Νίκη Κεραμέως: “Τάσσομαι υπέρ του Συμφώνου Συμβίωσης” (video)

 «Πέρα από την κοινωνική πραγματικότητα και το ηθικό ζήτημα που γεννάται, η Ελλάδα, ως κράτος δικαίου, έχει νομική υποχρέωση να κατοχυρώσει τη συμβίωση ομόφυλων ζευγαριών, ανεξαρτήτως του εάν αυτή τυγχάνει καθολικής κοινωνικής αποδοχής»

keramaiosΗ Υπεύθυνη Τομέα Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, Βουλευτής Επικρατείας, Νίκη Κεραμέως, κατά τη συζήτηση για το Σύμφωνο συμβίωσης στην Ολομέλεια της Βουλής, αφού σχολίασε την πάγια τακτική της Κυβέρνησης να νομοθετεί «επικοινωνιακά» – καθώς με προμετωπίδα το Σύμφωνο Συμβίωσης ενσωματώνονται στο σώμα του νομοσχεδίου πλήθος άσχετων, αλλά πολύ σοβαρών ζητημάτων – επικέντρωσε την παρέμβασή της σε δύο διακριτούς πυλώνες: αφενός στις, κατακριτέες σε μεγάλο βαθμό, τροποποιήσεις που επέρχονται στον Ποινικό Κώδικα, αφετέρου στην επέκταση του Συμφώνου Συμβίωσης στα ομόφυλα ζευγάρια.

Ακολουθούν τα βασικά σημεία της τοποθέτησης της κας Κεραμέως:

Στην πολιτική μπήκα για να εκφράζω την άποψή μου ελεύθερα και με κάθε ειλικρίνεια, χωρίς δεύτερες σκέψεις και τακτικισμούς. Τάσσομαι υπέρ της επέκτασης του συμφώνου συμβίωσης στα ομόφυλα ζευγάρια.
Η σταθερή συμβίωση μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου αποτελεί μια κοινωνική πραγματικότητα, που με τη σειρά της δημιουργεί κοινωνικές ανάγκες στις οποίες ο νομοθέτης οφείλει να ανταποκριθεί, χωρίς να εθελοτυφλεί, παρά την έλλειψη καθολικής συμφωνίας ή ομοθυμίας ως προς την αποδοχή τους.
Η μη αναγνώριση από την Πολιτεία ενός στοιχειώδους πλαισίου που συνδέει δύο άτομα του ίδιου φύλου σε μία τέτοια σταθερή συμβίωση, τους στερεί, στην πράξη, την άσκηση βασικών δικαιωμάτων που σχετίζονται με την ιδιωτική ζωή.
Σε καμία περίπτωση δεν διακυβεύεται ο θεσμός του γάμου.
Επιπλέον, έχει διαμορφωθεί και μία νομική πραγματικότητα, η οποία δεν αφήνει κανένα περιθώριο μη αποδοχής.
Έχουμε μία καταδικαστική απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων Ανθρώπου του 2013, σχετικές διατάξεις στην ΕΣΔΑ, σχετικές διατάξεις στο Ελληνικό Σύνταγμα, νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οδηγίες του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, αλλά και ψηφίσματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Ο σεβασμός στις διεθνείς συμβάσεις, στους νόμους, στις δικαστικές αποφάσεις, στις ευρωπαϊκές επιταγές μας, δεν μπορεί να είναι «à la carte»· ούτε και μπορεί να συναρτάται, κάθε φορά, από την υποκειμενική εκτίμηση και αποδοχή της πλειοψηφίας ή άλλων κοινωνικών ομάδων, όσο μεγάλες και σημαντικές και αν είναι αυτές.

Ακολουθούν ολόκληρο το κείμενο:

Κύριε Πρόεδρε, Κύριε Υπουργέ, Κυρίες και Κύριοι συνάδελφοι,

Για μία ακόμη φορά, το πολυνομοσχέδιο που συζητείται σήμερα αποτελεί συμπίλημα διατάξεων. Ένα συμπίλημα διατάξεων, το οποίο έχει – προφανώς για επικοινωνιακούς λόγους – ως προμετωπίδα το Σύμφωνο Συμβίωσης. Στην πραγματικότητα όμως επιχειρεί να καλύψει πλήθος άλλων άσχετων – αλλά άκρως σοβαρών – διατάξεων, κυρίως όσον αφορά το ποινικό δίκαιο. Σας θυμίζω, ότι κάτι ανάλογο συνέβη και με το νόμο για την ανθρωπιστική κρίση. Και εκεί είχαμε λιγοστά άρθρα για τη δήθεν αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, και μετά σωρεία άρθρων που πέρασαν επικοινωνιακά στα μουλωχτά – αν μου επιτρέπετε την έκφραση – για την οργάνωση των υπουργείων και τη στελέχωση υπηρεσιών και που δεν έφεραν καμία απολύτως σχέση με την ανθρωπιστική κρίση.

Η σημερινή παρέμβαση μου θα στηριχθεί σε δύο διακριτούς πυλώνες: αφενός στις τροποποιήσεις που επέρχονται στον Ποινικό Κώδικα, οι οποίες σε κάποιο βαθμό είναι κατακριτέες, και αφετέρου στην επέκταση του Συμφώνου Συμβίωσης στα ομόφυλα ζευγάρια.

Πρώτον, οι τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα. Για την οικονομία της συζήτησης, θα αναφερθώ σε ένα μόνο παράδειγμα: την πράξη παρακώλυσης των συγκοινωνιών.

Προβλέπετε, κ. Υπουργέ, με το άρθρο 28, ειδικό λόγο απαλλαγής του δράστη, ο οποίος τελεί πράξη παρακώλυσης συγκοινωνιών, και ο λόγος αυτός είναι η «προάσπιση μείζονος κοινωνικού συμφέροντος». Δίνεται δηλαδή η δυνατότητα στο δικαστήριο να απαλλάξει το δράστη από την ποινή, όταν παρακωλύει τις συγκοινωνίες, ή διακόπτει την κυκλοφορία, εφόσον πειστεί ότι ο δράστης τέλεσε την πράξη για προάσπιση μείζονος κοινωνικού συμφέροντος. Και ναι, κύριε Υπουργέ, το «μείζον» το κάνατε «ευρύτερο», ωστόσο παραμένει το ερώτημα με ποιο τρόπο θα προσδιοριστεί η έννοια του κοινωνικού συμφέροντος. Τι θα πει «ευρύτερο κοινωνικό συμφέρον»; Ποιο είναι το περιεχόμενο και ποια τα όρια της έννοιας αυτής; Οι πλέον αρμόδιοι σας είπαν στην επιτροπή ότι η διάταξη αυτή, με την αοριστία που ενέχει, είναι ανεφάρμοστη. Και εγώ θα προσθέσω, και είναι και επικίνδυνη.

Προχωρώ στο δεύτερο πυλώνα της παρέμβασής μου: την επέκταση του συμφώνου συμβίωσης για τα ομόφυλα ζευγάρια.

Κυρίες και κύριοι Συνάδελφοι, στην πολιτική μπήκα για να εκφράζω την άποψή μου ελεύθερα και με κάθε ειλικρίνεια, χωρίς δεύτερες σκέψεις και τακτικισμούς. Και εν προκειμένω τάσσομαι υπέρ της επέκτασης του συμφώνου συμβίωσης στα ομόφυλα ζευγάρια για δύο λόγους:

Α) Πρώτον, γιατί η σταθερή συμβίωση μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου αποτελεί μια κοινωνική πραγματικότητα.

Μια πραγματικότητα που με τη σειρά της δημιουργεί κοινωνικές ανάγκες, στις οποίες ο νομοθέτης οφείλει να ανταποκριθεί, χωρίς να εθελοτυφλεί, παρά την έλλειψη καθολικής συμφωνίας ή ομοθυμίας ως προς την αποδοχή τους. Είναι πραγματικότητα ότι πολλά ομόφυλα ζευγάρια συμβιώνουν σε μία σταθερή σχέση, συζούν κάτω από την ίδια στέγη, αποκτούν από κοινού περιουσιακά στοιχεία, αποδίδουν φορολογικά έσοδα στο κράτος, συνταξιοδοτούνται, επιθυμούν να ρυθμίσουν πρακτικά ζητήματα που τους αφορούν για το παρόν και το μέλλον, όπως ακριβώς και τα ετερόφυλα ζευγάρια. Η μη αναγνώριση από την Πολιτεία ενός στοιχειώδους πλαισίου που συνδέει δύο άτομα του ίδιου φύλου σε μία τέτοια σταθερή συμβίωση, τους στερεί, στην πράξη, την άσκηση βασικών δικαιωμάτων που σχετίζονται με την ιδιωτική ζωή. Για τα ζευγάρια των ομοφύλων, η ανυπαρξία νομικής αναγνώρισης της σχέσης τους προκαλεί σημαντικά εμπόδια στην καθημερινότητά τους. Και δεν αναφέρομαι μόνο στην κοινωνική περιθωριοποίηση την οποία υφίστανται, αλλά και σε πρακτικά ζητήματα, όπως για παράδειγμα, η ασφάλιση, η φορολογία ή η περιουσιακή κατοχύρωση. Η αναγνώριση βασικών δικαιωμάτων στα ομόφυλα ζευγάρια δεν αναιρεί ούτε και διαβρώνει τον παραδοσιακό θεσμό του γάμου. Σε καμία περίπτωση δεν διακυβεύεται ο θεσμός του γάμου, ο οποίος είναι άκρως σημαντικός. Πρόκειται για δύο διακριτούς θεσμούς του οικογενειακού δικαίου, με εντελώς διαφορετικό ιστορικό, πολιτισμικό και κοινωνικό υπόβαθρο.

Β) Κυρίες και κύριοι Συνάδελφοι, είναι προφανές ότι μια τέτοια ρύθμιση δεν βρίσκει σύμφωνη ολόκληρη την κοινωνία. Για πολλούς συμπολίτες μας η αναγνώριση της ομόφυλης σχέσης μέσω του συμφώνου συμβίωσης δεν συνάδει με τις αξίες και τις αρχές τους. Και αυτό το κατανοώ. ‘Όμως δεν έχει διαμορφωθεί μόνο μία κοινωνική πραγματικότητα, δεν είναι μόνο ζήτημα με ηθικές προεκτάσεις. Έχει διαμορφωθεί και μία νομική πραγματικότητα. Και αυτή δεν αφήνει κανένα περιθώριο μη αποδοχής. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου καταδίκασε τη χώρα μας το 2013 για τον αποκλεισμό των ομόφυλων ζευγαριών από τη σύναψη συμφώνου συμβίωσης. Το Δικαστήριο έκρινε ότι η εξαίρεση των ομόφυλων ζευγαριών από το πεδίο εφαρμογής του νόμου 3719 του 2008 συνιστά διακριτική μεταχείριση λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού. Και η καταδίκη αυτή βασίζεται σε ουσιαστικές παραβιάσεις των άρθρων 8 και 14 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), διατάξεις από τις οποίες η Ελλάδα δεσμεύεται βεβαίως νομικά. Έχουμε λοιπόν:

μία καταδικαστική απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων Ανθρώπου του 2013,
έχουμε σχετικές διατάξεις στην ΕΣΔΑ,
έχουμε σχετικές διατάξεις στο Ελληνικό Σύνταγμα.
έχουμε νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης που επί της ουσίας απαγορεύει τις διαφοροποιήσεις στα εργασιακά δικαιώματα ομόφυλων ζευγαριών.

Παρεμπιπτόντως, έχουμε και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο το οποίο εκδίδει οδηγίες για την εφαρμογή της ίσης μεταχείρισης προσώπων, και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το οποίο με την έκδοση ψηφισμάτων, πιο πρόσφατο το ψήφισμα του Φεβρουαρίου του 2014, επαναλαμβάνουν τη σύσταση για την κατάργηση των διακρίσεων σε βάρος των ομοφυλόφιλων ατόμων.

Κυρίες και κύριοι Συνάδελφοι, ο σεβασμός στις διεθνείς συμβάσεις, στους νόμους, στις δικαστικές αποφάσεις, στις ευρωπαϊκές επιταγές μας, δεν μπορεί να είναι «à la carte»· ούτε και μπορεί να συναρτάται, κάθε φορά, από την υποκειμενική εκτίμηση και αποδοχή της πλειοψηφίας ή άλλων κοινωνικών ομάδων, όσο μεγάλες και σημαντικές και αν είναι αυτές.

Συμπερασματικά λοιπόν, πέρα από την κοινωνική πραγματικότητα και το ηθικό ζήτημα που γεννάται, η Ελλάδα – ως κράτος δικαίου – έχει νομική υποχρέωση να κατοχυρώσει τη συμβίωση ομόφυλων ζευγαριών, ανεξαρτήτως του εάν αυτή τυγχάνει καθολικής κοινωνικής αποδοχής.

Σας ευχαριστώ.