Εξίσου επώδυνη ψυχολογικά και σωματικά είναι η νόσος του Crohn, για τους ασθενείς που υποφέρουν απ’ αυτή. Αντίθετα με την πεποίθηση πολλών, δεν είναι μόνο μια ασθένεια του πεπτικού συστήματος, αλλά μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα που φαινομενικά δεν σχετίζονται με αυτό, όπως αρθρίτιδα, στοματικά έλκη, φλεγμονή στα μάτια ή στο δέρμα. Ωστόσο, η νόσος δεν “κοστίζει” μόνο στο σώμα, αλλά και στην ψυχολογία του ασθενή, προκαλώντας αλυσιδωτές αντιδράσεις ακόμα και από τη στιγμή της διάγνωσης.
«Η νόσος του Crohn είναι μια χρόνια φλεγμονώδης νόσος του εντέρου, που χαρακτηρίζεται από φλεγμονή της πεπτικής ή γαστρεντερικής οδού. Στην πραγματικότητα, μπορεί να επηρεάσει οποιοδήποτε μέρος του πεπτικού συστήματος, από το στόμα μέχρι τον πρωκτό, αλλά εντοπίζεται συχνότερα το τελικό τμήμα του λεπτού εντέρου (τελικός ειλεός), το σημείο δηλαδή που ενώνεται το λεπτό με το παχύ έντερο. Μπορεί να εμφανιστεί και στα δύο φύλα, σε οποιαδήποτε ηλικία, αλλά είναι συχνότερη σε άτομα ηλικίας 15 έως 35 ετών. Ο εντοπισμός και η σοβαρότητα των συμπτωμάτων ποικίλλουν από σχετικά ήπια έως ιδιαίτερα σοβαρά. Μεταξύ αυτών είναι αίμα, πύον ή βλέννα στα κόπρανα, διάρροια, κόπωση, πυρετός, ανορεξία, ναυτία, έμετος, οδυνηρές ή δύσκολες κενώσεις, πόνος και κράμπες στο στομάχι και απώλεια βάρους. Παρότι είναι ουσιαστικά άγνωστης αιτιολογίας, πιστεύεται ότι στην εμφάνισή της μπορεί να εμπλέκονται διάφοροι παράγοντες, όπως ανοσολογικοί, γενετικοί και περιβαλλοντικοί. Χαρακτηρίζεται δε από περιόδους έξαρσης και ύφεσης, αν και περίπου το 67% των ατόμων που βρίσκονται σε ύφεση θα έχει τουλάχιστον 1 υποτροπή κατά τα επόμενα 5 χρόνια.
Το σημαντικό είναι ότι η νόσος μπορεί να προκαλέσει επιπλοκές, στις οποίες περιλαμβάνονται απόφραξη, συρίγγια, αποστήματα, τοξικό μεγάκολο και υποσιτισμός εξαιτίας της μειωμένης πρόσληψης τροφής και δυσαπορρόφησή της. Επίσης, οι πάσχοντες αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου στην περιοχή της φλεγμονής. Είναι μια ανίατη, δια βίου ασθένεια που απαιτεί συνεχή θεραπεία. Παρότι οι γιατροί έχουν στη διάθεσή τους πολλά, διαφορετικά φάρμακα για την αντιμετώπισή της, υπάρχουν περιπτώσεις που κρίνεται απαραίτητη η χειρουργική επέμβαση.
Η νόσος του Crohn δεν είναι, όμως, μόνο μια σωματική ασθένεια, αλλά μια πάθηση που επιφέρει σοβαρό πλήγμα στην ψυχολογία του ασθενή και έχει βαθιές επιπτώσεις στην ποιότητα ζωής του», σημειώνει ο γενικός χειρουργός Δρ. Αναστάσιος Ξιάρχος – Διευθυντής της χειρουργικής κλινικής του Ομίλου Ιατρικού Αθηνών – Ιατρικού Περιστερίου και Πρόεδρος της Επιστημονικής Εταιρείας Ορθοπρωκτικής Χειρουργικής (www.axiarchos.gr).
Η ζωή με μια τέτοια εξαντλητική νόσο είναι δύσκολη, καθώς επηρεάζει όλες τις πτυχές της, και γι’ αυτό το λόγο οι άνθρωποι βιώνουν ποικίλα συναισθήματα που ξεκινούν από τη στιγμή της διάγνωσης. Αρχικά νοιώθουν ανακούφιση, καθώς συγκεκριμενοποιείται η μέχρι τότε άγνωστη ασθένειά τους, συναίσθημα που διαρκεί όμως λίγο. Μόλις ενημερωθούν από τον γιατρό τους για τις επιπτώσεις, και γενικά για την μετέπειτα πορεία τους με την ασθένεια σοκάρονται και σκέφτονται ότι ενδεχομένως να έχει γίνει λάθος διάγνωση, καθώς η άρνηση της ύπαρξης της ασθένειας είναι ευκολότερη από την αποδοχή των αποτελεσμάτων των εξετάσεων. Κατόπιν, αρκετοί ασθενείς θυμώνουν, νοιώθουν ότι δεν είναι δίκαιο να συμβεί σ’ αυτούς, ενώ αργότερα έρχεται το στάδιο της θλίψης, ιδιαίτερα όταν αρχίζουν να αναλογίζονται τη μελλοντική ζωή τους. Όλα αυτά τα συναισθήματα αντικαθιστώνται αργότερα από φόβο, άγχος και αμηχανία, καθώς η απρόβλεπτη φύση της νόσου καθιστά δύσκολο τον προγραμματισμό της καθημερινότητας. Η μόνιμη ανησυχία των ασθενών είναι εάν θα έχουν πρόσβαση σε τουαλέτα εάν παραστεί ανάγκη, σκέψη που δεν φεύγει από το μυαλό ακόμα και σε περιόδους ύφεσης των συμπτωμάτων της νόσου.
Σύμφωνα με τον Δρ. Ξιάρχο, «οι κίνδυνοι και οι επιπλοκές που σχετίζονται με τη νόσο του Crohn μπορεί να είναι σοβαρές και οι ασθενείς ζουν συχνά με αυτόν τον φόβο και με την αβεβαιότητα που προκαλεί η γνώση ότι ο έλεγχός της δεν εξαρτάται ούτε από τους ίδιους ούτε από τον θεράποντα ιατρό τους. Αυτό δεν σημαίνει ότι η φαρμακευτική θεραπεία δεν συμβάλει στην ανακούφιση των συμπτωμάτων. Σύμφωνα με στοιχεία, με αποτελεσματική θεραπεία περίπου το 50% των ασθενών με νόσο του Crohn θα είναι σε ύφεση ή θα έχουν μόνο ήπια συμπτώματα τα επόμενα 5 χρόνια και περίπου το 45% των ατόμων που βρίσκονται σε ύφεση δεν θα παρουσιάσουν υποτροπή το επόμενο έτος.
Η θεραπεία με φαρμακευτική αγωγή είναι η πρώτη επιλογή για άτομα με νόσο του Crohn, εντούτοις, η χειρουργική επέμβαση μπορεί να είναι αναπόφευκτη εάν η ασθένεια δεν ανταποκρίνεται σε αυτήν. Στατιστικά, το 60% -75% των ασθενών με Crohn μπορεί να χρειαστεί χειρουργική επέμβαση κάποια στιγμή στη ζωή τους για να διορθωθούν πιθανές επιπλοκές της νόσου.
Ανάλογα με τον τύπο και τη σοβαρότητα της νόσου ή τη θέση της μπορούν να πραγματοποιηθούν διάφοροι τύποι χειρουργικών επεμβάσεων, όπως πλαστική στενωμάτων (strictureplasty), η οποία αποσκοπεί στη διεύρυνση ενός στενού σημείου του εντέρου, χωρίς όμως να αφαιρείται κανένα τμήμα του λεπτού εντέρου, κολεκτομή κατά την οποία αφαιρείται τμήμα, τμήματα ή το σύνολο του παχέος εντέρου, αποστήματα και συρίγγια, και πρωκτοκολεκτομή, δηλαδή η απομάκρυνση του ορθού μαζί με μέρος ή ολόκληρο το κόλον. Οι επεμβάσεις αυτές δεν απαλλάσσουν οριστικά τους ασθενείς από τα συμπτώματα, αλλά το 60% απ’ αυτούς θα ξαναεμφανίσουν συμπτώματα μετά από 10 χρόνια. Είναι μια αρκετά μεγάλη περίοδος, κατά τη διάρκεια της οποίας οι ασθενείς μπορούν να ζήσουν μια πιο φυσιολογική ζωή, απαλλαγμένοι τόσο από τα σωματικά όσο και από τα ψυχολογικά συμπτώματα που προκαλεί η νόσος».