Κομβικής σημασίας η ολοκλήρωση της 2ης αξιολόγησης

Γράφει ο Πέτρος Κωνσταντινέας*

konstantineas1Καθημερινά γινόμαστε θεατές μιας αήθης επίθεσης εναντίον της κυβερνητικής πολιτικής μεσούσης της διαπραγμάτευσης για την ολοκλήρωση της 2ης αξιολόγησης. Η λογική του «…πες πες κάτι θα μείνει…» αποτελεί ένα ακόμα λιθαράκι στα θεμέλια της απαξίωσης του πολιτικού σκηνικού. Στη μάχη που αφορά τις εργασιακές σχέσεις, αντί να βρίσκεται σύσσωμο το πολιτικό σύστημα απέναντι στις εξωπραγματικές απαιτήσεις που παραπέμπουν σε εργασιακό μεσαίωνα, βλέπουμε αιρετά μέλη της κοινωνίας μας να στέκονται απέναντι «παίζοντας τα ρέστα τους» υπέρ της πλήρους ισοπέδωσης των λαϊκών στρωμάτων. Μόνο ντροπή για αυτούς μπορεί κανείς να νοιώθει.

Είναι απολύτως αναγκαίο να κλείσει η διαπραγμάτευση, όσο το δυνατόν συντομότερα με ταυτόχρονη συζήτηση για την λήψη των απαραίτητων μέτρων που αφορούν την ελάφρυνση του χρέους. Κύριος στόχος λοιπόν, είναι η άμεση λήψη των λεγόμενων βραχυπρόθεσμων μέτρων αλλά και το άνοιγμα της συζήτησης για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα, που θα ληφθούν από τώρα μέχρι και το 2018 που τελειώνει το πρόγραμμα. Την ίδια στιγμή αποτελεί ανάγκη υψίστης σημασίας σχετικές αποφάσεις που αφορούν την μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων στα έτη μετά το 2018. Στη χώρα μας, εξαιτίας της παταγώδους αποτυχίας των δυο πρώτων προγραμμάτων με τα γνωστά αποτελέσματα του 27% επίσημης ανεργίας και κοντά στα 60% της ανεργίας των νέων,  είναι επιτακτική η ανάγκη να στύβουμε καθημερινά το κεφάλι μας για το πώς θα αυξήσουμε τις θέσεις εργασίας και όχι για το πώς θα αυξήσουμε το όριο των απολύσεων. Επιπλέον, ως ισότιμο μέλος της ΕΕ δεν μπορούμε να αποτελούμε εξαίρεση από τη θεσμική κανονικότητα που διέπουν τις Ευρωπαϊκές εργασιακές σχέσεις.

Αντί, λοιπόν, να βρισκόμαστε στην ίδια πλευρά της όχθης, υπερασπιζόμενοι τα εργασιακά δικαιώματα όλων εκείνων των απλών πολιτών που μας έστειλαν στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, παρατηρούμε μια στάση από την Αξιωματική Αντιπολίτευση πόλωσης και διχασμού.  Βλέπουμε τον αρχηγό της ΝΔ να υπερασπίζεται με περίσσιο πάθος τις απόψεις των πιο ακραίων δυνάμεων εκ των δανειστών. Μάχεται υπέρ ενός εργασιακού μεσαίωνα τον οποίο με «αρχιτεκτονικό» τρόπο ξεκίνησαν το 2012, δίνοντας την δυνατότητα σε όλη την κοινωνία να αντιληφθεί καθαρά με ποιους είναι και ποια συμφέροντα έχει εντολή να εξυπηρετεί. Οι θιασώτες του «μένουμε Ευρώπη» μάλλον, άφησαν εκτός ατζέντας το εργασιακό καθεστώς που επικρατεί στην Ευρώπη. Είναι ικανοί να εγκαλέσουν και τον Πρόεδρο Γιούνκερ όταν το καλοκαίρι του 2015 υπέγραφε κοινή δήλωση με τον Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα για την ανάγκη επαναφοράς των συλλογικών διαπραγματεύσεων στην Ελλάδα. Η επιστροφή στις κυβερνητικές καρέκλες είναι ο μοναδικός τους σκοπός πάση θυσία. Επιδιώκουν με πάθος την αποτυχία των διαπραγματεύσεων. Δηλαδή, τη μη λήψη μέτρων για το χρέος και τον αποκλεισμό της χώρας από το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Αμφισβητούν την αναπτυξιακή προοπτική της Χώρας ακόμα και κόντρα στις προβλέψεις όλων (2,7% ανάπτυξη και την κατά πολύ μεγάλη υπέρβαση του πρωτογενούς πλεονάσματος του 1,75% του ΑΕΠ). Υπονομεύουν την σταθερή πορεία των δημοσιονομικών, ζητώντας εκλογές θέτοντας σε κίνδυνο μια σειρά κρίσιμων κοινωνικών παρεμβάσεων του προϋπολογισμού όπως:

  • Την πλήρη επέκταση του κοινωνικού εισοδήματος αλληλεγγύης ύψους 760 εκ. ευρώ το οποίο προβλέπεται να καλύψει πάνω από 250.000 νοικοκυριά.
  • Την ενίσχυση με επιπλέον 300 εκ. ευρώ για το κοινωνικό κράτος και συγκεκριμένα στους τομείς της Υγείας, της Παιδείας και της Κοινωνικής Προστασίας.
  • Την συνεισφορά πάνω από 100 εκ. ευρώ για την ρύθμιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων των υπερχρεωμένων νοικοκυριών
  • Και τέλος, την αύξηση των πόρων των Δημοσίων Επενδύσεων κατά 250 εκ. ευρώ πράγμα το οποίο συμβαίνει για πρώτη φορά κατά την διάρκεια της Ελληνικής κρίσης και των προγραμμάτων.

Η κριτική στην υπερφορολόγηση είναι θεμιτή και εύλογη. Όμως πρέπει να συνοδεύεται και από αντιπροτάσεις. Αν αυτή η αντιπρόταση εμπεριέχει περικοπές δαπανών από υγεία και παιδεία, οριζόντιες περικοπές συντάξεων, τη ρήτρα μηδενικού ελλείμματος και εξοικονομήσεις από ανελαστικές δημόσιες δαπάνες καθώς και μαζικές απολύσεις στον ήδη υποστελεχωμένο δημόσιο τομέα, τότε αυτή είναι μια αντιπρόταση κοινωνικής καταστροφής.

Η ακατάπαυστη αναφορά στελεχών της ΝΔ στις προεκλογικές υποσχέσεις του ΣΥΡΙΖΑ τον Ιανουάριο του 2015 έχει στόχο να παραπλανήσει την κοινή γνώμη, αφού είναι γνωστό πως η σημερινή κυβέρνηση έλαβε εκ νέου εντολή το Σεπτέμβριο του 2015, απευθυνόμενη στον ελληνικό λαό με το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης του Ιουλίου. Μια συμφωνία που επέφερε, δυστυχώς, ένα τρίτο μνημόνιο με λιγότερες δεσμεύσεις κατά 20 δις ευρώ (χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα).

Τα φτωχά λαϊκά στρώματα από την πρώτη στιγμή ανακουφίστηκαν από μέτρα κοινωνικής πολιτικής όπως: δωρεάν ρεύμα και νερό σε φτωχά νοικοκυριά, δωρεάν μετακινήσεις ανέργων, επιδότηση ενοικίου, κάρτα αλληλεγγύης, γεύματα σε σχολεία λαϊκών γειτονιών, έναρξη εφαρμογής ολοήμερων σχολείων, κουπόνια σίτισης, κατάργηση των 5 ευρώ στα νοσοκομεία, δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη σε ανασφάλιστους συμπολίτες μας. Στις δύσκολες οικονομικές συνθήκες που εξακολουθεί να διαβιοί ο ελληνικός λαός, η κυβέρνηση κατάφερε να διαχειριστεί ικανοποιητικά το προσφυγικό αναδεικνύοντάς το σε Ευρωπαϊκό και Διεθνές πρόβλημα και θέτοντας τις Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις προ των ευθυνών τους. Επιπλέον, είχε να αντιμετωπίσει και ξενοφοβικά σύνδρομα αρχόντων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης που θεωρούν το χώρο ευθύνης τους ως μεγαλοτσιφλίκι. Δημάρχων που είναι ανίκανοι να χαράξουν τα όρια της δικής τους πολιτικής με την εθνική πολιτική.

Και για να τελειώνουμε… ναι ο ΣΥΡΙΖΑ ατυχώς (ψευδώς για τους πολιτικούς αντιπάλους) υποσχέθηκε να σχίσει τα μνημόνια. Ατυχώς έθεσε τον πήχη των προσδοκιών τόσο ψηλά. Ένας λόγος, πράγματι, ισχυρός για να τον εμπιστευτεί ο ελληνικός λαός τον Γενάρη του 2015. Βρεθήκαμε, όμως, απέναντι σε μια ισχυρή-καλά οργανωμένη γερμανική Ευρώπη μη έχοντας συμμάχους ούτε καν στο εσωτερικό της χώρας και με βαρίδια δεσμεύσεων από τους προκατόχους Σαμαρά-Βενιζέλο περί βιωσιμότητας του χρέους. Η ελληνική κυβέρνηση διαπραγματεύτηκε για πρώτη φορά και κατάφερε να διεθνοποιήσει το πρόβλημα της Ελλάδος, αλλάζοντας την τάση που είχε δημιουργηθεί από τις προηγούμενες κυβερνήσεις περί του «τεμπέλη» και «διεφθαρμένου» Έλληνα. Τον Ιούλιο του 2015 αναδιπλώθηκε και συνθηκολόγησε με ένα Μνημόνιο. Παρά το αποτέλεσμα αυτό είχε το θάρρος να ζητήσει ξανά την εμπιστοσύνη από τον ελληνικό λαό… και την πήρε. Η μεγάλη, λοιπόν, διαφορά πολιτικής ηθικής του ΣΥΡΙΖΑ από την μια και του ΠΑΣΟΚ, ΝΔ από την άλλη καταγράφεται τον Σεπτέμβριο του 2015, όταν, στις εκλογές που επεδίωξε να γίνουν, ζήτησε εντολή «…με το μνημόνιο στο χέρι…».

Αυτή την εμπιστοσύνη δεν πρέπει επ’ ουδενί να την χάσουμε. Η μάχη είναι καθημερινή δίχως περιθώρια εφησυχασμού. Μέλη και στελέχη οφείλουμε να δίνουμε την μάχη της καθημερινότητας δίπλα στους πολίτες έξω από τα κλειστά γραφεία.  Τα προβλήματα είναι εκεί έξω… Η 2η αξιολόγηση πρέπει να κλείσει με την κοινωνία όρθια. Οι πάντες θα κριθούμε στο τέλος, είτε συλλογικά είτε ατομικά.

*Βουλευτής Μεσσηνίας-ΣΥ.ΡΙΖ.Α.