H Ομιλία του Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου

“Αγαπητοί συνάδελφοι,

Ζήτησα σήμερα εκτάκτως να συνεδριάσει το υπουργικό συμβούλιο σε μια δύσκολη στιγμή, ίσως την πιο βαριά της κυβερνητικής μας θητείας.

Δεν σας κρύβω ότι με διακατέχουν ανάμικτα συναισθήματα τούτη την ώρα. Όπως φαντάζομαι και σε όλους σας.

Πόνος, συντριβή, για τις ανθρώπινες ζωές που χάθηκαν απροσδόκητα και άδικα. Αλλά και αγωνία. Αγωνία αν πράξαμε σωστά, πράξαμε σωστά σε όσα έπρεπε να πράξουμε. Αν αντιδράσαμε σωστά τις κρίσιμες ώρες. Αν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα παραπάνω. Αν μπορούσαμε να σώσουμε έστω και μια ψυχή παραπάνω από όσες έφυγαν άδικα.

Όπως, επίσης, δεν θέλω να κρύψω ότι δεν αποφεύγω και την σκέψη ή τον φόβο, μήπως από κάποιο ένστικτο αυτοσυντήρησης, διαπράττουμε κι εμείς το ίδιο λάθος, που πολλές φορές έχουμε δει να διαπράττουν άλλοι στο παρελθόν. Να υπερβάλλουμε σε δικαιολογίες για να μειώσουμε τις ευθύνες.

Για αυτό θέλω να είμαι απόλυτα ειλικρινής. Δεν πρόκειται, σε ό,τι με αφορά, να ακολουθήσω την αλυσίδα των χαρακτηρισμών, των εύκολων καταδικαστικών αποφάσεων, της χωρίς όρια και χωρίς τον αυτονόητο σεβασμό στους νεκρούς, πολεμικής, που κινείται ολοφάνερα από την προσπάθεια εκμετάλλευσης της οδύνης και της συντριβής απέναντι στην τραγωδία. Και δεν οδηγεί παρά μόνο στη συσκότιση της αλήθειας, εν ονόματι μιας μακάβριας κομματικής σκοπιμότητας.

Λέω αποφασιστικά όχι σε μια τέτοια τακτική και σας καλώ να πείτε και εσείς όχι.

Γιατί οι νεκροί δεν μπορούν να μιλήσουν, αλλά το λιγότερο που οφείλουμε στη μνήμη τους είναι σεβασμός. Τουλάχιστον, ως προς την αλήθεια.

Σας κάλεσα, λοιπόν, σήμερα, πρώτα από όλα, γιατί θέλω να αναλάβω ακέραια, ενώπιον του υπουργικού συμβουλίου, αλλά και ενώπιον του ελληνικού λαού, την πολιτική ευθύνη για την τραγωδία.

Θεωρώ ότι κάτι τέτοιο είναι αυτονόητο για τον Πρωθυπουργό της χώρας.

Και σας καλώ να την αναλάβετε και εσείς, όσο βαρύ και αν είναι.

Γιατί είναι, επίσης, αυτονόητο για την κυβέρνηση της χώρας.

 

Εμείς δε θα επιχειρήσουμε ποτέ να αποδράσουμε από τις ευθύνες μας. Όπως δεν το κάναμε όταν αναλάβαμε τη χώρα χρεοκοπημένη και φορτωθήκαμε, εθελοντικά, τα λάθη και τις παραλείψεις δεκαετιών.

Όπως δεν το κάναμε, όταν αντιμετωπίσαμε το φάσμα μιας τεράστιας οικονομικής, εθνικής και ανθρωπιστικής -θα έλεγα- καταστροφής, για την οποία άλλοι ήταν υπεύθυνοι.  Έτσι, δεν θα το κάνουμε και τώρα.

Δεν είμαστε εδώ για να διαιωνίζουμε την όποια εξουσία μας έδωσε ο λαός, διαιωνίζοντας τα λάθη και τις συμπεριφορές που ζήσαμε στο παρελθόν.

Εμείς οφείλουμε να πάμε βαθιά στην πραγματικότητα, γιατί πιστεύουμε ότι μόνον έτσι μπορούμε να την αλλάξουμε.

Οι τραγωδίες, ξέρετε, γίνονται συχνά αφορμή για να έρθουν στην επιφάνεια προβλήματα, καταστάσεις και ολιγωρίες, που σε ομαλές συνθήκες κρύβονται από τον δημόσιο διάλογο. Ακόμα και από τη δημόσια θέα θα έλεγα.

Σήμερα, λοιπόν, κατανοούμε όλοι με οδυνηρό τρόπο και σε όλο του το βάθος, ότι κυβερνάμε μια χώρα που, επί χρόνια, κυριάρχησαν στρεβλώσεις. Που ολόκληροι οικισμοί χτίστηκαν αυθαίρετα πάνω σε ρέματα και παραλίες. Που με ευθύνη και του πελατειακού κράτους, δημιουργήθηκαν ολόκληρα οικιστικά συμπλέγματα, χωρίς καμιά πρόβλεψη για την ασφάλεια των πολιτών τους, των κατοίκων τους.

Αυτό το κράτος, όμως, σήμερα το διοικούμε εμείς.

Κι όσο και αν είναι σωστό και είναι σωστό ότι δεν μπορούσαμε σε τρία χρόνια να λύσουμε τεράστια προβλήματα δεκαετιών, πρέπει να προβληματιστούμε αν κάναμε πάντα ότι πρέπει για να το αλλάξουμε.

Μήπως, δηλαδή, διστάσαμε, δίνοντας προτεραιότητα στη μάχη για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής καταστροφής που προκάλεσαν οι μνημονιακές πολιτικές, μήπως διστάσαμε να αντιμετωπίσουμε, όσο έπρεπε αποφασιστικά, τον κίνδυνο άλλων καταστροφών, από στρεβλώσεις, βεβαίως, που δημιούργησε το φαύλο παρελθόν.

Αλλά έτσι κι αλλιώς, έχουμε την ευθύνη, όσο οι στρεβλώσεις αυτές παραμένουν. Όσο τα αυθαίρετα είναι εκεί και δεν γκρεμίζονται, όσο τα ρέματα δεν ξεμπαζώνονται, όσο η πρόσβαση στην παραλία παραμένει απαγορευμένη από φράχτες και βίλλες χτισμένες πάνω στην άμμο.

Κι επειδή από πολλές πλευρές έχει μπει, τις τελευταίες ώρες, ένα ζήτημα αποκεφαλισμών υπευθύνων ή δήθεν υπευθύνων, δεν θα μασήσω τα λόγια μου. Οι αποκεφαλισμοί την ώρα της μάχης, που είχαν γίνει κανόνας σε προηγούμενες τραγωδίες, δεν αποτελούν πράξη πολιτικής γενναιότητας, αλλά πολιτικής δειλίας. Πολύ περισσότερο η εύκολη καταδίκη και οι αποκεφαλισμοί των ανθρώπων εκείνων –πυροσβεστών, αστυνομικών, λιμενικών, στρατιωτικών- και της ηγεσίας τους, που έδωσαν και δίνουν τη μάχη με αίσθημα καθήκοντος και με ηρωισμό,  με κίνδυνο τη ζωή τους.

Ας μην πυροβολούν, λοιπόν, οι διάφοροι κριτές και πολέμαρχοι του καναπέ, εκείνους που, με κίνδυνο τη ζωή τους, στα μέτωπα της φωτιάς, έδωσαν τη μάχη και έσωσαν χιλιάδες συνανθρώπους μας.

Ας μην πυροβολούν τους πυροσβέστες και την ηγεσία τους, που έσπευσαν ηρωικά στον αγώνα κοντά και στον τελευταίο πολίτη.

 

Τους αστυνομικούς, που αν δεν βρίσκονταν στο πεδίο της μάχης, σήμερα θα θρηνούσαμε πολύ περισσότερους νεκρούς.

Τους λιμενικούς, που στη θάλασσα γλίτωσαν από θάνατο εκείνο το βράδυ εκατοντάδες συμπολίτες μας, αλλά και τους υπαλλήλους κρατικούς και της αυτοδιοίκησης, των δήμων, που έσπευσαν με αυταπάρνηση να συνδράμουν το έργο της μάχης με τη φωτιά.

Ας πυροβολούν εμάς, εν πάση περιπτώσει, όχι εκείνους. Εδώ είμαστε. Και δεν έχουμε σκοπό να αποδράσουμε.

Αφού η μάχη αυτή τελειώσει, αφού και η τελευταία εστία κινδύνου εκλείψει, τότε θα υπάρξει η ψύχραιμη αποτίμηση και η πιθανή απόδοση ευθυνών.

Διαφορετικά, ξεπέφτουμε σε κυνήγι μαγισσών και σε μία προσπάθεια ανεύρεσης αποδιοπομπαίων τράγων. Εγώ αυτό δεν πρόκειται να το κάνω. Εμείς αυτό δεν πρόκειται να το κάνουμε.

Το αφήνουμε σε όσους το έκαναν στο παρελθόν και το επικαλούνται και σήμερα εναντίον μας.

Και σε τελική ανάλυση, αν πρέπει να κάνουμε αυτοκριτική -κατά τη γνώμη μου-  αυτή δεν αφορά στις επιχειρησιακές πλευρές της κολοσσιαίας αυτής προσπάθειας διάσωσης, απέναντι σε μια πρωτοφανή καταστροφή, που βιώσαμε το βράδυ της Δευτέρας.

Αυτή η συζήτηση θα γίνει, όταν έρθει η ώρα, από τους αρμόδιους, τους ανθρώπους της πρώτης γραμμής, που και ξέρουν και μπορούν και θέλουν να αποτιμήσουν το έργο των μηχανισμών διάσωσης και να επισημάνουν πιθανά λάθη και παραλείψεις.

Από πολιτική άποψη, όμως, έχει σημασία, πέρα κι έξω από τις εμφανείς προσπάθειες εκμετάλλευσης της τραγωδίας, έχει σημασία, όχι γενικά και αόριστα, η αυτοκριτική. Αλλά μια έμπρακτη έκφραση αυτοκριτικής. Αυτό ναι, έχει την αξία του. Και δεν έχω πρόβλημα να το επωμιστώ. Ίσα-ίσα.

Όχι στα εύκολα λόγια, όμως, που δεν οδηγούν πουθενά, αλλά στη δύσκολη πράξη.

Στη δέσμευση ότι δεν πρόκειται μετά από αυτό να μείνουμε, μόνο στα μέτρα της ανακούφισης των θυμάτων της τραγωδίας, που ήδη εξαγγείλαμε, όσο σημαντικά, όσο γενναία κι αν είναι αυτά.

Αλλά θα προχωρήσουμε με ταχύτητα και με αποφασιστικότητα στην κατάρτιση ενός εθνικού σχεδίου, που θα αντιμετωπίσει, επιτέλους, τις οικιστικές στρεβλώσεις δεκαετιών στη χώρα μας.

Με τη συμμετοχή επιστημονικών φορέων, πανεπιστημιακών ιδρυμάτων και άλλων ειδικών. Και στην προσπάθεια αυτή καλώ από τώρα να συμμετάσχουν οι πάντες. Και τα κόμματα της αντιπολίτευσης.

Γιατί είναι μια προσπάθεια, θα έλεγα, εθνική και ένα καθήκον που απορρέει για όλους, από τη σημερινή τραγωδία, που ζει η χώρα και ο ελληνικός λαός.

Και αν χρειαστεί να «σπάσουμε αβγά» να δουλέψουν μπουλντόζες, να υπάρξουν συγκρούσεις, ας γίνει.

Δεν μπορούμε και δεν πρόκειται, όμως, σε κάθε περίπτωση, να περιμένουμε με σταυρωμένα τα χέρια και με μέτρα-ασπιρίνες και μεγάλα λόγια, να περιμένουμε άβουλοι την επόμενη τραγωδία.

 

Ταυτόχρονα, με ταχύτατους ρυθμούς, θα πρέπει να αναμορφώσουμε και θα αναμορφώσουμε, θα αναβαθμίσουμε, με βάση τις νέες ανάγκες, τους νέους κινδύνους και την ευρωπαϊκή εμπειρία, τον μηχανισμό πολιτικής προστασίας.

Να εγγυηθούμε έτσι το απλό και αυτονόητο για κάθε πολιτισμένη κοινωνία: ότι δεν θα υπάρξουν άλλες παρόμοιες τραγωδίες.

Φαντάζομαι, θα έχετε όλοι ενημερωθεί ότι οι ενδείξεις που έχουμε και που ερευνούν ήδη οι αρμόδιες αρχές, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι πίσω από τις φονικές πυρκαγιές, είχαμε εμπρησμούς.

Δεν ξέρουμε ποιος κρύβεται από πίσω, δεν ξέρουμε ποιος είναι ο στόχος τους και δεν πρόκειται να μπούμε σε ένα κυνήγι μαγισσών, να μπούμε σε ένα παιχνίδι σεναρίων.

Ούτε και πρόκειται εμείς να κάνουμε αυτά που έκαναν άλλοι. Να κρυφτούμε πίσω από θεωρίες συνωμοσίας για να δώσουμε εύκολες απαντήσεις.

Ξέρουμε, όμως, και πρέπει να γίνει σαφές αυτό σε κάθε πολίτη ότι, έχοντας αυτή τη γνώση, οφείλουμε, εδώ και τώρα, να οργανώσουμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, την άμυνα της πολιτείας και της κοινωνίας, απέναντι σε τέτοιου είδους εγκληματικές πράξεις. Το λέω αυτό περισσότερο για να κουβεντιάσουμε το από δω και πέρα. Όχι για να αλλάξουμε τη συζήτηση για το χθες.

Και το λέω, κυρίως, γιατί το καλοκαίρι δεν τελείωσε και αυτό σημαίνει ότι δεν μπορούμε να εφησυχάζουμε.

Αν στόχος των δραστών είναι να πλήξουν την κοινωνική συνοχή, να δημιουργήσουν αίσθημα ανασφάλειας στους πολίτες, τότε ίσως προσπαθήσουν ξανά.

Πρέπει να είμαστε, λοιπόν, όλο το καλοκαίρι σε εγρήγορση και ετοιμότητα, από κάθε άποψη. Να οργανώσουμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την άμυνα της πολιτείας και της κοινωνίας. Να εγγυηθούμε την προστασία και την ασφάλεια του κάθε πολίτη, αλλά και να οργανώσουμε, θα έλεγα, την εθελοντική κινητοποίηση όλων, όλων των πολιτών, για την αντιμετώπιση παρόμοιων προκλήσεων.

Άλλωστε, οι εθελοντές στην αντιμετώπιση της τελευταίας καταστροφής -η προσφορά τους, η συμμετοχή τους-  δείχνει ότι αυτό είναι εφικτό. Και θα έλεγα είναι και ο μόνος τρόπος να οργανώσουμε αποτελεσματική άμυνα απέναντι σε κάθε σχέδιο, που δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με συμμετρικούς όρους.

Επιτρέψτε μου, τέλος, να σας θυμίσω, εδώ, ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε μία κρίσιμη καμπή.

Ανακτά σε λίγες μέρες από σήμερα, έπειτα από οκτώ σκληρά χρόνια, την κυριαρχία της και διεκδικεί με αξιώσεις τον ηγετικό ρόλο που της αναλογεί στην ευαίσθητη περιοχή μας.

Στις συνθήκες αυτές, λοιπόν, το θέμα της ασφάλειας αποκτά πρωταρχική σημασία. Αποφασιστική και κρίσιμη. Ο καθένας νομίζει καταλαβαίνει το γιατί.

Έχουμε, συνεπώς, ιστορική ευθύνη να μην επιτρέψουμε σε κανέναν, σε όποιο σκοτεινό κέντρο και αν αναφέρεται, να ανακόψει την πορεία μας και να μας απομακρύνει από αυτό τον εθνικό στόχο.

Κι αυτό, βεβαίως, δεν αφορά μόνο ένα υπουργείο και κάποιες υπηρεσίες. Αυτό μας αφορά όλους.

 

Σας καλώ, λοιπόν, να εργαστούμε άμεσα και να εργαστούμε, κυρίως, αποτελεσματικά προς αυτή την κατεύθυνση.

Σας καλώ να συμβάλετε με όλες σας τις δυνάμεις.

Πρώτα από όλα για να σταθούμε, όλοι, να σταθεί η Πολιτεία με αποτελεσματικό τρόπο, κοντά στους ανθρώπους, που πλήρωσαν βαρύ φόρο, ζωής και περιουσίας, στη φωτιά.

Σας καλώ να συμβάλετε με όλες σας τις δυνάμεις, ώστε κανείς και καμιά  να μην μείνει αβοήθητη. Κανένας και τίποτε από αυτή την τραγωδία να μην ξεχαστεί.

Σας ευχαριστώ.”