Π.Ο.Π. Ελιά Καλαμάτας και Γαστρονομικός  Πατριωτισμός

Γράφει ο Χρήστος Αναστασόπουλος

Τον επόμενο μήνα είναι προγραμματισμένο, μετά από αλλεπάλληλες αναβολές, να εκδικασθεί στο ΣτΕ η υπόθεση που αφορά το προϊόν Π.Ο.Π. Ελιά Καλαμάτας. Στο πλαίσιο συνεδρίασης του Δημοτικού Συμβουλίου, τον περασμένο Δεκέμβριο, τοποθετήθηκα σχετικά αλλά οι εξελίξεις με ωθούν να παρέμβω εκ νέου. Επισημαίνεται,  πως η ονομασία Ελιά Καλαμάτας είναι καταχωρισμένη ως Προστατευόμενη Ονομασία Προελεύσεως από το 1996 και αναφέρεται στις επιτραπέζιες ελιές που παράγονται στην περιοχή μας από την ποικιλία «Καλαμών», η ποιότητα και τα χαρακτηριστικά των οποίων οφείλονται στο terroir της (έδαφος, υπέδαφος, μικροκλίμα, κ.ά.).

Να υπενθυμίσω πως η προσφυγή αφορά την λανθασμένη απόφαση του ΥπΑΑΤ  το 2018, σύμφωνα με την οποία εντάχθηκε ο όρος «Καλαμάτα» ως συνώνυμο της ελιάς  ποικιλίας «Καλαμών». Ανεξαρτήτως προθέσεων, η εξέλιξη αυτή έδωσε τελικά τη δυνατότητα σε οποιονδήποτε, εντός και εκτός της χώρας, να συσκευάζει και να εμπορεύεται ελιές με την ονομασία Kalamata Olives, παραπλανώντας το καταναλωτικό κοινό τόσο ως προς την προέλευση όσο και ως προς την ποιότητα του προϊόντος. Εξέλιξη που οδήγησε στην κατακόρυφη πτώση των τιμών και τους παραγωγούς μας στη απόγνωση. Ακόμα και στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια έχουν εισαχθεί, από τρίτες χώρες, σημαντικές ποσότητες ελιών της ποικιλίας «Καλαμών» με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Το παράδοξο είναι, πως η σημερινή κυβέρνηση, παρά την έντονη κριτική στην απόφαση δεν την ακυρώνει, χρησιμοποιώντας ως πρόσχημα την εκδίκαση της υπόθεσης από το ΣτΕ. Δυστυχώς, ένα συνονθύλευμα από τοπικά, πολιτικά και εμπορικά συμφέροντα,  πιέσεις, άσκηση επιρροής, πολιτικές ισορροπίες, παράλογες απαιτήσεις για κατάργηση του προϊόντος Π.Ο.Π., για επέκτασή του σε όλη τη χώρα ή σε όμορες περιφερειακές ενότητες, δημιουργούν ένα άκρως δυσμενές περιβάλλον για το προϊόν μας. Η επίκληση της μικρής ποσότητας ελιών της ποικιλίας Καλαμών που παράγεται στη Μεσσηνία σε σχέση με την υπόλοιπη Ελλάδα, ως επιχείρημα από όσους προβάλλουν τις παραπάνω παράλογες απαιτήσεις, για να τις δικαιολογήσουν, δείχνει είτε παντελή άγνοια του πνεύματος που διέπει τα προϊόντα Π.Ο.Π. είτε συνειδητή προσπάθεια  παραπλάνησης. Πλήθος παραδειγμάτων από τη διεθνή πρακτική αλλά και από τη χώρα μας καταρρίπτουν το επιχείρημα.

Άξια απορίας, είναι η στάση πολιτικών παραγόντων και φορέων της Μεσσηνίας που, με λίγες εξαιρέσεις, χαρακτηρίζεται υποτονική, αδιάφορη, καθυστερημένη ή στη χειρότερη περίπτωση ενδοτική απέναντι στις απαιτήσεις φορέων άλλων γεωγραφικών περιοχών. Είναι απαράδεκτο και λυπηρό, Μεσσήνιοι να αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες διοργάνωσης συσκέψεων, απευθύνοντας πρόσκληση σε δήμους και φορείς άλλων περιοχών, όμορων ή μη, με σκοπό την εξεύρεση αμοιβαία αποδεκτών λύσεων επί του προβλήματος που έχει ανακύψει ή  να προωθούν, στοχεύοντας ξεκάθαρα σε πολιτικά οφέλη ή στην ικανοποίηση εμπορικών ή άλλων συμφερόντων, τη διεύρυνση της ζώνης του προϊόντος ΠΟΠ σε όμορες  περιφερειακές ενότητες. Δεν διαπραγματεύεσαι κάτι που δικαιωματικά σου ανήκει. Ας παραδειγματιστούμε επιτέλους από τον γαστρονομικό «πατριωτισμό» άλλων περιοχών, όπως λόγου χάρη η Κρήτη.

Η ζώνη του ΠΟΠ προϊόντος μας δεν πρέπει να επεκταθεί περαιτέρω. Η εμπειρία αποδεικνύει πως οι μεγάλης έκτασης ζώνες προϊόντων Π.Ο.Π. λόγω της διαφοροποίησης και της διακύμανσης της ποιότητας, εξαιτίας διαφορετικού terroir από περιοχή σε περιοχή και λόγω της αδυναμίας ελέγχου της παραγωγής, εξαιτίας αυξημένων ποσοτήτων, έχουν  τελικά αρνητικό αντίκτυπο στο ίδιο το προϊόν. Οι φορείς άλλων περιοχών της χώρας στις οποίες καλλιεργείται η ίδια ποικιλία ελιάς, καλό είναι να δημιουργήσουν νέες προστατευόμενες ονομασίες προέλευσης ή γεωγραφικής ένδειξης για την ίδια ποικιλία που να αντανακλά τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του τόπου τους.

Εμείς οφείλουμε να υπερασπίσουμε το εξαιρετικό ΠΟΠ προϊόν μας, τους Μεσσήνιους παραγωγούς, την τοπική μας γαστρονομία, η οποία αποτελεί σημαντική συνιστώσα της τουριστικής μας ανάπτυξης, το «μονοπώλιο» εν γένει των γεύσεων που δημιουργούν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του τόπου μας, τη φιλοσοφία των Π.Ο.Π. προϊόντων αλλά και να προστατεύσουμε τους καταναλωτές από προσπάθειες παραπλάνησής τους.


Ο Χρήστος Αναστασόπουλος είναι Οικονομολόγος, MSc Δημοτικός Σύμβουλος