Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ο δημόσιος τομέας χρειάζεται ριζοσπαστικές αλλαγές για να είναι αποτελεσματικός και να παρέχει καλλίτερες υπηρεσίες στον πολίτη.
Ο αρμόδιος υπουργός όμως, αντί να ασχοληθεί σοβαρά με το θέμα αυτό, εφεύρε το θεσμό της συγκριτικής “αξιολόγησης” των υπαλλήλων, δημιουργώντας ένα περιβάλλον ανασφάλειας και ανησυχίας στο δημόσιο.
Η κυβέρνηση συνεχίζοντας τη διάλυση και των τελευταίων αναχωμάτων εργασιακών δικαιωμάτων και κοινωνικής προστασίας, εφεύρε το εργαλείο της νέας μεθόδου αξιολόγησης των υπαλλήλων, για να δημιουργήσει μία νέα δεξαμενή διαθεσίμων, καθορίζοντας εκ των προτέρων τα ποσοστά και τις κλίμακες βαθμολόγησης.
Παράλληλα με την προώθηση του νέου μισθολογίου, θα μειωθούν ακόμα περισσότερο οι αποδοχές της μεγάλης πλειονότητας των δημοσίων υπαλλήλων.
Στόχος της είναι να ελέγξει πλήρως τη διοικητική ιεραρχία, προετοιμάζοντας νέα έφοδο στις θέσεις ευθύνης μέσα από ασφυκτικό
κομματικόέλεγχο.
Έτσι για πρώτη φορά με το Ν.4250/14 εισάγεται η έννοια της συγκριτικής αξιολόγησης, μέσω της ποσόστωσης και προσδιορίζονται τα ανώτατα ποσοστά υπαλλήλων που μπορούν να αξιολογηθούν ανά κλίμακα βαθμολογίας.
Όμως, όπως έχει επισημανθεί και από το Επιστημονικό Συμβούλιο της Βουλής υφίστανται ζητήματα αντισυνταγματικότητας των διατάξεών του, λόγω της αδυναμίας σαφούς, ειδικής και επαρκούς αιτιολόγησης των αποφάσεων επιμερισμού
ποσοστών αξιολόγησης ανά κλίμακα βαθμολόγησης.
Άλλωστε βασικές αρχές και κατευθύνσεις του συστήματος αξιολόγησης των υπαλλήλων είναι η αντικειμενική και αμερόληπτη στάθμιση, βάσει σαφώς προσδιορισμένων κριτηρίων της επαγγελματικής ικανότητας και καταλληλότητας των υπαλλήλων, σε σχέση με το αντικείμενο της εργασίας τους και τα καθήκοντά τους, αλλά και της απορρέουσας από το Σύνταγμα αρχή της αξιοκρατίας.
Σε μία διοίκηση λοιπόν, που λειτουργεί χωρίς καθηκοντολόγιο, χωρίς διακριτά χρονικά στάδια υλοποίησης των διαδικασιών και χωρίς προσδιορισμό των υπαλλήλων που απαιτούνται για τη διεκπεραίωση και με υπηρεσίες υποστελεχωμένες, ο Ν.4250/2014 είναι όχι μόνο αντισυνταγματικός αλλά και ανεφάρμοστος.
Για το λόγο αυτό πρέπει οι Γενικοί Διευθυντές Υπουργείων, οι Περιφερειάρχες και οι Δήμαρχοι, να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων , να μην εκδώσουν αποφάσεις επιμερισμού ποσοστών και να μη συντάξουν εκθέσεις αξιολόγησης.
Πρέπει ο Ν. 4250/2014 να καταργηθεί και να υπάρξει ένα αντικειμενικό και αμερόληπτο σύστημα αξιολόγησης των υπαλλήλων, το οποίο θα παρέχει ουσιαστικά κίνητρα για την βελτίωση της αποδοτικότητας και αποτελεσματικότητας του έργου τους, προς όφελος του πολίτη και των ιδίων των εργαζομένων.
*Γεωπόνος – τ. Αντιπεριφερειάρχης Μεσσηνίας