Γ. Πατούλης: “Ζητούμε άμεση ρύθμιση οφειλών των δήμων από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων – Η μη απόδοση από τη κυβέρνηση θεσμοθετημένων πόρων, οι παρακρατήσεις και η δραματική μείωση χρηματοδοτήσεων δημιουργεί ασφυκτικές οικονομικές πιέσεις στους Δήμους”
Την ανάγκη να αποδοθούν στην Τοπική Αυτοδιοίκηση Πρώτου Βαθμού η νέα γενιά παρακρατηθέντων πόρων, να υπάρξει χρονική παράταση 35ετίας των δανειακών συμβάσεων με το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, καθώς και να αποδοθούν στους δήμους τα χρήματα που τους αναλογούν από τη ΣΑΤΑ, επισημαίνει με επιστολή του προς τους συναρμόδιους υπουργούς, ο Πρόεδρος της ΚΕΔΕ Γ. Πατούλης.
Ειδικότερα, στην επιστολή του προς τους κυρίους, Ευκλείδη Τσακαλώτο υπουργό Οικονομικών, Παναγιώτη Σκουρλέτη υπουργό Εσωτερικών, Γεώργιο Χουλιαράκη Αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών, επισημαίνει ότι «η μη απόδοση των θεσμοθετημένων πόρων των Δήμων κάθε χρονιά, η παρακράτηση μίας δόσης τακτικής επιχορήγησης ύψους 110 εκ. € τον Δεκέμβριο του 2013, του 4% της τακτικής επιχορήγησης για τον Λογαριασμό Εξυγίανσης η οποία είναι μέχρι σήμερα στο ύψος των 110 περίπου εκ. € και η ουσιαστική εξαφάνιση της ΣΑΤΑ, δημιουργούν ασφυκτικές οικονομικές πιέσεις στους Δήμους».
Στην συνέχεια υπογραμμίζει την ανάγκη να «εγγραφεί τουλάχιστον το ποσό των 215 εκ. €, στον υπό συζήτηση και προς ψήφιση Προϋπολογισμό του 2017, ως προκαταβολή έναντι της διαπραγμάτευσης που πρέπει να ξεκινήσει άμεσα».
Ο Πρόεδρος της ΚΕΔΕ τονίζει ότι σε αντίθετη περίπτωση «οι Δήμοι δε θα μπορέσουν να ισοσκελίσουν τους προϋπολογισμούς τους, με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν να οδηγηθούν στο Πρόγραμμα Οικονομικής Εξυγίανσης».
Ακολουθεί το κείμενο της επιστολής:
Κύριοι Υπουργοί,
Όπως γνωρίζετε το 2009 είχε υπογραφεί προγραμματική συμφωνία μεταξύ των Υπουργείων Οικονομίας & Οικονομικών, Εσωτερικών και της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας (τότε ΚΕΔΚΕ) για την απόδοση παρακρατηθέντων πόρων των Δήμων μέχρι το 2009 ύψους 1,7 δις. € σε οκτώ ισόποσες ετήσιες δόσεις των 214 εκ. εκάστη.
Η χρηματοδότηση αυτή λειτούργησε θετικά για τους Δήμους σε μια περίοδο που οι συνολικές μειώσεις των πόρων μας έχουν υπερβεί το 65%.
Η ολοκλήρωση εντός του 2016 αυτής της προγραμματικής σύμβασης, δημιουργεί ένα μεγάλο και δυσαναπλήρωτο κενό στα οικονομικά των Δήμων, ιδιαίτερα σήμερα που μεγάλα προβλήματα όπως το προσφυγικό – μεταναστευτικό, λειτουργία κοινωνικών δομών, φυσικές καταστροφές, οικονομική κατάρρευση των πολιτών κ.ά. αναζητούν ανακούφιση μόνο από τους Δήμους.
Κύριοι Υπουργοί,
Η ΚΕΔΕ, πριν από λίγες μέρες, πραγματοποίησε το ετήσιο τακτικό της συνέδριο στη Θεσσαλονίκη και οι σύνεδροι, Δήμαρχοι και Δημοτικοί Σύμβουλοι με μεγάλη πλειοψηφία, αποφάσισαν «να μην υπάρξει καμία περαιτέρω περικοπή πόρων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης α΄βαθμού στον Προϋπολογισμό του 2017 και άμεση συζήτηση με την Κυβέρνηση για την απόδοση της νέας γενιάς παρακρατηθέντων της περιόδου 2010 – 2016, με πρώτο βήμα την απόδοση 215 εκ. ευρώ το 2017.»
Η μη απόδοση των θεσμοθετημένων πόρων των Δήμων κάθε χρονιά, η παρακράτηση μίας δόσης τακτικής επιχορήγησης ύψους 110 εκ. € τον Δεκέμβριο του 2013, του 4% της τακτικής επιχορήγησης για τον Λογαριασμό Εξυγίανσης η οποία είναι μέχρι σήμερα στο ύψος των 110 περίπου εκ. € και η ουσιαστική εξαφάνιση της ΣΑΤΑ, δημιουργούν ασφυκτικές οικονομικές πιέσεις στους Δήμους.
Εκτιμούμε ότι πρέπει να εγγραφεί τουλάχιστον το ποσό αυτό των 215 εκ. €, στον προς συζήτηση και ψήφιση Προϋπολογισμό του 2017, ως προκαταβολή έναντι της διαπραγμάτευσης που πρέπει να ξεκινήσει άμεσα.
Σε αντίθετη περίπτωση οι Δήμοι δεν θα μπορέσουν να ισοσκελίσουν τους προϋπολογισμούς τους, με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν να οδηγηθούν στο Πρόγραμμα Οικονομικής Εξυγίανσης.
Θεωρούμε επίσης ως επιτακτική την ανάγκη παράτασης των δανειακών συμβάσεων των Δήμων με το Ταμείο Παρακαταθηκών & Δανείων σε βάθος 35ετίας, ώστε να τους δίνεται η δυνατότητα λειτουργίας με τους ελάχιστους πόρους που διαθέτουν.
Κύριοι Υπουργοί,
Η Τοπική Αυτοδιοίκηση έχει συμβάλει εμπράκτως στη δημοσιονομική προσαρμογή της χώρας και δεν μπορεί να συνεχίζει να έχει τις περικοπές που προβλέπονται στον Προϋπολογισμό, τη στιγμή που οι αρμοδιότητες μας αυξάνουν και προσπαθούμε να παρέχουμε υψηλού επιπέδου υπηρεσίες στον πολίτη και στην κοινωνία ως Τοπική Αυτοδιοίκηση πρώτου βαθμού.