«Η εκδήλωση της ‘Προοδευτικής Συμμαχίας’ στις 27 Νοεμβρίου είναι πολύ σημαντική για την πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης και το πώς οι προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις αντιλαμβάνονται αυτή τη διαδικασία».
Συνέντευξη του Αντιπροέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και επικεφαλής της αντιπροσωπείας του ΣΥΡΙΖΑ, Δημήτρη Παπαδημούλη, φιλοξενεί το «Ευρωπαϊκό Προοδευτικό Φόρουμ», για τις ευρωπαϊκές εξελίξεις.
Για την εκδήλωση της «Προοδευτικής Συμμαχίας» στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στις 27 Νοεμβρίου, με τη συμμετοχή των Προέδρων των ευρωομάδων Αριστεράς, Πράσινων και Σοσιαλιστών, ο Δημήτρης Παπαδημούλης τόνισε ότι «πρόκειται για μια πολύ σημαντική εκδήλωση για την πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης και το πώς οι προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις αντιλαμβάνονται αυτή τη διαδικασία», σημειώνοντας ότι «αυτές οι τρεις ομάδες έχουν διαφορετικές προσεγγίσεις σε επιμέρους ζητήματα, ωστόσο συγκλίνουν σε αρκετά που αφορούν στις μεγάλες προκλήσεις της ΕΕ».
Για τις σχέσεις ενός τμήματος του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος με την ακροδεξιά, ο Αντιπρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου σημείωσε πως «μέσω του Όρμπαν, αλλά και της υποψηφιότητας Βέμπερ για την προεδρία της Κομισιόν, η ευρωπαϊκή Χριστιανοδημοκρατία επιλέγει συνειδητά να απομακρυνθεί από τον κεντροδεξιό και φιλελεύθερο χώρο και να κινηθεί προς την λαϊκίστικη ακροδεξιά», υπογραμμίζοντας πως πρόκειται για «μια ανησυχητική εξέλιξη, και για το ίδιο το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, αλλά και για τη δημοκρατία συνολικά στην ΕΕ».
Για το Brexit, ο Δημήτρης Παπαδημούλης δήλωσε πως «για την πολιτική και οικονομική ανασφάλεια που νιώθουν οι Βρετανοί πολίτες, την πρώτη ευθύνη φέρει η πολιτική ηγεσία του συντηρητικού κόμματος που ‘σύρθηκε’ από την ακροδεξιά και εθνικιστική ρητορική του UKIP και του Φάρατζ», σημειώνοντας ότι «αυτή η στιγμή ο κίνδυνος ενός Brexit, χωρίς συμφωνία ακόμα και μετά τον Μάρτιο του 2019, θα ήταν το χειρότερο δυνατό σενάριο για όλους και για την Μεγάλη Βρετανία».
Για τις θεσμικές μεταρρυθμίσεις σε ΕΕ και Ευρωζώνη, ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ τόνισε ότι «με τους παρόντες συσχετισμούς, μοιάζει αβέβαιη μια συνολική, αποτελεσματική διαδικασία προώθησης και υιοθέτησης των απαραίτητων θεσμικών μεταρρυθμίσεων», προσθέτοντας πως «ο γαλλο-γερμανικός άξονας χωλαίνει και η Κομισιόν βρίσκεται στο τέλος της θητείας της με όχι ιδιαίτερα θετικά αποτελέσματα σε κρίσιμους τομείς».
Τέλος, για τους πυλώνες του βιώσιμου αναπτυξιακού μοντέλου που προωθεί ο ΣΥΡΙΖΑ σε Ελλάδα και ΕΕ, ο Δημήτρης Παπαδημούλης υπογράμμισε πως αφορούν «στην εργασιακή ασφάλεια και την προστασία των εργασιακών δικαιώματα, σε πολιτικές που καταπολεμούν την ανεργία των νέων, τη στήριξη των ευάλωτων κοινωνικά στρωμάτων, των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και της υγιούς επιχειρηματικότητας», σημειώνοντας πως «η δίκη μας πρόταση κοιτάει μπροστά και αφορά στη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία, ενώ η πρόταση των νεοφιλελεύθερων και ακροδεξιών δυνάμεων κοιτάει στο παρελθόν, αναπαράγοντας τα ίδια ολέθρια λάθη και αδιέξοδα που προκάλεσαν οι πολιτικές λιτότητας».
Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη:
Στις 27 Νοεμβρίου στο Ευρωκοινοβούλιο η «Προοδευτική Συμμαχία» διοργανώνει μια μεγάλη πολιτική εκδήλωση για την ευρωπαϊκή ενοποίηση και το ρόλο των προοδευτικών δυνάμεων. Πείτε μας λίγα λόγια για αυτή την πρωτοβουλία.
Πρόκειται για μια πολύ σημαντική εκδήλωση για την πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης και το πώς οι προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις αντιλαμβάνονται αυτή τη διαδικασία. Εδώ και αρκετά χρόνια η πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης έχει «παγώσει», και μείζονα ζητήματα όπως η τραπεζική ενοποίηση, η φορολογική εναρμόνιση, η ενίσχυση της δημοκρατικής λογοδοσία και των πολιτικών συνοχής, δεν προχωρούν. Την ίδια περίοδο έχουν αυξηθεί επικίνδυνα οι ανισότητες, κοινωνικές και περιφερειακές, ενώ η ανησυχητική άνοδος της ακροδεξιάς σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες συνοδεύεται και από σοβαρή οπισθοδρόμηση σε θέματα δημοκρατίας και κράτους δικαίου.
Η εκδήλωση που διοργανώνει η «Προοδευτική Συμμαχία» είναι επίσης σημαντική γιατί είναι η πρώτη στην οποία συμμετέχουν οι πρόεδροι και των τριών προοδευτικών ευρωομάδων. Η Γκάμπι Τσίμερ από την Αριστερά, η Σκα Κέλερ από τους Πράσινους, και ο Ούντο Μπούλμαν από τους Σοσιαλιστές. Αυτές οι τρεις ομάδες έχουν διάφορες, έχουν διαφορετικές προσεγγίσεις σε επιμέρους ζητήματα, ωστόσο συγκλίνουν σε αρκετά ζητήματα που αφορούν τις μεγάλες προκλήσεις της ΕΕ: την επικίνδυνη άνοδο της ακροδεξιάς και της ρητορικής του μίσους από τη μια, και την ανάγκη διαμόρφωσης και προώθησης μιας εναλλακτικής πολιτικής πρότασης για το μέλλον της ΕΕ, με ισχυρότερη ανάπτυξη, δημοκρατία και κοινωνική συνοχή.
Η εκδήλωση της 27ης Νοεμβρίου αναμένεται να συμβάλει ακόμη πιο δυναμικά σε αυτή την αναζήτηση συγκλίσεων μέσω του διαλόγου, με ορίζοντα τις ευρωεκλογές της 26ης Μαΐου 2019. Με την εναρκτήρια ομιλία μου στην εκδήλωση φιλοδοξώ να πυροδοτήσω τον αναγκαίο διάλογο.
Τα κανάλια επικοινωνίας μεταξύ ενός τμήματος του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος και της ακροδεξιάς πυκνώνουν ενόψει ευρωεκλογών. Πώς ερμηνεύετε αυτή τη σύγκλιση;
Βλέπουμε με ανησυχία τη σταδιακή «ορμπανοποίηση» του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος και τη δημιουργία ενός νέου πολιτικού πυλώνα, που διαμορφώνει ένα επικίνδυνο για τις κοινωνίες μείγμα: εκείνο των νεοφιλελεύθερων πολιτικών μαζί με την ακροδεξιά, τη ξενοφοβία και τα fake news.
Μέσω του Όρμπαν, αλλά και της υποψηφιότητας Βέμπερ για την προεδρία της Κομισιόν, η ευρωπαϊκή Χριστιανοδημοκρατία επιλέγει συνειδητά να απομακρυνθεί από τον κεντροδεξιό και φιλελεύθερο χώρο, και να κινηθεί προς την λαϊκίστικη ακροδεξιά. Αυτή είναι μια ανησυχητική εξέλιξη, και για το ίδιο το Ευρωπαϊκο Λαϊκό Κόμμα, αλλά και για τη δημοκρατία συνολικά στην ΕΕ.
Απέναντι σε αυτό το «μαύρο μπλοκ» επιχειρούμε να αναπτύξουμε ευρύτερες πολιτικές συγκλίσεις και να διαμορφώσουμε πλειοψηφικές τάσεις που και θα «μπλοκάρουν» την εθνικιστική αναδίπλωση, και θα επαναφέρουν την κοινωνική ατζέντα σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.
Πώς βλέπετε να εξελίσσονται οι διαπραγματεύσεις για το Brexit, μετά τους έντονους τριγμούς στο εσωτερικό της βρετανικής κυβέρνησης; Εκτιμάτε ότι θα υπάρξει συμφωνία μέχρι τον Μάρτιο του 2019, που είναι η καταληκτική ημερομηνία των διαπραγματεύσεων ΕΕ-Μεγάλης Βρετανίας;
Είναι αρκετά ρευστή η κατάσταση και οι εξελίξεις είναι δύσκολο να προβλεφθούν. Καλύτερα να κρατάμε μικρό καλάθι για όσα συμβαίνουν, ωστόσο υπάρχουν κάποια δεδομένα που πρέπει να αναφέρουμε.
Το πρώτο είναι ότι για το Brexit και την πολιτική και οικονομική ανασφάλεια που νιώθουν οι Βρετανοί πολίτες, την πρώτη ευθύνη φέρει η πολιτική ηγεσία του συντηρητικού κόμματος που «σύρθηκε» από την ακροδεξιά και εθνικιστική ρητορική του UKIP και του Φάρατζ. Έθρεψαν με αυταπάτες ένα μεγάλο μέρος των Βρετανών πολιτών για μια δήθεν ανάκτηση της «εθνικής κυριαρχίας και ανεξαρτησίας» εκτός ΕΕ, μια μεγάλη αυταπάτη με έντονη δόση τερατωδών ψεμάτων και λαϊκισμού. Που βρίσκονται σήμερα όλοι εκείνοι οι ενορχηστρωτές της καμπάνιας υπέρ του Brexit; Πουθενά.
Το δεύτερο δεδομένο είναι πως ο ευρωσκεπτικισμός ενός σημαντικού μέρους των Βρετανών δεν οδήγησε σε γόνιμο πολιτικό διάλογο, εντός της Μεγάλης Βρετανίας αλλά και εντός της ΕΕ, αλλά αντίθετα ενίσχυσε τις δυνάμεις που δεν ήθελαν βιώσιμη λύση.
Αυτή η στιγμή ο κίνδυνος ενός «Brexit», χωρίς συμφωνία δηλαδή ακόμα και μετά τον Μάρτιο του 2019, θα ήταν το χειρότερο δυνατό σενάριο για όλους και για την Μεγάλη Βρετανία. Γιατί θα προκαλούσε παρατεταμένη πολιτική και οικονομική αστάθεια. Ελπίζουμε να βρεθεί μια λύση βιώσιμη και αμοιβαία επωφελής, που θα εξυπηρετεί και τους Ευρωπαίους και τους Βρετανούς πολίτες.
Θα προχωρήσουν τελικά οι θεσμικές μεταρρυθμίσεις στην Ευρωζώνη ή θα παραμείνουν αναπάντητες οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει το ευρωπαϊκό οικοδόμημα;
Με τους παρόντες συσχετισμούς, μοιάζει αβέβαιη μια συνολική, αποτελεσματική διαδικασία προώθησης και υιοθέτησης των απαραίτητων θεσμικών μεταρρυθμίσεων. Ο γαλλο-γερμανικός άξονας χωλαίνει και η Κομισιόν βρίσκεται στο τέλος της θητείας της με όχι ιδιαίτερα θετικά αποτελέσματα σε κρίσιμους τομείς, όπως ο ευρωπαϊκός κοινωνικός πυλώνας και το πρόγραμμα Europe2020.
Ωστόσο, η προσπάθεια προώθησης των θεσμικών μεταρρυθμίσεων δεν πρέπει να σταματήσει, με τις προοδευτικές δυνάμεις να «τραβάνε κουπί» σε αυτή τη διαδικασία.
Η ελληνική κυβέρνηση και ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνουν ένα βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης στην Ελλάδα και την ΕΕ. Ποια είναι τα βασικά χαρακτηριστικά αυτού του μοντέλου;
Η πρόταση της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ είναι ξεκάθαρη, και αφορά τόσο την ίδια την ελληνική οικονομία και κοινωνία, όσο και την ΕΕ συνολικά. Το νέο, βιώσιμο αναπτυξιακό μοντέλο που προτείνουμε έχει ως βασικούς πυλώνες την εργασιακή ασφάλεια και την προστασία των εργασιακών δικαιώματα, τη στόχευση σε πολιτικές που καταπολεμούν την ανεργία των νέων, τη στήριξη των ευάλωτων κοινωνικά στρωμάτων, των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και της υγιούς επιχειρηματικότητας.
Πάνω σε αυτούς τους άξονες κινήθηκε και συνεχίζει να κινείται η ελληνική κυβέρνηση στο εσωτερικό, σε ανοιχτό διάλογο και συνεργασία με τους παραγωγικούς φορείς του τόπου, ενώ σε ευρωπαϊκό επίπεδο επιδιώκουμε με ένταση την πλήρη αποδέσμευση από τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές λιτότητας, που έχουν πλήξει βαθύτατα την κοινωνική, εισοδηματική και περιφερειακή συνοχή.
Οι ευρωεκλογές θα είναι μια μεγάλη αναμέτρηση για όλους μας, μια αναμέτρηση προγραμμάτων και προτάσεων για το μέλλον της ΕΕ. Η δίκη μας πρόταση κοιτάει μπροστά και αφορά στη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία, ενώ η πρόταση των νεοφιλελεύθερων και ακροδεξιών δυνάμεων κοιτάει στο παρελθόν, αναπαράγοντας τα ίδια ολέθρια λάθη και αδιέξοδα που προκάλεσαν οι πολιτικές λιτότητας.