Γράφει ο Βαγγέλης Λαμπρόπουλος*
Τα γεγονότα είναι λίγο – πολύ γνωστά: Η φετινή συμμετοχή της Ουκρανίας στη Γιουροβίζιον με τον τίτλο «1944», που μιλάει για την εκτόπιση των Τατάρων από την Κριμαία κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, πήρε την πρώτη θέση στο διαγωνισμό. Τα ΜΜΕ μετέδωσαν όλο συγκίνηση την ιστορία των «κακόμοιρων» Τατάρων που διώχτηκαν από τον «εγκληματία» Στάλιν. Η Ρωσία κατήγγειλε τη συμμετοχή ενός «πολιτικού τραγουδιού» και την «πολιτική εκμετάλλευση» της «τραγωδίας» των Τατάρων. Και η Τζαμάλα, η ερμηνεύτρια, θυμήθηκε την προγιαγιά της και έκλαψε με δάκρυα περηφάνιας λίγο πριν πάρει τις ανθοδέσμες από τα αιματοβαμμένα χέρια των εκπροσώπων της κυβέρνησης της Ουκρανίας και δηλώσει ότι «η πραγματική ιστορία της Ουκρανίας ακούστηκε».
Φυσικά, καμία ιστορία της Ουκρανίας δεν ακούστηκε στη Γιουροβίζιον. Κι ούτε, βέβαια, και περιμέναμε κάτι τέτοιο από τη φιέστα της βιομηχανίας του θεάματος που η σχέση της με την ιστορική αλήθεια είναι όση και με την Τέχνη, δηλαδή καμία. Εκείνο που και πάλι ακούστηκε ήταν ένα κακόφωνο και καθόλου νέο παραμύθι, που εδώ και δεκαετίες αναπαράγουν τα αστικά επιτελεία και οι μηχανισμοί τους, από το «Radio Liberty» παλιότερα έως και κάθε λογής αντικομμουνιστές «ιστορικούς» και δημοσιολόγους της ΕΕ σήμερα, που, με τον «αέρα» που τους δίνουν, μετά το ’90, η νίκη της αντεπανάστασης και οι ανατροπές στις σοσιαλιστικές χώρες, νομίζουν ότι έχουν τα χέρια λυμένα, για να ασελγούν πάνω στην ιστορική αλήθεια, να συκοφαντούν το σοσιαλισμό – κομμουνισμό και το πρώτο εργατικό κράτος στον κόσμο, τη Σοβιετική Ενωση, με τα μάτια στραμμένα όχι μόνο στις σημερινές τους αντιπαραθέσεις με την καπιταλιστική Ρωσία, αλλά στο μέλλον απ’ όπου και «ξορκίζουν» τον πραγματικό κίνδυνο για την εξουσία και οικονομία του κεφαλαίου. Χωρίς, φυσικά, στην επιχείρηση αυτή να έχουν – σήμερα όπως και τότε – κανένα κόλλημα να «ξεπλύνουν» τους συνεργάτες των ναζί, αλλά και τους ιδεολογικούς και φυσικούς απόγονους τους και υμνητές τους, όπως είναι η σημερινή κυβέρνηση της Ουκρανίας που έχει την απλόχερη στήριξη της ΕΕ και που έσπευσε φυσικά να πανηγυρίσει γι’ αυτήν την (όχι και τόσο) «απίστευτη νίκη».
Είναι γνωστός, εξάλλου, ο «έρωτας» της τόσο ευαίσθητης ΕΕ με τους Ουκρανούς νεοναζί του «Δεξιού Τομέα» και λοιπούς αντικομμουνιστές «σταυροφόρους» από το 2013, τότε που η ΕΕ μαζί με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, αξιοποιούσαν στην αντιπαράθεσή τους με την καπιταλιστική Ρωσία, όσους αργότερα συγκρότησαν την πραξικοπηματική κυβέρνηση της Ουκρανίας, ξεκινώντας έναν αιματηρό πόλεμο και εξαπολύοντας όχι μόνο ένα αιματηρό πογκρόμ απέναντι σε κομμουνιστές, συνδικαλιστές και το ρωσόφωνο πληθυσμό, αλλά κι ένα ιδεολογικό πογκρόμ με στόχο να σβήσουν ό,τι δεν πρόλαβαν οι προηγούμενες αστικές κυβερνήσεις: Τη συνείδηση στο λαό για την ανωτερότητα του σοσιαλισμού που οικοδομήθηκε. Αποκαθιστώντας φυσικά στην προσπάθεια αυτή και τους ιδεολογικούς και φυσικούς απογόνους τους, τους Ουκρανούς συνεργάτες των ναζί και λοιπούς δοσιλόγους ως «εθνικούς ήρωες» και «πατριώτες».
Μόνο που οι διάφορες «μοιρολογίστρες» των ναζί και του αντικομμουνισμού, που δεν μπορούν ακόμα να χωνέψουν ότι η Σοβιετική Ενωση και ο Κόκκινος Στρατός συνέτριψαν το πιο χαρακτηριστικό δημιούργημα του καπιταλισμού, το φασισμό, ξέχασαν ότι εκτός από την γκεμπελίστικη προπαγάνδα του στιλ «τραγούδα, τραγούδα ψέματα, κάτι θα μείνει», υπάρχει και η ιστορική αλήθεια που δεν μπορεί να κρυφτεί όσα δακρύβρεχτα τραγουδάκια κι αν πουν. Και τι λέει αυτή;
Οτι κατά τη διάρκεια της προέλασης των ναζιστικών στρατευμάτων στη Σοβιετική Ενωση, κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο λαός της Κριμαίας, όπως και ο υπόλοιπος σοβιετικός λαός, προέβαλε σημαντική αντίσταση, με πιο χαρακτηριστικά και γνωστά «στιγμιότυπα» την ηρωική πολιορκία της Σεβαστούπολης, που αποτελούσε σημαντική ναυτική βάση της ΕΣΣΔ, από τον Οκτώβρη του 1941 έως τον Ιούλη του 1942, αλλά και τη δράση των αντάρτικων σοβιετικών δυνάμεων που έδρασαν στην κατειλημμένη από τους ναζί περιοχή. Η αγριότητα της ναζιστικής κατοχής ήταν τέτοια, ώστε μέσα σε ένα περίπου 6μηνο, από τον Οκτώβρη του 1941 έως τον Απρίλη του 1942, 91.678 Σοβιετικοί πολίτες ή αλλιώς ο ένας στους 10 κατοίκους της περιοχής εκτελέστηκαν.
Στα εγκλήματα αυτά οι ναζί δεν έδρασαν μόνοι τους: 20.000 περίπου Τάταροι, πολλοί από αυτούς αυτομολώντας από τον Κόκκινο Στρατό, πέρασαν με το μέρος των ναζί, οργανώθηκαν και εξοπλίστηκαν από τις κατοχικές δυνάμεις σε αντισοβιετικές ομάδες «αυτοάμυνας» και «τάγματα τιμωρίας» που πρωτοστάτησαν στο μακέλεμα του λαού της περιοχής και σε μαζικές δολοφονίες. Οπως χαρακτηριστικά περιέγραφε και η απόφαση εκτόπισής τους: «Ως μέλη των γερμανικών ταγμάτων τιμωρίας, κατά τη διάρκεια της κατοχής της Κριμαίας από τα γερμανικά φασιστικά στρατεύματα, οι Τάταροι της Κριμαίας ειδικότερα διακρίθηκαν για τις βάρβαρες αντεκδικήσεις τους εναντίον των Σοβιετικών παρτιζάνων, ενώ βοήθησαν επίσης και τους Γερμανούς επιδρομείς να οργανώσουν βίαιες συγκεντρώσεις Σοβιετικών πολιτών που προορίζονταν για σκλάβοι των Γερμανών, καθώς και στη μαζική εξόντωση των Σοβιετικών πολιτών. (…) συνεργάστηκαν ενεργά με τις γερμανικές αρχές κατοχής, συμμετέχοντας στις λεγόμενες “Ταταρικές Εθνικές Επιτροπές”, που συστάθηκαν από τα γερμανικά όργανα πληροφοριοδοτών, και χρησιμοποιήθηκαν συχνά για τη διείσδυση στα νώτα του Κόκκινου Στρατού από κατασκόπους και δολιοφθορείς (…) προσανατόλισαν τις δραστηριότητές τους στις διώξεις και την καταπίεση του μη ταταρικού πληθυσμού της Κριμαίας από τη Σοβιετική Ένωση με τη βία, με τη βοήθεια των γερμανικών στρατιωτικών δυνάμεων».
Να ποιοι, σύμφωνα με το νικητήριο τραγούδι της Γιουροβίζιον, ήθελαν «ένα μέλλον όπου οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι να ζήσουν και να αγαπήσουν», αλλά «ήρθαν οι ξένοι και τους σκότωσαν»! Να και τι τα έκαναν τα 7.238 τουφέκια, 981 πολυβόλα παντός τύπου, 10.296 χειροβομβίδες και 39 εκτοξευτές όλμων που εντόπισε και κατάσχεσε ο Κόκκινος Στρατός, όταν συνέτριψε τις ομάδες αυτές στα δάση της Κριμαίας κατά την αντεπίθεσή του και την απώθηση των ναζί από την περιοχή τον Απρίλη – Μάη του 1944. Όταν και αντικειμενικά στη σοβιετική εξουσία και μάλιστα μέσα σε συνθήκες του πιο σκληρού πολέμου που έχει γνωρίσει η Ιστορία μπήκε το δίλημμα, είτε να αφήσει τους Τατάρους σε μια κρίσιμη στρατηγικά περιοχή (προγεφύρωμα για τις πετρελαιοπηγές του Μπακού) ως πέμπτη φάλαγγα στα μετόπισθεν του Κόκκινου Στρατού, αλλά και έκθετους στη μαζική αυτοδικία του υπόλοιπου πληθυσμού, είτε να τους μετακινήσει στα μετόπισθεν, όπως και έκανε, με την απόφαση της 11ης Μάη του 1944 της Κρατικής Επιτροπής Αμυνας, του κεντρικού οργάνου της ΕΣΣΔ, με επικεφαλής τον Ι. Στάλιν, το οποίο κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν επιφορτισμένο με την οργάνωση της αμυντικής ικανότητας της χώρας. Μια απόφαση, δηλαδή, πέρα ως πέρα ενταγμένη στη γενικότερη τιτάνια πολεμική προσπάθεια της Σοβιετικής Ενωσης και μέτρο καθαρά αμυντικό.
Καμία σχέση, δηλαδή, με τα ευρωενωσιακά και γκεμπελίστικα παραμύθια περί «γενοκτονίας», «εξολόθρευσης δύστροπων εθνοτήτων» και «εγκλημάτων της Σοβιετικής Ενωσης», που έτσι κι αλλιώς δεν αξίζουν σχολιασμού για τον οποιονδήποτε έχει διαβάσει την απόφαση μετακίνησης των Τατάρων σε περιοχή του Ουζμπεκιστάν. Η οποία απόφαση προέβλεπε μια απολύτως οργανωμένη μετακίνηση που ξεκίνησε στις 18 Μάη του 1944, τη δυνατότητα των Τατάρων να πάρουν όλα τα προσωπικά τους αντικείμενα, ρούχα, τροφές κ.ο.κ., απόδοση αποδείξεων για ιδιοκτησίες, κτίρια, γαίες και ό,τι άλλο άφηναν πίσω τους, εξασφάλιση τροφοδοσίας και ιατρικής περίθαλψης καθ’ όλη τη μετακίνηση, διασφάλιση της στέγης, δωρεάν σίτιση για τους πρώτους μήνες, όχι απλά δικαίωμα στην εργασία αλλά και μέτρα επαγγελματικής αποκατάστασης σε αγροτικές κολεκτίβες και εργατικές κοινότητες, ως και δάνεια για την οικοδόμηση και τον εξοπλισμό οικιών. Ολα αυτά δηλαδή, που, ανεξάρτητα από τις όποιες δυσκολίες στην κατά γράμμα υλοποίηση της απόφασης λόγω του πολέμου, είχαν, ανάμεσα στα άλλα, ως αποτέλεσμα το ποσοστό θνησιμότητας των περίπου 140.000 Τατάρων κατά τη μετακίνηση και εγκατάστασή τους να είναι μόλις 0,09%, σύμφωνα με τις επίσημες καταγραφές της NKVD. «Λεπτομέρειες», για τα χαλκεία της αστικής ιστοριογραφίας και λοιπούς μηχανισμούς, όπως ο γνωστός προβοκατόρικος σταθμός του Κογκρέσου των ΗΠΑ και της CIA, το «Radio Liberty», που, «με δικούς τους υπολογισμούς», ανέβασαν ήδη από τη δεκαετία του ’50 τον αριθμό αυτό 55 φορές πάνω από τα επίσημα στοιχεία. Προσφέροντας ήδη από τότε το αναγκαίο υλικό για τους «στίχους» του φάλτσου και ανιστόρητου αντικομμουνιστικού ρεπερτορίου της ΕΕ…
*Μέλος της ΤΕ Μεσσηνίας του ΚΚΕ