ΠΣΕ: Ενισχύονται οι ρυθμοί αύξησης των εξαγωγών, εκτός πετρελαιοειδών – Ο πρωταγωνιστής της ανόδου το ελαιόλαδο

ladi1Μικτή εικόνα εξακολουθούν να εμφανίζουν οι ελληνικές εξαγωγές, εξαιτίας κυρίως των πιέσεων στο εμπόριο των καυσίμων και των διακυμάνσεων στις διεθνείς τιμές του πετρελαίου. Ωστόσο, οι υπόλοιποι κλάδοι της οικονομίας δείχνουν ισχυρές αντοχές, ακόμη και σε περιβάλλον αβεβαιότητες και σε ορισμένες περιπτώσεις καταγράφουν δυναμική άνοδο.

Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με ανάλυση του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων και του Κέντρου Εξαγωγικών Ερευνών και Μελετών (ΚΕΕΜ), επί των προσωρινών στοιχείων της ΕΛ-ΣΤΑΤ, τον Φεβρουάριο του 2015 καταγράφεται μείωση στη συνολική αξία των εξαγωγών κατά 2,7% (στα 2,02 δις ευρώ από 2,07 δις ευρώ του Φεβρουαρίου του 2014), ωστόσο αν εξαιρεθούν τα πετρελαιοειδή προκύπτει εμφατική άνοδος κατά 11% (ή κατά 141,2 εκατ. ευρώ), για τους υπόλοιπους κλάδους της οικονομίας.

Θα πρέπει να τονιστεί το γεγονός, ότι τον περασμένο Φεβρουάριο, η συνολική αξία των εξαγωγών προς τις χώρες της ΕΕ αυξήθηκε κατά 12,3%, ενώ για τις Τρίτες Χώρες καταγράφεται μείωση της τάξης του 15,6%, λόγω των μειωμένων εξαγωγών πετρελαιοειδών.

Εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών, οι ελληνικές εξαγωγές προς τις χώρες της ΕΕ αυξήθηκαν 12,6%, ενώ προς τις Τρίτες Χώρες κατά 8%.

Το αποτέλεσμα ήταν να ενισχυθεί ακόμη περισσότερο το ποσοστό των ελληνικών εξαγωγών που απορροφούν οι χώρες της ΕΕ, στο 53,4%. Εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών, το ποσοστό αυτό εκτινάσσεται στο 66,2%.

Σε επίπεδο διμήνου Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2015, η συνολική αξία των εξαγωγών εμφανίζεται μειωμένη κατά 7,6% (στα 3,89 δις ευρώ από 4,21 δις την αντίστοιχη περυσινή περίοδο). Ωστόσο, αν εξαιρεθούν τα πετρελαιοειδή, προκύπτουν σχεδόν διψήφιοι ρυθμοί ανόδου (+9,9%) ή αύξηση των εξαγωγών κατά συνολικά 95,7 εκατ. για το πρώτο δίμηνο του έτους.

 

Η πορεία ανά κλάδο

 

Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι μόνο 3 κλάδοι εμφανίστηκαν πτωτικοί τον περασμένο Φεβρουάριο: τα πετρελαιοειδή (-24,1%), τα εμπιστευτικά προϊόντα (-18,7%) και τα Χημικά (-1,2%). Αντίθετα, σε όλες τις υπόλοιπες κατηγορίες καταγράφεται ανοδική πορεία, με τον κλάδο του ελαιολάδου να ξεχωρίζει για δεύτερο συνεχόμενο μήνα (+264,2%), ακολουθούμενος από τα μηχανήματα (+29,8%), τα βιομηχανικά προϊόντα (+16,5%), τα ποτά-καπνός (+15,5%), τις πρώτες ύλες (+13,9%), τα διάφορα βιομηχανικά (+5,9%) και τα τρόφιμα (+0,6%).

 

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΑΞΙΑ ΠΕΡΥΣΙ (εκατ. ευρώ)* ΑΞΙΑ ΦΕΤΟΣ (εκατ. ευρώ)* ΜΕΤΑΒΟΛΗ %
ΤΡΟΦΙΜΑ & ΖΩΝΤΑ ΖΩΑ 273,3 275,0 0,6%
ΠΟΤΑ & ΚΑΠΝΟΣ 41,4 47,8 15,5%
ΠΡΩΤΕΣ ΥΛΕΣ 82,5 94,0 13,9%
ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΕΙΔΗ-ΚΑΥΣΙΜΑ 793,8 602,2 -24,1%
ΛΑΔΙΑ 21,8 79,4 264,2%
ΧΗΜΙΚΑ 208,9 206,4 -1,2%
ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΑ 295,8 344,6 16,5%
ΜΗΧΑΝΗΜΑΤΑ 145,0 188,2 29,8%
ΔΙΑΦΟΡΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΑ 139,5 147,7 5,9%
ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ 47,6 38,7 -18,7%
       
ΠΗΓΗ: ΠΣΕ-ΚΕΕΜ *Ανάλυση επί των εκτιμήσεων μηνός της ΕΛ-ΣΤΑΤ  

 

Μεγάλη μείωση εισαγωγών

 

Σημαντική ήταν τον περασμένο Φεβρουάριο η υποχώρηση των εισαγωγών, τόσο σε επίπεδο συνολικής αξίας (-14,6%), όσο και εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών (-6,7%), γεγονός που αντικατοπτρίζει σε ένα σημαντικό βαθμό την έλλειψη ρευστότητας των ελληνικών επιχειρήσεων και τις πιέσεις που ασκούνται σε αυτές από ξένους προμηθευτές, καθώς και τη μειωμένη αξία εισαγωγών πλοίων σε σχέση με την περυσινή περίοδο.

 

Η μείωση της συνολικής αξίας των εισαγωγών προήλθε κατά κύριο λόγο από τις Τρίτες Χώρες (-31,2%), ενώ οι εισαγωγές από τις Χώρες της ΕΕ εμφανίζονται αυξημένες κατά 6,7%. Εάν εξαιρεθούν από τον υπολογισμό τα πετρελαιοειδή, μικρότερη μείωση από τις Τρίτες Χώρες (-29,3%) και μεγαλύτερη αύξηση από τις χώρες της ΕΕ (+7,3%).

 

Σε επίπεδο διμήνου, οι ελληνικές εισαγωγές μειώθηκαν 15,3% (στα 6,59 δις ευρώ από 7,77 δις ευρώ στο πρώτο δίμηνο του 2014). Η αντίστοιχη μεταβολή, χωρίς τα πετρελαιοειδή δείχνει μείωση εισαγωγών κατά 11% ή κατά 141,2 εκατ. ευρώ.

 

Το αποτέλεσμα όλων αυτών των κινήσεων ήταν να μειωθεί το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου κατά 27,2%, στο 1,42 δις ευρώ (από 1,95 δις ευρώ το Φεβρουάριο του 2014). Εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών, το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου μειώθηκε κατά 327,8 εκατ. ευρώ ή κατά 22%.