Η ΕΣΕΕ με υπευθυνότητα απέναντι στις χιλιάδες μικρομεσαίες εμπορικές επιχειρήσεις που εκπροσωπεί και αναλαμβάνοντας πλήρως τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το θεσμικό ρόλο που επιτελεί επί σειρά ετών, ζητάει τη διόρθωση του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου «Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα και Συναφείς Ρυθμίσεις» με τη συμμετοχή εκπροσώπων: των παραγωγικών τάξεων, της Λογιστικής και Πανεπιστημιακής Κοινότητας αλλά και Υπηρεσιών του Δημοσίου (ΥΠΟΙΚ).
Η θέσπιση νέων λογιστικών κανόνων που προωθεί η Κυβέρνηση, ευθυγραμμίζεται πλήρως με την ανάγκη διαμόρφωσης μίας ενιαίας και κοινής αποδεκτής δέσμης κανόνων, όπως αυτή περιγράφεται στη νέα κωδικοποιημένη Οδηγία 2013/34 της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εύλογα, λοιπόν, προκύπτει το συμπέρασμα πως οι προβλεπόμενες μεταβολές τόσο στην τήρηση των λογιστικών βιβλίων όσο και στην απεικόνιση των αντίστοιχων αποτελεσμάτων των επιχειρήσεων, θα επιφέρουν κοσμογονικές αλλαγές στην υφιστάμενη λειτουργία των επιχειρήσεων.
Στο πλαίσιο αυτό η Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου, με την αρωγή του επιστημονικού της Ινστιτούτου (ΙΝΕΜΥ), επιχειρεί να αποκωδικοποιήσει τις σημαντικότερες διατάξεις του υπό διαβούλευση Νομοσχεδίου, αναδεικνύοντας τόσο τα πλεονεκτήματα όσο και ορισμένες σημαντικές επιζήμιες συνέπειες που υποκρύπτονται από τη νομοθέτηση των επικείμενων αλλαγών, όσον αφορά στον καθημερινό αγώνα επιβίωσης που επιδίδονται χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Πλεονεκτήματα νομοσχεδίου:
• Μέσω της επιχειρούμενης αναβάθμισης του Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών (ΚΦΑΣ) ρυθμίζεται ευκρινώς το ζήτημα της τεκμηρίωσης της διακίνησης των αποθεμάτων και εκσυγχρονίζονται οι σχετικές ρυθμίσεις περί δελτίου αποστολής, ώστε να είναι δυνατός ο σχετικός έλεγχος. Παράλληλα, αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα στην τεκμηρίωση των διαθέσιμων αποθεμάτων με σύγχρονες τεχνικές, σύμφωνα με τις διεθνείς πρακτικές.
• Αναγνωρίζεται το τιμολόγιο ως το βασικό παραστατικό για τις πάσης φύσεως πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών (για λιανικές πωλήσεις προβλέπεται απόδειξη λιανικής πώλησης).
• Διευρύνεται ο χρόνος έκδοσης του τιμολογίου πώλησης, το οποίο μπορεί να εκδίδεται μέχρι την 15η ημέρα του επόμενου μήνα από την αποστολή ή παράδοση των αγαθών, με τη διατήρηση ωστόσο της υποχρέωσης έκδοσης τιμολογίου εντός του ίδιου έτους στο οποίο έγινε η αποστολή ή παράδοση των αγαθών ή παροχή των υπηρεσιών.
• Επεκτείνεται η δυνατότητα για έκδοση του τιμολογίου πώλησης προς το δημόσιο ή ΝΠΔΔ εντός του έτους στο οποίο οριστικοποιείται η συναλλαγή (πιστοποίηση δημοσίων έργων κ.λπ.), έτσι ώστε να καλύπτει κάθε περίπτωση πώλησης προς το δημόσιο ή ΝΠΔΔ.
• Διατηρείται η χρήση ταμειακής μηχανής ή φορολογικού μηχανισμού για πωλήσεις λιανικής, με δυνατότητα απαλλαγής ορισμένων κατηγοριών.
• Προωθείται η ηλεκτρονική τιμολόγηση στη χονδρική και τη λιανική και η συνακόλουθη περαιτέρω μείωση του κόστους συναλλαγών.
• Διευθετούνται αποτελεσματικά πολύπλοκα ζητήματα που αποδίδονται στην υφιστάμενη λογιστική πολυνομία, καθώς επιχειρείται για πρώτη φορά μία ομαδοποίηση των λογιστικών κανόνων με βάση τις διεθνείς βέλτιστες πρακτικές.
• Η προσέλκυση ξένων επενδύσεων καθίσταται περισσότερο ευχερής, καθώς τα οικονομικά στοιχεία που περιλαμβάνονται στους ισολογισμούς των ελληνικών επιχειρήσεων θα βρίσκονται σε εναρμόνιση με τις διεθνείς λογιστικές εγγραφές.
Ωστόσο, επειδή δεν θα πρέπει να προβαίνουμε σε βεβιασμένες και επιπόλαιες εκτιμήσεις, οι οποίες πολύ συχνά προκαλούνται κρίνεται σκόπιμη η αντικειμενικότερη αξιολόγηση των δεδομένων, προκειμένου να συναχθούν πιο ασφαλή συμπεράσματα. Και φυσικά επειδή το νόμισμα έχει πάντα δύο όψεις, στο κείμενο που ακολουθεί τεκμηριώνεται με τον πλέον κατανοητό τρόπο η αρνητική επίδραση που θα επιφέρουν οι νέες ρυθμίσεις στην καθημερινή λειτουργία εκατοντάδων χιλιάδων μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.
Αρνητικά Νομοσχεδίου:
• Η αρχικώς συσταθείσα από καθηγητές ΑΕΙ και στελέχη της Δημόσιας Διοίκησης ομάδα εργασίας, παρόλο το γεγονός πως με την πάροδο του χρόνου διευρύνθηκε με την συμμετοχή εκπροσώπων των παραγωγικών τάξεων και της λογιστικής κοινότητας, εν τούτοις δεν τους δόθηκε η δυνατότητα πραγματικής παρέμβασης, με αποτέλεσμα να βρεθούν στην ουσία προ τετελεσμένων γεγονότων.
• Το προωθούμενο νομοσχέδιο καταργεί την υπάρχουσα νομοθεσία για τη Λογιστική Τυποποίηση αντικαθιστώντας την με τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα (τα οποία στην πραγματικότητα συνιστούν τον προθάλαμο των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων) με τα οποία καλούνται να συμμορφωθούν και οι μη εισηγμένες ελληνικές επιχειρήσεις, επιβάλλοντας στην ουσία την υποχρεωτική υιοθέτηση των Δ.Λ.Π. από την πλειονότητα των φορέων εκπροσώπησης του εγχώριου επιχειρείν (μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις). Ιδιαιτέρως ανησυχητικό δε είναι το γεγονός πως οι επιζήμιες αλλαγές δεν χαρακτηρίζονται ως υποχρεωτικές από το εταιρικό δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.), με βάση την Οδηγία 2013/34/ΕΕ/26.07.2013.
Προς επίρρωση της παραπάνω άποψης αναφέρεται πως από τα 28 κράτη – Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης μόνο 2 χώρες, η Βουλγαρία και η Κύπρος, εφαρμόζουν υποχρεωτικά τα Δ.Λ.Π. και στις μη εισηγμένες στο Χρηματιστήριο εταιρείες, με τις υπόλοιπες 25 είτε να μην εφαρμόζουν τα Δ.Λ.Π., είτε να τα εφαρμόζουν προαιρετικά(για τις μη εισηγμένες). Συνεπώς, η Οδηγία 2013/34/ΕΕ που επικαλούνται οι εμπνευστές του νομοσχεδίου δεν προβλέπει την υποχρεωτική εφαρμογή κανόνων των Δ.Λ.Π. και από τις μη εισηγμένες επιχειρήσεις, ούτε την κατάργηση της Λογιστικής Τυποποίησης, ενώ βρίσκει πεδίο εφαρμογής μόνο στις εισηγμένες στο Χρηματιστήριο εταιρείες και μόνο για την κατάρτιση των Ενοποιημένων Οικονομικών Καταστάσεων (Ισολογισμός, Κατάσταση Αποτελεσμάτων Χρήσης, κ.λπ.).
• Γεννάται θέμα αξιοπιστίας των στοιχείων, καθώς οι πιστωτές των επιχειρήσεων (π.χ. Τράπεζες) δεν θα εμπιστευτούν τις αξίες που προσδιορίζονται από τα αμφιβόλου αξιοπιστίας κριτήρια των Δ.Λ.Π. Μάλιστα, σχεδόν το σύνολο των πιστωτικών ιδρυμάτων αποτιμά και θα συνεχίσει να αποτιμά τα περιουσιακά στοιχεία της δανειοδοτούμενης επιχείρησης με βάση τα δικά τους κριτήρια. Επίσης και εξαιτίας της μεγάλης βαρύτητας που έχουν για τον επιχειρηματικό κόσμο οι αναλύσεις της Αγοράς, η δημοσίευση αξιόπιστων οικονομικών στοιχείων που συνεπάγεται η Λογιστική Τυποποίηση (είτε από φορείς εκπροσώπησης επαγγελματικών φορέων είτε από εθνικές Αρχές π.χ. ΕΛ.ΣΤΑΤ. ), συνιστά αδιαμφισβήτητο γεγονός.
• Με την αντικατάσταση του Ε.Γ.Λ.Σ. από τα Δ.Λ.Π. και την συνακόλουθη εφαρμογή σχεδίων λογαριασμών που κάθε επιχείρηση θα εφαρμόζει όπως η ίδια επιλέγει, θα επέλθουν δραματικές αλλαγές στην υπάρχουσα οργάνωση των ελληνικών επιχειρήσεων, με αποτέλεσμα τη διόγκωση του λειτουργικού και διαχειριστικού τους κόστους. Με την υποχρεωτική εφαρμογή των Δ.Λ.Π. και από τις μη εισηγμένες σε Χρηματιστήριο επιχειρήσεις, η οικονομική επιβάρυνσή τους θα εκτοξευθεί, τόσο με το εφάπαξ κόστος των τεράστιων αλλαγών που θα πρέπει να γίνουν στα μηχανογραφικά πακέτα τους, όσο και με την αναγκαστική τήρηση διπλών βιβλίων, αυτά των φορολογικών νόμων και αυτά των Δ.Λ.Π, διογκώνοντας έτσι το συνολικό ετήσιο λειτουργικό τους κόστος.
Η Λογιστική Τυποποίηση διευκολύνει απόλυτα τη μηχανοργάνωση και περιορίζει το κόστος σχεδιασμού και εφαρμογής της. Κι αυτό γιατί τα χρησιμοποιούμενα συστήματα μηχανοργάνωσης (παραμετρικά ERΡ) που βασίστηκαν στο Ε.Γ.Λ.Σ. εφαρμόζονται σήμερα από όλες τις επιχειρήσεις, ενώ τα ιδιαιτέρως κοστοβόρα εισαγόμενα παραμετρικά συστήματα ERP που επικαλούνται οι συντάκτες του νομοσχεδίου έχουν κατασκευαστεί κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μπορούν να πωλούνται σε όλες τις χώρες του κόσμου και το κόστος προσαρμογής τους σε κάθε χώρα είναι πολλαπλάσιο από το κόστος αγοράς τους. Το αυξημένο αυτό κόστος οφείλεται στο γεγονός ότι δεν υπάρχει παγκόσμια λογιστική τυποποίηση.
• Σύμφωνα με τα όσα αποτυπώνονται στο Νομοσχέδιο, η αντικατάσταση των νομοθετημάτων της Λογιστικής Τυποποίησης στην Ελλάδα από τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, πρέπει να έχει διευθετηθεί εντός ενός ιδιαίτερα ασφυκτικού χρονικού πλαισίου. Πραγματικά, τόσο οι παραγωγικοί φορείς όσο και η λογιστική Κοινότητα της χώρας εκφράζουν την απορία αλλά και τον έντονο προβληματισμό τους αναφορικά με τη δυνατότητα υλοποίησης τόσο δομικών και ζωτικής σημασίας οργανωτικών αλλαγών στον τρόπο λειτουργίας των επιχειρήσεων, στο περιορισμένο χρονικό διάστημα των μόλις δύο μηνών.
• Με την εισηγούμενη κατάργηση της Λογιστικής Ομάδας 8, στο ενδεικτικό Σχέδιο Λογαριασμών του Παραρτήματος Γ’ του νομοσχεδίου και με την προωθούμενη ανάμιξη των στοιχείων της (Ομάδα 8) με τα στοιχεία των Ομάδων 6 (πρωτογενή έξοδα κατ’ είδος) και 7 (πρωτογενή έσοδα κατ’ είδος), αίρεται η δυνατότητα κατάρτισης του λογαριασμού της Γενικής Εκμετάλλευσης, του πλέον βασικού λογαριασμού πληροφόρησης για τη Διοίκηση της κάθε επιχείρησης, αλλά και για κάθε ελεγκτική υπηρεσία του Δημοσίου.
Η επικείμενη κατάργηση της υποχρεωτικής κατάρτισης του λογαριασμού της γενικής εκμετάλλευσης (Ομάδα 8), η οποία μεταξύ άλλων προσφέρει πολύτιμες πληροφορίες για βασικά μεγέθη της επιχείρησης όπως τα συγκεντρωτικά στοιχεία των αποθεμάτων ενάρξεως και λήξεως κάθε περιόδου, των αγορών της περιόδου, των εσόδων κατ’ είδος της περιόδου και των εξόδων κατ’ είδος της ίδιας περιόδου, θα αποτελέσει καίριο πλήγμα στην προσπάθεια αναβάθμισης των ελεγκτικών μηχανισμών που διαθέτει η Φορολογική Διοίκηση.
Στο Ε.Γ.Λ.Σ. εμπεριέχονται οι θεμελιώσεις κανόνες της συλλειτουργίας των λογαριασμών του Σχεδίου Λογαριασμών, καθώς επίσης και το κεφάλαιο των Οικονομικών Καταστάσεων που είναι απόλυτα συνδεμένες με τους εν λόγω λογαριασμούς (6, 7 και 8). Συνεπώς, εγείρεται το ερώτημα για το πώς μπορεί να καταστεί εφικτή η εφαρμογή ενός καταργηθέντος νομοθετήματος από το σύνολο των επιχειρήσεων που εφαρμόζει σήμερα το Ε.Γ.Λ.Σ., και πως θα αντιμετωπίζουν τους ελέγχους όταν το νομοσχέδιο προβλέπει διαφορετικές Οικονομικές Καταστάσεις. Παράλληλα, καλό θα ήταν οι ειδικοί που συνέταξαν το συγκεκριμένο Νομοσχέδιο να μας ενημερώσουν για το πώς θα αποφευχθεί το πρόσθετο κόστος της σύνδεσης των Οικονομικών Καταστάσεων με τους λογαριασμούς του Ε.Γ.Λ.Σ.
• Οι υιοθετούμενες αλλαγές θα πρέπει να διασφαλίζουν την ισότιμη μεταχείριση των επιχειρήσεων από τις Κρατικές Αρχές, όσον αφορά την αναλογική τους φορολογική επιβάρυνση, παράμετρος που εάν δεν ληφθεί σοβαρά υπόψη καταστρατηγεί τους κανόνες του υγιούς ανταγωνισμού.
• Ο εξορθολογισμός και ο εκσυγχρονισμός του θεσμικού πλαισίου δραστηριοποίησης του επιχειρείν δεν γίνεται μόνο από την τυπική συνένωση σ’ ένα νομοθέτημα όλων των κανόνων που διέπουν τη λειτουργία τους, αλλά κυρίως από το περιεχόμενο τους (κανόνων) και το πόσο χρηστικοί και ωφέλιμοι καθίστανται για την επιβίωση και την ομαλή λειτουργία των επιχειρήσεων.
Τέλος και σε συνέχεια της βασικής επιδίωξης του επιχειρηματικού κόσμου που αποτυπώθηκε παραπάνω, ενδείκνυται η εξακολούθηση της υποχρεωτικής εφαρμογής των Δ.Λ.Π. στις εισηγμένες, σε οργανωμένη χρηματιστηριακή αγορά, εταιρείες όπως προβλέπεται στον Κωδ. Ν.2190/1920 και της αντίστοιχης προαιρετικής τους ισχύς από τις μη εισηγμένες εταιρείες όπως προβλέπεται στον Κωδ. Ν.2190/1920 με τις προϋποθέσεις συγκεκριμένου νόμου.