Δ. Παπαδημούλης: «Η αλήθεια για τις τηλεοπτικές άδειες στην Ελλάδα»

Το ειδησεογραφικό δίκτυο Euronews δημοσιεύει άρθρο του Αντιπροέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και επικεφαλής της ευρωομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, Δημήτρη Παπαδημούλη.

papadimoulis2Θέμα του άρθρου είναι το φλέγον ζήτημα της για πρώτη φορά επίσημης αδειοδότησης των ραδιοτηλεοπτικών σταθμών στην Ελλάδα, μια υπόθεση διασπάθισης του δημόσιου συμφέροντος, η οποία ώς σήμερα σηματοδοτούσε «μια ιστορία ανομίας και λεηλασίας του δημόσιου χρήματος».

Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά στο άρθρο του ο Δημήτρης Παπαδημούλης:

«Η σημερινή ελληνική κυβέρνηση επιχείρησε για πρώτη φορά μετά από 27 χρόνια να βάλει δημοκρατικούς κανόνες στο ραδιοτηλεοπτικό τοπίο με έναν νόμο ο οποίος, μεταξύ άλλων, αποτελούσε και σαφή δέσμευση της χώρας από το πρώτο μνημόνιο το 2010. (…)Η κυβέρνηση Τσίπρα τόλμησε να κάνει ό,τι οι προηγούμενες κυβερνήσεις, είτε δεν θέλησαν, είτε δεν κατόρθωσαν, είτε δεν διανοήθηκαν, καν να πράξουν».

Ακολουθεί το άρθρο:

Η αλήθεια για τις τηλεοπτικές άδειες στην Ελλάδα

Πολύς λόγος γίνεται το τελευταίο διάστημα για τις τηλεοπτικές άδειες στην Ελλάδα, με αφορμή τον νέο νόμο που ενέκρινε η ελληνική Βουλή, τον σχετικό δημόσιο πλειοδοτικό διαγωνισμό στα τέλη Αυγούστου, και την συνολικήπροσπάθεια οργάνωσης και θέσπισης κανόνων διαφάνειας και νομιμότητας στο ραδιοτηλεοπτικό τοπίο.
Δυστυχώς όμως, η κάλυψη από ορισμένα δημοσιεύματα σε διεθνή μέσα μαζικής ενημέρωσης είναι μονομερής. Στηρίζεται σε προπαγανδιστικές ανακρίβειες και σε ακραίες περιπτώσεις ξεπερνά τα όρια, με στόχο να προκαλέσει μια τεχνητή, πολιτική κρίση στη χώρα μου, υπηρετώντας πολιτικές και επιχειρηματικές σκοπιμότητες και όχι την αλήθεια.

Μια ιστορία ανομίας και λεηλασίας του δημόσιου χρήματος

Το ραδιοτηλεοπτικό τοπίο στην Ελλάδα, και πιο συγκεκριμένα η ιδιωτική τηλεόραση, από το 1990 και για 27 ολόκληρα χρόνια, λειτουργούσε σε καθεστώς ανομίας, χωρίς τήρηση των κανόνων νομιμότητας. Οι ιδιοκτήτες των τηλεοπτικών σταθμών χρησιμοποιούσαν καταχρηστικά τις δημόσιες συχνότητες, χωρίς να πληρώνουν τις ανάλογες εισφορές προς το ελληνικό δημόσιο.
Την ίδια στιγμή λάμβαναν αφειδώς δάνεια από τραπεζικά ιδρύματα, εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ, χωρίς τις απαιτούμενες τραπεζικές εγγυήσεις και τα οποία σε πολύ μεγάλο βαθμό δεν μπορούσαν και δε μπορούν να αποπληρώσουν.

Η πλειοψηφία των επιχειρηματιών που δραστηριοποιούνταν στο χώρο της ιδιωτικής τηλεόρασης με κανάλια εθνικής εμβέλειας, είχαν αναπτύξει σχέσεις εξάρτησης και αλληλοεξυπηρέτησης με το τραπεζικό σύστημα και τα πολιτικά κόμματα που κυριαρχούσαν τότε στην πολιτική σκηνή –την ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ– διαμορφώνοντας και τρέφοντας ένα πελατειακό και κρατικοδίαιτο σύστημα.

Το σύστημα αυτό είχε αναπτυχθεί σε μια τριγωνική βάση, συνδέοντας τα κυβερνώντα κόμματα, τα ΜΜΕ και τις τράπεζες,σε ένα ατελείωτο και πολυδάπανο «πάρτι» από το οποίο έβγαινε συνεχώς ζημιωμένο το δημόσιο ταμείο, η χρηστή διαχείριση του τραπεζικού συστήματος και βέβαια οι Έλληνες φορολογούμενοι πολίτες.
Διαγωνισμός: Μια υποχρέωση δημοκρατική, αλλά και δέσμευσή της χώρας από το  πρώτο μνημόνιο του 2010

Η σημερινή ελληνική κυβέρνηση επιχείρησε για πρώτη φορά μετά από 27 χρόνια να βάλει δημοκρατικούς κανόνες στο ραδιοτηλεοπτικό τοπίο με έναν νόμο ο οποίος, μεταξύ άλλων, αποτελούσε και σαφή δέσμευση της χώρας  από το πρώτο μνημόνιο το 2010, η οποία όμως δεν εφαρμόστηκε επί έξι ολόκληρα χρόνια!

Το κοινοτικό δίκαιο, όσον αφορά στην διαδικασία δημοκρατικής ρύθμισης του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου, ορίζει ότι η αρμοδιότητα δράσης και νομοθετικής πρωτοβουλίας ανήκει αποκλειστικά στα κράτη-μέλη.
Αυτό ακριβώς επανέλαβε επισήμως στις αρχές Σεπτεμβρίου, ο εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ.Μαργαρίτης Σχοινάς, ο οποίος επικρότησε την όλη διαδικασία και προσπάθεια της κυβέρνησης, δηλώνοντας επί λέξει, πως είναι θετικό ότι προκύπτουν σημαντικά επιπλέον έσοδα στο κράτος, υπογραμμίζοντας παράλληλα πως τα κράτη-μέλη είναι ελεύθερα να εφαρμόσουν τους κανόνες που αφορούν στο καθεστώς της νόμιμης αδειοδότησης,όπως συμβαίνει άλλωστε σε όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η διαδικασία του διαγωνισμού για τις τέσσερις τηλεοπτικές άδειες ολοκληρώθηκε τον προηγούμενο μήνα, με το ελληνικό δημόσιο να προβλέπεται να εισπράξει συνολικά το ποσό των 260 εκατ. ευρώ περίπου, εντός τριών ετών. Ήδη έχει εισπραχθεί το ένα τρίτο αυτού του ποσού.

Πρόκειται για μια επιτυχία για την ελληνική κυβέρνηση, με την οποία όχι μόνο ρυθμίζεται το τηλεοπτικό τοπίο και επιβάλλονται διαφανείς και σαφείς κανόνες σε ένα τομέα, όπου σύμφωνα με επανειλημμένες αποφάσεις του Ανώτατου Ελληνικού Διοικητικού Δικαστηρίου επί χρόνια επικρατούσε ένα μη νόμιμο καθεστώς αντίθετο προς τις ρυθμίσεις του ελληνικού συντάγματος.

Παράλληλα, είναι η πρώτη φορά που επιχειρηματίες των ΜΜΕ καλούνται να πληρώσουν ένα τέτοιο ποσό προς όφελος του ελληνικού δημόσιου, για την χρήση δημοσίων συχνοτήτων.

Ο πόλεμος που δέχθηκε και συνεχίζει να δέχεται η κυβέρνηση από τους μεγαλοεπιχειρηματίες που δεν απέκτησαν το δικαίωμα νόμιμης άδειας στο σχετικό διαγωνισμό και από την αντιπολίτευση της ΝΔ, ήταν απολύτως προβλέψιμος και αναμενόμενος.
Γιατί ακριβώς, η κυβέρνηση Τσίπρα τόλμησε να κάνει ό,τι οι προηγούμενες κυβερνήσεις, είτε δεν θέλησαν, είτε δεν κατόρθωσαν, είτε δεν διανοήθηκαν, καν να πράξουν
.

Όσο για τις αιτιάσεις πως η κυβέρνηση θέλησε να «χτίσει» το δικό της παιχνίδι το χώρο των ΜΜΕ, είναι παντελώς αβάσιμες. Τα κανάλια ΣΚΑΙ και Antenna που πλειοδότησαν στον διαγωνισμό, έχουν καθαρά αντικυβερνητικό προσανατολισμό. Οι δε δύο νέοι επιχειρηματίες, που επίσης πλειοδότησαν, έχουν ισχυρούς, παραδοσιακούς δεσμούς με το συντηρητικό κόμμα, και όχι με την κυβέρνηση.

Η Νέα Δημοκρατία που μαζί με ορισμένουςολιγάρχες-καναλάρχες πιέζει να επανέλθουμε στο παλαιό καθεστώς της ασυδοσίας, έχει υποσχεθεί ότι θα επιστρέψει τα χρήματα στους Έλληνες μεγαλοεπιχειρηματίες που για πρώτη φορά αναγκάστηκαν να πληρώσουν για τη χρήση μιας δημόσιας συχνότητας.
Αυτές τις ημέρες, το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο, που έχει επανειλημμένα επικρίνει το προηγούμενο καθεστώς ως αντισυνταγματικό, εξετάζει την συνταγματικότητα του σχετικού Νόμου. Ας το αφήσουμε να αποφασίσει απερίσπαστο, χωρίς κραυγές και παρεμβάσεις.