ισονομίας και αλληλεγγύης για τα παιδιά και τα εγγόνια του.

 

Όλοι αυτοί που ζητούν παραγωγή και σωστή όσο και δίκαιη αξιοποίηση του πλούτου.

Χρειάζεται να αναδείξουμε αυτές τις δυνάμεις.

Να βγουν μπροστά, πρωτοπόρες.

Να βγουν μπροστά, δυναμικά.

 

Και από τη βάση να ενώσουν τη χώρα γύρω από ένα εθνικό και προοδευτικό σχέδιο αλλαγών.

 

Ας διδαχθούμε από την Ιστορία.

 

Ας αξιοποιήσουμε τα συμπεράσματά μας, την εμπειρία μας.

 

Και τώρα, που ο πολίτης βλέπει τις αλήθειες, όσο γινόμαστε πιο γνωστικοί, ξεπερνώντας αυταπάτες και Ζάππεια που μηδένιζαν ελλείμματα σε ένα χρόνο χωρίς κόπο και πόνο, ας πάρουμε τη μοίρα μας στα χέρια μας.

Χωρίς να ψάχνουμε μάγους και σωτήρες. Ή τον ξανθό αδελφό, Ρώσο του βορρά, να μας σώσει.

 

Σχέδιο χρειάζεται και αποφασιστικότητα. Αυτοπεποίθηση.

 

Για αυτά θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε.

 

Χρειάζεται η κρίσιμη μαγιά, η κρίσιμη μάζα, που θα ενστερνιστεί αυτό το υπερβατικό πατριωτικό μήνυμα, αυτές τις ιδέες.

 

Θα παλέψει για αυτές και θα τις προωθήσει.

 

Θα κάνει το πρόγραμμα προοδευτικών αλλαγών στη χώρα μας πραγματικό ρεύμα και κτήμα πλατειών στρωμάτων της κοινωνίας.

 

Θα ξαναπιστέψει.

Να πάμε μαζί – Ξανά!

 

Για αυτό και το ΚΙΝΗΜΑ μας, κοιτά τη συναίνεση και την ενότητα σε βάση αρχών, αξιών και προγραμμάτων.

 

Απαιτείται να διαμορφωθεί μια νέα πολιτική κουλτούρα.

Ακόμα και ένας νέος πατριωτισμός.

 

Που δεν θα βασίζεται στη δαιμονοποίηση του άλλου. Που δεν θα στηρίζεται στην επίπλαστη περιχαράκωση και την άγνοια των ψηφοφόρων.

 

Που θα ενώσει πλατιές δυνάμεις του λαού.

 

Που θα ανοίγει πόρτες, αντί να χτίζει τείχη.

Μια κοινή βούληση να αλλάξει αυτός ο τόπος.

 

Φίλες και φίλοι,

 

Έχουμε απίθανες δυνατότητες.

Μπορούμε να τις αξιοποιήσουμε.

 

Αλλά η φωνή μας θα δυναμώνει όσο εμείς στεκόμαστε στα δικά μας πόδια – χωρίς δάνειες δυνάμεις.

 

Μαζί με τη δυνατότητά μας να ανταποκριθούμε στις επερχόμενες παγκόσμιες αλλαγές, όσο θα ενδυναμώνεται η εμβάθυνση και η δημιουργία θεσμών που να διασφαλίζουν μια λειτουργούσα και σύγχρονη Δημοκρατία.

 

Που θα αποκαθιστά την εμπιστοσύνη του πολίτη στο κράτος και θα εδραιώνει την εμπιστοσύνη του κράτους στον πολίτη.

 

Ο αγώνας για να γίνουν πράξη αυτές οι αυτονόητες αλήθειες δεν τελειώνει ποτέ.

Δεν σταματάμε.

 

Προχωράμε.

 

Θέλουμε την ενότητα.

Του λαού μας, για να κάνουμε τις μεγάλες αλλαγές που έχει ανάγκη ο τόπος.

 

Θέλουμε την ενότητα.

Του προοδευτικού χώρου – αλλά βασισμένη σε αρχές και προγράμματα.

 

Όχι θεσηθυρικές βλέψεις.

 

Η πρότασή μας είναι απλή:

 

Συμφωνία σε επαναστατικό πλαίσιο αλλαγών που κόβουν το γόρδιο δεσμό της πελατειακής Ελλάδας, και μετά όλοι και όλα από τη βάση.

 

Τόσο απλά, τόσο καθαρά.

 

Αν δεν ευοδωθούν οι προσπάθειες, το Κίνημα θα κατέλθει μόνο του στις επόμενες εκλογές.

 

Είμαι αποφασισμένος στις επόμενες εκλογές, όποτε κι αν γίνουν, να βρουν το ψηφοδέλτιο του ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ στο χέρι κάθε πολίτη.

 

Είμαι αποφασισμένος οι επόμενες εκλογές, όποτε κι αν γίνουν, να βρουν το ΚΙΝΗΜΑ με πλήρες οπλοστάσιο θέσεων και προτάσεων για το αύριο του τόπου.

 

Ό,τι ισχύει για τη χώρα, ισχύει και για το ΚΙΝΗΜΑ.

 

Καμία πρόταση δεν είναι πραγματικά προοδευτική, αν δεν έχει προκύψει από συμμετοχή.

Από τους πολίτες, για τους πολίτες.

Θα μπω ξανά μπροστά, αλλά σας χρειάζομαι όλους.

Κάθε προοδευτική φωνή.

 

Συνεχίζουμε την προσπάθεια για τη συμπόρευση των προοδευτικών δυνάμεων.

 

Τώρα που διαλύθηκαν όλοι οι μύθοι,

 

καλούμε όσες και όσους διψούν να μάθουν την αλήθεια να μας ακούσουν.

 

Καλούμε όσες και όσους αναζητούν λύσεις για το από εδώ και μπρος να μας ακολουθήσουν!

 

Στο ΚΙΝΗΜΑ μας,

Γιατί πιστεύουμε ότι ΜΠΟΡΟΥΜΕ.

Εάν σύντροφός μας είναι το πάθος μας για την αλήθεια,

Εάν σύμβουλός μας είναι η πίστη στη δημιουργικότητα, την καινοτομία για τις προοδευτικές, ριζοσπαστικές λύσεις.

 

Αυτός πρέπει να είναι ο οδηγός μας στην καθημερινή μας δράση.

Έχουμε χρέος να επαναφέρουμε την πολιτική στο επίκεντρο του δημόσιου λόγου.

 

Όλες οι οργανωμένες μας δυνάμεις, πρέπει να έχουν στραμμένο το βλέμμα τους έξω από τα παράθυρα των γραφείων μας.

 

Στην κοινωνία.

 

Και εσείς, με την απόφασή σας να συγκροτηθείτε, αυτό το μήνυμα εκπέμπετε.

 

Και σε αυτό οφείλουμε όλοι να ανταποκριθούμε.

 

Χωρίς δεύτερες σκέψεις, χωρίς σκοπιμότητες, χωρίς προσωπικές ή άλλες επιδιώξεις, που μας καθιστούν αναξιόπιστους – και δικαίως, στα μάτια των συμπολιτών μας.

 

Φίλες και φίλοι,

 

Η Ελλάδα δεν έχει χρόνο για χάσιμο.

 

Έχουμε αρχές, αξίες και ιδανικά, που δεν υπόκεινται σε κανέναν κόφτη συναλλαγής.

 

Είμαστε πάντα ανοιχτοί στο διάλογο,

 

Είμαστε πάντα αλλεργικοί στη συναλλαγή,

 

Είμαστε πάντα αποφασισμένοι να γίνουμε εμείς η αλλαγή που θέλουμε για τη χώρα.

 

Ένα μεγάλο ευχαριστώ.