Τη χειρότερη εικόνα στο σύνολο των χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης εμφανίζει η Ελλάδα αναφορικά με τις συνθήκες διαβίωσης των νοικοκυριών και της δυνατότητάς τους να συντηρήσουν τα ακίνητά τους και να καλύπτουν τις βασικές στεγαστικές τους ανάγκες. Αυτό προκύπτει από σχετική έρευνα του ευρωπαϊκού φορέα FEANTSA, η οποία βασίζεται στην επεξεργασία στοιχείων και δεικτών της Eurostat που δημοσιεύτηκαν φέτος και αφορούν στο 2014, καθώς στην Ελλάδα σχεδόν το 41% του πληθυσμού αξιολογείται ως υπερβολικά επιβαρυμένο οικονομικά, δαπανώντας πάνω από το 40% του συνολικού εισοδήματος για την κάλυψη εξόδων που σχετίζονται με το ακίνητό του. Πρόκειται για δαπάνες όπως οι φόροι που συνδέονται με το ακίνητο (ΕΝΦΙΑ, δημοτικά τέλη), ενοίκιο, ή δόση στεγαστικού δανείου (όπου υπάρχουν), έξοδα θέρμανσης, νερού, τηλεφώνου και δαπάνες κοινοχρήστων/συντήρησης. Ενδεικτικό του «χάσματος» με την υπόλοιπη Ευρώπη είναι ότι το αντίστοιχο ποσοστό δεν ξεπερνάει το 11,5% του πληθυσμού.
Οπως τονίζει η FEANTSA, η εικόνα είναι ακόμα πιο δραματική στα πλέον αδύναμα οικονομικά νοικοκυριά (κάτω από το 60% του μέσου διαθέσιμου εισοδήματος), όπου σε ποσοστό 95% καταβάλλουν πάνω από 40% των εισοδημάτων για το ακίνητό τους. «Η κατάσταση στην Ελλάδα είναι ιδιαίτερα ανησυχητική και δεν έχει προηγούμενο σε καμιά άλλη χώρα της Ε.Ε.», αναφέρεται χαρακτηριστικά. Σύμφωνα με τους ερευνητές, τα στοιχεία για την Ελλάδα καταδεικνύουν την εικόνα «Αποκάλυψης» που εμφανίζει η κατάσταση της στέγασης στη χώρα τα τελευταία χρόνια, καθώς έχουν αυξηθεί δραματικά οι κοινωνικές συνέπειες της οικονομικής κρίσης και των προγραμμάτων λιτότητας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι κατά την περίοδο 2007-2014 υπήρξε αύξηση κατά 25% του πληθυσμού της χώρας που δαπανά ποσοστό μεγαλύτερο του 40% του εισοδήματός του για να καλύπτει δαπάνες που σχετίζονται με το ακίνητό του. Η αντίστοιχη αύξηση στην Ε.Ε. των «28» δεν ξεπέρασε το 0,8%. Εν ολίγοις, τη στιγμή που η οικονομία βρισκόταν σε ύφεση, η ανεργία αυξανόταν και το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών υποχωρούσε διαρκώς, ανέβηκε κατακόρυφα το κόστος στέγασης μέσω νέων φόρων στην κατοχή ακινήτου, αλλά και αύξησης των τιμολογίων των ΔΕΚΟ (κυρίως της ΔΕΗ) και του κόστους του πετρελαίου θέρμανσης.
Ταυτόχρονα, η Ελλάδα εμφανίζει το υψηλότερο ποσοστό του πληθυσμού που καθυστερεί να πληρώσει το ενοίκιο ή τη δόση του στεγαστικού δανείου, καθώς αυτό διαμορφώνεται σε 14,6%, έναντι μόλις 4,1% στην υπόλοιπη Ευρώπη. Επίσης, το 33% του πληθυσμού αδυνατεί να κρατήσει το ακίνητό του ζεστό τους χειμερινούς μήνες, αύξηση της τάξεως του 19% κατά το διάστημα από το 2007 μέχρι το 2014, όταν κατά το ίδιο διάστημα, στην υπόλοιπη Ευρώπη οι συνθήκες βελτιώθηκαν καθώς το σχετικό ποσοστό υποχώρησε κατά 1,6%. Αλλο ένα χαρακτηριστικό της επιδείνωσης των συνθηκών διαβίωσης στην Ελλάδα είναι και το ότι αυξήθηκαν τα μέλη μιας οικογένειας που υποχρεώνονται να συγκατοικήσουν σε λιγότερα δωμάτια. Στη χώρα μας, αυτό ισχύει για το 27,4% του πληθυσμού, έναντι 17% του ευρωπαϊκού μέσου όρου, ποσοστό που μας κατατάσσει στην 20ή θέση επί συνόλου 28 χωρών.
Συνολικά, στον δείκτη «Αποκλεισμός από τη Στέγαση» που επιμελείται η FEANTSA, η Ελλάδα κατατάσσεται σταθερά στην τελευταία θέση, τα τελευταία χρόνια, καθώς ανάλογη ήταν η εικόνα και το 2013.
Το μόνο θετικό στοιχείο είναι ότι σε ποσοστό 57,6% τα οικονομικά αδύναμα νοικοκυριά κατέχουν το δικό τους ακίνητο χωρίς υπόλοιπο στεγαστικού δανείου, κάτι που σημαίνει ότι μόλις το 35,5% αυτών των νοικοκυριών είναι εκτεθειμένο στις διακυμάνσεις της αγοράς κατοικίας (είναι δηλαδή ενοικιαστές ή έχουν κάποιο στεγαστικό δάνειο). Στην υπόλοιπη Ε.Ε. φέτος σημαντική ήταν η άνοδος της Ιρλανδίας, η οποία αναρριχήθηκε κατά οκτώ θέσεις και βρίσκεται πλέον στη δεύτερη θέση πίσω από το Λουξεμβούργο, δείγμα της σημαντικής βελτίωσης των συνθηκών στέγασης.
kathimerini.gr