Του Κωστή Πλάντζου
Οι προηγούμενες κυβερνήσεις το είχαν απορρίψει, η σημερινή όμως ζεσταίνει ξανά το σχέδιο για να μπορούν να εκχωρούν ακίνητα στο Δημόσιο όσοι φορολογούμενοι χρωστούν πολλά, αλλά δεν μπορούν εκ των πραγμάτων να πληρώσουν τους φόρους τους.
Το μέτρο αφορά κυρίως επιχειρηματίες και εισοδηματίες που κατέχουν πολλά ακίνητα, αλλά λόγω κρίσης δεν μπορούν να αποπληρώσουν τους φόρους τους, ενώ βαρύνονται γι’ αυτά κάθε χρόνο και περισσότερο χωρίς να μπορούν να τα πουλήσουν ή να απαλλαγούν από αυτά. Σε πρώτη φάση θα σχετίζεται με οφειλές προς την Εφορία και σε δεύτερο στάδιο θα συμπεριλάβει και τις οφειλές προς τα ασφαλιστικά ταμεία. Το σχέδιο δεν έχει ακουστεί πρώτη φορά. Το 2013 είχε λάβει τη μορφή διάταξης σε φορολογικό νομοσχέδιο αλλά εγκαταλείφθηκε, τον περασμένο Μάρτιο απασχόλησε και πάλι, ενώ και ο νυν αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών φέρεται να το εξετάζει θετικά εφόσον κριθεί ότι θα το ήθελαν πολλοί για να ανακουφιστούν από τα βάρη.
Πώς λειτουργεί
Το μέτρο θα μπορούσε να δώσει ανάσα σε όσους είχαν επενδύσει σε ακίνητα αλλά υπό το βάρος της φορολογίας και της κρίσης δεν μπορούν να τα συντηρήσουν πια. Στον αντίποδα, στο υπουργείο Οικονομικών δεν θέλουν να γίνουν… μεσίτες ακινήτων και να φορτώνονται με σπίτια που δεν έχει τι να τα κάνει το Δημόσιο. Ωστόσο, για να μειωθούν λογιστικά τα ληξιπρόθεσμα χρέη που διαρκώς αυξάνονται και καθώς το κράτος «ουκ αν λάβοι παρά του μη έχοντος» -που δεν βρίσκει και αγοραστή για να πουλήσει ακίνητα που το βαραίνουν- εξετάζει πώς θα μπορούσε να αξιοποιήσει τέτοια ακίνητα για κοινωνικούς ή και οικονομικούς σκοπούς.
Ενα τέτοιο σχέδιο για να μπορέσουν να ανασάνουν οφειλέτες που δεν έχουν άλλον τρόπο να πληρώσουν προβλέπει ότι:
■ Το μέτρο θα είναι εκλεκτικό. Θα αφορά δηλαδή κυρίως ή αποκλειστικά όσους έχουν χρέη από φόρους ακινήτων και όχι, π.χ., οφειλές από φόρους εισοδήματος κ.λπ. Για παράδειγμα, ο ΕΝΦΙΑ αφορά κατά κύριο λόγο την κατοχή ακινήτου και ο ιδιοκτήτης του επιβαρύνεται με αυτόν ακόμα και αν δεν έχει εισόδημα από αυτό, δηλαδή δεν το ιδιοχρησιμοποιεί ή εκμισθώνει. Ωστόσο, υπάρχουν και σκέψεις να μπορούν με ακίνητα να αποπληρωθούν και άλλες κατηγορίες οφειλών, όπως είναι τα φορολογικά πρόστιμα για παραβάσεις και φοροδιαφυγή.
■ Δυνατότητα εκχώρησης ακινήτων θα δοθεί μόνο σε ιδιοκτήτες οι οποίοι αποδεδειγμένα δεν έχουν άλλον τρόπο να πληρώσουν και απειλούνται με οικονομική ασφυξία (π.χ. μη χορήγηση ασφαλιστικής ενημερότητας ή κατάσχεση της ακίνητης περιουσίας τους).
■ Οι αιτήσεις με σκοπό την εκχώρηση ακινήτου θα συνοδεύονται από δικαιολογητικά προκειμένου να αποδείξουν οι ενδιαφερόμενοι ότι αδυνατούν πραγματικά να εξοφλήσουν τους φόρους τους. Ιδιαίτερη βαρύτητα θα δίνεται στην ύπαρξη κενών και για μεγάλο χρονικό διάστημα ξενοίκιαστων ακινήτων, για τα οποία ο ιδιοκτήτης κλήθηκε να πληρώσει σημαντικά ποσά ΕΝΦΙΑ.
■ Ο καθορισμός της αξίας στην οποία ο φορολογούμενος θα δέχεται να πάρει ένα ακίνητό του το Δημόσιο, θα γίνεται με βάση την αντικειμενική αξία. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι, όμως, αν αυτή θα ξεπερνά το ποσό του φόρου που οφείλεται και τι θα γίνει με το επιπλέον ποσό της αξίας του. Το Δημόσιο δεν προβλέπεται να μπορεί να δώσει «ρέστα» για την αξία που ξεπερνά την οφειλή, οπότε πρέπει να βρεθεί τρόπος να μη χάνονται περιουσίες για μικρότερα ποσά οφειλής.
Για το Δημόσιο, πάντως, δεν προκύπτει άμεσο κέρδος. Θεωρητικά, γλιτώνει τα έξοδα να διώκει τον οφειλέτη ή να κατάσχει ακίνητα που δεν του χρειάζονται. Ωστόσο δύσκολα θα μπορούσε να πουλήσει τα ακίνητα στην τιμή που τα απέκτησε, αφού δεν υφίσταται κτηματαγορά στην παρούσα φάση. Επιπλέον ίσως προκύψουν και έξοδα καταγραφής, διαχείρισης και συντήρησης των ακινήτων για το ίδιο το Δημόσιο.