Γράφει η Αντωνία Μπούζα
Ξεκίνησαν ήδη οι διεθνείς τουριστικές εκθέσεις για τη νέα τουριστική περίοδο, όπου η Ελλάδα προσπαθεί να αναδείξει ένα συνεκτικό, καινοτόμο, ποιοτικό, ανεξάντλητων δραστηριοτήτων και θεματικών πεδίων, τουριστικό προορισμό.
Με ποιοτικές παροχές και υψηλών προδιαγραφών τουριστικές επιχειρήσεις ο ελληνικός τουρισμός κινείται απόλυτα ανταγωνιστικά έναντι άλλων τουριστικών προορισμών και κερδίζει σε αποδοχή και επισκεψιμότητα.
Οι προσπάθειες των επιχειρηματιών του τουρισμού, σε συνδυασμό με τις περιφερειακές αυτοδιοικήσεις της Χώρας που καινοτομούν σε πρωτοβουλίες, είναι η βάση της ουσιαστικής δουλειάς για την αύξηση της επισκεψιμότητας, της προσέλκυσης επισκεπτών και ανοίγματος νέων αγορών.
Η σπουδαιότητα του τουρισμού για την ελληνική οικονομία είναι πασιφανής και κοινώς αποδεκτή.
Η απασχόληση στον τουρισμό στην Ελλάδα αυξάνεται διαρκώς τα τελευταία 30 χρόνια με μέσο ετήσιο ρυθμό 2,8%, σύμφωνα με μελέτη του SETΕ και καλύπτει το 23,4% της συνολικής απασχόλησης, ενώ φέρνει έσοδα στη Χώρα της τάξης των 12,7 δις ευρώ.
Παρά την φανερή συμβολή του στην οικονομία μας, βλέπουμε πως αντιμετωπίζεται η σπουδαιότερη οικονομική μας δραστηριότητα από την Κυβέρνηση με μπακαλίστικη λογική.
Υπερφορολογείται το τουριστικό μας προϊόν, με αποτέλεσμα να καταλήγει να είναι ακριβότερο και ως εκ τούτου μη ανταγωνιστικό.
Πιέζονται οι επιχειρήσεις από την υπερφολόγηση και ασφυκτιούν .
Η αύξηση του ΦΠΑ σε διαμονή και εστίαση, του ΕΝΦΙΑ στα ξενοδοχεία και στα ενοικιαζόμενα δωμάτια και η επιβολή του νέου φόρου διανυκτέρευσης καθιστούν υπερφορολογημένη την τουριστική δραστηριότητα και οδηγούν τους επιχειρηματίες σε απόγνωση και πεσιμισμό.
Ο τουρισμός όμως για να επιτυγχάνει και να αποδίδει τα πολλαπλά οφέλη του στον τόπο μας πρέπει να μην ασφυκτιά. Απαιτείται λοιπόν άλλη πολιτική προσέγγιση, νέες ιδέες και πρωτοβουλίες τις οποίες αναμένουμε εναγωνίως από τους ιθύνοντες.