Του Θανάση Πετράκου*
Την προεκλογική περίοδο του 2012 η ΝΔ χρησιμοποίησε, για να φοβίσει τον κόσμο και να μην ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ, το παλιό «επιχείρημα» κλισέ ότι «αν έρθουν οι κομμουνιστές θα σας πάρουν τα σπίτια». Το κλισέ αυτό χρησιμοποίησε πολλές φορές ο ΣΥΡΙΖΑ όταν ήταν αντιπολίτευση, την περίοδο 2012-2014, απέναντι στην τότε κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ σχετικά με τους πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας, υποστηρίζοντας ότι τελικά τα σπίτια θα τα έπαιρναν οι τράπεζες με τις ευλογίες της κυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ. Ποιος θα φανταζόταν ότι μετά από ελάχιστο χρονικό διάστημα ο ΣΥΡΙΖΑ θα είχε μεταλλαχθεί σε ένα μνημονιακό κόμμα και θα προχωρούσε στην ψήφιση νόμου που θα επιτρέπει στις τράπεζες να προχωρήσουν σε πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας σε ποσοστό που μπορεί να φτάσει στο 75% των μη εξυπηρετούμενων δανείων, έναν νόμο που ουσιαστικά αφήνει απροστάτευτους περίπου 300.000 δανειολήπτες. Κάτι που δεν τόλμησε να κάνει ούτε η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου, η οποία μετέθετε το πρόβλημα συνέχεια και οι λύσεις που κατά καιρούς πρότεινε ήταν απάνθρωπες και οδηγούσαν σε πλειστηριασμούς της πρώτης κατοικίας.
Δύο μήνες μετά τις εκλογές η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ προχώρησε στην ψήφιση ενός νόμου που δίνει το δικαίωμα στις τράπεζες να πετάξουν στο δρόμο κυριολεκτικά περίπου 300.000 χιλιάδες οικογένειες. Ο νόμος αυτός αποτελεί ντροπή για την κυβέρνηση και για τους Βουλευτές που τον ψήφισαν. Όμως μέσα σε αυτή την πλήρη υποταγή της κυβέρνησης στις απαιτήσεις της τρόικα υπήρξαν δύο Βουλευτές που αρνήθηκαν να ψηφίσουν το νομοσχέδιο «έκτρωμα». Η αντίδραση του κ. Τσίπρα ήταν να απαιτήσει να παραδώσουν οι Βουλευτές τις έδρες τους και όποιος δεν το έκανε, τον διέγραψε από την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ. Πρακτικές που δεν αρμόζουν κατά κανένα τρόπο σε κόμματα που υποστηρίζουν ότι είναι αριστερά. Το επιχείρημα για την παράδοση των εδρών ήταν ότι οι Βουλευτές είχαν δεσμευτεί ενυπόγραφα ότι σε περίπτωση διαφοροποίησης από επιλογές της κυβέρνησης θα παρέδιδαν τις έδρες. Αλήθεια αυτοί που διαφοροποιήθηκαν από τις διακηρύξεις του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ τον Ιανουάριο γιατί δεν διαγράφτηκαν;
Η επιλογή των δύο Βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ τους τιμά και είναι αποτέλεσμα και της κοινωνικής πίεσης, παρά το μικρό χρονικό διάστημα από τις νικηφόρες για τον ΣΥΡΙΖΑ εκλογές. Οι κλυδωνισμοί στην κυβερνητική πλειοψηφία και η αμφισβήτηση της κυβερνητικής πολιτικής διευρύνονται και είναι αποτέλεσμα της κοινωνικής οργής. Η συμμετοχή των εργαζομένων, συνταξιούχων και ανέργων στην πρόσφατη απεργία δείχνουν ότι ο λαός ξεπερνά το σοκ που υπέστη από την μνημονιακή στροφή του ΣΥΡΙΖΑ και κυρίως στέλνει το μήνυμα ότι στο μέλλον οι κοινωνικοί αγώνες αναμένονται ακόμα πιο έντονοι. Η νεοφιλελεύθερη πολιτική αποτυπώνεται και στον προϋπολογισμό του 2016 που κατατέθηκε από την κυβέρνηση και περιλαμβάνει μέτρα ύψους 5,7 δις ευρώ από φόρους και περικοπές συντάξεων και επιδομάτων από μια κοινωνία με 1,5 εκ. ανέργους και με εισοδήματα που διαρκώς μειώνονται.
Στη διαδικασία ψήφισης του εν λόγω νομοσχεδίου αποδείχτηκε περίτρανα για άλλη μια φορά η άνευ όρων παράδοση της κυβέρνησης στα σχέδια των τροϊκανών. Και αυτό διότι οι ελάχιστες ευνοϊκές ρυθμίσεις που υπήρχαν σε αυτό η κυβέρνηση αναγκάστηκε να τις αποσύρει ή να προσθέσει τροπολογίες που τις ακυρώνουν. Έτσι με μια τροποποίηση της τελευταίας στιγμής διεγράφη από τον νόμο η διάταξη που προέβλεπε πως από το 2017 και μετά, το Δημόσιο θα αναλάμβανε, εκτός από την «εξυπηρέτηση» να πληρώνει μέρος της δόσης για τον δανειολήπτη, να επωμιστεί και το όποιο κόστος από τυχόν αδυναμία του οφειλέτη να πληρώνει ακόμη και τη συμφωνημένη δόση του. Η συγκεκριμένη διάταξη προέβλεπε πως «σε περίπτωση που οι πραγματοποιηθείσες καταβολές του οφειλέτη στους πιστωτές από 1/1/2017 και μέχρι το τέλος της συνεισφοράς του ελληνικού Δημοσίου υπολείπονται αυτών που ορίστηκαν με την απόφαση του δικαστηρίου, το υπολειπόμενο ποσό εξοφλείται από το ελληνικό Δημόσιο». Δηλ. αν ο δανειολήπτης δεν κατάφερνε να καλύπτει το σύνολο της δόσης που του αναλογεί το δημόσιο θα επιβαρυνόταν την επιπλέον ζημιά προκειμένου να μην προχωρήσει η τράπεζα σε πλειστηριασμό. Φαίνεται όμως ότι η κατάργηση της συγκεκριμένης διάταξης ήταν προμελετημένη αφού δεν αναφερόταν ούτε στο νομοσχέδιο ούτε στην εισηγητική έκθεση αν το Δημόσιο είχε τα χρήματα να καλύψει όσους ευάλωτους δανειολήπτες δεν θα μπορούσαν να ανταποκριθούν στο σχέδιο ρύθμισης της οφειλής τους και να «διαγράψει» με δικά του χρήματα μέρος της οφειλής προς τις τράπεζες.
Με τις νομοτεχνικές «βελτιώσεις» προστίθενται περισσότερες προϋποθέσεις τις οποίες οι οφειλέτες πρέπει να πληρούν προκειμένου να τύχουν των ευνοϊκών διατάξεων της ρύθμισης. Μια από τις προϋποθέσεις είναι η έννοια του «συνεργάσιμου δανειολήπτη» όπως αυτός ορίζεται αυτή στον Κώδικα Δεοντολογίας των τραπεζών. Αν δηλαδή κριθεί για διάφορους λόγους μη συνεργάσιμος (π.χ. δεν απάντησε στο τηλέφωνο;) θα χάνει το δικαίωμα προστασίας και η κατοικία του θα βγαίνει σε πλειστηριασμό.
Μέρα με τη μέρα, ακόμα και οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές της ύπαρξης παράλληλου κυβερνητικού σχεδίου, αντιλαμβάνονται ότι αυτοί που αποφασίζουν για τα πάντα είναι οι δανειστές. Η κυβέρνηση και συγκεκριμένα οι κύκλοι του Μεγάρου Μαξίμου το μόνο που κάνει είναι μια επικοινωνιακή διαχείριση, προσπαθώντας να κάνει το μαύρο άσπρο. Μπροστά σε αυτή την απάνθρωπη και αδιέξοδη νεοφιλελεύθερη πολιτική ο λαός ενωμένος πρέπει να απαντήσει δυναμικά για να αποτρέψει τα χειρότερα που έρχονται αλλά και να διεκδικήσει τα δικαιώματα που του έχουν αφαιρεθεί όλα αυτά τα χρόνια. Το δρόμο έδειξαν τα Αμ.ΕΑ, όσοι συμμετείχαν στην απεργία της 12ης Νοεμβρίου, οι αγρότες πρόσφατα κ.α.
Η ΛΑΪΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ στήριξε και θα στηρίξει στο μέλλον όλες τις κινητοποιήσεις για να αποτραπεί η ψήφιση και η εφαρμογή νόμων-εκτρωμάτων όπως αυτό για τους πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας. Η ΛΑΕ επισημαίνει ότι για τον τεράστιο αριθμό των κόκκινων δανείων, που θα αυξηθεί ακόμη περαιτέρω το επόμενο διάστημα, δεν ευθύνονται οι λαϊκές οικογένειες που πήραν στεγαστικά. Ευθύνεται από τη μια μεριά η τοκογλυφική πολιτική των τραπεζών με τις τεράστιες ψαλίδες μεταξύ επιτοκίων καταθέσεων και επιτοκίων χορηγήσεων (ιδίως για τα καταναλωτικά δάνεια και τις πιστωτικές κάρτες), τις παράνομες ρήτρες με τις οποίες φόρτωναν έξοδα στο δανειολήπτη, την πολιτική προώθησης επισφαλών προϊόντων (όπως τα δάνεια σε ελβετικό φράγκο) και από την άλλη η πολιτική των μνημονίων που στραγγάλισε με την ύφεση κάθε δυνατότητα αποπληρωμής των δανείων.
Η ΛΑΕ θα αγωνισθεί για:
- Πλήρης προστασία πρώτης κατοικίας. Η πρώτη κατοικία να κατοχυρωθεί ως ακατάσχετη
- Κατάργηση των μνημονιακών νομοθετικών ρυθμίσεων που διευκολύνουν το ξεπούλημα της λαϊκής κατοικίας προς όφελος των τραπεζών.
- Αναστολή πλειστηριασμών για χρέη λαϊκών νοικοκυριών, μικρομεσαίων επιχειρήσεων και αγροτών προς Τράπεζες, Δημόσιο, Ασφαλιστικούς Οργανισμούς και ΔΕΚΟ.
- Απαγόρευση μεταβίβασης των δανείων σε κερδοσκοπικά funds.
- Ρύθμιση δανείων με λογική γενναίας σεισάχθειας:
- Πλήρη διαγραφή χρεών των φτωχών λαϊκών στρωμάτων.
- Γενναία διαγραφή χρεών και αναπροσαρμογή των δόσεων των δανείων ανάλογα με τη δυνατότητα του οφειλέτη. Περίοδος χάριτος με πάγωμα οφειλών και εκλογίκευση επιτοκίων. Διαγραφή τόκων. Συσχετισμός τρέχουσας αξίας ακινήτων με το αρχικό ποσό του δανείου, το υπάρχον υπόλοιπο και του εισόδημα.
- Αναδρομική κατάργηση ρητρών ξένου συναλλάγματος με διατήρηση των τυχόν ευνοϊκών επιτοκίων για τα στεγαστικά, καταναλωτικά και επιχειρηματικά δάνεια.
- Δημιουργία με πυρήνα το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων δημόσιου φορέα στεγαστικής πίστης για την κάλυψη της λαϊκής κατοικίας. Ανασυγκρότηση στα πλαίσια αυτά του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας. Καταγραφή του οικιστικού αποθέματος (άδεια σπίτια και διαμερίσματα) για εξασφάλιση σε συνεργασία με την Αυτοδιοίκηση, κατοικίας σε αστέγους και οικογένειες που διαβιούν σε άθλιες οικιστικές συνθήκες.
Το πλαίσιο αυτό που μπορεί να λύσει ριζικά το ζήτημα του ιδιωτικού χρέους και της λαϊκής κατοικίας δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί εντός της μνημονιακής πολιτικής. Προϋποθέτει έναν άλλο δρόμο, με πυρήνα την εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος και την ανάκτηση εθνικού νομίσματος.
*τ. Βουλευτής και μέλος του πολιτικού συμβούλιου της ΛΑΕ