Σε περαιτέρω επιδείνωση οδηγήθηκε η οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών τον Νοέμβριο σύμφωνα με τα αποτελέσματα της Ερευνας Οικονομικής Συγκυρίας του ΙΟΒΕ, στην οποία διαπιστώνεται καθολική σχεδόν αδυναμία για αποταμίευση από τη συντριπτική πλειονότητα του πληθυσμού. Εννιά στους 10 ή ποσοστό 91% δηλώνουν ότι δεν έχουν πρόθεση να αποταμιεύσουν, ποσοστό αυξημένο σε σχέση με τον Οκτώβριο (88%), ενώ αντίστοιχα λιγότερος από ένας στους δέκα (συρρίκνωση από το 12% στο 9%), δηλώνει ότι αποταμιεύει λίγο ή πολύ.
Οι δυνατότητες αποταμίευσης εξαντλούνται από την υπερφορολόγηση και επηρεάζουν όχι μόνο αυτούς που διαθέτουν ούτως ή άλλως μικρό εισόδημα. Επηρεάζουν επίσης τα νοικοκυριά που έχουν ήδη αποταμιεύσεις και τα οποία υποχρεώνονται να τρώνε από τα έτοιμα. Πρόκειται για το 13% των ερωτηθέντων του δείγματος του ΙΟΒΕ, που απαντά ότι καταναλώνει τις αποταμιεύσεις του, τη στιγμή που εκείνοι που δηλώνουν ότι μόλις και μετά βίας τα βγάζουν πέρα, αυξήθηκαν από το 60% στο 65%. Ο δείκτης της πρόθεσης για αποταμίευση τους προσεχείς 12 μήνες επιδεινώνεται και τον Νοέμβριο και διαμορφώνεται στις -79,5 (από -78,6) μονάδες, ενώ οι σχετικοί δείκτες σε Ε.Ε. και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις -0,2 και -3,5 μονάδες αντίστοιχα.
Οι διαπιστώσεις που προκύπτουν από τα ευρήματα της Ερευνας Οικονομικής Συγκυρίας του ΙΟΒΕ συμπίπτουν απόλυτα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, που δείχνουν τη δραματική μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των ελληνικών νοικοκυριών. Το διαθέσιμο εισόδημα έχει υποχωρήσει στα χαμηλότερα επίπεδα της 15ετίας και συγκεκριμένα στα επίπεδα του 2001, εξανεμίζοντας κάθε δυνατότητα αποταμίευσης. Η μείωση αυτή αποτυπώνεται ξεκάθαρα στην πορεία των καταθέσεων, που έχουν υποχωρήσει στα επίπεδα του 2003.
Η αύξηση που εμφανίστηκε τον Οκτώβριο αποδίδεται κυρίως στις εισροές των αγροτικών επιδοτήσεων από την Ευρωπαϊκή Ενωση, ενώ την ίδια στιγμή μειώνεται σταθερά το χρήμα που κυκλοφορεί, το οποίο αναλώνεται για καταναλωτικές ανάγκες.
Με βάση τα ευρήματα του ΙΟΒΕ, ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης κινήθηκε για δεύτερο κατά σειρά μήνα στα ίδια επίπεδα και συγκεκριμένα στις -53,8 τον Νοέμβριο (από -54) μονάδες τον Οκτώβριο, καθώς όπως παρατηρεί ο ΙΟΒΕ, τα έκτακτα μέτρα ενίσχυσης συνέβαλαν προς αυτή την τάση. Η επαναφορά του ρυθμού ανάπτυξης σε οριακά σταθερό έδαφος, ερμηνεύει, άλλωστε, το γεγονός ότι ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης διαμορφώνεται στην υψηλότερη τιμή του από τον Ιούλιο του 2015, ενώ οι αυξημένες φορολογικές υποχρεώσεις στο τέλος του έτους έχουν προεξοφληθεί και δεν έχουν επιβαρύνει το κλίμα.
Εντούτοις, αν και έχουν προεξοφληθεί, δεν έχουν εξανεμιστεί. Ετσι, σε αντίθεση με τις προβλέψεις των νοικοκυριών για την οικονομική κατάσταση της χώρας, που βελτιώνονται τον Νοέμβριο, οι προβλέψεις των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους κατά τους προσεχείς 12 μήνες επιδεινώνονται. Ο σχετικός δείκτης υποχωρεί ελαφρώς τον Νοέμβριο στις -46 (από -44) μονάδες, καθώς το 60% (από 58%) των νοικοκυριών αναμένει ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης, ενώ μόλις το 2% (από 5%) προβλέπει μικρή βελτίωση. Ελαφρώς ανοδικά κινούνται τον Νοέμβριο οι προβλέψεις των καταναλωτών για τις μεταβολές στις τιμές των προϊόντων και υπηρεσιών με τον σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις +8,6 (από +7,1) μονάδες. Το 44% των νοικοκυριών προβλέπει άνοδο τιμών με ίδιο ή ταχύτερο ρυθμό και το 32% (από 33%) αναμένει σταθερότητα. Τέλος, ο δείκτης πρόβλεψης για την εξέλιξη της ανεργίας τους προσεχείς 12 μήνες μειώθηκε τον Νοέμβριο στις +41,3 (από +42,3) μονάδες. Το ποσοστό των νοικοκυριών που προβλέπει μικρή ή αισθητή άνοδο της ανεργίας διαμορφώθηκε στο 60% (από 61%), με το 13% των ερωτηθέντων να αναμένει ελαφρά ή αισθητή μείωσή της.