Γράφει ο Γιάννης Ανδρουλιδάκης
Το τελευταίο διάστημα προβλήθηκαν πολύ οι κινήσεις που έγιναν στη σκακιέρα του λεγόμενου κεντρώου και σοσιαλδημοκρατικού χώρου. Την αρχή έκανε η «Δημοκρατική Συμπαράταξη» με την ένταξη στην κοινοβουλευτική της ομάδα δύο βουλευτών και με την ανακοίνωση της σύμπλευσης με το ΚΙΔΗΣΟ του κ. Γ. Παπανδρέου. Ακολούθησε μια πρώτη σύναξη στελεχών με αφορμή την κοπή πρωτοχρονιάτικης πίτας από την κα Γεννηματά. Λίγες μέρες αργότερα έγινε η εκδήλωση-παρθενική εμφάνιση της πρωτοβουλίας των κ. Φλωρίδη , Ραγκούση και της κας Διαμαντοπούλου στην οποία μίλησε και εκπρόσωπος του «Ποταμιού». Και στις δύο συγκεντρώσεις κυριάρχησαν τα μεγάλα λόγια-συνθήματα από τα οποία χαρακτηρίζεται διαχρονικά ο πασοκογενής χώρος. Και στις δύο έγινε προσπάθεια να πειστεί το ακροατήριο ότι αποτελούν την μετά ΣΥΡΙΖΑ λύση για τον τόπο και ότι θα φέρουν το νέο που έχει ανάγκη η χώρα. Τι συμβαίνει, όμως, στην πραγματικότητα;
Αυτές κινήσεις, θα λέγαμε, ότι εκπροσωπούν τις δύο μεγάλες τάσεις που δημιουργήθηκαν στο ΠΑΣΟΚ. Η πρώτη προσπαθεί να εμφανιστεί σαν η συνέχεια του ιστορικού ΠΑΣΟΚ του Α. Παπανδρέου και η δεύτερη ως η προέκταση της εκσυγχρονιστικής πλευράς, η οποία είχε ως εκφραστή τον κ. Κ. Σημίτη. Τα επιτελεία της «Δημοκρατικής Συμπαράταξης» και της νέας κίνησης, η οποία εμφανίστηκε με τον τίτλο «ΩΡΑ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ», βλέποντας τις εξελίξεις εκτιμούν ότι μπορούν να καρπωθούν μέρος των ψηφοφόρων που απογοητευμένοι εγκαταλείπουν το ΣΥΡΙΖΑ και οι οποίοι στο παρελθόν ψήφιζαν ΠΑΣΟΚ. Επιπλέον προετοιμάζονται για το ενδεχόμενο εκλογών στο πρώτο εξάμηνο του έτους με στόχο να καταγράψουν ένα ικανοποιητικό ποσοστό, το οποίο θα τους δώσει το ρόλο του ρυθμιστή στις μετεκλογικές εξελίξεις . Τέλος προσπαθούν και οι δύο να κερδίσουν τις εντυπώσεις, να πάρουν κεφάλι και να γίνουν ηγεμονική δύναμη στο χώρο τους.
Αξίζει εδώ να θυμηθούμε ότι ανάλογες προσπάθειες είχαν γίνει και στο παρελθόν με την κίνηση των 58 και την «Ελιά», οι οποίες, ωστόσο, γρήγορα ξεφούσκωσαν. Είναι γεγονός ότι, όσο και αν στηρίζονται από το κατεστημένο, τέτοιες απόπειρες δε φαίνεται να έχουν μέλλον. Οι λόγοι είναι απλοί. Οι άνθρωποι οι οποίοι ηγούνται των σχημάτων αυτών αλλά και η πλειοψηφία των στελεχών τους εκπροσωπούν το παλιό και το δοκιμασμένο. Έχουν θητεύσει σε κυβερνητικές θέσεις και έχουν δώσει δείγματα πολιτικής συμπεριφοράς και πρακτικής. Ανέχτηκαν, αν κάποιοι δε συμμετείχαν κιόλας, τη διαφθορά και τη διαπλοκή. Προώθησαν και στηρίχτηκαν στο ρουσφέτι, στα πελατειακά δίκτυα, στον παλαιοκομματισμό, στην αναξιοκρατία και το λαϊκισμό. Είναι οι κυρίως υπεύθυνοι για τα σημερινά χάλια της χώρας. Ψήφισαν και εφάρμοσαν μνημόνια και συνέβαλαν στην κατάρρευση της κακής έτσι κι αλλιώς, δημόσιας υγείας, παιδείας και ασφάλισης. Κούνησαν κατ επανάληψη το δάχτυλο στην κοινωνία και υπηρέτησαν πιστά τις αδιέξοδες συνταγές των δανειστών και του ΔΝΤ. Επιπλέον ποια πολιτική λύση έχουν να προτείνουν, όταν ομνύουν στην ευρωζώνη και στο νόμισμα της; Ποια άλλη πέρα από το δοκιμασμένο δρόμο των μνημονίων, της νεοφιλελεύθερης πολιτικής και της σκληρής λιτότητας; Ποιος θα φέρει άραγε το νέο , το διαφορετικό και το φιλολαϊκό; Είναι τουλάχιστον αφέλεια να πιστεύει κάποιος ότι αυτό θα γίνει από τον κ . Παπανδρέου, τον κ. Βενιζέλο, την κα Γεννηματά ή από τον κ. Φλωρίδη, τον κ. Ραγκούση , την κα Διαμαντοπούλου και μια πλειάδα στελεχών πρώτης γραμμής. Οι παραπάνω αντιπροσωπεύουν επάξια το μεταπολιτευτικό χρεοκοπημένο πολιτικό σύστημα και είναι ταυτισμένοι μαζί του. Αποτελεί πραγματικά μεγάλη πρόκληση να εμφανίζονται ως σωτήρες του τόπου, εκείνοι που τον βούλιαξαν.
Το νέο και αυτό που χρειάζεται η χώρα σιγά – σιγά γεννιέται. Θα στηριχτεί σε ένα μέτωπο πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων με το λαό πρωταγωνιστή, το οποίο θα συγκρουστεί με το ΔΝΤ και την ΕΕ, δε θα αναγνωρίσει το χρέος, θα ακυρώσει τα μνημόνια και τους σχετικούς νόμους και θα εφαρμόσει ένα πρόγραμμα για τους πολλούς, για την ανακούφιση της κοινωνίας. Δρόμος δύσκολος αλλά αναγκαίος για να αποκτήσει η χώρα την εθνική της ανεξαρτησία και ο τόπος την τσαλακωμένη περηφάνια του και τη διαρκώς ζητούμενη προκοπή του.