Με τις υπό ψήφιση διατάξεις συμπληρώνεται ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας, με τρόπο ώστε τα διοικητικά δικαστήρια να εκδίδουν για μη αμφισβητούμενες χρηματικές απαιτήσεις διαταγή πληρωμής από διοικητική σύμβαση που έχει συναφθεί στο πλαίσιο εμπορικής συναλλαγής, όπου εμπορική συναλλαγή είναι εκείνη που συνάπτεται μεταξύ επιχειρήσεων και δημοσίων αρχών για την παράδοση αγαθών ή υπηρεσιών έναντι αμοιβής. Όπως διευκρίνισε και ο κύριος Υπουργός, εδώ συμπεριλαμβάνονται και μελέτες έργων και παροχή έργων και παροχή έργου.
Με το μέχρι σήμερα ισχύον καθεστώς υπήρχε διχογνωμία για τη δυνατότητα έκδοσης διαταγής πληρωμής από τα πολιτικά δικαστήρια. Μετά δε την απόφαση του Αρείου Πάγου 1264/2011, όπου με εμπεριστατωμένη αιτιολογία απεφάνθη ότι τα πολιτικά δικαστήρια δεν έχουν δικαιοδοσία για την έκδοση διαταγής πληρωμής από διοικητική σύμβαση, οι δικαστές απέφευγαν να προχωρήσουν σε διαταγή πληρωμής με την πολιτική διαδικασία.
Έτσι, οι σχετικές διαφορές δίνονταν στο διοικητικό Εφετείο με τριμελή σύνθεση, σε πρώτο και τελευταίο βαθμό. Παρ’ ότι, όμως, η σχετική αγωγή εκδικάζεται σε ένα βαθμό, ο χρόνος για την απόκτηση εκτελεστού τίτλου είναι μεγάλος, με δεδομένη την εκκρεμότητα που υπάρχει και στα διοικητικά δικαστήρια.
Εξάλλου, για το θέμα των σημερινών διατάξεων υπάρχει και θέμα εναρμόνισης της σχετικής νομοθεσίας με το ευρωπαϊκό δίκαιο. Συντρέχουν, δηλαδή, ουσιαστικοί και τυπικοί λόγοι εξορθολογισμού και επιτάχυνσης της διαδικασίας.
Ο θεσμός της διαταγής πληρωμής στα πολιτικά δικαστήρια έχει δοκιμαστεί με επιτυχία και εφαρμόζεται επί δεκαετίες.
Οι συγκεκριμένες διατάξεις που έρχονται σήμερα προς ψήφιση, είχαν τεθεί σε διαβούλευση από την προηγούμενη κυβέρνηση. Αυτό, βεβαίως, δε σημαίνει ότι μπορούμε να τις κατατάξουμε σε μνημονιακές ή αντιμνημονιακές. Πρόκειται για εναρμόνιση του εθνικού μας δικαίου με το ενωσιακό δίκαιο, που το επιβάλλει η απλή λογική και δεν χρειάζονται τα μνημόνια να το επιβάλουν.
Η νέα Κυβέρνηση, πιστή στις προγραμματικές της δεσμεύσεις, μεταξύ των οποίων και η επιτάχυνση στην απονομή δικαιοσύνης, έφερε το παρόν νομοθέτημα προς ψήφιση. Έτσι έχουν τα πράγματα κι ας βλέπουν παντού οι συνάδελφοι του ΚΚΕ –δεν είναι κανένας εδώ- δράκους.
Γιατί πρέπει να γνωρίζουν ότι οι προμηθευτές και οι μικροεργολάβοι δημοσίων έργων είναι εκείνοι που επείγονται να πληρωθούν για το έργο που έχουν εκτελέσει και παραδώσει και η παράδοσή του πιστοποιείται, για να πληρώσουν κι εκείνοι με τη σειρά τους τους δικούς τους προμηθευτές και τους εργαζόμενους σε αυτούς.
Οι μεγαλοεργολάβοι δεν περιμένουν τη διαταγή πληρωμής για να πληρωθούν, αλλά καταρτίζουν συμβάσεις με τα νομικά τους επιτελεία, με τέτοιο τρόπο που πληρώνονται πριν παραδώσουν το έργο. Ποτέ δεν χάνουν. Το πρόβλημα είναι με τους μικρομεσαίους επιχειρηματίες, που πολλές φορές η καθυστέρηση απόκτησης εκτελεστού τίτλου τους οδηγεί σε απελπισία και σε πτώχευση.
Επομένως, οι διατάξεις που προστίθενται στον κώδικα διοικητικής δικονομίας με τα άρθρα 272Α έως 272Ζ, όπως βελτιώθηκαν και κατά την επεξεργασία του νομοσχεδίου, έρχονται να επιτελέσουν ένα διττό σκοπό: Να λύσουν ένα χρονίζον πρόβλημα, αυτό της καθυστέρησης και να εναρμονίσουν την εθνική νομοθεσία μας στο ενωσιακό δίκαιο, για την καταπολέμηση των καθυστερήσεων των πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές.
Οι φορείς που κλήθηκαν και προσήλθαν στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής νομίζω όλοι εκφράστηκαν θετικά για το υπό ψήφιση νομοθέτημα και εξέφρασαν μόνο κάποιες επιφυλάξεις, τις οποίες το Υπουργείο Δικαιοσύνης έλαβε υπόψιν του και έγιναν τροποποιήσεις και νομοθετικές βελτιώσεις.
Εκείνο που μου προκαλεί εντύπωση είναι η συμπεριφορά του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, ο οποίος, παρ’ ότι κλήθηκε, δεν έλαβε μέρος στην αρμόδια Επιτροπή και τη διαβούλευση για τη συζήτηση και επεξεργασία του εν λόγω νομοθετήματος.
Θα μπω στον πειρασμό να πω ότι είναι η δεύτερη φορά που ο Δικηγορικός Σύλλογος καλείται να διατυπώσει τις απόψεις του σε νομοσχέδιο του Υπουργείου Δικαιοσύνης, όμως δεν προσέρχεται. Ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών, κατόπιν εορτής, όταν ολοκληρώθηκε η διαδικασία του νομοσχεδίου, απέστειλε επιστολές –κι εγώ ήμουν αποδέκτης τέτοιας επιστολής- ζητώντας να αποσυρθεί το εν λόγω νομοσχέδιο.
Το ελάχιστο που μπορώ να πω είναι ότι ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών -δεν λέω ο Πρόεδρος της Ολομέλειας, ο κ. Αλεξανδρής, γιατί απ’ ό,τι έχω πληροφορηθεί δεν έχει συζητήσει με τους άλλους Προέδρους- δεν συμβάλλει με αυτόν τον τρόπο στο δύσκολο έργο του Υπουργείου Δικαιοσύνης, το οποίο παρά τις δυσκολίες αυτής της περιόδους, επεξεργάζεται νέους κώδικες, με σκοπό την αναμόρφωση και τον εκσυγχρονισμό του ποινικού δικαίου, του σωφρονιστικού δικαίου, αλλά και την οργάνωση των δικαστηρίων και την εν γένει επιτάχυνση στην απονομή της δικαιοσύνης, αλλά και στην εύκολη πρόσβαση των πολιτών σε αυτήν.
Εννοείται ότι οι αιτιάσεις του Δικηγορικού Συλλόγου δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, αφού δεν είναι αληθές ότι όλα ανεξαιρέτως τα πολιτικά δικαστήρια εξέδιδαν διαταγές πληρωμής από διοικητικές συμβάσεις, αφού πολλοί δικαστές απείχαν. Ανέφερα προηγουμένως και μια απόφαση του Αρείου Πάγου σχετικά.
Επίσης, δεν είναι αληθές ότι το νομοθέτημα δεν περιλαμβάνει αξιώσεις που προέρχονται από συμβάσεις δημοσίων έργων. Το είπε και ο κύριος Υπουργός στην εισηγητική του ομιλία.
Το νομοθέτημα εξοπλίζει το δικαιούχο με ταχεία διαδικασία και σε σύντομο χρόνο, με έναν εκτελεστό τίτλο. Εν συνεχεία, οι τυχόν δυσκολίες -στις οποίες αναφέρθηκε και η κ. Ταχιάου- της είσπραξης των απαιτήσεων αυτών, είναι δυστυχώς ένα άλλο θέμα. Είναι, όμως, εντελώς άλλο πράγμα να ταλαιπωρείται ο δικαιούχος απαίτησης επί σειρά ετών για να εξασφαλίσει ένα τέτοιο τίτλο εκτελεστό και διαφορετικό να έχει σε ταχύ χρόνο αυτόν τον τίτλο και να κοιτάζει το πώς θα εκτελεστεί.
Τέλος, μετά την αποδοχή της πρότασης για κατά προτεραιότητα δικάσιμο της ανακοπής κατά της διαταγής πληρωμής, είναι φανερό ότι το εν λόγω νομοθέτημα συμβάλλει τα μέγιστα στην επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης που είναι μια παθογένεια η οποία πρέπει να αντιμετωπιστεί από τη νέα μας Κυβέρνηση.