Διαβάζω στους τίτλους όλων των ελληνικών ΜΜΕ το «τραγικό μήνυμα» ότι στη Γενεύη παίζεται η τύχη της Κύπρου και εξανίσταμαι… Δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσο εκτός πραγματικότητας είναι οι τίτλοι αυτοί, και τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι οι περισσότεροι που ασχολούνται με το Κυπριακό στην Ελλάδα, το γνωρίζουν επιδερμικά και απασχολούνται με το θέμα όταν ανακοινωθούν διασκέψεις όπως της Γενεύης ή όταν υπάρχουν κρίσεις, όπως οι δολοφονίες του Ισαάκ και του Σολωμού.
Του Μιχάλη Ιγνατίου
Δεν αναμένω ότι θα έχουν διαβάσει τα χιλιάδες έγγραφα που συγκροτούν τον «Φάκελο Κυπριακό» ούτε τα δεκάδες ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας και της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών. Ούτε εγώ, που θεωρούμαι λόγω καταγωγής και μόνο ως ειδικός στα του Κυπριακού το έχω κάνει.
Μιλούσα τις προάλλες με ανώτερο πολιτικό στέλεχος, που έχει καθημερινά στην ατζέντα του το Κυπριακό, και συμφωνήσαμε ότι λόγω ηλικίας, ούτε ο Πρωθυπουργός της χώρας έχει τις κατάλληλες γνώσεις, χωρίς αυτό να υπονοείται ως κατηγορία. Όσοι γεννήθηκαν το 1974 και μετά, δεν έζησαν τα δραματικά γεγονότα της Κύπρου διότι απλά δεν είχαν …γεννηθεί. Αλλά και όσοι ήταν δέκα ετών και κάτω ελάχιστα θυμούνται. Άρα, το μεγαλύτερο κομμάτι του ελληνικού λαού, δεν έχει θύμισες από την κυπριακή τραγωδία, την εισβολή και την κατοχή.
Το γεγονός αυτό, είναι μία καλή, θα έλεγα, δικαιολογία, για την άγνοια που επικρατεί και για τα λάθη που συχνά εμφανίζονται στα ΜΜΕ με αποτέλεσμα να παραπληροφορείται ο λαός για τα σημερινά δεδομένα στο νησί και το Κυπριακό αυτό καθ’ αυτό. Συναντώ συναδέλφους, που θα έπρεπε να γνωρίζουν τους βασικούς όρους του Κυπριακού, να ομιλούν για «Τουρκοκύπριο Πρόεδρο» όταν αναφέρονται στον κατοχικό ηγέτη Μουσταφά Ακιντζί. Ή να γράφουν τις κατεχόμενες περιοχές ως «Βόρεια Κύπρο». Έχω συναντήσει Έλληνες πολίτες να μην γνωρίζουν ότι ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών, και κανένα κράτος στον κόσμο -εκτός των ισλαμο-εθνικιστών της Τουρκίας- δεν αναγνωρίζουν το παράνομο κατοχικό καθεστώς.
Η έλλειψη των βασικών γνώσεων για το Κυπριακό οφείλεται σε όλα τα παραπάνω. Θα προσθέσω και το γεγονός ότι ούτε τα στελέχη των ελληνικών κομμάτων αντιλαμβάνονται τους κανόνες του Κυπριακού. Πολύ λίγοι καταλαμβαίνουν τη ζημιά που θα προκαλέσει στην Ελλάδα η απώλεια της Κύπρου. Πολύ λίγοι αντιλαμβάνονται ότι η διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία θα οδηγήσει σε διάλυση του ελληνικού στοιχείου. Ούτε ξέρουν πως πρόκειται για άκρως φιλοτουρκική και ρατσιστική διευθέτηση, που δεν θα επανενώνει το νησί αλλά θα το οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια στη διχοτόμηση και την κατάρρευση.
Στη Γενεύη, λοιπόν, δεν παίζεται η τύχη της Κύπρου, αλλά της Ελλάδας. Και για όσους θα ενοχληθούν πιθανά, ας προσθέσω και ένα και. Παίζεται και η τύχη της Ελλάδας. Και για το λόγο αυτό, ο Πρωθυπουργός και όλα τα κόμματα πλην του ΚΚΕ που τηρεί συνειδητά και με συνέπεια τις διαχρονικές θέσεις του, πρέπει να αναλογιστούν τις ευθύνες τους, για το γεγονός ότι δεν ασχολούνται όσο απαιτούν οι περιστάσεις και αφήνουν μόνο του τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας να λαμβάνει αποφάσεις που επηρεάζουν άμεσα και τον ελληνικό χώρο.
Τα τελευταία 42 χρόνια, αλλά και πριν όταν η χούντα, που πρόδωσε την Κύπρο, είχε καταλύσει τη Δημοκρατία στη χώρα που την γέννησε, η άμυνα της Ελλάδας είχε μεταφερθεί στο νησί. Οι Έλληνες πολιτικοί κρύβουν πολύ καλά το «μυστικό» ότι λόγω της Κύπρου οι Τούρκοι δεν ενοχλούν όσο θα ήθελαν την Ελλάδα. Είναι υποχρεωμένοι να αφιερώνουν τις δυνάμεις τους στο νησί, διότι η Κύπρος λόγω της στρατηγικής της σημασίας, τους ενοχλεί αλλά και τους ενδιαφέρει περισσότερο από την Ελλάδα. Αυτή τη στιγμή τουλάχιστον.
Αυτό δεν σημαίνει ότι το Κυπριακό πρέπει να παραμείνει άλυτο. Τα 42 χρόνια κατοχής είναι πάρα πολλά. Αυτή κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί άλλο και σ’ αυτό συμφωνούμε όλοι. Ταυτόχρονα, είναι παράλογη η θέση των υποστηρικτών της «όποιας λύσης», οι οποίοι δέχονται και πιέζουν τον Πρόεδρο Αναστασιάδη να υποχωρήσει και πέραν των «κόκκινων γραμμών» του, που έτσι και αλλιώς είναι υπερβολικά ασθενείς. Ο στόχος πρέπει να είναι μία λύση που θα αντέξει στο χρόνο και για τον λόγο αυτό απαιτείται να τηρηθούν οι όροι και οι κανόνες της Δημοκρατίας. Οι συνεχείς υποχωρήσεις της ελληνικής πλευράς και το έξτρα βήμα που επέλεξε να διανύσει για να «συναντήσει» τον παραλογισμό των τουρκικών θέσεων, δεν ωφελεί την εθνική υπόθεση και δημιουργείται ένα «κράτος Φράνγκεσταϊν, το οποίο μοιραία θα καταρρεύσει.
Είμαι σε θέση να γνωρίζω ότι ο κ. :Αναστασιάδης τρέμει αυτή την κατάρρευση, που θα ανοίξει τους ασκούς του Αιόλου και για την Ελλάδα. Εάν η διευθέτηση του Κυπριακού δεν είναι καθαρή και λειτουργική και η νίκη κερδηθεί από την Τουρκία, αμέσως μετά ο Ταγίπ Ερντογάν και η ισλαμο-εθνικιστική κυβέρνησή του θα στρέψουν τα βλέμματα τους προς τη Θράκη και τα νησιά του Αιγαίου. Η στόχευση των Οινούσσων και της Χίου δεν γίνεται τυχαία. Στη Θράκη οργανώνεται και εμείς τι κάνουμε για να αντιμετωπίσουμε την απειλή. Του χαρίσαμε την μουσουλμανική μειονότητα και οι Πομάκοι, που αφέθηκαν στο έλεος της φτώχειας τους, αναγκάζονται να στραφούν προς την Άγκυρα.
- Εάν η λύση του Κυπριακού αποτρέπει κάθε επιρροή της Τουρκίας στο νησί, ο Ταγίπ Ερντογάν θα χάσει και στην Ελλάδα.
- Αντίθετα, εάν υλοποιήσει τους σχεδιασμούς του και καταφέρει να νομιμοποιήσει με την υπογραφή της ελληνοκυπριακής ηγεσίας την επιρροή του στην Κύπρο, με τον ένα ή άλλο τρόπο, τότε θα έχει το πάνω χέρι και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Θα μας σαρώσει και δεν κινδυνολογώ, απλά καταγράφω με ακρίβεια τους σχεδιασμούς του.
Η επιδίωξη της λύσης πρέπει (και είναι) η προτεραιότητά μας. Αλλά όχι η «όποια λύση», που θα καταστήσει όμηρο της Τουρκίας και την Ελλάδα. Ο λαός της Κύπρου θα την απορρίψει, εάν η πολιτική ηγεσία του φορτώσει τις δικές της ευθύνες μέσω του δημοψηφίσματος. Η μάχη που πρέπει να δοθεί από την Λευκωσία και την Αθήνα είναι βασικά για την Δημοκρατία αυτή καθ’ αυτή. Η «όποια λύση» που συζητείται σήμερα καταργεί και τις δημοκρατικές διαδικασίες σε μία χώρα όπου οι κάτοικοί της, ακόμα και οι Τουρκοκύπριοι, την τιμούν και την προστατεύουν. Η διαπραγμάτευση διεξάγεται σε εντελώς λάθος βάση και από τη στιγμή που η διευθέτηση της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας έχει χάσει το νόημά της, η Λευκωσία και η Αθήνα έπρεπε να την απορρίψουν. Και ως φιλοτουρκική, αλλά και ως άκρως ρατσιστική.
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα CAPITAL
Πηγή:mignatiou.com