Το νομοσχέδιο που κατέθεσε πρόσφατα η ηγεσία του Υπουργείου Υγείας σχετικά με το σύστημα κοστολόγησης των νοσοκομειακών υπηρεσιών είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον. Όχι για τις προτάσεις του ίδιου του συστήματος κοστολόγησης (οι προτάσεις αυτές είναι μάλλον αόριστες) αλλά για το ποιος θα αναλάβει τον προσδιορισμό και τη διαχείριση αυτού του συστήματος κοστολόγησης.
Το σύστημα κοστολόγησης είναι προφανώς μια καίρια αρμοδιότητα του Υπουργείου Υγείας. Η Κεντρική Υπηρεσία του διαθέτει πάνω από 1000 υπαλλήλους και προφανώς κάποιοι θα ήταν ικανοί να διεκπεραιώσουν αυτό το ρόλο. Ακόμα και αν δεχτούμε ότι χρειάζονται πολύ εξειδικευμένες γνώσεις, μπορεί ο Υπουργός να ορίσει μια ομάδα εργασίας στο πλαίσιο του ΚεΣΥ (Κεντρικό Συμβούλιο Υγείας), με την συμβολή της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας, εμπειρογνωμόνων κοκ. Ακόμα και αν θεωρηθεί ότι αυτό δεν είναι αρκετό, θα μπορούσε να δημιουργήσει έναν ad hoc φορέα, τύπου «Ινστιτούτο», ανάλογο άλλων χωρών.
Αντ’ αυτού τι προτείνει η ηγεσία του Υπουργείου; Επιλέγει τη δημιουργία μιας Ανώνυμης Εταιρείας ! Την ΕΣΑΝ-ΑΕ (Εταιρεία Συστήματος Αμοιβών Νοσοκομείων – Ανώνυμη Εταιρεία). Μια ανώνυμη εταιρεία, δηλαδή έναν φορέα εμπορικού δικαίου με μετοχές, οι οποίες αγοράζονται και πουλιούνται, βάσει των «ιερών» κανόνων της αγοράς. Βέβαια μπορούν να είναι μέτοχοι σε αυτή την ΑΕ και δημόσιοι φορείς, νοσοκομεία, ασφαλιστικά ταμεία κλπ. Είναι όμως αναμενόμενο, γνωρίζοντας την οικονομική ένδυα στην οποία βρίσκεται ο δημόσιος τομέας, ότι σύντομα θα αποτελούν μειοψηφία. Την τελευταία στιγμή, μπροστά στην αντίδραση για το προκλητικό χαρακτήρα του νομοσχεδίου, με μια υποχώρηση-ελιγμό, περιόρισε το ποσοστό που μπορούν να κατέχουν οι ιδιώτες. Ο καθένας όμως γνωρίζει εκ πείρας, ότι τέτοιοι περιορισμοί καταργούνται εν μια νυκτί με τροπολογίες σε άσχετα νομοσχέδια που περνούν συνήθως και με την διαδικασία του κατεπείγοντoς.
Ποιο θα είναι το αποτέλεσμα; Ένας καθοριστικός τομέα της πολιτικής υγείας που οφείλει να ασκεί το Υπουργείο, στο πλαίσιο της δημοκρατικής λειτουργίας των εκλογικών διαδικασιών και του κοινοβουλευτικού ελέγχου, θα περάσει προοδευτικά στα χέρια των ιδιωτικών επιχειρήσεων, που θα καθορίζουν την νοσοκομειακή τιμολογιακή πολιτική της χώρας, προφανώς για να εξυπηρετούν τα εμπορικά τους συμφέροντα.
Το υπουργείο επικαλέστηκε, για να δικαιολογήσει το νομοσχέδιό του, την ανάγκη να καθορίζεται η κοστολόγηση νοσοκομειακών υπηρεσιών στο πλαίσιο μιας διαβούλευσης που να περιλαμβάνει όλους τους ενδιαφερόμενους, δηλαδή φορείς του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα. Πρόκειται προφανώς για μια υποκρισία. Πρώτον, διότι το υπουργείου απέφυγε επιδεικτικά τη διαβούλευση πριν φέρει αιφνιδιαστικά το νομοσχέδιο σε ένα από τα θερινά τμήματα της Βουλής και μάλιστα μέσα στον δεκαπενταύγουστο. Δεύτερον, διότι η όντως αναγκαία διαβούλευση δεν συνδέεται με την εκχώρηση της δημόσιας αρμοδιότητας σε ιδιωτικό φορέα και μάλιστα τύπου ΑΕ. Αντιθέτως, στο πλαίσιο μιας ΑΕ δεν υπάρχει «διαβούλευση», αλλά επιβολή των απόψεων των μεγαλομετόχων, οι οποίοι δεν θα είναι άλλοι από τις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες, τους ομίλους μεγάλων κλινικών, τις φαρμακοβιομηχανίες κοκ.
Η εκχώρηση του τμήματος ενός υπουργείου στον εμπορικό τομέα αποτελεί μια πανευρωπαϊκή πρωτοτυπία αλλά βρίσκεται σε πλήρη ευθυγράμμιση με το νεοφιλελεύθερο δόγμα που εφαρμόζουν Τρόικα και Κυβέρνηση στην Ελλάδα. Πράγματι, το δόγμα αυτό επιτάσσει τη συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους και τον περιορισμό της δημόσιας αρχής στη ρύθμιση των σχέσεων μεταξύ ιδιωτών. Πρέπει λοιπόν σε αυτή τη λογική, το Υπουργείο Υγείας να σταματήσει να χαράζει την πολιτική υγείας (έχει βέβαια ήδη σταματήσει εδώ και καιρό), να εκχωρήσει αυτόν το ρόλο σε ιδιωτικά μεγάλα συμφέροντα και να περιοριστεί στην εγγύηση ότι θα εφαρμόζονται όσα αποφάσισαν αυτοί οι μεγαλομέτοχοι της ΑΕ. Τελικά αυτό το νομοσχέδιο ανοίγει μια προοπτική όπου το υπουργείο θα μοιραστεί σε διάφορες ΑΕ και ο υπουργός θα εγγυάται την εκτέλεση των αποφάσεών τους.
Έχω την αίσθηση ότι το παρόν νομοσχέδιο αποτελεί μόνο μια τροχιοδεικτική βολή, μια μικρή πρόβα, πριν γενικευτεί η εφαρμογή αυτής της αντίληψης.
Να μην εκπλαγούμε λοιπόν αν σύντομα δημιουργηθεί από το Υπουργείο Μεταφορών μια ΑΕ η οποία θα αποφασίζει για τη δημιουργία των νέων οδικών αξόνων και για τη χρηματοδότηση τους, στην οποία βέβαια μέτοχοι θα είναι οι μεγάλες εργολαβικές εταιρείες, αν στο Υπουργείο Οικονομικών εμφανιστεί μια ΑΕ που θα επεξεργάζεται και θα καθορίζει τον κρατικό προϋπολογισμό, μέτοχοι της οποίας δεν μπορεί να μην είναι οι συστημικές τράπεζες, στο Υπουργείο Ανάπτυξης μια ΑΕ για τη ρύθμιση του εμπορίου, όπου θα κληθούν ως μέτοχοι οι μεγάλες αλυσίδες σουπερμάρκετ και ακόμα, γιατί όχι, στο Παιδείας μια ΑΕ που θα αποφασίζει την εκπαιδευτική ύλη, όπου λογικά θα κληθούν να μετέχουν και τα ιδιωτικά φροντιστήρια.
Από την ΕΣΑΝ-ΑΕ, αισίως θα περάσουμε σύντομα στην Ελληνική Κυβέρνηση-ΑΕ. Και έτσι οι κκ Σαμαράς και Βενιζέλος θα έχουν ολοκληρώσει το όραμα του κ. Φρίντμαν…
*Βουλευτής Β’ Αθήνας, «Κοινωνία Πρώτα»