Η εισαγγελική καταστολή εντείνεται: η περίπτωση του Ρεθύμνου

Γράφει ο  Γιάννης Ανδρουλιδάκης

Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που προέβλεπαν από την αρχή της κρίσης ότι κάποιες από τις επιπτώσεις των μνημονίων θα ήταν η αύξηση του αυταρχισμού, η ένταση τρομοκρατία, η ενίσχυση του αστυνομικού κράτους και τελικά ένα από τα μεγάλα θύματα θα ήταν η δημοκρατία.

Τα εφτά προηγούμενα χρόνια ζήσαμε με όλες τις μνημονιακές κυβερνήσεις την καταστολή, τη χρήση βίας, τη δικαστική συνδρομή στην εφαρμογή αντιδημοκρατικών νόμων και τις προσπάθειες να χτυπηθεί με κάθε μέσο κάθε κοινωνική ομάδα και κάθε φωνή που αντιδρούσε. Παρακολουθήσαμε το « ναό της Δημοκρατίας», το κοινοβούλιο, να μετατρέπεται σε μηχανισμό επικύρωσης των εντολών της τρόικας και των δανειστών. Όλο αυτό το διάστημα η ποιότητα της δημοκρατίας χανόταν σταθερά και ενισχυόταν η λογική της επιβολής όσων είχαν συμφωνηθεί με οποιοδήποτε τρόπο. Το βέβαιο είναι πως ο δρόμος αυτός οδήγησε σε μεγαλύτερο κατήφορο. Αποδείχτηκε για μια ακόμη φορά ότι αυταρχισμός γεννά όλο και μεγαλύτερο αυταρχισμό.

Η αφορμή για τις παραπάνω σκέψεις δόθηκε από την καταδίκη τριών μαθητών, 15 χρονών, στην πατρίδα μου, το Ρέθυμνο, οι οποίοι θεωρήθηκαν ως υπαίτιοι κατάληψης που έγινε στο Γυμνάσιο τους και ως υπεύθυνοι για παρακώλυση μαθημάτων. Ο εισαγγελέας επενέβη μετά από καταγγελία του διευθυντή του σχολείου. Η απόφαση προβλέπει ότι θα προσφέρουν 80 ώρες κοινωνικής εργασίας. Να θυμίσω ότι λίγες μέρες πριν οι εισαγγελικές αρχές φλέρταραν με τη σύλληψη του δημοσιογράφου, μέλους της ΕΣΗΕΑ, κ. Φιλιππάκη, γιατί εξέφρασε δημόσια την άποψη του για την υπόθεση του τρομοδέματος, το οποίο έσκασε στα χέρια του πρώην πρωθυπουργού, του κ. Παπαδήμου.

Ανεξαρτήτως αν κανείς συμφωνεί ή διαφωνεί με τις απόψεις του δημοσιογράφου, δεν είναι δυνατόν να ποινικοποιείται μια γνώμη , όσο ακραία και αν ακούγεται. Πέρα από το αν επιδοκιμάζει ή αποδοκιμάζει κάποιος τις καταλήψεις , είναι απαράδεκτο να καταδικάζονται μαθητές, γιατί συμμετείχαν σε αυτές. Δεν μπορεί η δικαιοσύνη να εξαντλεί την αυστηρότητα της σε τρεις έφηβους, οι οποίοι αντέδρασαν , όπως εκατοντάδες άλλοι συμμαθητές τους, στη συνεχιζόμενη υποβάθμιση του δημόσιου σχολείου, στις ελλείψεις που έχει σε εκπαιδευτικό προσωπικό και στη μετατροπή του σε ένα κακής ποιότητας φροντιστήριο. Ούτε να τιμωρούνται, γιατί ζητούν ένα ελπιδοφόρο μέλλον και αρνούνται το δρόμο της μετανάστευσης, που αναγκάστηκαν να πάρουν χιλιάδες νέοι επιστήμονες. Τα προβλήματα της εκπαίδευσης δε αντιμετωπίζονται με καταδικαστικές αποφάσεις και οι εισαγγελείς δεν έχουν καμιά θέση στην προσπάθεια επίλυσης τους. Είναι προφανές ότι η παρέμβαση είχε έναν και μόνο στόχο: να συνετίσει και να στείλει ένα μήνυμα τρομοκράτησης για να παραδειγματιστούν, όσοι σκέφτονται στο μέλλον να μιλήσουν και να εναντιωθούν, να διαφωνήσουν και να μη σκύψουν το κεφάλι.

Η υπόθεση έχει, ωστόσο, και την παιδαγωγική της διάσταση. Είναι αδιανόητο διευθυντής σχολείου, ένας παιδαγωγός, ο οποίος θα έπρεπε με το παράδειγμα του να διδάσκει, ο οποίος, υποθέτω, γνωρίζει το βάθος των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η εκπαίδευση, να στέλνει στους μαθητές του μηνύματα αυταρχισμού και ταπείνωσης, αντί να δείξει κατανόηση και να τους μάθει στην πράξη τι σημαίνει διάλογος και δημοκρατία. Γίνεται ξεκάθαρο μετά από αυτά ότι εκπαιδευτικοί που μηνύουν τους μαθητές τους για τέτοια περιστατικά δεν έχουν καμία θέση στα συλλογικά όργανα των καθηγητών. Η τοπική ΕΛΜΕ και η ΟΛΜΕ πρέπει άμεσα να πάρουν τις αποφάσεις τους και να μην περιοριστούν στην καταδίκη του περιστατικού. Ελπίζουμε ότι και άλλοι εκπαιδευτικοί, που σε ανάλογες περιπτώσεις ζητούν ακραίες λύσεις με αστυνομική ή εισαγγελική παρέμβαση, να αναθεωρήσουν την άποψη τους μετά την καταδικαστική απόφαση.

Η περίπτωση του Ρεθύμνου, η οποίο θάφτηκε από τα συστημικά ΜΜΕ , θα πρέπει να προβληματίσει κάθε πολίτη, κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο, κάθε μαχόμενη φωνή. Δεν είναι ένα μεμονωμένο περιστατικό. Αν συνδυαστεί με την απειλή σύλληψης του δημοσιογράφου οδηγεί, δυστυχώς, στο συμπέρασμα ότι όσο βαθαίνει η κρίση τόσο θα πολλαπλασιάζονται οι κατασταλτικοί μηχανισμοί οι οποίοι θα επιχειρούν με κάθε τρόπο, παραβιάζοντας ακόμη και τις στοιχειώδεις δημοκρατικές αρχές και τα ατομικά δικαιώματα των πολιτών, να επιβάλλουν τους μνημονιακούς νόμους και τη θέληση των δανειστών. Η δημοκρατία και τα βασικά πολιτικά μας κατακτήσεις βρίσκονται ξανά με την πλάτη στον τοίχο. Χρέος όλων μας να τις υπερασπιστούμε.


Ο  Γιάννης Ανδρουλιδάκης είναι εκπαιδευτικός στο 6ο Λύκειο Καλαμάτας