Πρόκειται για ασφαλισμένους που με βάση το ισχύον σύστημα και το δαιδαλώδες θεσμικό πλαίσιο θα περίμεναν για την απονομή της σύνταξής τους, στη μακριά λίστα αναμονής, έως και τρία χρόνια.
Σύμφωνα με το άρθρο 19 του νομοσχεδίου, το οποίο ψηφίζεται σήμερα στη Βουλή, οι διαδικασίες απλοποιούνται και ο γενικός κανόνας αναμένεται ευνοϊκότερος, καθώς ο υπολογισμός της σύνταξης θα γίνεται από μία διεύθυνση.
Οι ειδικοί εκτιμούν ότι μέσα στην επόμενη 5ετία, με τη διαδικασία της διαδοχικής ασφάλισης, της ασφάλισης δηλαδή σε δύο ή περισσότερα ταμεία σε δημόσιο ή και ιδιωτικό τομέα, θα συνταξιοδοτηθούν περίπου 300.000 ασφαλισμένοι. Από αυτούς, ωφελημένοι από το νέο σύστημα θα είναι όσοι συνταξιοδοτηθούν ως γονείς με «χαμηλά» όρια ηλικίας όπως και όσοι ελευθεροεπαγγελματίες του ΟΑΕΕ μπορούν να φύγουν στα 62 με τις διατάξεις ΙΚΑ.
Οι συγκεκριμένες ομάδες ασφαλισμένων θα έβλεπαν σημαντικά μειωμένο το σκέλος της σύνταξης που θα έπρεπε να τους απονείμει ο δευτερεύον φορέας, καθώς τα όρια ηλικίας διαφοροποιούνται από ταμείο σε ταμείο. Έτσι, η σύνταξη από το δεύτερο ταμείο θα ήταν σημαντικά μειωμένη λόγω της μη συμπλήρωσης και σε αυτό του ορίου ηλικίας.
Πρόκειται για τους ασφαλισμένους που θεμελιώνουν δικαίωμα συνταξιοδότησης με χαμηλότερα όρια ηλικίας, εξαιτίας των μεταβατικών ορίων ηλικίας που ισχύουν έως το 2022 βάσει της νομοθεσίας που ψηφίστηκε το καλοκαίρι του 2015. Βέβαια, λόγω του νέου τρόπου υπολογισμού και τα χαμηλότερα ποσοστά αναπλήρωσης στο ανταποδοτικό σκέλος της σύνταξης, θα υπάρξουν μειώσεις στην τελική παροχή, κυρίως για αυτούς που έχουν πάνω από 5 χρόνια ασφάλισης σε δευτερεύοντες φορείς (π.χ. ΙΚΑ ή ΟΑΕΕ) και υψηλούς μισθούς.
Σύμφωνα με το σχετικό άρθρο, οι αιτήσεις συνταξιοδότησης που θα υποβληθούν μέχρι την ψήφιση του νόμου θα υπολογιστούν με το σημερινό καθεστώς. Για αιτήσεις που θα υποβληθούν μετά την ψήφιση θα εφαρμόζονται αποκλειστικά οι νέες διατάξεις, σύμφωνα με τις οποίες, ο τομέας του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) που θα απονέμει τη σύνταξη θα υπολογίζει το ποσό ενιαία, ωσάν ολόκληρος ο χρόνος ασφάλισης να έχει διανυθεί στον ίδιο. Έτσι, η σύνταξη δεν θα είναι το άθροισμα τμηματικών ποσών ανά Ταμείο. Οι συμμετέχοντες φορείς-τομείς θα αποστέλλουν στον απονέμοντα τα απαραίτητα στοιχεία (χρόνος ασφάλισης, εισφορές).
Οι νέες διατάξεις για τον τρόπο υπολογισμού της διαδοχικής ασφάλισης αφορούν στο σύνολο των ασφαλισμένων, ανεξάρτητα από το πότε πρωτοασφαλίστηκαν. Για να κριθεί η αρμοδιότητα του κλάδου (πρώην Ταμείου) που τελικώς θα απονείμει τη σύνταξη εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν. Η αίτηση εξετάζεται αρχικά από τον εντασσόμενο στον ΕΦΚΑ φορέα, στον οποίο υπάγεται ο ασφαλισμένος τη στιγμή της υποβολής. Βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας, ο τομέας του ΕΦΚΑ που θα χορηγήσει τη σύνταξη θα είναι αυτός στον οποίο ο ασφαλισμένος έχει 1.500 ημέρες ασφάλισης, από τις οποίες 500 μέσα στην τελευταία 5ετία πριν την υποβολή της αίτησης και εναλλακτικά 1.000 ημέρες συνολικά εκ των οποίων 300 τελευταίες πριν την αίτηση.
Εφόσον δεν υπάρχει η προϋπόθεση αυτή, η δυνατότητα συνταξιοδότησης εξετάζεται από τους άλλους φορείς στους οποίους έχει ασφαλιστεί ο εργαζόμενος, με πρώτον εκείνο στο οποίο έχει τον περισσότερο χρόνο. Για τη συμπλήρωση των προϋποθέσεων, δηλαδή ειδικά για τις 500 ή 300 τελευταίες ημέρες ασφάλισης,εξακολουθούν να υπολογίζονται ο χρόνος πραγματικής ασφάλισης και ο χρόνος προαιρετικής ασφάλισης.
Για το σύνολο των ημερών (1.500 ή 1.000) μπορεί να συνυπολογιστεί και ο χρόνος της στρατιωτικής θητείας κατόπιν εξαγοράς. Αντίστοιχη διαδικασία όπως στον ΕΦΚΑ θα ακολουθείται για την επικουρική σύνταξη και το εφάπαξ βοήθημα.
Ειδική μέριμνα προβλέπεται για όσους προσλήφθηκαν στο Δημόσιο πριν το 1983. Στις νέες διατάξεις δεν εμπίπτουν όλοι εκείνοι για τους οποίους δεν έχουν καταβληθεί εισφορές για κύρια σύνταξη στο Δημόσιο. Αναγνωρίσεις χρόνου που είχαν γίνει πριν την ψήφιση του νόμου για αιτήσεις συνταξιοδότησης που θα υποβληθούν μετά παραμένουν ισχυρές.