Κατά την ομιλία του, αρχές Οκτωβρίου, ο Δανός οικονομολόγος έκανε ιδιαίτερη αναφορά στα ελλείμματα των ασφαλιστικών ταμείων αφήνοντας έτσι να εννοηθεί ότι η κυβέρνηση να προχωρήσει σε νέες περικοπές στις ήδη υπερμειωμένες συντάξεις.
Από την άλλη με την τοποθέτησή του ότι το 60% των Ελλήνων πολιτών προστατεύεται από ένα ισχυρό ακόμη «πλέγμα» φοροαπαλλαγών, γεγονός που τους απαλλάσσει από τις φορολογικές υποχρεώσεις τους, «φωτογράφισε» τις διατάξεις που θα περιλαμβάνει το τρίτο Μνημόνιο μεταξύ Ελλάδας και ΔΝΤ – εφόσον το Ταμείο μετάσχει τελικώς στο ελληνικό πρόγραμμα.
Στην ίδια «ατζέντα» θα πρέπει να προστεθεί και το νέο «ψαλίδι» στο αφορολόγητο ποσό για το οποίο, η Ντέλια Βελκουλέσκου, στο σημείωμα της μετά την επισκόπηση της ελληνικής οικονομίας (σύμφωνα το άρθρο 4 του καταστατικού του Ταμείου) αναφέρει ότι αυτό πρέπει να μειωθεί στα 5.000 ευρώ από 8.636 έως 9.545 ευρώ που φθάνει σήμερα ανάλογα με την οικογενειακή κατάσταση του υπόχρεου.
Όλα αυτά μαζί με τον έλεγχο των «45 σημείων – προαπιατουμένων» που θα κάνει το κουαρτέτο σε συνεργασία με τα τεχνικά κλιμάκια και τα εκπροσώπους του Euro Working Group (EWG) προϊδεάζουν για μία δύσκολη αξιολόγηση η οποία θα πάει με κομμένη την ανάσα ως το Eurogroup της 7ης Νοεμβρίου και να συνεχιστεί αμέσως μετά.
Πηγές από τις Βρυξέλλες αφήνουν ανοικτό το ενδεχόμενο, η δεύτερη επισκόπηση του ελληνικού προγράμματος να ολοκληρωθεί τον Ιανουάριο του 2017, αφού όπως είχε παραδεχθεί προ μηνών σε συνομιλητές του ο Ντέκλαν Κοστέλο από την Ε.Ε. πρόκειται για μια αξιολόγηση-μαμούθ ακόμα και για τα δεδομένα των ελεγκτών του κουαρτέτου.
Σε αυτό φαίνεται να συνηγορεί και το γεγονός ότι επειδή οι χρηματοδοτικές υποχρεώσεις της χώρας κινούνται σε χαμηλά επίπεδα και υπολογίζεται πως το ελληνικό δημόσιο θα μπορούσε να τα βγάλει πέρα έως το τέλος Φεβρουαρίου ακόμα και χωρίς τη δόση των 6,1 δισ. ευρώ, που αντιστοιχεί στη δεύτερη αξιολόγηση.
Όλες αυτές, όμως, οι υποθέσεις εργασίας είναι καταχωρημένες στην ατζέντα των δανειστών και όχι της κυβέρνησης, η οποία επιθυμεί τελείως διαφορετικά πράγματα.
Στόχος της Αθήνας είναι η ολοκλήρωση της αξιολόγησης πριν από το Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου, που υποτίθεται πως είναι η έναρξη της συζήτησης για το χρέος και τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα.
Δεύτερος στόχος της Αθήνας είναι να μειωθούν οι στόχοι που προβλέπει το Μεσοπρόθεσμο μετά το 2018 στα πρωτογενή πλεονάσματα και δη από το 3,5% του ΑΕΠ στο 2,5% του ΑΕΠ για το 2019 και στο 2% για το 2020.
Επίσης, να περάσει από τις συμπληγάδες του κουαρτέτου η εναλλακτική πρόταση για τον ειδικό «ακατάσχετο» λογαριασμό επιχειρήσεων με ληξιπρόθεσμα χρέη προς το δημόσιο.
Προκειμένου να μην ναυαγήσει η πρωθυπουργική εξαγγελία για την θεσμοθέτηση ενός «ακατάσχετου» επαγγελματικού λογαριασμού το σχέδιο το οποίο πρόκειται να παρουσιάσει το οικονομικό επιτελείο στους δανειστές προβλέπει μικρότερο εύρος προστασίας που θα προσφέρει ο προτεινόμενος επιχειρηματικός λογαριασμός.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η προστασία έναντι των κατασχέσεων θα ισχύει μέχρι ένα ποσοστό αφού αφαιρεθούν οι τρέχουσες υποχρεώσεις της επιχείρησης.
Για παράδειγμα εάν κυβέρνηση και θεσμοί συμφωνήσουν ότι προστατεύεται το 50% ή το 60% των χρημάτων που θα βρίσκεται μέσα στον λογαριασμό μετά την κάλυψη των υποχρεώσεων (οφειλές σε Εφορία, Ασφαλιστικά ταμεία, Τράπεζες, ΔΕΚΟ και έξοδα μισθοδοσίας) το υπόλοιπο 40% ή 50% αυτού του ποσού θα είναι εκτεθειμένο προς κατάσχεση.
Το αρχικό σενάριο που είχε παρουσιάσει η κυβέρνηση στους δανειστές προέβλεπε προστασία για το 100% των χρημάτων που θα πιστώνονται σε αυτόν τον λογαριασμό τον οποίο μία επιχείρηση θα μπορεί να τον δηλώνει ως ακατάσχετο.
Το μέτρο δεν άρεσε από την αρχή στους εκπροσώπους των θεσμών, θεωρώντας ότι πρόκειται για μία χαριστική ρύθμιση η οποία έρχεται σε μια στιγμή που οι συναλλαγές με «πλαστικό χρήμα» κινούνται αυξητικά, οπότε θα είναι μια πολύ καλή ευκαιρία για την Εφορία να κατάσχει χρήματα και από αυτόν τον λογαριασμό.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η κυβέρνηση δεν έχει ακόμη προωθήσει το σχετικό νομοσχέδιο στην βουλή από τη στιγμή που το θέμα με τον ακατάσχετο λογαριασμό των επιχειρήσεων είναι ακόμη στον «αέρα».
Το ίδιο μάλιστα συμβαίνει και με νομοσχέδιο για την οικειοθελή αποκάλυψη των αδήλωτων κεφαλαίων όπου το κουαρτέτο επέμεινε στην επιβολή μεγαλύτερων προσαυξήσεων και προστίμων στους φορολογουμένους από αυτά που είχε εισηγηθεί η κυβέρνηση για όσους «φυγάδευσαν» τα χρήματά τους στο εξωτερικό ή τα έκρυψαν σε θυρίδες και σεντούκια και τα οποία δεν δικαιολογούνται από τα δηλωθέντα εισοδήματά τους.
Το νομοσχέδιο θα «κλειδώσει» τις επόμενες ημέρες στις συζητήσεις με τους δανειστές και εν συνεχεία θα πάρει την τελική του μορφή. Αν δεν αλλάξει κάτι από τις συζητήσεις που έγιναν σε επίπεδο τεχνικών κλιμακίων τότε όσοι έχουν μαύρο χρήμα σε Ελλάδα και εξωτερικό και επιθυμούν να το νομιμοποιήσουν θα φορολογηθούν με τρεις συντελεστές οι οποίοι θα κλιμακώνονται από 50% έως 60% .
Συγκεκριμένα:
* Με συντελεστή 50% όσοι εμφανίσουν οικειοθελώς στην εφορία το «μαύρο χρήμα» που έχουν στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό χωρίς να έχουν εντοπιστεί μέχρι σήμερα από τις φορολογικές αρχές, δηλαδή χωρίς να έχει ξεκινήσει για αυτούς ο φορολογικός έλεγχος. Αυτό σημαίνει ότι φορολογούμενος ο οποίος έχει αποκρύψει από την εφορία εισοδήματα 1 εκατομμυρίων ευρώ, θα μπορεί να τα «νομιμοποιήσει» καταβάλλοντας στην εφορία το ποσό των 500.000 ευρώ, εφόσον δεν έχουν ενεργοποιηθεί ακόμα διαδικασίες ελέγχου σε βάρος του.
* Με συντελεστή 55% όσοι έχουν εντοπιστεί από τον ελεγκτικό μηχανισμό με κρυφά εισοδήματα και έχει εκδοθεί φύλλο ελέγχου και ο φορολογικός έλεγχος έχει ξεκινήσει.
* Με συντελεστή φόρου 60% που θα επιβάλλεται στις περιπτώσεις που ο έλεγχος έχει ολοκληρωθεί αλλά δεν υπάρχει τελεσίδικη δικαστική απόφαση.
Η οικειοθελής αποκάλυψη αδήλωτων εισοδημάτων, θα συνοδεύεται από ακύρωση των ποινικών διώξεων για πράξεις φοροδιαφυγής. Επίσης εξετάζεται ειδική διάταξη νόμου η οποία θα διασφαλίζει ότι όποιος αυτοκαταγγελθεί, δεν θα βρίσκεται από την επόμενη ημέρα στο στόχαστρο του ελεγκτικού μηχανισμού για τη διενέργεια πλήρους φορολογικού ελέγχου.
Σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, αυτό δεν σημαίνει φορολογική ασυλία, καθώς η κάθε υπόθεση θα αξιολογείται με βάση το σύστημα ανάλυσης κινδύνου (risk analysis) προκειμένου να προκύψει ο βαθμός προτεραιότητας ελέγχου, όπως γίνεται για κάθε υπόθεση η οποία βρίσκεται στο πεδίο των ελεγκτικών μηχανισμών.
Οι φορολογούμενοι θα έχουν στη διάθεση τους χρονικό περιθώριο τριών μηνών για να αποκαλύψουν στις φορολογικές αρχές τα «μαύρα» κεφάλαια.
M. Χριστοδούλου
bankingnews.gr