Επιστολή προς τον Υπουργό Ανάπτυξης κ. Γεωργιάδη απέστειλε ο Εμπορικός σύλλογος Μεσσήνης με το αίτημα να ανοίξουν τα εμπορικά καταστήματα και να καταπολεμηθεί το ηλεκτρονικό παρεμπόριο.
Ακολουθεί η επιστολή:
“Αξιότιμε κ. Υπουργέ,
Μετά από τις ραγδαίες εξελίξεις και εν όψει των επικείμενων οικονομικών συνεπειών στις
Εμπορικές Επιχειρήσεις του Δήμου Μεσσήνης αλλά και της χώρας γενικότερα από τις επιπτώσεις
του δεύτερου κύματος της πανδημίας του κορωνοϊού, καθώς και από τα μέτρα που παίρνονται για
τον περιορισμό αυτού, πιστεύουμε ότι πρέπει πέρα από τα οικονομικά αντίμετρα που έχουν
ληφθεί μέχρι τώρα αλλά και αυτά που πρόκειται να ληφθούν, να υπάρξει ένας σχεδιασμός
καταπολέμησης του ηλεκτρονικού παρεμπορίου και ανοίγματος των εμπορικών καταστημάτων.
1) Μετά το δεύτερο Lockdown που πραγματοποιήθηκε για την αντιμετώπιση της πανδημίας,
παρατηρούμε έξαρση του ηλεκτρονικού παρεμπορίου το οποίο πραγματοποιείται κυρίως δια των
μέσων κοινωνικής δικτύωσης (Facebook, Instagram), με συνέπεια οι εμπορικές επιχειρήσεις πέρα
από τον ήδη εκμηδενισμένο τζίρο που παρουσιάζουν να δέχονται ένα ακόμη πλήγμα από τον
αθέμιτο ανταγωνισμό που δημιουργείται από τις παραπάνω πρακτικές.
Επιπλέον, το κράτος έχει μεγάλη απώλεια εσόδων καθώς οι παραπάνω πρακτικές αφορούν
άτομα τα οποία ουδεμία σχέση έχουν με το εμπόριο και ούτε διατηρούν κάποια επιχείρηση, δεν
έχουν άδεια πώλησης ή επαγγελματικό ΑΦΜ, με αποτέλεσμα να καρπώνονται και το Φ.Π.Α. που
είναι ποινικό αδίκημα.
Το σημαντικότερο από όλα όμως είναι ότι αρχίζει να διαμορφώνεται πλέον σε μεγάλο
βαθμό μια κουλτούρα στην Ελληνική κοινωνία και στον Έλληνα καταναλωτή, που πιστεύει ότι
κερδίζει χαμηλότερες τιμές μέσω αυτών των αγορών, καθώς δεν μπορεί να αντιληφθεί ότι στην
πραγματικότητα πριμοδοτεί την φοροδιαφυγή και το παρεμπόριο τα οποία κατ’ επέκταση
ζημιώνουν την δική του οικονομική ζωή και ευημερία μέσα από την απώλεια θέσεων εργασίας
αλλά και λιγότερων κοινωνικών παροχών από το κράτος λόγω της απώλειας εσόδων για αυτό,
κουλτούρα η οποία πολύ φοβόμαστε ότι την επόμενη μέρα μετά την κρίση της πανδημίας θα έχει
πάρει μεγάλες διαστάσεις με ό,τι αυτό συνεπάγεται στην προσπάθεια ανάτασης των Εμπορικών
Επιχειρήσεων και της εθνικής οικονομίας γενικότερα.
2) Υπάρχει επείγουσα ανάγκη επαναλειτουργίας των εμπορικών επιχειρήσεων αφού ο
μηδενικός τζίρος επί τέσσερις εβδομάδες και οι συσσωρευμένες υποχρεώσεις απειλούν την
επιβίωση τους, καθώς και χιλιάδες θέσεις εργασίας. Τα μικρά και μεσαία εμπορικά καταστήματα,
όπως επανειλημμένως έχει καταγραφεί στις επιδημιολογικές μετρήσεις και έχει αναγνωρίσει η
ίδια η κυβέρνηση, δεν αποτελούν πηγές μετάδοσης της πανδημίας. Αντιθέτως η λειτουργία των eshop, πέρα από τον αθέμιτο ανταγωνισμό που δημιουργείται καθώς δραστηριοποιούνται στους
ίδιους τομείς εμπορίου, αποτελούν πηγή μετάδοσης της πανδημίας, διότι επί το πλείστον είναι
μεγάλες επιχειρήσεις οι οποίες απασχολούν πολλούς εργαζομένους στον ίδιο χώρο, που είναι
αμφίβολο να ελεγχθούν αν τηρούν τα υγειονομικά πρωτόκολλα. Επιπλέον, στην διαδικασία
διανομής των προϊόντων παρατηρείται το ίδιο φαινόμενο συνωστισμού εργαζομένων, καθώς στις
επιχειρήσεις courier απασχολούνται πολλοί εργαζόμενοι στα κέντρα συλλογής και διανομής.
Ιδιαιτέρως, κατά την διανομή ένας εργαζόμενος που παραδίδει δέματα έρχεται σε επαφή με
εκατοντάδες πολίτες καθημερινά.
Σύμφωνα με τα μέχρι τώρα δημοσιεύματα η κυβέρνηση προσανατολίζεται να εφαρμόσει
την μέθοδο του “click away” για το άνοιγμα των εμπορικών καταστημάτων, η οποία είναι μια
πρακτική που εφαρμόζεται διεθνώς στη βόρεια και την κεντρική Ευρώπη. Όμως η μέθοδος αυτή,
δεν μπορεί να εφαρμοστεί αποτελεσματικά στην Ελληνική αγορά, καθώς δεν λαμβάνει υπόψη την
Ελληνική πραγματικότητα, η οποία είναι πως η πλειοψηφία των Ελληνικών εμπορικών
επιχειρήσεων είναι μικρές και μεσαίες. Αυτές οι επιχειρήσεις δεν διαθέτουν e-shop ώστε οι
καταναλωτές να δουν και να επιλέξουν το προϊόν που τους ενδιαφέρει, ούτε διαθέτουν συστήματα
online ελέγχου των πληρωμών. Ιδιαιτέρως, δεν διαθέτουν καν τον διαθέσιμο χώρο για την
δημιουργία προθάλαμου παράδοσης των προϊόντων, καθώς επί το πλείστον είναι μικρά σε
τετραγωνικά καταστήματα. Επιπλέον, για τους καταναλωτές, ιδιαίτερα στα είδη ρουχισμού και
υπόδησης, είναι δύσκολο έως αδύνατο να επιλέξουν το σωστό προϊόν χωρίς επί τόπου δοκιμή, με
αποτέλεσμα να δημιουργηθεί το φαινόμενο της συχνής επαναληπτικής επίσκεψης στο κατάστημα
έως ότου καταλήξουν στην σωστή επιλογή.
Για αυτούς τους λόγους, δεν αντιλαμβανόμαστε γιατί τα μέτρα για την αγορά λαμβάνονται
με αποκλειστικό γνώμονα τις συνθήκες στα πολύ μεγάλα αστικά κέντρα. Εκεί διαμένει το 50% του
πληθυσμού της χώρας μας, το οποίο σεβόμαστε απόλυτα, όπως σεβόμαστε και τις ανάγκες των
εκεί εγκατεστημένων επιχειρήσεων. Το υπόλοιπο 50% όμως, μένει στην υπόλοιπη Ελλάδα, όπου
και εκεί υπάρχουν επιχειρήσεις.
Τοπικές κοινωνίες και επιχειρήσεις έχουν τις δικές τους ανάγκες,
οι οποίες δεν ταυτίζονται υποχρεωτικά με αυτές των μεγάλων αστικών κέντρων. Είναι δεδομένο
πως δεν δημιουργείται πρόβλημα υπερσυγκέντρωσης κόσμου στα επαρχιακά καταστήματα
λιανικού εμπορίου, όταν στις εκτός περιόδου καραντίνας εποχές, ακόμα και σε εορταστικές ημέρες
με αυξημένη κατανάλωση, επί το πλείστον υπάρχει ένας πελάτης ανά πάσα στιγμή. Επιπλέον, τα
μικρά και μεσαία εμπορικά καταστήματα έχουν το συγκριτικό πλεονέκτημα της αποτελεσματικής
εποπτείας χώρων και πελατών, με αποτέλεσμα την άψογη εφαρμογή των υγειονομικών
πρωτοκόλλων. Επίσης, αντιλαμβανόμαστε ότι στα μεγάλα αστικά κέντρα οι εργαζόμενοι στα
καταστήματα και οι πελάτες κινούνται σε σεβαστές αποστάσεις μεταξύ οικίας και εργασίας ή
αγοράς αντίστοιχα και μάλιστα πολλοί χρησιμοποιούν Μέσα Μαζικής Μεταφοράς. Κάτι τέτοιο στις
επαρχιακές αγορές δεν συμβαίνει. Αντιθέτως, τα καταστήματα στη συντριπτική τους πλειοψηφία
λειτουργούν με διακεκομμένο ωράριο και βέβαια οι εργαζόμενοι και οι πελάτες μετακινούνται είτε
με τα πόδια ή με δικά τους μέσα μεταφοράς.
Αξιότιμε κ. Υπουργέ,
Για όλους αυτούς τους λόγους και κυρίαρχα για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας των εμπορικών
επιχειρήσεων στη μετά κορωνοϊού εποχή, σας ζητούμε:
Την άμεση εφαρμογή ενός σχεδίου καταπολέμησης του παρεμπορίου σε όλες του τις
εκφάνσεις και την συνεργασία των κατά τόπου Περιφερειακών Διευθύνσεων Εμπορίου
με την Διεύθυνση Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος της Ελληνικής Αστυνομίας ώστε να
παταχθεί η νέα μορφή του παρεμπορίου που αρχίζει να διαμορφώνεται στην περιοχή
και τη χώρα γενικότερα.
Το άνοιγμα των μικρών και μεσαίων εμπορικών επιχειρήσεων καθώς αυτά έχουν και το
συγκριτικό πλεονέκτημα της αποτελεσματικής εποπτείας χώρων και πελατών, λόγω της
ελεγχόμενης προσέλευσής των και άρα την άψογη εφαρμογή των υγειονομικών
πρωτοκόλλων.
Με τη πεποίθηση ότι θα πράξετε τα δέοντα, σας ευχαριστούμε εκ των προτέρων και ευελπιστούμε
στην άμεση ανταπόκρισή σας.”