Γράφει ο Γιάννης Ανδρουλιδάκης
Τα τελευταία χρόνια οι απόπειρες για τη συνένωση της λεγόμενης κεντροαριστεράς δεν έλειψαν. Από την κίνηση των 58 φτάσαμε στην ΕΛΙΑ και από εκεί στη ΔΗ.ΣΥ. Όμως ο χώρος αυτός φορτωμένος με τα μεγαλύτερα σκάνδαλα της μεταπολίτευσης, με τη γιγάντωση της διαφθοράς και την άνθιση της διαπλοκής μάταια πάλευε να πείσει την κοινωνία ότι μπορεί να αφήσει πίσω το κακό παρελθόν του και να φέρει το νέο. Θα πετύχει, άραγε, η φιλόδοξη προσπάθεια που κάνει η επιτροπή του κ. Αλιβιζάτου ό, τι δεν κατόρθωσαν οι προηγούμενες;
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρόκειται για τη σοβαρότερη κίνηση από όσες έχουν γίνει μέχρι σήμερα. Σχεδόν όλες οι δυνάμεις του πολυδιασπασμένου χώρου συμμετέχουν. Από την αρχή υπήρξαν πολλές δυσκολίες και προέκυψαν σύνθετα προβλήματα, όπως π.χ. οι προϋποθέσεις για να είναι κάποιος υποψήφιος ή η ηλεκτρονική και εξ αποστάσεως ψηφοφορία. Οι διαφωνίες για την ώρα εστιάζονται σε διαδικαστικά ζητήματα. Τι θα γίνει, ωστόσο, όταν ανοίξει η συζήτηση για ιδεολογικά θέματα, την ταυτότητα και τη στρατηγική του νέου φορέα; Ήδη μια μερίδα στελεχών στοχεύει στη συμμετοχή σε μια κυβέρνηση υπό τον κ. Μητσοτάκη, ενώ άλλοι καλοβλέπουν την προοπτική συγκυβέρνησης με το ΣΥΡΙΖΑ. Πώς θα ξεπεραστούν οι ανυπέρβλητες διαφορές που αναμένεται να προκύψουν στο επικείμενο συνέδριο ανάμεσα σε ανθρώπους που εκφράζουν το παλιό ΠΑΣΟΚ και σε εκείνους που διατυπώνουν ακραίες νεοφιλελεύθερες απόψεις;
Ο χώρος της κεντροαριστεράς κουβαλάει πολλά βαρίδια και αρνητικά του παρελθόντος. Είναι μαθημένος στο ρουσφέτι, στη δημαγωγία και στα μεγάλα λόγια και γαλουχημένος στην προσωπολατρεία και στον ηγεμονισμό. Η υποψηφιότητα δέκα, γνωστών και άσημων, για την ηγεσία μπορεί να προβάλλεται ως δείγμα πλουραλισμού και δημοκρατίας, έχει , εντούτοις και άλλη ανάγνωση. Δείχνει την υπέρμετρη φιλοδοξία και την αρχομανία ηγετίσκων που εξακολουθούν να εκκολάπτονται στα γερασμένα σπλάχνα του ΠΑΣΟΚ, το οποίο οι περισσότεροι από αυτούς ονειρεύονται να ξαναζωντανέψουν. Γενική πάντως είναι η παραδοχή ότι σήμερα απουσιάζει η προσωπικότητα που θα μπορούσε να συνενώσει τη Βαβέλ της κεντροαριστεράς.
Επιπλέον ένα μεγάλο μέρος των στελεχών που συμμετέχουν στις διεργασίες δεν προέρχεται από παρθενογένεση, αλλά έχει ιστορικό σε κυβερνητικές θέσεις και έχει συνδεθεί με αντιδημοκρατικές πρακτικές, αντιλαϊκές πολιτικές, μνημόνια και συμμετοχή σε νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις. Το παρελθόν, όμως, δε διαγράφεται. Επομένως ερώτημα παραμένει πώς όλος αυτός ο στρατός των στελεχών (ηγετικών, ανώτερων , μεσαίων κλπ) θα πείσει τους πολίτες ότι φέρνει μια άλλη , διαφορετική πρόταση για τη χώρα και την κοινωνία;
Ακόμη η δεξαμενή των ψηφοφόρων από την οποία ελπίζει ότι θα στηριχθεί είναι ίδια σε μεγάλο βαθμό με εκείνη του ΣΥΡΙΖΑ. Θα καταφέρουν, άραγε, να πείσουν τους παλιούς υποστηρικτές τους να επανέλθουν; Ο κ. Τσίπρας δεν έγραψε τυχαία το άρθρο για τον Α. Παπανδρέου. Θέλησε να δηλώσει παρών στις διεργασίες όχι ως υποψήφιος, αλλά ως συνέχεια του ιστορικού και με αριστερή φρασεολογία ΠΑΣΟΚ. Στο θυμικό αυτών των πολιτών απευθύνθηκε θυμίζοντας ότι το κίνημα έχασε το δρόμο του μετά την εκλογή Σημίτη και έπεσε στην αγκαλιά του νεοφιλελευθερισμού. Μοιάζει δύσκολο σήμερα να καταφέρει ο νέος φορέας να συσπειρώσει τους δυσαρεστημένους από την πολιτική της κυβέρνησης.
Η εκτίμηση ότι ο χώρος αυτός, που διεκδικεί από το ΣΥΡΙΖΑ το στέμμα της σοσιαλδημοκρατίας, ακόμη και αν φτάσει ενιαίος σε συνέδριο δεν έχει μέλλον είναι βάσιμη. Και στην περίπτωση, όμως, που δεχτούμε ότι θα κερδίσει εκλογικό ποσοστό αυτό μάλλον θα είναι μικρό και δε φαίνεται να δίνει προοπτική εξουσίας. Η πολιτική του πρόταση θα στοχεύει στη διαχείριση του υπάρχοντος συστήματος και θα αποτελέσει ένα ακόμη χαρτί του πολιτικοοικονομικού κατεστημένου, παλιού και νέου. Δύσκολα θα πείσει εκείνους που πλήττονται περισσότερο από την κρίση ότι αποτελεί εναλλακτική λύση. Μάλλον πρόκειται για συγκόλληση και όχι για ιδεολογική και προγραμματική σύγκλιση. Έτσι κι αλλιώς το ξέρουν και οι ίδιοι πως με παλιά, δοκιμασμένα και αποτυχημένα υλικά δε χτίζεται το νέο.
Ο Γιάννης Ανδρουλιδάκης είναι εκπαιδευτικός στο 6ο Λύκειο Καλαμάτας.