Το μαρτύριο της σταγόνας για την επιστροφή και κυρίως την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης των δανειστών ξεκινά από σήμερα μετά από ένα πρώτο -μάλλον αναγνωριστικό – πενθήμερο με το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης.
Παράλληλα, θα κορυφωθεί και η πίεση προς την ελληνική κυβέρνηση να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις των δανειστών.
Τούτο με δεδομένο ότι παρά τις διαδοχικές διαψεύσεις σχετικά με τα όσα ζητούν θεσμοί από μέλη της κυβέρνησης, οι δύο βασικές απαιτήσεις τέθηκαν με κάθε επισημότητα από τις ηγεσίας των δύο βασικών δανειστών της Ελλάδας.
Την Τετάρτη από τις Βρυξέλλες ο επίτροπος αρμόδιος για θέματα οικονομικών κ. Πιέρ Μοσχοβισί έθεσε τη βασική απαίτηση της ΕΕ από το ελληνικό πρόγραμμα.
Είπε ότι η Ελλάδα θα πρέπει να οριστικοποιήσει τους δημοσιονομικούς στόχους για το 2016 και το 2017.
Η έκθεση με τις χειμερινές προβλέψεις της ΕΕ που εκδόθηκε την ίδια ημέρα ήταν πιο εύγλωττη.
Tόνιζε ότι παρά τη βελτίωση των εσόδων στο τέλος του χρόνου η Ελλάδα θα πρέπει να πάρει πρόσθετα μέτρα για τη διετία 2016 -2017.
Η ελληνική πλευρά θεωρεί ότι δεν υπάρχει κανένα κενό για το 2016 και θέλει να συζητήσει αργότερα για το κενό των 1,3 δις ευρώ του 2017.
Το ΔΝΤ μίλησε και πάλι εκτός Ελλάδας την Πέμπτη δια στόματος της κ. Λαγκάρντ ζητώντας όσο το δυνατό πιο «βαθιά» μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος ώστε να μοιραστεί το κόστος από την αναδιάρθρωση του χρέους που θα πρέπει να αποφασίσουν μετά την αξιολόγηση οι ευρωπαίοι εταίροι μας.
Συνεπώς το Ταμείο έχει επικεντρώσει την προσοχή του στο ασφαλιστικό και κατά την πάγια τακτική του ζητά εμπροσθοβαρή μέτρα για τη βιωσιμότητα του συστήματος. Δηλαδή περικοπές των συντάξεων.
Και σε αυτό το θέμα η ελληνική ομάδα επιμένει στην κόκκινη γραμμή για τη μη μείωση κυρίων συντάξεων.
Ο ίδιος ο υπουργός οικονομικών κ. Ευκλείδης Τσακαλώτος όταν ρωτήθηκε την Παρασκευή για το χρόνο επιστροφής της τρόικας μίλησε για «προσδοκία επιστροφής» σε οκτώ με δέκα ημέρες παρότι τόνισε ότι υπάρχει η πεποίθηση κι από τις δύο πλευρές για μια «εύλογη συμφωνία σε εύλογο χρόνο».
Κορυφώνεται η πίεση
Και οι δύο πλευρές γνωρίζουν τη σημασία του να ξεκινήσει η αξιολόγηση στις 13 ή έστω στις 15 του μήνα και να τελειώσει σε περίπου δύο εβδομάδες.
Το οικονομικό επιτελείο γνωρίζει ότι αν αναλωθεί περισσότερος χρόνος στην ενδιάμεση εργασία των τεχνικών κλιμακίων που ξεκινά από τη Δευτέρα, θα αρχίσει η φημολογία περί καθυστερήσεων.
Αν πάλι η αξιολόγηση συνεχίζεται και μετά το τέλος Μαρτίου τότε το ελληνικό πρόγραμμα θα είναι ακόμη μια φορά «εκτός τροχιάς» πυροδοτώντας νέο κύμα αβεβαιότητας.
Ωστόσο η απόφαση για τη συνέχιση και πολύ περισσότερο την ολοκλήρωση της αξιολόγησης θα είναι μια βασανιστική διαδικασία για την Αθήνα που θα πρέπει να συμφωνήσει σε κάποια βασικά θέματα με τους δανειστές ώστε να φέρει όσο γίνεται πιο κοντά την ελάφρυνση του χρέους.
Το διάστημα αυτό η πίεση για υποχώρηση από τις κόκκινες γραμμές θα κορυφωθεί αφού εκείνος που θα πιέζεται από το χρόνο θα είναι η ελληνική πλευρά η οποία επιπλέον των άλλων θα πρέπει να αντιμετωπίσει υποχρεώσεις ύψους 4 δισ. ευρώ μέσα στο πρώτο τρίμηνο τα οποία σήμερα δεν έχει.
enikonomia.gr