Σοβαρά προβλήματα αντιμετωπίζει η Δικαιοσύνη και στην Καλαμάτα σύμφωνα με τα όσα είπε, σε συνέντευξη τύπου ο νέος πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Καλαμάτας Κώστας Μαργέλης.
Ο κ. Μαργέλης ανέφερε σχετικά:
“Υπενθυμίζεται πως τα Δικαστήρια ήταν κλειστά 18 μήνες και επαναλειτούργησαν πλήρως τον περασμένο Σεπτέμβριο.
Η πλήρης λειτουργία των Δικαστηρίων με υγειονομική και δικονομική ασφάλεια αποτελεί πρόταγμα για τους Δικηγόρους αλλά και για τους δικαστικούς υπαλλήλους και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την διασφάλιση του δικαιώματος δικαστικής προστασίας των πολιτών, στα πλαίσια μιας δημοκρατικής και ευνομούμενης πολιτείας.
Το μεγάλο στοίχημα και ζητούμενο όλων μας είναι να διασφαλίσουμε την διαρκή και απρόσκοπτη λειτουργία της Δικαιοσύνης. Αναγκαία προϋπόθεση για τούτο είναι η αυστηρή τήρηση των προβλεπόμενων υγειονομικών μέτρων.
Ο Δικηγορικός Σύλλογος Καλαμάτας έχει ως βασική αρχή και πάγια θέση τη με κάθε τόπο συνεργασία των φορέων της Δικαιοσύνης και στην συγκεκριμένη περίπτωση με τους δικαστικούς υπαλλήλους της Καλαμάτας.
Υπάρχουν σοβαρές ελλείψεις στο προσωπικό των δικαστικών υπαλλήλων καθώς και σε υποδομές στα Δικαστήρια της Καλαμάτας, με αποτέλεσμα να παρατηρούνται δυσλειτουργίες, Δικηγόροι και πολίτες ταλαιπωρούνται και καθυστερεί η διεκπεραίωση των υποθέσεων τους.
Η πολιτεία οφείλει να αντιμετωπίσει άμεσα το θέμα της πρόσληψης δικαστικών υπαλλήλων την στιγμή μάλιστα που έχουν αυξηθεί τραγικά οι κενές οργανικές θέσεις.
Οι καθυστερήσεις στην Δικαιοσύνη δεν αποτελούν απλώς εσωτερικό πρόβλημα του δικαστικού συστήματος, έχουν μείζονες συνέπειες στην κοινωνία, την οικονομία και το κράτος δικαίου. Όταν η Δικαιοσύνη δεν απονέμεται ή απονέμεται με υπερβολική καθυστέρηση, κλονίζεται η ασφάλεια δικαίου και δοκιμάζεται η κοινωνική ειρήνη. Οι συνέπειες είναι φανερές σε όλους τους δικαιοδοτικούς κλάδους. Στην ποινική δικαιοσύνη, η τιμωρία του θύτη καθίσταται ανεπίκαιρη και ταλαιπωρούνται αδικαιολόγητα τα θύματα. Στην διοικητική δικαιοσύνη, εκτός από τα συμφέροντα του πολίτη, θίγονται ταυτόχρονα και η αποτελεσματικότητα καθώς και η αξιοπιστία της διοίκησης και εν τέλει το δημόσιο συμφέρον.
Η βραδεία απονομή της Δικαιοσύνης οφείλεται στις τεράστιες καθυστερήσεις στον προσδιορισμό δικασίμων, ορισμένων κατηγοριών υποθέσεων (π.χ. περιουσιακές διαφορές, διοικητικές διαφορές ουσίας, ποινικές υποθέσεις) και στην καθυστέρηση έκδοσης των αποφάσεων από ορισμένους (ευτυχώς λίγους) δικαστές. Δεν είναι τυχαίο ότι η χώρα μας βρίσκεται στην τρίτη χειρότερη θέση όσον αφορά τις καταδίκες για παραβίαση του «εύλογου χρόνου» απονομής της δικαιοσύνης, μετά την Ιταλία και την Τουρκία.
Βέβαια τα εν λόγω προβλήματα έχουν σχέση και με τις ελλείψεις ικανού αριθμού δικαστών, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι στο Πρωτοδικείο Καλαμάτας έχουμε, κατά συντριπτικό κανόνα, τοποθετήσεις νέων δικαστών και εισαγγελέων.
Σοβαρό πρόβλημα αποτελεί και η έλλειψη μέτρων ασφαλείας στο Δικαστικό Μέγαρο Καλαμάτας αναφορικά με τον έλεγχο των ατόμων που εισέρχονται εντός αυτού και ο Δικηγορικός Σύλλογος Καλαμάτας θα επιδιώξει εγκατάσταση σχετικού ηλεκτρονικού συστήματος ασφάλειας και στην παρουσία πάντα αστυνομικού οργάνου για τον έλεγχο των εισερχομένων.
Προβλήματα υπάρχουν επίσης και στις κτιριακές υποδομές του Δικαστικού Μεγάρου Καλαμάτας και είναι σχεδόν κανόνας τα καλοκαίρια οι αίθουσες να είναι υπερβολικά ζεστές και το χειμώνα υπερβολικά κρύες, με συνέπεια οι συνθήκες εργασίας Δικηγόρων, δικαστικών υπαλλήλων και Δικαστών να είναι απαράδεκτες”.
Την έντονη αντίθεσή του εξέφρασε ο κ. Μαργέλης στις δηλώσεις του υπουργού υγείας ότι εξετάζεται η δυνατότητα να εισαχθούν «φίλτρα» για τον περιορισμό των υποθέσεων που εκδικάζονται τόσο σε δεύτερο βαθμό, όσο και στον Άρειο Πάγο και το τραγικό ότι εξετάζεται η δυνατότητα μείωσης της δικαστικής ύλης, με πιθανή μεταφορά αρμοδιοτήτων σε επιστημονικούς φορείς, όπως για παράδειγμα στους συμβολαιογράφους.
Συγκεκριμένα ο κ. Μαργέλης σημείωσε τα εξής:
“Με πραγματική έκπληξη και αγανάκτηση διάβασα τις πρόσφατες δηλώσεις στις 20-12-2021 του Υπουργού Δικαιοσύνης στην εφημερίδα «Καθημερινή», όπου δυστυχώς αποδεικνύεται για ακόμα μία φορά ότι η Κυβέρνηση δεν είναι σε θέση να αντιληφθεί που οφείλεται η δυσλειτουργία στην δικαιοσύνη , θεωρώντας ότι για τα προβλήματα αυτής έχουν σχέση και οι δικηγόροι.
Δήλωσε απαραδέκτως ο κύριος Υπουργός ότι εξετάζεται από το Υπουργείο πρώτον η δυνατότητα να εισαχθούν «φίλτρα» για τον περιορισμό των υποθέσεων που εκδικάζονται τόσο σε δεύτερο βαθμό, όσο και στον Άρειο Πάγο και το τραγικό ότι εξετάζεται η δυνατότητα μείωσης της δικαστικής ύλης, με πιθανή μεταφορά αρμοδιοτήτων σε επιστημονικούς φορείς, όπως για παράδειγμα στους συμβολαιογράφους.
Ο Δικηγορικός Σύλλογος Καλαμάτας είναι κατηγορηματικός. Θα αντιδράσουμε δυναμικά σε οποιεσδήποτε τέτοιες προσπάθειες. Δεν θα δεχθούμε σε καμία περίπτωση συρρίκνωση των δικαιωμάτων του πολίτη αλλά και νέαενδεχόμενη απώλεια δικηγορικής ύλης. Αντίθετα θα διεκδικήσουμε,υπό τις σημερινές δυσχερείς συνθήκες για πολλούς συναδέλφους, την διεύρυνση της δικηγορικής ύλης, διεύρυνση η οποία αποτελεί προτεραιότητα για εμάς και θα δώσει επαγγελματική ανάσα στους συναδέλφους που το έχουν ανάγκη. Θα επιδιωχθεί η επαναφορά της υποχρεωτικής παράστασης στις εμπράγματες δικαιοπραξίες καθώς και στις ενοχικές υψηλού αντικειμένου, άλλως η καθιέρωση,για την σύνταξη συμβολαίου, της θεσμοθέτησης του πιστοποιητικού νομικού ελέγχου από Δικηγόρο, αντίστοιχα με άλλα των μηχανικών.
Πιστεύουμε ότι έχει φθάσει η ώρα, αφού ήδη οι ένορκες βεβαιώσεις για δικαστική χρήση γίνονται και από Δικηγόρους, να συντάσσονται και τα πληρεξούσια έγγραφα και από Δικηγόρους.
Η ποινική νομοθέτηση κάτω από την πίεση της επικαιρότητας και της κοινής γνώμης.
“Το ποινικό δίκαιο είναι ίσως ο κλάδος δικαίου, όπου επιβάλλεται εντονότερα η νομοθετική σταθερότητα. Ο ποινικός νόμος δεν μπορεί να υποκύπτει στις πιέσεις της επικαιρότητας και της κοινής γνώμης, ακόμα και υπό το βάρος εγκλημάτων που προκαλούν έντονη δημόσια συζήτηση, ή και αποτροπιασμό λόγω των συνθηκών τέλεσης τους” σημείωσε ο κ. Μαργέλης και υπογράμμισε, “ο Ποινικός Κώδικας είναι νομοθέτημα μακράς πνοής και πρέπει να αξιολογείται με νηφαλιότητα. Η εν θερμώ νομοθέτηση, που συνήθως εργαλειοποιείται και εντάσσεται στο πλαίσιο πολιτικής επικοινωνιακής διαχείρισης της δίκαιης κοινωνικής κατακραυγής απέναντι σε ειδεχθείς πράξεις, εγκυμονεί τον κίνδυνο άστοχων παρεμβάσεων και αξιολογικών αντινομιών.
Είναι ενδεικτικό ότι ενώ έχουμε σημαντικό ποσοστό καταδικασμένων σε ισόβια κάθειρξη, δεν έχει παρατηρηθεί αντίστοιχη αποκλιμάκωση της εγκληματικότητας.
Από την άλλη πλευρά ο ποινικός νομοθέτης εκπέμπει αντιφατικά μηνύματα όταν από την μία πλευρά αυστηροποιεί την ποινική αντιμετώπιση πλειόνων ετερόκλητων συμπεριφορών και από την άλλη διαχρονικά εισάγει «αποσυμφορητικές διατάξεις» αθρόας παραγραφής εγκλημάτων ή κατ’ εξαίρεση υφ’ όρων απόλυσης καταδίκων με αδικαιολόγητα ευνοϊκές προϋποθέσεις, όπως πολλές φορές έχει επισημάνει το δικηγορικό σώμα”.