Σηματοδοτώντας το τέλος των εμποδίων και, ταυτόχρονα, την αρχή της ανάπτυξης κάθε μορφής, ένα υπερτοπικό φιλόδοξο αναπτυξιακό, περιβαλλοντικό και πολιτισμικό όραμα ξεκινά για τον δήμο Επιδαύρου και τους δημότες του.
Το περιβαλλοντικό και το πολιτιστικό απόθεμα (φύση, βιοποικιλότητα και αρχαιολογικές αξίες), διαχρονικά, προσφέρουν ανεκτίμητα αγαθά και αναδύουν νέους προορισμούς. Ο κάθε ταξιδευτής, Έλληνας ή από άλλους μακρινούς τόπους, αρκεί να αντικρύσει μια φορά αυτό το τοπίο, για να το νοσταλγεί και να ξαναγυρίσει.
Από το 2010, επί δημαρχίας Κωνσταντίνου Γκάτζιου, αρχίζει η έρευνα για την επίλυση των προβλημάτων στο λιμάνι της Αρχαίας Επιδαύρου. Με πρόταση του Δικτύου «Καινοτόμος Αναπτυξιακός Ενεργειακός Σχεδιασμός» (ΚΑΕΣ), το 2012, γίνεται αντικείμενο έρευνας, με κυρίαρχη κατεύθυνση, εκ νέου, το λιμάνι της. Ήταν μια δουλειά επίπονη, αλλά, με επιμονή, συγκεντρώθηκαν όλα τα υπάρχοντα αρχεία, προκειμένου να διαμορφωθεί μια βάση τεκμηρίωσης για περαιτέρω διερεύνηση. Έτσι, αναλαμβάνει το Δίκτυο την προαπαιτούμενη ερευνητική συνδρομή τεκμηρίωσης. Παράλληλα, κρίνεται απαραίτητη η συσχέτιση με τον γενικότερο Χωρικό Σχεδιασμό Πόλης – Παράκτιας Ζώνης (σύμφωνα και με την κοινοτική οδηγία για την ανάπτυξη των Παράκτιων Ζωνών).
Στις αρχές του 2016, με έγγραφό της, η Εφορεία Ενάλιων Αρχαιοτήτων εκφράζει τη σύμφωνη άποψή της για τη σύνταξη της ΜΠΕ και των περαιτέρω ενεργειών, που στηρίζονται στις εισηγήσεις του Δικτύου, με τη σύμφωνη γνώμη της Δημοτικής Αρχής.
Μεταξύ των άλλων, η επίλυση του προβλήματος δημιουργεί ευκαιρίες καινοτομίας με την εφαρμογή καλών πρακτικών, που συμβάλλουν στην τοπική οικονομία, δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας και στήριξη των τοπικών επιχειρηματιών. Με την αρχική στόχευση, επιτυγχάνεται η ισόρροπη ανάπτυξη παράλληλων παραγωγικών τομέων, όπως η αγροτροφική διαδικασία, η προσβασιμότητα για όλους τους πολίτες, η ευέλικτη παροχή ποιοτικών υπηρεσιών σε θέματα αναψυχής και ψυχαγωγίας. Σε όλη αυτήν την προετοιμασία, εργάστηκαν πολλοί επιστήμονες, εμπειρογνώμονες, με την τοπική υποστηρικτική συνδρομή του τεχνικού γραφείου του Ν. Μανιαδάκη.
«Η αρχή έγινε. Και έγινε, χάρη στην καθοριστική συμβολή της καθ’ ύλην αρμόδιας περιφερειακής υπηρεσίας του ΥΠΟΑ, της Εφορείας Ενάλιων Αρχαιοτήτων (ΕΕΑ), με προϊσταμένη τη Δρα. Αγγελική Σίμωσι, τον Αρχαιολόγο – Καθηγητή Δρα. Βασίλη Λαμπρινουδάκη και την – αρμόδια για τη χερσαία ζώνη – Εφορεία Αρχαιοτήτων Αργολίδας, με προϊσταμένη τη Δρα. Άλκηστιν Παπαδημητρίου.
Η μελετητική ομάδα και ο δήμος, από κοινού με τους Αρχαιολόγους και τους λοιπούς εμπλεκόμενους φορείς, στοχεύουν, εκτός της προστασίας του αρχαιολογικού αποθέματος, στη νομιμοποίηση των λιμενικών εγκαταστάσεων, στην προστασία του όρμου από τον κυματισμό και την περαιτέρω διάβρωση. Κύρια κατεύθυνση είναι να συνταχθεί ένα ειδικό διαχειριστικό προγραμματικό σχέδιο της ευρύτερης καλλικρατικής περιοχής, με δυνατότητα παροχής κινήτρων μικρών επενδυτικών πρωτοβουλιών.
Τα προβλήματα θα ξεπεραστούν με εντατικοποίηση της κοινής προσπάθειας, στηριζόμενοι στο θεσμικό πλαίσιο. Με απόλυτη προσήλωση στο κοινό όραμα για την επιδαύρια γη, θα ξεπεραστεί το σήμερα και θα διασφαλιστεί ένα καλύτερο αύριο για τις επόμενες γενιές» επισημαίνει ο Κ. Μπερτζουάνης, συντονιστής ομάδας σχεδιασμού Δικτύου ΚΑΕΣ.
Το Δίκτυο ΚΑΕΣ συγκροτείται από μελετητές (μηχανικούς, γεωτεχνικούς, οικονομολόγους), ερευνητές, εικαστικούς, αρχαιολόγους και συνεργεί με Καθηγητές ΑΕΙ – ερευνητικά κέντρα. Συνεργάζεται με νομικούς, με τοπικές επιστημονικές ομάδες, με συμβούλους ανάπτυξης και τεχνογνωσίας και διαχειρίζεται την υλοποίηση βιώσιμων παραγωγικών έργων. Οι βασικοί άξονες ενασχόλησής του είναι το περιβάλλον και ο πολιτισμός (σε κάθε τομέα και μορφή του), με στόχευση την κοινωνική και οικονομική προστιθέμενη αξία.
Τα πεδία δράσεων του είναι η αξιοποίηση του ανενεργού χερσαίου και θαλάσσιου αποθέματος, συνδυαζόμενη με τη βελτίωση του υφιστάμενου. Με καλές πρακτικές (θεσμικό πλαίσιο, συναίνεση, παραγωγικότητα, βιωσιμότητα, ανταποδοτικότητα κ.ά.), ερευνά, σχεδιάζει και υλοποιεί ολοκληρωμένες προτάσεις, τεκμηριωμένες για να συμβάλλουν στη διεύρυνση του «περιβαλλοντικού – οικονομικού γίγνεσθαι» αλλά και να δημιουργήσουν, μέσω του χωρικού σχεδιασμού και της ανάπτυξης, επενδυτικό τοπίο.