Το κάπνισμα αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης ψωρίασης, επιδεινώνει τη σοβαρότητα της νόσου και έχει αρνητικό αντίκτυπο στην αποτελεσματικότητα των βιολογικών παραγόντων που χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπισή της. Έχει διαπιστωθεί δε ότι οι ασθενείς που καπνίζουν έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης ψωρίασης των νυχιών.
Η επιβλαβής αυτή συνήθεια επιταχύνει, επίσης, την ανάπτυξη συννοσηροτήτων που μπορεί να συνοδεύουν τη ψωρίαση, όπως είναι η αθηρωματική καρδιοπάθεια και το μεταβολικό σύνδρομο. Κατά συνέπεια, η χρήση προϊόντων καπνού θα πρέπει να αποτρέπεται ή να διακόπτεται, προκειμένου να μειωθεί η πιθανότητα εμφάνισης της νόσου, αλλά και επιδείνωσής της στους ήδη ασθενείς.
«Η ψωρίαση είναι μια χρόνια φλεγμονώδης νόσος, που οφείλεται σε διαταραχή του ανοσοποιητικού συστήματος και προκαλεί συμπτώματα στο δέρμα και τις αρθρώσεις. Το κάπνισμα θεωρείται επιβαρυντικός παράγοντας εμφάνισης αλλά και διαχείρισής της, όπως επίσης και εμφάνισης μια σημαντικής και συχνής συννοσηρότητας, της ψωρίασης των νυχιών, η οποία είναι δύσκολο να ελεγχθεί. Παρατηρείται στο 10% έως 80% των ασθενών με ψωρίαση και επιβαρύνει πολύ περισσότερο την ποιότητα ζωής τους, απ’ ότι όταν επηρεάζονται άλλες περιοχές του σώματος», επισημαίνει ο Δερματολόγος – Αφροδισιολόγος δρ Χρήστος Στάμου.
Η νόσος εκδηλώνεται ως ερύθημα σε διάφορα σημεία, όπως στο τριχωτό της κεφαλής, στους αγκώνες, στα γόνατα και στο κάτω μέρος της πλάτης. Μπορεί να προκαλέσει βλάβη των αρθρώσεων (ψωριασική αρθρίτιδα), με την πλειονότητα των ασθενών να καλείται να την αντιμετωπίσει χρόνια μετά την έναρξη της δερματικής ψωρίασης.
Οι αιτίες εμφάνισής της είναι τόσο γενετικοί όσο και περιβαλλοντικοί. Οι ανθυγιεινές συνήθειες του τρόπου ζωής, όπως το κάπνισμα, η κατανάλωση αλκοόλ και η έλλειψη άσκησης, αποτελούν παράγοντες κινδύνου. Μελέτες έχουν δείξει ότι οι ψωριασικοί ασθενείς διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών νοσημάτων και μεταβολικού συνδρόμου, όπως στεφανιαία νόσος, διαβήτης, υπέρταση και υπερχοληστερολαιμία.
Δεδομένου ότι το κάπνισμα αποτελεί γνωστό παράγοντα κινδύνου για καρδιαγγειακά νοσήματα, οι ειδικοί προσπάθησαν να βρουν εάν αποτελεί αιτία ή παράγοντα κινδύνου και για την ψωρίαση. Αν και η έρευνα δεν έχει σημειώσει μεγάλη πρόοδο, τα μέχρι τώρα ευρήματα είναι αποθαρρυντικά και υποδεικνύουν την ανάγκη διακοπής του.
Μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Journal of International Medical Research έδειξε ότι οι νυν και οι πρώην καπνιστές διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης ψωρίασης από ό,τι οι μη καπνιστές. Οι συστηματικοί καπνιστές έχουν λιγότερες πιθανότητες να δουν βελτίωση των συμπτωμάτων στους 6 μήνες μετά τη θεραπεία με βιολογικούς παράγοντες από ό,τι όσοι δεν έχουν καπνίσει ποτέ.
Ο κίνδυνος είναι σχεδόν διπλάσιος, όπως διαπίστωσε μια άλλη μελέτη που δημοσιεύθηκε παλαιότερα στο American Journal of Epidemiology. Τα ευρήματα επιβεβαιώθηκαν από μια μικρότερη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο International Journal of Dermatology και από μια άλλη μελέτη από την Ιταλία, που δημοσιεύθηκε στο Archives of Dermatology.
Ίδια επίδραση φαίνεται να έχει το κάπνισμα και στην πιθανότητα εμφάνισης ψωρίασης των νυχιών. Μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Dermatologic Therapy έδειξε ότι η προσβολή των νυχιών ήταν σημαντικά υψηλότερη σε ασθενείς που υποφέρουν από τη νόσο και καπνίζουν. Οι μεγαλύτερες πιθανότητες ψωρίασης των νυχιών στους καπνιστές μπορεί να οφείλεται σε τοπικές αγγειοπαθητικές επιδράσεις του καπνού, εξαιτίας της εγγύτητας του τσιγάρου στα νύχια (κατά το άναμμα, πιάσιμο, κάπνισμα και σβήσιμο του τσιγάρου). Τα βαρέα μέταλλα και η θερμότητα στη στάχτη μπορεί να πυροδοτήσει το φαινόμενο Koebner, το οποίο παρουσιάζεται σε μεγάλο ποσοστό ασθενών με ψωρίαση. Στα άτομα αυτά ακόμα και το τσίμπημα ενός κουνουπιού μπορεί να γίνει αιτία εμφάνισης πλακών.
Όπως μας εξηγεί περαιτέρω ο δρ Στάμου, η ψωρίαση των νυχιών παρουσιάζεται στο 50% των ασθενών με ψωρίαση και στο 85% εκείνων που πάσχουν από ψωριασική αρθρίτιδα. Προκαλεί βοθρία, δηλαδή μικρά βαθουλώματα πάνω στο νύχι, αλλαγές στο χρώμα του (μπορεί να είναι λευκό, κίτρινο ή καφέ), αποκόλληση από την κοίτη, υπερκεράτωση κάτω από το νύχι (η οποία το καθιστά παχύ), παρωνυχία και αιμορραγίες που έχουν τη μορφή γραμμώσεων.
Τα συμπτώματα στο δέρμα περιλαμβάνουν δερματικές πλάκες ή εξάνθημα, σκασμένο και ξηρό δέρμα πόνο και κνησμό, που γίνεται συχνά αιτία μολύνσεων. Για την ανακούφισή τους, δεδομένου ότι δεν υπάρχει οριστική θεραπεία της ψωρίασης, υπάρχουν αρκετές επιλογές, με κυριότερες την τοπική εφαρμογή στεροειδών κρεμών, ενυδατικών για το ξηρό δέρμα, κρέμες με βιταμίνη Α ή ρετινοειδή ή με βιταμίνη D3, φάρμακα για την επιβράδυνση της παραγωγής κυττάρων του δέρματος και φαρμακευτικές λοσιόν ή σαμπουάν.
Επίσης, η φωτοθεραπεία έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα αποτελεσματική στην ύφεση των συμπτωμάτων. Τελευταία έχουν αναπτυχθεί και βιολογικά φάρμακα, όπως η αδαλιμουμάμπη και η ινφλιξιμάμπη, που είναι ασφαλή για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων όπως έχει αποδειχθεί και από κλινικές δοκιμές.
Ωστόσο, παρά τα συνολικά ελπιδοφόρα αποτελέσματα κλινικών δοκιμών, δεν ανταποκρίνονται όλοι οι ασθενείς στα φάρμακα, ενώ άλλοι τα διακόπτουν. Ένα ποσοστό δεν ανταποκρίνεται στις βιολογικές θεραπείες και στρέφεται σε άλλους τρόπους θεραπείας, οι οποίοι αποφασίζονται από τον δερματολόγο, βάσει της συνολικής υγείας, της ηλικίας, της σοβαρότητας του εξανθήματος και της περιοχής που έχουν εμφανιστεί οι πλάκες.
Αλλά, «η ανθυγιεινή συνήθεια του καπνίσματος μπορεί να καταστήσει την ψωρίαση χειρότερη και τη θεραπεία δυσκολότερη. Γι’ αυτό τα άτομα που έχουν ατομικό ή οικογενειακό ιστορικό θα πρέπει να αποφύγουν την έναρξή του και όσοι είναι ήδη καπνιστές να το σταματήσουν, προκειμένου να έχουν καθαρό δέρμα απαλλαγμένο, κατά το δυνατόν, από τα συμπτώματα για μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα», καταλήγει ο δρ Χρήστος Στάμου.