Στην τοποθέτηση του ο επικεφαλής της «Λαϊκής Συσπείρωσης» στη συνεδρίαση του ΠεΣυ για το θέμα: «ΣΜΠΕ του επιχειρησιακού Προγράμματος της Περιφέρειας Πελοποννήσου 2014-2020» τόνισε:
«Το επιχειρησιακό Πρόγραμμα (ΕΠ) της Περιφέρειας Πελοποννήσου 2014-2020 αναπαράγει πιστά το στρατηγικό σχεδιασμό της ΕΕ του κεφαλαίου της ΕΥΡΩΠΗΣ 2020, που αξιοποιεί τις συνθήκες της καπιταλιστικής κρίσης με ένταση της αντιλαϊκής επίθεσης σε όλα τα κράτη μέλη, καθορίζει τους σχεδιασμούς των ευρωπαϊκών μονοπωλίων με το βλέμμα στραμμένο στη φάση της καπιταλιστικής αναζωογόνησης, στην αύξηση των κερδών τους, στη βελτίωση της θέσης τους, στον ανελέητο ανταγωνισμό ανάμεσα στα ιμπεριαλιστικά κέντρα.
Βεβαίως θα υπάρξει κάποια στιγμή ανάπτυξη, εμείς λέμε αυτή θα είναι αναιμική και πρόδρομος της νέας κρίσης που θα είναι πιο βαθιά και βάρβαρη, γιατί αυτός είναι ο οικονομικός κύκλος του καπιταλιστικού συστήματος. Από αυτήν όμως την ανάπτυξη ποιος θα ωφεληθεί; Αυτό είναι το κρίσιμο ερώτημα. Το παράδειγμα των ΗΠΑ και του Ομπάμα, το οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ λατρεύει ως μοντέλο ανάπτυξης είναι αποκαλυπτικό.
Το 85% της ανάπτυξης που έγινε από το 2009 και μετά συγκεντρώθηκε στο 2% του πληθυσμού. Το υπόλοιπο 98% του πληθυσμού ζούσε και ζει όπως στις συνθήκες κρίσης της οικονομίας των ΗΠΑ. Δεν αλλάζει τίποτα γι αυτούς.
Άρα λοιπόν η οποιαδήποτε ανάπτυξη θα βασίζετε στην εξαθλίωση των εργαζομένων, στην εξαθλίωση των λαϊκών στρωμάτων, για να εξασφαλιστεί η κερδοφορία των καπιταλιστικών ομίλων. Θα είναι μια ανάπτυξη που θα δημιουργεί τις προϋποθές3εις για νέα κρίση, θα βασίζεται στην αναρχία της παραγωγής και έτσι ακριβώς θα οξύνει την κοινωνική αντίθεση ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της εργασίας και την ατομική ιδιοποίηση του παραγόμενου πλούτου άρα θα οδηγεί και στην όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, στην καταστροφή των παραγωγικών δυνατοτήτων και δυνάμεων άρα και του περιβάλλοντος.
Η πλήρης εναρμόνιση του ΕΠ και της ΣΜΠΕ με τις εντολές των ευρωενωσιακών μονοπωλίων δεν είναι μόνο πολιτική επιλογή των κομμάτων του ευρωμονόδρομου αλλά και υποχρεωτική αφού η όποια χρηματοδότηση των προτεινόμενων δράσεων έχει σαν προϋπόθεση να υπακούουν αυτές τις γενικότερες αντιλαϊκές πολιτικές της στρατηγικής ΕΥΡΩΠΗΣ 2020.
Τα διαφορετικά μείγματα διαχείρισης και τα «μοντέλα ανάπτυξης» που προβάλλονται από τα κόμματα της αστικής διαχείρισης είναι στα πλαίσια του διαγωνισμού τους για το ποιος μπορεί καλύτερα να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου στο σύνολό του ή τμημάτων του, ποιος μπορεί καλύτερα να θωρακίσει την εξουσία του κόντρα κι ενάντια στην ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών.
Σ’ αυτά τα πλαίσια η εντεινόμενη υποβάθμιση και καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος, τόσο παγκοσμίως, όσο και στην Ελλάδα, η ένταση της εμπορευματοποίησης των φυσικών πόρων, του αέρα, της ενέργειας, των δασικών οικοσυστημάτων, της γης, η υποβάθμιση του αστικού και οικιστικού περιβάλλοντος, σηματοδοτούν κι αποκαλύπτουν ακόμα πιο έντονα το αποτέλεσμα του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης. Αναδεικνύουν το περιβάλλον ως πεδίο ληστρικής εκμετάλλευσης των μονοπωλιακών ομίλων, αποκαλύπτουν τους πραγματικούς στόχους της πράσινης οικονομίας, η οποία αποτελεί πρόταση διαχείρισης και αξιοποίησης των προβλημάτων του περιβάλλοντος προς όφελος της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η «περιβαλλοντική» πολιτική της ΕΕ. Σε αυτό το έδαφος εκδηλώνεται και η όξυνση των αντιθέσεων των καπιταλιστικών κρατών διεθνώς για τον έλεγχο των αγορών, τον καθορισμό των στόχων, των μηχανισμών ελέγχου και την κατανομή της χρηματοδότησης για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Οι επιπτώσεις της διαχρονικής ασκούμενης πολιτικής στον τομέα του περιβάλλοντος στη χώρα μας είναι σοβαρές, με χαρακτηριστικές μεταξύ άλλων, περιπτώσεις τη ρύπανση επιφανειακών νερών και υπόγειων υδροφορέων, τα καμένα δάση, τις πλημμύρες, τη συνεχή διάβρωση των εδαφών, την παραπέρα εμπορευματοποίηση της γης, το δραματικό αδιέξοδο στη διάθεση των απορριμμάτων, την πλήρη ανυπαρξία υποδομών επεξεργασίας επικίνδυνων βιομηχανικών αποβλήτων και τις σοβαρές ελλείψεις στη διαχείριση των αποβλήτων υγείας, την ανύπαρκτη πρακτικά επεξεργασία των υγρών βιομηχανικών αποβλήτων, το τεράστιο έλλειμμα σε μονάδες βιολογικού καθαρισμού αστικών λυμάτων, με την υπολειτουργία όσων υπάρχουν, το μόνιμα υποβαθμισμένο εργασιακό περιβάλλον.
Η κυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ μεθοδεύει ταυτόχρονα την ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης, εξειδικεύοντας τις κοινοτικές κατευθύνσεις εμπορευματοποίησης του νερού προς όφελος των κερδών των μονοπωλίων και σε βάρος της λαϊκής οικογένειας και των εργαζομένων του κλάδου. Το νομοσχέδιο για τα δάση που πρόκειται να κατατεθεί τις επόμενες μέρες, η προώθηση της ιδιωτικής πολεοδόμησης, οι διαδικασίες εκποίησης λιμανιών και παραλιών μέσω του ΤΑΙΠΕΔ, αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα της αντιπεριβαλλοντικής πολιτικής.
Άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, αποδέχονται την πολιτική της ΕΕ για το περιβάλλον στο νερό, στη διαχείριση των αποβλήτων, στην ενέργεια, στην κλιματική αλλαγή, στο χωροταξικό σχεδιασμό. Υιοθετούν την αντιδραστική λογική της ΕΕ ο «ρυπαίνων πληρώνει».
Στον αντίποδα όλων αυτών των θέσεων βρίσκεται η οικονομία και πολιτική που στηρίζεται στην κοινωνική ιδιοκτησία όλων των φυσικών πόρων και των μέσων αξιοποίησής τους, στον κεντρικό σχεδιασμό, στην παραγωγή με κίνητρο την κοινωνική ευημερία. Μόνο έτσι μπορεί να υπάρξει συνειδητή προγραμματισμένη ισόρροπη επίδραση του ανθρώπου στη φύση, δημιουργούνται και οι προϋποθέσεις μιας ανάλογης, με τους ίδιους στόχους, διευρωπαϊκής και παγκόσμιας συνεργασίας των λαών με αμοιβαίο όφελος.
Ο δρόμος που προτείνει το ΚΚΕ με αποδέσμευση από την ΕΕ, κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων, με λαϊκή εξουσία, εξασφαλίζει την ισόμετρη ανάπτυξη των περιφερειών και των κλάδων της οικονομίας, με επιστημονικό κεντρικό σχεδιασμό και εργατικό – λαϊκό έλεγχο. Σε αυτό το πλαίσιο θα μπορέσει να αναπτυχθεί μια σταθερή, συμβατή σχέση μεταξύ του εργαζόμενου ανθρώπου και της φύσης.
Για να ανοίξει ο δρόμος γι’ αυτή την ελπιδοφόρα προοπτική, το ΚΚΕ δίνει καθημερινές μάχες για την προστασία των δασών, του υδροφόρου ορίζοντα, των ελεύθερων χώρων, του εργασιακού περιβάλλοντος, την αντισεισμική θωράκιση, την αντιπλημμυρική και αντιπυρική προστασία, τη δημιουργία ενιαίου δημόσιου φορέα διαχείρισης αποβλήτων, αποκλειστικά κρατική και ολοκληρωμένη διαχείριση υδάτινων πόρων.
Για όλους αυτούς τους λόγους καταψηφίζουμε τη ΣΜΠΕ του ΕΠ της Περιφέρειας Πελοποννήσου 2014-2020.»