Κωδικό προς κωδικό εξετάζει τις κρατικές δαπάνες το οικονομικό επιτελείο για να προσδιορίσει τις εξοικονομήσεις που θα διασφαλίσουν τη χρηματοδότηση του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης (ΚΕΑ). Ετησίως, απαιτούνται τουλάχιστον 720 εκατ. ευρώ, παράλληλα με τα ποσά που σήμερα δαπανώνται για την υλοποίηση των προγραμμάτων καταπολέμησης της ανθρωπιστικής κρίσης. Σύμφωνα με πληροφορίες, κατά τη χθεσινή συνάντηση με τους επικεφαλής των θεσμών (είχε προηγηθεί σημαντική εμπλοκή στις διαπραγματεύσεις σε τεχνικό επίπεδο, από την Τρίτη), οι δανειστές επέμειναν στη θέση τους να υπάρξουν μόνιμου χαρακτήρα πηγές χρηματοδότησης του θεσμού, όχι μόνο για το 2017 αλλά και για τα επόμενα έτη.
Η συζήτηση δεν κατέληξε σε κάποιο αποτέλεσμα, καθώς η ελληνική πλευρά παρουσίασε την έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας, σύμφωνα με την οποία δεν υπάρχει δημοσιονομικό περιθώριο για περικοπές σε προνοιακού τύπου επιδόματα (αναπηρικά και οικογενειακά επιδόματα). Στον αντίποδα, όπως έχει αποκαλύψει η «Κ», προτείνονται μειώσεις σε ανταποδοτικού τύπου επιδόματα που δίνονται μέσω της κοινωνικής ασφάλισης (π.χ. κατασκηνώσεις ανέργων, για τις οποίες κάθε εργοδότης καταβάλλει 20 ευρώ τον χρόνο ανά εργαζόμενο), καθώς και σε όλο το φάσμα των φοροαπαλλαγών. Αρμόδια στελέχη αναφέρουν ότι η ελληνική πλευρά υποστηρίζει πως η χρηματοδότηση του ΚΕΑ για το 2017 είναι διασφαλισμένη από την προβλεπόμενη υπεραπόδοση των ήδη ψηφισμένων μέτρων.
Για το 2018 και το οικονομικό επιτελείο παραδέχεται ότι υπάρχει «κενό» στη χρηματοδότησή του, το οποίο επιχειρηματολογεί ότι θα καλυφθεί από τις εξοικονομήσεις που θα προκύψουν από την επισκόπηση των δαπανών (spending review) που θα ξεκινήσει φέτος και θα ολοκληρωθεί έως τα μέσα του 2017. Επίσης, μεταξύ των προτάσεων της κυβέρνησης που έχουν ήδη απορριφθεί από την τρόικα, είναι και η περικοπή κατά περίπου 250 εκατ. ευρώ των αμυντικών δαπανών υπέρ της χρηματοδότησης του ΚΕΑ.
Από την πλευρά τους, οι εκπρόσωποι των δανειστών δεν έχουν πειστεί από τις προτάσεις της ελληνικής κυβέρνησης και έχουν ζητήσει από το οικονομικό επιτελείο να εξετάσει κωδικό προς κωδικό τις δαπάνες που θα περικόψει για να διασφαλίσει τους πόρους για το ΚΕΑ.
Μάλιστα, η τρόικα έχει καταστήσει σαφές ότι η χρηματοδότηση του μέτρου θα πρέπει να προέρχεται από τη μείωση των δαπανών και όχι από νέους φόρους. Και σε κάθε περίπτωση, τα μέτρα που θα προσδιοριστούν, θα πρέπει να έχουν μόνιμου χαρακτήρα απόδοση, ώστε να εξασφαλίζεται η χρηματοδότηση του Εισοδήματος σε βάθος ετών.
Κατά τη συνάντηση, στην οποία πηγές από το υπουργείο Εργασίας αναφέρουν ότι διαπιστώθηκε «ένα αντικειμενικό πρόβλημα», συμφωνήθηκε να συνεχιστούν από σήμερα η επεξεργασία των στοιχείων της πρώτης φάσης εφαρμογής του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος από την πλατφόρμα της ΗΔΙΚΑ καθώς και η προβολή πολλαπλών σεναρίων.
Η λύση στο πρόβλημα που υπάρχει με το ΚΕΑ πρέπει να δοθεί άμεσα, καθώς από αυτήν εξαρτάται και η συμφωνία Αθήνας και δανειστών για το επικαιροποιημένο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα. Η κυβέρνηση έχει συμπεριλάβει στο Μεσοπρόθεσμο την καταβολή του ΚΕΑ για τα επόμενα έτη, αλλά έχει αναγράψει ότι η χρηματοδότησή του για το 2018 θα προέλθει από «μη προσδιορισμένα» προς το παρόν μέτρα. Κάτι το οποίο δεν το αποδέχεται η τρόικα.
Τα δημοσιονομικά
Σήμερα, ο υπουργός Οικονομικών Ευκλ. Τσακαλώτος και ο κ. Χουλιαράκης θα έχουν συνάντηση με τους επικεφαλής των θεσμών για την πορεία των δημοσιονομικών μεγεθών. Το οικονομικό επιτελείο θέλει να συμφωνήσει με τους εκπροσώπους των δανειστών τις προβλέψεις για την πορεία του προϋπολογισμού και της οικονομίας, ώστε να «κλειδώσει» το Μεσοπρόθεσμο και να μπορέσει το υπουργείο Οικονομικών να το καταθέσει στη Βουλή παράλληλα με το προσχέδιο του νέου προϋπολογισμού (3 Οκτωβρίου).
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι προβλέψεις για τα μακροοικονομικά μεγέθη δεν έχουν αλλάξει. Για την πορεία του προϋπολογισμού στο οικονομικό επιτελείο εκτιμούν ότι φέτος μπορεί το πρωτογενές πλεόνασμα να είναι μεγαλύτερο του στόχου (0,5% του ΑΕΠ), αλλά δεν είναι στις προθέσεις του να προχωρήσει σε κάποια δραστική αλλαγή του στόχου αυτή τη στιγμή. Επίσης, η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να μην αλλάξει στην παρούσα φάση και τους στόχους για τα πρωτογενή πλεονάσματα των ετών 2019 και 2020.