Τη δική του άποψη σχετικά με το μέλλον του υπουργού Οικονομικών, Γιάνη Βαρουφάκη, εξέφρασε ο Θεόδωρος Πάγκαλος.
Σε άρθρο του στο προσωπικό του ιστολόγιο, ο κ. Πάγκαλος τονίζει ότι «στο πεδίο της μάχης στρατηγός δεν παραιτείται», αλλά «αν δεν γίνεται τίποτα άλλο, εκτελείται».
Παρομοιάζει εμμέσως τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα με τον Ναπολέοντα, μνημονεύοντας το Βατερλώ, στο οποίο -όπως σημειώνει- ηττήθηκε ο Βοναπάρτης και όχι κάποιος από τους στρατάρχες του.
Ακόμη, δίνει συστάσεις για το πώς μπορεί να γίνει κανείς ανεκτός «μέσα σε ένα πολιτικά και αισθητικά εχθρικό περιβάλλον», δεδομένης της δικής του εμπειρίας από τη συμμετοχή του στο Συμβούλιο των υπουργών Εξωτερικών της ΕΟΚ το 1983.
Όπως σημειώνει ο κ. Πάγκαλος, «πρέπει να είσαι σεμνός και διακριτικός και να μη δίνεις αφορμές για να σε απομονώσουν με το ντύσιμό σου ή τις εκφράσεις σου ή την εν γένει εμφάνισή σου. Πρέπει να είσαι ταπεινός και αυστηρά προετοιμασμένος για να επιβάλλεις το σεβασμό και να αποκτήσεις κύρος».
«Πρέπει από την ημερήσια διάταξη να επιλέγεις θέματα που έχουν γενικότερη σημασία και όχι μόνο το στενό εθνικό σου συμφέρον και να υποστηρίζεις μια γενικότερη άποψη για την Ευρώπη, επιλέγοντας με πολλή προσοχή του συμμάχους που θα αποκτήσεις και τους αντιπάλους οι οποίοι ενδεχόμενα θα προκύψουν», συνεχίζει.
Στο ίδιο άρθρο ο κ. Πάγκαλος σημειώνει ότι «κανείς δεν είναι τέλειος και όποιος νομίζει ότι ξεχωρίζει απ’ τους άλλους κατά τρόπο καθοριστικό και μπορεί να τα κάνει όλα μόνος του, είναι απλώς ένα ψώνιο από τα τόσα που εμφανίζονται στην πολιτική ζωή».
Ολόκληρο το άρθρο του κ. Πάγκαλου:
Όταν το 1983 εμφανίστηκα στο Συμβούλιο των Υπουργών Εξωτερικών, η θέση μου ήταν ιδιαίτερα δύσκολη. Κατ’ αρχήν, γιατί όλες οι άλλες χώρες, στην τότε Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα των 10, έστελναν στο Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών, που ήταν το ανώτατο όργανο πολιτικής κατεύθυνσης και επίλυσης όλων των προβλημάτων που είχαν κολλήσει κάπου (γι’ αυτό, εξάλλου και ονομαζόταν Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων), το δεύτερο συνήθως πρόσωπο της Κυβέρνησης, δηλαδή τον ίδιο τον Υπουργό Εξωτερικών. Το αμέσως επόμενο στάδιο ήταν η Συνάντηση Κορυφής, την οποία συγκροτούσαν, μια φορά το εξάμηνο τότε, οι Πρωθυπουργοί και στην περίπτωση της Γαλλίας ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Οι Υφυπουργοί ήταν συνήθως υπηρεσιακοί, διπλωματικοί υπάλληλοι δηλαδή, που σε πολλές χώρες δεν τελείωναν έτσι τη σταδιοδρομία τους αλλά τη συνέχιζαν στον ΟΗΕ, στο ΝΑΤΟ, στην Ουάσιγκτον ή σε κάποια από τις μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
Η δεύτερη ιδιαιτερότητα, που με δυσκόλευε, ήταν ότι σε μια Ευρώπη, όπου κυριαρχούσαν οι νεοφιλελεύθερες ιδέες, το ΠΑΣΟΚ είχε μια νεωτερικότητα, που έφτανε μέχρι του σημείου να αμφισβητεί τους όρους με τους οποίους μόλις είχε γίνει η ένταξή μας στην ΕΟΚ με το περίφημο μνημόνιο (εκείνης της εποχής), όπου ζητούσαμε μια σειρά από μεταβατικές περιόδους για την προσαρμογή της ελληνικής βιομηχανίας, τονίζαμε τις ιδιαιτερότητες της ελληνικής αγροτικής οικονομίας και βεβαίως διαγράφαμε δειλά, δειλά το αίτημα για χρηματοδότηση έργων υποδομής, που θα δημιουργούσαν συνθήκες σύγκλισης προς το μέσο όρο της ευρωπαϊκής οικονομίας. Όλα αυτά ήταν πρωτοφανή και βεβαίως ενοχλούσαν το σύνολο των εταίρων μας.
Το τρίτο μου πρόβλημα ήταν ότι Πρωθυπουργός της Ελλάδας ήταν ο αείμνηστος Ανδρέας Παπανδρέου, ο οποίος ακολουθούμενος από τον αγέρωχο και αγωνιστή μακαρίτη Γιάννη Χαραλαμπόπουλο, προσήρχετο στις Συναντήσεις Κορυφής και δημιουργούσε μπάχαλο με τις θέσεις του, οι οποίες συγκλόνιζαν την εσωτερική κοινή γνώμη κι’ έπρεπε μετά να διαχειριστεί κάποιος την κατάσταση που είχε προκύψει. Για παράδειγμα, θυμάμαι ότι στο πρώτο μου συμβούλιο έπρεπε να υποστηρίξω τη θέση ότι το στρατιωτικό πραξικόπημα του Γιαρουζέλσκι στην Πολωνία ήταν ωφέλιμο για τη δημοκρατική μετάβαση της χώρας αυτής καθώς και ότι η Σοβιετική Ένωση έπρεπε να γίνει πιστευτή όταν διαβεβαίωνε ότι δεν κατέρριψαν δικά της οπλικά συστήματα το Νοτιοκορεατικό Τζάμπο που πετούσε σε μεγάλο ύψος κάπου κοντά στις ακτές της βορειοανατολικής Σιβηρίας.
Τότε έμαθα, για πρώτη φορά στη ζωή μου, τι πρέπει κανείς να κάνει και τι πρέπει να αποφεύγει για να γίνει ανεκτός μέσα σε ένα πολιτικά και αισθητικά εχθρικό περιβάλλον.
Πρέπει κατ’ αρχήν να αποφεύγεις κάθε ευκαιρία υπερβολικής έκθεσης στα μέσα ενημέρωσης. Να περιορίσεις, δηλαδή, τις εμφανίσεις σου στον τύπο στο απολύτως απαραίτητο.
Πρέπει να είσαι σεμνός και διακριτικός και να μη δίνεις αφορμές για να σε απομονώσουν με το ντύσιμό σου ή τις εκφράσεις σου ή την εν γένει εμφάνισή σου. Πρέπει να είσαι ταπεινός και αυστηρά προετοιμασμένος για να επιβάλλεις το σεβασμό και να αποκτήσεις κύρος.
Πρέπει από την ημερήσια διάταξη να επιλέγεις θέματα που έχουν γενικότερη σημασία και όχι μόνο το στενό εθνικό σου συμφέρον και να υποστηρίζεις μια γενικότερη άποψη για την Ευρώπη, επιλέγοντας με πολλή προσοχή του συμμάχους που θα αποκτήσεις και τους αντιπάλους οι οποίοι ενδεχόμενα θα προκύψουν. Τέλος οφείλεις να είσαι πάντα παρών και να αξιοποιείς κάθε στιγμή για να αναπτύξεις προσωπικές σχέσεις με το περιβάλλον.
Επειδή κανείς δεν είναι τέλειος και όποιος νομίζει ότι ξεχωρίζει απ’ τους άλλους κατά τρόπο καθοριστικό και μπορεί να τα κάνει όλα μόνος του, είναι απλώς ένα ψώνιο από τα τόσα που εμφανίζονται στην πολιτική ζωή πρέπει να έχεις τη δυνατότητα να επιλέγεις ένα καλά δεμένο και αποτελεσματικό στενό επιτελείο από ανθρώπους, οι οποίοι πιστεύουν ότι κάνεις το σωστό και είναι έτοιμοι να πέσουν στη φωτιά για να σε βοηθήσουν να το πετύχεις.
Αν όλα αυτά τα τηρήσεις, τότε έχεις την ικανοποίηση ότι έκανες τη δουλειά σου σωστά. Και για όσους ζητούν την παραίτηση του Υπουργού Οικονομικών, στο πεδίο της μάχης στρατηγός δεν παραιτείται. Αν δε γίνεται τίποτα άλλο, εκτελείται. Όπως και να ‘ναι, στο Βατερλώ ηττήθηκε ο Βοναπάρτης και όχι κάποιος .»
newpost.gr