Το καρναβάλι στην Πελοπόννησο και η εκδήλωση του διονυσιακού πνεύματος κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν του αρχαίου θεού των πανηγυριών
* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 15 Φεβρουαρίου 2015
Ο Διόνυσος ζει σε όλα τα µήκη και τα πλάτη της ελληνικής ιδεολογίας, νυν και αεί, κάθε εποχή, κάθε µέρα, κάθε στιγµή. Επί της ουσίας ζει και βασιλεύει η αρχέγονη ιδέα της άφθαρτης ζωής από τον κύκλο του χρόνου που κυλά αέναα. Αλλά µια εξαιρετική φορά, την Καθαρά Δευτέρα, σε ένα ειδυλλιακό χωριό στις υπώρειες του φορτωµένου µε µύθους Ταΰγετου από τη µεριά της Καλαµάτας, η ιδέα του Διόνυσου, που διαπερνά σαν αιµοφόρα αρτηρία ολόκληρη τη ζωή των κοινοτήτων των Ελλήνων, γίνεται εικόνα και εκδηλώνεται µεταµφιεσµένη σε συναρπαστικό δρώµενο. Η µικρή Νέδουσα – η αρχαία Δενθαλιάτις Χώρα και η µετέπειτα Μεγάλη Αναστάσοβα – είναι το επίκεντρο της πιο αυθεντικής εκδήλωσης του διονυσιακού πνεύµατος, κατ’ εικόνα και καθ’ οµοίωσιν του πιο δηµοφιλούς αρχαίου θεού της γονιµότητας, της βλάστησης, των πανηγυριών, της µέθης της ζωής.
Η ρίζα της ιδέας του θεού της χαράς της ζωής φτάνει στο λίκνο των ευρωπαϊκών θρησκειών, τη µινωική Κρήτη, εκεί όπου άνθιζε και βλάσταινε ο πρώτος πολιτισµός που τον χαρακτήριζαν η αγάπη για τη ζωή και τη φύση, και το µεράκι για το ωραίο. Ολα αυτά αχνοσχεδιάζονταν στο ιλαρό πρόσωπο της Μεγάλης Θεάς, της µητέρας των πάντων. Ο Νικόλαος Πλάτωνας έλεγε: «Η µυστική ζωή της φύσης εξαπλώνεται στην ανθρώπινη δηµιουργία και διαποτίζεται από ιδιαίτερη γοητεία και ιδιαίτερη χάρη. Ενας ύµνος στη θεά φύση αντηχεί παντού, ένας ύµνος στη χαρά και στη ζωή». Κι αυτός ο ύµνος δεν σταµάτησε ποτέ να αντηχεί στους αιώνες των αιώνων. Ο Καρλ Κερένυι γράφει στο βιβλίο του «Διόνυσος. Η αρχέγονη εικόνα της άφθαρτης ζωής» (εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας): «Κανένας άλλος θεός των Ελλήνων δεν έχει την παρουσία του Διονύσου στα µνηµεία και στη φύση της Ελλάδας και της Ιταλίας, στη διασωσµένη αισθητική παράδοση της αρχαιότητας. Θα µπορούσαµε εδώ σχεδόν να πούµε ότι το διονυσιακό στοιχείο είναι πανταχού παρόν. Από τις δύο στο είδος τους µοναδικές και χαρακτηριστικές δηµιουργίες της ελληνικής αρχιτεκτονικής, που ως ερείπια ή σε ίχνη απαντώνται και στον µεγαλύτερο αριθµό, δηλαδή από τον ναό και το θέατρο, το τελευταίο ανήκε αποκλειστικά στον Διόνυσο. Από τα φυτά που καλλιεργούνταν στη γεωγραφική περιοχή της Αρχαιότητας, το αµπέλι είναι εκείνο που είχε περισσότερο την τάση για οργιώδη ανάπτυξη: κι αυτό ήταν αφιερωµένο στον Διόνυσο, µαρτυρούσε την παρουσία του».
Τίποτε απ’ όλα αυτά δεν έµεινε πίσω στο πέρασµα, έρχονται µαζί µε τους καιρούς. Ο σπόρος των µυστηρίων του Διονύσου, το σπέρµα της ζωής, είναι παντός καιρού και βλασταίνει κάθε µέρα. Ακούστε την ηχώ της παλιάς θρησκείας – ειδικά των Ορφικών Μυστηρίων – στη νέα θρησκεία: Η πλέον ελκυστική προσφορά του Διόνυσου στους πιστούς του ήταν η αιώνια σωτηρία. Γι’ αυτό τον λάτρευαν, µε πένθος για τον θάνατό του και πανηγυρισµούς για την ανάστασή του. Στα δείπνα που ήταν αφιερωµένα σε αυτόν, έπιναν συµβολικά και το αίµα του θεού για να πετύχουν τη δική τους θέωση. Στις τελετές ο θεός και ο χορός από Σατύρους και Μαινάδες που τον ακολουθούσε δηµιουργούσαν έναν ιερό θόρυβο. Οπως στην παλιά Μεγάλη Αναστάσοβα, τη σηµερινή Νέδουσα, ο χορός των «σατύρων» δηµιουργεί τον ιερό θόρυβο µε τις µουσικές του νταουλιού, της φλογέρας, των µεγάλων και των µικρών κουδουνιών των τράγων και των ταύρων. Υπάρχουν όλα, ο θίασος των µυηµένων στα µυστήρια του δρώµενου, η ανάσταση, ο ενθουσιασµός, η έκσταση, η µέθη, οι ερωτικών προεκτάσεων αιχµές, το γεύµα µε αχνιστή φασολάδα, οι µάσκες µε κέρατα τράγων.
Πηγαίνοντας, Καθαρά Δευτέρα, από τον κόλπο του Ναβαρίνου για τη Νέδουσα, σκέφτεσαι ότι πραγµατικά η διαδροµή είναι από τα πιο θελκτικά συστατικά του ταξιδιού. Η ατέρµονη γραµµή της ασφάλτου από το Σουληνάρι προς την Καζάρµα είναι από τα πιο δυνατά τοπία, πλαισιωµένο από τα γήινα κόκκινα του χειµώνα. Κι όµως, πιο πέρα, στη διαδροµή από Βελίκα προς Μεσσήνη, η αναγεννητική άνοιξη έχει κάνει ήδη την εµφάνισή της στους πάγκους µπροστά στα τοπία του ελαιώνα, που προσφέρουν οβριές και σπαράγγια. Και µετά την Καλαµάτα, η πορεία δίπλα στον ποταµό Νέδοντα και µετά οι κορδέλες που ανεβαίνουν στον Ταΰγετο προς Σπάρτη, και µετά η διακλάδωση ανάµεσα στις «σκάλες» µε τις εικαστικές ελιές, και µετά τα πέτρινα διώροφα σπίτια της Νέδουσας (14 χλµ. από την Καλαµάτα) µε τη µικρή πλατεία της εκκλησιάς, την κεντρική σκηνή του δρώµενου.
Στα µικρά καφενεία της πλατείας συγχρωτίζονται πολύ στενά οι άνθρωποι που έχουν µουντζουρωµένα τα πρόσωπά τους και στο κεφάλι τους στεφάνια από κισσό, το ιερό φυτό του Διόνυσου. Οι µυηµένοι, µουντζουρωµένοι και µεταµφιεσµένοι, περιφέρονται στα σπίτια της Νέδουσας – ακούγεται στην πέρα γειτονιά η µουσική του νταουλιού και της φλογέρας – και η φασολάδα κοχλάζει στα µεγάλα καζάνια στην ξύλινη καλύβα κοντά στην πλατεία. Οταν η εξαιρετική νοστιµιά της αρχίσει να ακουµπά τον ουρανίσκο του κοινού του δρώµενου µαζί µε λαγάνα και κρασί, συγκλίνει στην πλατεία και η παρέα των µυηµένων και πιάνεται στον χορό. Κάποια στιγµή αποχωρούν διακριτικά και χάνονται στα στενά σοκάκια του χωριού. Σε µια απόµερη αποθήκη φορούν τις ποιµενικές κάπες από τραγόµαλλο, τις µάσκες µε τα µεγάλα κέρατα και τα κουδούνια στη µέση τους. Αυτούς τους ατίθασους τράγους έχει δεµένους µε σκοινί ο βοσκός και κάπου κάπου χτυπά τα κέρατά τους µε το µπαστούνι του. Και η παρέλαση από την πλατεία των στιγµιότυπων της ζωής µιας αγροτικής κοινότητας αρχίζει. Οργωµα µε ξύλινο αλέτρι, «υποζύγια» δεµένα στον πραγµατικό ζυγό, γεωργό και σπορέα. Γάµος, µε πολύ διαχυτικό ζευγάρι ανδρών φυσικά και «παπάδες» που πίνουν φανερά τσίπουρο και πιάνουν τον χορό µαζί µε τους επισκέπτες και τους «νεόνυµφους». Κηδεία µε τον «νεκρό» µέσα στο φέρετρο σκεπασµένο µε κλαδιά δάφνης, που κάποια στιγµή ανασταίνεται και πιάνει τον χορό.
Φεύγοντας, αρχίζει η αντίστροφη διαδοχή των τοπίων, αλλά η µατιά σου είναι πλέον διαφορετική και πιο φορτισµένη. Σκέφτεσαι πόσο δίκιο είχε ο καθηγητής Μιχάλης Μερακλής που εξίσωσε την «ανακάλυψη» του καρναβαλιού της Νέδουσας, µόλις το 1995, µε σπουδαίο αρχαιολογικό κοίτασµα, που πλουτίζει τον νου και την ψυχή µας.